29/8/1944. 72 χρόνια πέρασαν από τη μαύρη εκείνη μέρα που γερμανοφασίστες προσπάθησαν να εξαφανίσουν από το πρόσωπο της κρητικής γης την Κοξαρέ Αγίου Βασιλείου, στο νόμο Ρεθύμνου. Λεηλάτησαν, ανατίναξαν και έκαψαν όλα τα σπίτι του χωριού.
Η καταστροφή της Κοξαρέ δεν ήταν ένα ακόμα από τα φρικτά αντίποινα που εφάρμοσαν οι γερμανοφασίστες σε ολόκληρη την κατεχόμενη Ευρώπη. Αποτελούσαν συνειδητή, προγραμματισμένη πράξη ολοκληρωτικής εξαφάνισης του χωριού.
Γιατί, από τη δεκαετία του 1920-1930 η Κοξαρέ έγινε ευρύτερα γνωστή ως «Μικρή Μόσχα» για τη συμμετοχή των κατοίκων της στο κομμουνιστικό – αγροτικό ταξικό κίνημα.
Γιατί, από τους πρώτους μήνες της φασιστικής κατοχής, πριν ακόμα ιδρυθεί το ΕΑΜ, η Κοξαρέ έγινε μετερίζι της Εθνικής Αντίστασης, με οδηγητή το ΚΚΕ.
Στις 29 Αυγούστου 1944, οι γερμανοφασίστες θεμελίωσαν τη «Μικρή Μόσχα». Δεν κατάφεραν, όμως να ξεθεμελιώσουν τις ψυχές των κατοίκων της, να ξεγράψουν την κόκκινη ιστορία της, τις αγωνιστικές παραδόσεις της. Η Κοξαρέ ξαναγεννήθηκε μέσα από τα συντρίμμια και τις στάχτες, σταθερή πάντα στην κόκκινη διαδρομή της.
Ήμουν δέκα χρονών εκείνη την εφιαλτική μέρα, στις 29 Αυγούστου 1944, όταν ισχυρές γερμανικές ισχυρές δυνάμεις περικύκλωσαν τα χωριό, λεηλάτησαν τα σπίτια μας, τα ανατίναξαν και τα έκαψαν. Οι γερμανοφασίστες μπήκαν σε ένα έρημο χωριό από τους κατοίκους του.
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, επικεφαλείς της γερμανικής στρατιωτικής δύναμης που ξεθεμελίωσε την Κοξαρέ ήταν ο λοχαγός Tacker και ο αστυνομικός διευθυντής Eugeni Kiesling. Ο Tacker έδωσε τοπ σύνθημα για την καταστροφή του χωριού ρίχνοντας την πρώτη χειροβομβίδα. Τα ονόματα και τον δύο γερμανών δολοφόνων είναι στον κατάλογο καταζητούμενων εγκληματιών πολέμου.
Οι δυνατές οργανώσεις του ΚΚΕ, το ΕΑΜ, η ΕΠΟΝ, ο ΕΛΑΣ, είχαν προετοιμάσει τους Κοξαριανούς και είχαν πάρει τα μέτρα τους. Εγκαίρως, άδειασαν το χωριό από τους ηλικιωμένους και τα γυναικόπαιδα. Ο ΕΛΑΣ, τον άμαχο πληθυσμό του χωριού τον μετέφερε σε ασφαλέστερες περιοχές, στο Μοναστήρι Πρέβελη. Οι άνδρες, οι έφηβοι, οι μεσήλικες, όσοι μπορούσαν να κρατήσουν όπλο είχαν ενταχθεί στο θρυλικό σύστημα του ΕΑΜ Ρεθύμνου και βρίσκονταν στα βουνά…
Το ξεθεμελίωμα της Κοξαρέ άρχισε από το σχολείο, την εκκλησία, το σπίτι των Μαθιουθάκιδων και ολοκληρώθηκε με την ισοπέδωση του τελευταίου σπιτιού. Το ΚΚΕ, το ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ, η ΕΠΟΝ δεν άφησαν τους Κοξαριανούς στο έλεος του Θεού. Στάθηκαν δίπλα τους, προστάτευσαν τις περιοχές τους, τους εξασφάλισαν στέγη και τροφή.
