Πολλοί το συζητούσαμε, σε παρέες συντρόφων του ΣΥΡΙΖΑ, πολύ πριν τις εκλογές, πόσο εφικτές – ρεαλιστικές είναι οι θέσεις μας για το χρέος και τη διαπραγμάτευση με τους δανειστές μας. Πάντα όμως η συζήτηση κατέληγε στην εμπιστοσύνη μας στην ηγετική ομάδα και στην πλειάδα των έμπειρων πανεπιστημιακών οικονομολόγων που διαθέτει ο ΣΥΡΙΖΑ. Όλοι όμως, περιμέναμε πολλά από την κυβέρνηση της αριστεράς, στο εσωτερικό μέτωπο, τόσο όσον αφορά στον αστικό εκσυγχρονισμό του κράτους (διαφάνεια, κράτος δικαίου, πιο ισορροπημένη κατανομή του πλούτου, δικαιοσύνη, αξιοκρατία, καταπολέμηση της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής κλπ.) όσο και σε επίπεδο θεσμών, την προώθηση αριστερών μεταρρυθμίσεων, που τόσο ανάγκη έχει η χώρα, μετά τη λαίλαπα των νεοφιλελεύθερων αντιμεταρρυθμίσεων που αποδόμησαν κάθε έννοια κοινωνικού κράτους. Περιμέναμε βέβαια όλοι, τομές και μεταρρυθμίσεις σε τομείς όπως Παιδεία – Υγεία – Κοινωνικό Κράτος, προς μια αριστερή κατεύθυνση αλλά και καταπολέμηση της ανεργίας, της ύφεσης, και της μετανάστευσης, μέσα από ένα ευρύ σχήμα δημόσιων επενδύσεων, για να ακολουθήσει ο ιδιωτικός τομέας, δρώντας σε ένα σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο χωρίς γραφειοκρατία και με μια δημόσια διοίκηση αρωγό στην υγιή ιδιωτική πρωτοβουλία. Όμως, δυστυχώς για μήνες, ήμασταν παρατηρητές σε μια «μη διαπραγμάτευση», όπου τα λάθη και η έλλειψη στρατηγικής ήταν εμφανή και σε μας τους «αδαείς». Μετά από συνεχείς ελιγμούς, με κοντόθωρους πολιτικούς στόχους, ολέθριους, όμως, για την οικονομία της χώρας, οδηγηθήκαμε στην πλήρη, άνευ όρων, συνθηκολόγηση, στα «Ίμια» του κ. Τσίπρα. Η κυβέρνηση Τσίπρα, όφειλε να δείξει έγκαιρα «τον απαιτούμενο ρεαλισμό» και να διαπραγματευτεί με ταχύτητα μια συμφωνία με τους εταίρους μας προτού σκορπίσει απλόχερα τα ελάχιστα διαθέσιμα χρήματα της χώρας, αναλώνοντας τον χρόνο της, σε ήσσονος σημασίας θέματα. Δυστυχώς, η πραγματικότητα είναι πολύ σκληρή. Η κυβέρνηση, παραλαμβάνει, τη σκυτάλη από πολύ χειρότερο σημείο από εκείνο που την άφησε η κυβέρνηση Σαμαρά, σε ό,τι αφορά την κυρίαρχη σχέση με τους δανειστές μας. Ο συμβιβασμός, είναι μονομερής, ανέντιμος, δυσβάστακτος, και συσσωρεύει νέα βάρη, κύρια, σε βάρος των φτωχών λαϊκών στρωμάτων ενώ δημιουργεί σωρεία επενδυτικών ευκαιριών στη χώρα για τους κατέχοντες τον πλούτο. Η κατάληξη της απουσίας πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής, η έλλειψη πίστης στις μεγάλες δυνατότητες και προοπτικές που ανοίγονται στις σχέσεις μας με χώρες όπως οι BRICS και η Ρωσία, αλλά και η αδυναμία συμμετοχής σε ένα μέτωπο στην Ε.Ε. με χώρες του Νότου αλλά και χώρες που ήταν, είναι ή είναι πιθανό να είναι σε μνημόνια είναι τραγική. Η αναδιάρθρωση του χρέους μετατρέπεται σε αόριστη υπόσχεση επιμήκυνσης, ενώ τα όποια περιορισμένα επενδυτικά κεφάλαια, πακέτο «Γιουνκερ», από την ΕΕ αφορούν συμμετοχές σε ΣΔΙΤ και επενδύσεις μόνο του ιδιωτικού τομέα. Όμως ποιος, υγιώς, θα επενδύσει σε μια χώρα που συνεχίζει την καθοδική πορεία, με πολύ περιορισμένη εσωτερική ζήτηση, που θα έχει τον χειμώνα επίσημη καταγεγραμμένη ανεργία πάνω από 30%, αν δεν προσβλέπει σε λεόντεια κέρδη; Η γειτονική Βουλγαρία αποτελεί πια το πρότυπο και τον στόχο μας, ενώ η γενιά των 700 ευρώ, ολοένα και γίνεται μακρινό όνειρο. Από αριστερή κυβέρνηση, όπως παρουσιάστηκε στο λαό πριν τις εκλογές, μετατρέπεται σε κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας, συνεχίζοντας με τη σύμφωνη γνώμη της Μερκελ, την προσπάθεια της κυβέρνησης Σημίτη για περιορισμένο αστικό εκσυγχρονισμό της χώρας. Όμως, αν στην επαχθή για τη χώρα νέα συμφωνία, υπάρχει στοιχειώδης συναίνεση ή ανοχή της πλειοψηφίας του λαού και μερίδας των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, τα πράγματα γίνονται ξεκάθαρα, αν ρίξει κανείς μια ματιά στο εσωτερικό και στη διαχείριση της καθημερινότητας. Ο λαός έχει δώσει σαφή εντολή να ανασυσταθεί το κράτος, η δημόσια διοίκηση, η χώρα εντέλει, πέρα από λάθη και κακοδαιμονίες του παρελθόντος που μας οδήγησαν εδώ. Ο λαός απαιτεί ρήξη με το παρελθόν, κυριολεκτικά να ξαναστηθεί το ελληνικό οικοδόμημα, πέτρα – πέτρα, από την αρχή, χωρίς φθαρμένα υλικά. Μόνο που η κοινωνία και τα κρυμμένα «αποθέματα» δεν κατοικούν στους διάδρομους της εξουσίας. Χαρακτηριστικά, παρατηρούμε, καιρό τώρα, τις τοποθετήσεις διαφόρων «ειδικών», «εμπειρογνωμόνων», «διαθέσιμων». Αξιοποιούμε την «εμπειρία», με «προϋπηρεσία» μας λένε. Διαθέσιμους, έτοιμους να προσφέρουν για να σωθεί η χώρα. Η χώρα, μετά από μια δραματική αναδιανομή εισοδήματος που συνοδεύτηκε με μείωση του Α.Ε.Π. κατά 25% προβλέπεται να εισέλθει τα προσεχή χρόνια, σε μια παρατεταμένη περίοδο ικανοποιητικών δεικτών ανάπτυξης, ανεξάρτητα από το ποιος θα είναι ο ντόπιος διαχειριστής της εξουσίας, και τις ικανότητές του. Χαρακτηριστικά, στον τουριστικό τομέα, προβλέπεται σερί καλών χρόνων με συνεχή ρεκόρ σε έσοδα και αφίξεις. Αυτό, δυστυχώς, φαίνεται να είναι το ζητούμενο. Η διαχείριση της αναμενόμενης ανάπτυξης με τα όποια πρόσοδα στους διαχειριστές της, κατά την ελληνική συνήθεια. Καμιά, πια, εμμονή σε «αριστερά ιδεολογήματα». Όλα είναι καλά, αρκεί να διαχειριζόμαστε εμείς την εξουσία, κατά τα πρότυπα του ΠΑΣΟΚ. Η σημερινή κυβέρνηση, εμφανίζει πολλές ομοιότητες με τη πρόσφατη κυβέρνηση, Κώστα Καραμανλή. Επικοινωνιακή διαχείριση των προβλημάτων, εμμονή στα γκάλοπ αλλά και στην ακινησία, παλαιοκομματικές πρακτικές, συστηματική αποφυγή ρήξεων, συγκρούσεων αλλά και μεταρρυθμίσεων. Ο κ. Τσίπρας αφού, έχασε διαδοχικές ευκαιρίες να γίνει ιστορική φυσιογνωμία της ελληνικής, και γιατί όχι, της ευρωπαϊκής αριστεράς, προσπαθεί, μάλλον επιτυχώς, με νύχια και με δόντια να κρατηθεί στη πρωθυπουργία, σπιλώνοντας, όμως, συνειδήσεις έντιμων συντρόφων όπως ο κ. Λαφαζάνης, αλλά και άλλων και βάζοντας σε κίνδυνο συνειδητά την ενότητα της αριστεράς αλλά και της τύχης της χώρας. Πια, είναι ο αρεστός του ΣΚΑΙ, των καναλαρχών, του λεγόμενου «κοινωνικού» ΣΥΡΙΖΑ. Αφού, αγκάλιασε αυτόν που αποκαλούσε «Ολανδρέου», ως νέος «Παπανδρέου» που έδιωξε τις βάσεις υπογράφοντας νέα συμφωνία, σκίζει τα μνημόνια υποχρεώνοντάς μας στο πιο σκληρό, μέχρι τώρα. Συνδιαλέγεται πια, ως ομοτράπεζος, με όσους στο πρόσφατο παρελθόν λοιδορούσε.
Δόθηκε στον κ. Τσίπρα, από τον ελληνικό λαό η εντολή αριστερής διακυβέρνησης της χώρας, και όχι αριστερής εξάμηνης παρένθεσης, όπως μετατρέπεται. Το έργο της σημερινής κυβέρνησης θα κριθεί τόσο από μας όσο και από τον ιστορικό του μέλλοντος. Όμως, οφείλουν όλοι να καταλάβουν, όπως λένε στην οικολογία, ότι πρέπει να παραδώσουν τις ιδέες της αριστεράς, της ισότητας, της αλληλεγγύης, της δικαιοσύνης κλπ, αμόλυντες, όπως τις παρέλαβαν. Υπάρχει ακόμα χρόνος ….
* Ο Μανόλης Ντουντουνάκης είναι τ. μέλος Περιφερειακού Συμβούλιου ΣΥΡΙΖΑ Κρήτης