Από την επόμενη της ολοκληρωτικής καταστροφής του χωριού οι Κοξαριανοί, πέτρα με την πέτρα, άρχισαν να ξαναχτίζουν τα χαμόσπιτά τους. Ένα σπουδαίος Ιερωμένος, ο Θεμιστοκλής Γεννάδιος, παπάς του χωριού και ιερέας του 44ου συντάγματος του ΕΛΑΣ, ξαναμάζεψε κοντά τους τα ρακένδυτα, ξυπόλητα παιδιά της Κοξαρέ, τα «Αετόπουλα» του χωριού μας και συνέχισε να μας δασκαλεύει για να μην ξεκόψουμε από τα γράμματα…
Από τα ερείπια ξεπετάχτηκαν νέοι πολεμιστές, εκδικητές του φασισμού, αγωνιστές της λευτεριάς. Η «Μικρή Μόσχα» ξανά έγινε σημείο αναφοράς σε ολόκληρη την Κρήτη. Όπως το 1933, όταν ο «Ριζοσπάστης» της έκανε την ύψιστη τιμή όταν στον γεωγραφικό χάρτη της Κρήτης που δημοσίευσε, σημάδεψε την παρουσία της με μία μεγάλη κατακόκκινη κουκίδα! Η μοναδική «κόκκινη κουκίδα» που χαρακτήριζε την πολιτική παρουσία χωριού στο χάρτη της Κρήτης…
Η αφετηρία της κόκκινης διαδρομής του χωριού μου βρίσκεται στη δεκαετία του 1920. Ο Κοξαριανός κομμουνιστής και αγωνιστής Βαγγέλης Παπαδάκης (καπετάν Λευτεριάς) στο βιβλίο του «Από τον Κοξαρέ στα βουνά της Ρούμελης», γράφει: «Ο Γιάννης Μαθιουδάκης και ο Βαγγέλης Παπαδάκης (του παπά)τα καλοκαίρια με τις διακοπές των σπουδών τους, ερχόντουσαν από την Αθήνα στο χωριό και εγώ γύριζα από το Ρέθυμνο όπου φοιτούσα στο Γυμνάσιο.
Αυτοί οι δύο, λοιπόν, το καλοκαίρι γινόντουσαν το κέντρο της προσοχής όλου του χωριού, γιατί είχαν πάει στην Αθήνα και σπούδαζαν στο πανεπιστήμιο, θα γινόντουσαν μεγάλοι άνθρωποι κάτι ξεχωριστό από εκείνους τους άλλους που μαζευόταν κάθε βράδυ στα δύο καφενεία και έπαιζαν πρέφα και κολτσίνα. Περισσότερο τραβούσαν την προσοχή των νέων, που τους περικυκλώναμε ακούγοντάς τους να μιλούν για τις σπουδές τους, τα βιβλία που είχαν διαβάσει…
Απάγγελναν στίχους από ποιήματα του Βάρναλη, διάβαζαν περικοπές από το βιβλίο του Κορνάρου «Η Σπιναλόγκα», μας έλεγαν για την επανάσταση που ‘χε γίνει στη Ρωσία, για τον Λένιν, για τον Στάλιν.
Από χρόνο σε χρόνο, κάθε καλοκαίρι, ήταν μία ξεχωριστή περίοδος που είχε τα δικά της ενδιαφέροντα.
Έτσι σχηματίστηκε μια ομάδα από 10-20 συγχωριανούς μας που μας ενδιέφεραν αυτές οι συζητήσεις και πολλές φορές βγαίναμε έξω από το χωριό, μέσα στον ελαιώνα, το βράδυ που νύχτωνε και ακούγαμε αφηγήσεις του Γιάννη και του Βαγγέλη.
Ρωτούσαμε και μας απαντούσαμε και σιγά – σιγά δημιουργούταν ο θεσμός που μας ξεχώριζε και σαν να νιώθαμε πως κάναμε κάτι που’ χε και μία ξεχωριστή σημασία, κάτι που μας διαφοροποιούσε από τους άλλους του χωριού…
Σιγά – σιγά άρχισα να καταλαβαίνω εκείνο που έλεγε ο Στυλιανάκης (Πρόεδρος, τότε, της κοινότητας Κοξαρέ): «Μπολσεβιβάκι!»
Έτσι βρεθήκαμε 10-15 άτομα να έχουμε το ίδιο όνομα, «Μπολσεβιβάκι»! Διαβάσαμε το Κομμουνιστικό Μανιφέστο, συζητήσαμε πάνω στο περιεχόμενο του κι αποφασίσαμε να προχωρήσουμε στο Κομμουνιστικό Κόμμα και να αποτελέσουμε για το χωριό μας τον πρώτο κομματικό πυρήνα, στα τέλη του 1928-1929.
Το 1929 οι Κοξαριανοί αριστεροί σημείωναν την πρώτη τους νίκη στις εκλογές για την Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Πριν από το 1930, δύο Κοξαριανοί φοιτητές του Πανεπιστημίου της Αθήνας, ο Γιάννης Μαθιουδάκης και ο Βαγγέλης Παπαδάκης, όπως εξιστορεί ο καπετάν Λεφτεριάς ήταν οι «ζευγάδες», οι οποίοι στον Κοξαριανό ελαιώνα φύτεψαν τον «κόκκινο σπόρο», που ρίζωσε βαθιά, άνθισε και έβγαλε πλούσιους καρπούς!
Οι δύο πρωτοπόροι Ρεθεμνιώτες κομμουνιστές δεν έζησαν για να λουστούν, κι εκείνοι, με το ανέσπερο φως της λεφτεριάς της πατρίδας μας.
Ο Γιάννης Μαθιουδάκης, στέλεχος του ΚΚΕ, γραμματέας του ΕΑΜ στο Νομό Ρεθύμνου, δημιουργός του θρυλικού 44 συντάγματος του ΕΛΑΣ, ο «καθηγητής», όπως ήταν ευρύτερα γνωστός στην Κρήτη, έπεσε σε άνιση μάχη με γερμανικό στρατιωτικό απόσπασμα στην σπηλιά «Γκιουμπρά» Μέσης Ρεθύμνου, δίπλα στο ιστορικό Αρκάδι, στις 23 Μάρτη 1944.
Ο Βαγγέλης Παπαδάκης (του παπά) πιάστηκε από τη Γκεστάπο, στάλθηκε όμηρος στη Γερμανία και αποτεφρώθηκε ζωντανός στα κρεματόρια της φρίκης.
Ήταν δύο σπουδαία γεννήματα της κρητικής γης. Από τις καλύτερες σοδειές της. Γιατί ήταν κομμουνιστές!
Ο «κομματικός πυρήνας» που ξεπετάχτηκε σαν σπίθα από τον ελαιώνα της Κοξαρέ, έγινε φλόγα, φώτισε την Κρήτη, από μια άκρη στην άλλη, αποτέλεσε τη μαγιά της λαμπρής ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης στο νομό Ρεθύμνου.
Η Κοξαρέ βγήκε μπροστά και έγινε η αντρομάνα του αγώνα. Οι οχτώ πρώτοι ΕΛΑΣίτες στο Ρέθυμνο ήταν Κοξαριανοί πρωτοξάδερφα και δεύτερα ξαδέρφια από τις οικογένειες των Μαθιουδάκηδων και των Δουλγεράκηδων.
Ο σπουδαίος κομμουνιστής, γιατρός του 44ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ Μιχάλης Χριστοφοράκης από τις Μέλαμπες Αμαρίου, σε βιβλίο του αναφέρει: «ψυχή της οργανωμένης αντίστασης στο χωριό Κοξαρέ ήταν οικογένειας Μαθιουδάκηδων, Δουλγεράκηδων, στο σύνολο τους». Συνέχεια η πλειοψηφία των Βαβουράκηδων, Γεωργάκηδων, και με το χρόνο το σύνολο των Κοξαριανών, των απαράμιλλων αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης.
Με την οργάνωση δυνατού ΕΑΜ, γερών κομματικών και ΕΠΟΝίτικων οργανώσεων ξεκινά η δράση του ένδοξου 44ου συντάγματος του ΕΛΑΣ στο Ρέθυμνο, με καπεταναίους, στην αρχή, από την Κοξαρέ Γιάννη Σπιθουλάκη, Στέλιου Δουλγεράκη, Αλέκο Μαθιουδάκη («Γιαννιός»), Γιώργη Βαβουράκη.
Για όλους τους πρωτοπόρους που δημιούργησαν και εντάχθηκαν στον «κομματικό πυρήνα» της Κοξαρέ, που πρωταγωνίστησαν στην ΕΜΑική Εθνική Αντίσταση, επώνυμους και ανώνυμους, ο καπετάν λεφτεριάς γράφει στο βιβλίο του: «Ας είναι αιώνια η μνήμη των συντρόφων μας που με το αίμα τους τίμησαν το χωριό μας και την πατρίδα τους στις πιο δύσκολες στιγμές, αυτές που πέρασαν στην κατοχή».
Ο Μάης του 1933 ήταν κατακόκκινος, επαναστατικός, φλογερός, ταξικός, ιστορικός για την επαρχία Αγίου Βασιλείου και τράβηξε την προσοχή ολόκληρης της Κρήτης.
Οι έφεδροι ακτήμονες της επαρχίας αντιμετώπιζαν πρόβλημα επιβίωσης. «Ο κομματικός πυρήνας της Κοξαρέ»… μελέτησε τα προβλήματα των ακτημόνων, των φτωχών, αγροτών της επαρχίας του Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου.
Ύστερα από σωστή ενημέρωση και καθοδήγηση ο «πυρήνας» αποφάσισε να οργανώσει παναργοτικό συλλαλητήριο στον Καξαριανό κάμπο. Η ανταπόκριση των αγροτών ήταν εντυπωσιακή και στο συλλαλητήριο πήραν μέρος περισσότεροι από 580 Αγιοβασιλιώτες, από όλα τα χωριά της επαρχίας.
Βασικό αίτημα ήταν η απαλλοτρίωση των κτημάτων από την τεράστια περιουσία της Μονής Πρέβελης για την αποκατάσταση των ακτημόνων που δούλευαν κολίγοι στο Μοναστήρι.
Στο Υπόμνημα που υποβλήθηκε αρχές Ρεθύμνου υπήρχαν και αιτήματα:
–Ατελής εισαγωγή σταριού από τη Σοβιετική Ένωση.
Κάτω τα χέρια των Γιαπωνέζων μιλιταριστών από την Κίνα!
Όπως γράφει στο βιβλίο ο καπετάν Λεφτεριάς, στο υπόμνημα υπήρχε μια σαφέστατη προειδοποίηση: « αν δεν γίνουν δεκτά τα αιτήματά μας, τότε η οργανωτική επιτροπή επιφυλάσσει το δικαίωμα την επόμενη φορά να συγκαλέσει συλλαλητήριο ένοπλο».
Η χωροφυλακή συνέλαβε τα μέλη της επιτροπής Βαγγέλη Παπαδάκη (του παπά), Στέλιο Δουλγεράκη και Γιάννη Σπιθουλάκη. Παραπέμφθηκαν σε δίκη στο Ρέθυμνο. Ο Βαγγέλης Παπαδάκης καταδικάστηκε σε τρείς μήνες φυλάκιση και αθωώθηκε από το εφετείο Χανίων.
Να τη και πάλι την Κοξαρέ στο επίκεντρο της προσοχής στην Κρήτη. Το χωριό περνάει αποφασιστικότερα στην πρωτοπορία των ταξικών αγώνων. Τα φτωχόσπιτα εκπέμπουν φως και ελπίδα.
Ο κομματικός πυρήνας του ελαιώνα ισχυροποιείται, αποκτά κύρος στους φτωχούς και καταφρονεμένους. Οι «ζευγάδες» πολλαπλασιάζονται, η σπορά είναι καλά και η σοδειά εντυπωσιακή.
Στον «πυρήνα» γίνεται ακόμα μία ξεχωριστή τιμή αυτή την φορά από το μεγάλο κομμουνιστή και δάσκαλο, τον Νίκο Πλουμπίδη. Το κορυφαίο στέλεχος του ΚΚΕ έρχεται στην Κρήτη για κομματική δουλειά. Επισκέπτεται το Ρέθυμνο και παίρνει μέρος σε συνεδρίαση του «κομματικού πυρήνα Κοξαρέ».
Ο πόλεμος του 1940 βρήκε τους Κοξαριανούς προετοιμασμένους, από τον «κομματικό πυρήνα» του χωριού για τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα.
Ο καπετάν Λεφτεριάς αναφέρει: «Η Κοξαρέ είχε τις δικές της καταβολές για μεγάλα ιδανικά κι αυτή τη φορά έδωσε έμψυχο υλικό για τις αντιστασιακές οργανώσεις που φάνηκαν από τις πρώτες στιγμές της κατοχής της Κρήτης από τους Γερμανούς».
Ο Γιάννης Μαθιουδάκης, ο Στέλιος Δουλγεράκης, ο Γιάννης Σπιθουλάκης μπήκαν μπροστάρηδες στον εθνικό ξεσηκωμό και με σωστό τρόπο και σκοπό οργάνωσαν και καθοδήγησαν τον αγώνα. Σωστά, λοιπόν, φροντίσαμε ίσαμε ίσαμε την τελευταία στιγμή να διατηρήσουμε ό,τι γεννήθηκε και μεγάλωσε στα χαμόσπιτα του χωριού μας, γιατί αυτό ήταν η ψυχή του, η ιστορία του…».
Το Σεπτέμβριο του 1942, οι Κοξαριανοί αρνήθηκαν να παραδώσουν τον βίο τους στους Γερμανούς που συνεπικουρούμενοι από χωροφύλακες εισέβαλαν στο χώρο για πλιάτσικο. Αντιστάθηκαν και ήρθαν στα χέρια με τους κατακτητές και τα όργανά τους. Κοξαριανοί συνελήφθησαν και στάλθηκαν εξορία και σε φυλακές.
Η πρώτη ένοπλη σύγκρουση Κοξαριανών ανταρτών με Γερμανούς στο Ρέθυμνο έγινε τον Οχτώβρη 1941 στο Μετόχι, που είναι πάνω από το χωριό. Η αντίσταση στο Ρέθυμνο ενάντια στον καταχτητή άρχιζε!
Μεσάνυχτα 2 προς 3 Φλεβάρη 1944, οι Γερμανοί έκαναν «το Μεγάλο Μπλόκο» στην Κοξαρέ.
Από προδότη είχαν την πληροφορία ότι στο χωριό βρισκόταν ο Γιάννης Μαθιουδάκης, η μάνα Ελένη Μαθιουδάκη, το γένος Λαμπροπούλου, ο Στέλιος Δουλγεράκης, ο Γιάννης Σπιθουλάκης και άλλα στελέχη του ΕΑΜ.
Ο πατέρας μου και οι σύντροφοί του είχαν φύγει από την προηγούμενη μέρα. Έμεινε όμως, στο χωριό η μάνα μου που ήταν φρεσκοχειρουργημένη και είχε έρθει από τα Χανιά
Με τη βοήθεια των οργανωμένων στο ΕΑΜ γυναικών του χωριού, της αδερφής του πατέρα μου Αργυρής Γεωργακάκης και ιδιαίτερα του εξαδέλφου μου ΕΠΟΝίτη Στέλιου Βαβουράκη η μάνα μου φυγαδεύτηκε κυριολεκτικά μέσα από τα χέρια των Γερμανών και του προδότη…
Με υποδείξεις του χαφιέ οι γερμανοί συνέλαβαν την Ευαγγελία Δουλγεράκη, μητέρα των στελεχών του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ Στέλιου Δουλγεράκη και Πέτρου Δουλγεράκη, αδερφή του παππού μου, την αδερφή του πατέρα μου, Στελιανή Φραγκελάκη, εμένα, που ήμουν εννιά χρονών, τον παπά του χωριού, Θεμιστοκλή Γεννάδο και πολλούς Κοξαριανούς.
Μας μετέφεραν στο Ρέθυμνο στις φυλακές του φρουρίου Φορτέτζα, όπου έγινε διαχωρισμός. Άλλοι κλείστηκαν στις φυλακές της Αγίας στα Χανιά και άλλοι μεταφέρθηκαν στα στρατόπεδα θανάτου της Γερμανίας. Κάποιοι δεν ξαναγύρισαν στο χωριό μας…
Τις θείες μου Ευαγγελία Δουλγεράκη, Στελιανή Φραγκελάκη και εμένα μας άφησαν ελεύθερους όταν σκότωσαν τον πατέρα μου.
Ο ηρωικός θάνατος του Γιάννη Μαθιουδάκη πείσμωσε τους αγωνιστές, γιγάντωσε τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα στα Ρέθυμνο, σε ολόκληρη την Κρήτη.
Το ΚΚΕ έβγαλε νέα στελέχη, σπουδαίους οδηγητές του λαού. Ακόμα πιο δυνατούς ζευγάδες, που έριξαν τον «κόκκινο σπόρο» από την μία άκρη της Κρήτης στην άλλη…