Μετάφραση: ΜΟΝΙΚΑ MCCURDY – ΜΙΧΑΛΗΣ ΤΖΕΚΑΚΗΣ
Ετοιμασίες πολέμου
89 Από μακριά διακρίνονται τα τείχη του Αρκαδιού.
90 Στέκοντα όρθια, αιώνες τώρα.
91 Στους ειρηνικούς καιρούς καταφύγιο.
93 Τώρα, ώρα πόλεμου, οχυρό.
99 Οι Τούρκοι σταματούν, ο ήλιος δύει.
100 Οι καμπάνες ακούγονται από τη μεριά της πύλης.
104 Οι τουρκικές δυνάμεις αναπαύονται. Θα επιτεθούν,
105 Προτού οι πρώτες ηλιαχτίδες ροδίσουν απαλά τα σύννεφα.
116 Οι Αρναούτες κείτονται άτακτα στους σάκους τους
122 Κοιτάζουν τα όπλα τους που δεν αφήνουν ποτέ
125 Η ημισέληνος κυματίζει περήφανα στον άνεμο.
127 Ο Πασάς είναι στη σκηνή, θέλει να του στείλουν τον Αχμέτ,
132 Τον πιο ατρόμητο από τους άνδρες του.
Η ιστορία του Αχμέτ και της Ειρήνης
135 Είναι κρητικός. Γεννήθηκε Χριστιανός,
136 Όμως διάλεξε την πίστη που του έδωσε όπλα και χρήμα.
141 Δε θυμάται πια τα παιδικά του χρόνια.
142 Τη μέρα που έφεραν σπίτι τον πατέρα του.
143 Πάνω σε ένα αιματοβαμμένο φορείο,
145 Δε θυμάται το κλάμα της μάνας του,
146 Όταν κατέβαζαν τον πατέρα του στο μνήμα.
147 Έχει ξεχάσει πια τις πατρικές συμβουλές.
149 Είχε αφήσει το νησί χρόνια πριν.
150 Ακολούθησε το στρατό του Σουλτάνου,
154 Τι τον τραβούσε πια για να γυρίσει πίσω στο σπίτι του;
157 Μόνη του ηδονή να οδηγεί τους άνδρες στη μάχη.
160 Μόνο μια οπτασία της νιότης του παρέμενε στην καρδιά του ακλόνητη.
164 Το όραμα είχε όνομα: Ειρήνη.
165 Το μίσος των συμπατριωτών του, δεν τον ένοιαζε,
166 Ένας μόνο ήταν ο πόνος του.
167 Η περιφρόνηση που διάβαζε στα μάτια της,
168 Στα όμορφα μάτια του κοριτσιού που είχε αγαπήσει.
177 Καρφί μπηγμένο μέσα του,
17 Ένοιωθε την αγάπη μα και την περιφρόνησή της,
178 Σ’ αυτόν που είχε προδώσει το λαό του.
189 Ο προδότης δε χαιρετά τη γη των πατέρων του,
193 Είναι ο πιο άγριος στον πόλεμο, ατρόμητος,
196 Διασχίζει τη φάλαγγα του εχθρού
197 Περιφρονώντας το χαλάζι τις σφαίρες γύρω του,
198 Σαρκάζει προκλητικά τον εχθρό,
Ο Αχμέτ μαντατοφόρος του Πασά
205 Ο Πασάς διατάσσει τον Αχμέτ να πάει μήνυμα στο Μοναστήρι.
209 Του Αχμέτ δεν αρέσει η αποστολή. Προτιμά τον πόλεμο από τη ειρήνευση.
212 Μα ο Πασάς επιμένει. Θέλει απάντηση πίσω.
213 Θα παραδοθεί το μοναστήρι; Ή θα βαφούν οι τοίχοι του με αίμα;
218 Η λευκή σημαία στο δεξί του χέρι τον προστατεύει.
221 Η πύλη ανοίγει. Οδηγείται στον Ηγούμενο,
235 Οι αρχηγοί είναι εκεί.
239 Ο Αχμέτ ρίχνει μια άγρια ματιά γύρω-
240 Ξεχωρίζει γνωστά πρόσωπα.
245 Αυτοί δεν μπορούν να τον αναγνωρίσουν.
253 Με περήφανα λόγια ο Αχμέτ
255 «Πηγαίνετε να πέσετε στα πόδια του Πασά,
256 Χαιρετήστε τον ως αρχηγό σας,
257 Αλλιώς …» – Αυτά είναι τα λόγια του,
258 Τα συνοδεύουν βρισιές – «Μα τον Προφήτη!
259 »Αύριο τα κανόνια θα βροντήξουν,
260 »Και θα φωτίσουν με τις λάμψεις τους το μοναστήρι.
261 »Τα ετοιμόρροπα τείχη δε θα σας σώσουν
278 »Σεβαστείτε αυτούς που σας εμπιστεύτηκαν.
282 »Σεις θα έχετε ανοίξει τους τάφους τους».
Η απάντηση του ηγούμενου
291 Βαθιά σιωπή βασιλεύει στην αίθουσα
293 «Γεννηθήτω το θέλημα του Κυρίου και Πατέρα μας!
294 »Είμαστε αποφασισμένοι να πεθάνουμε,
295 »Παρά να παραδώσουμε το μοναστήρι –
296 »Στα χέρια του Θεού είναι οι ζωές μας».
297 Τα θαρραλέα λόγια του ηγουμένου αντηχούν στην αίθουσα,
298 Κι όλοι αυτοί που δίσταζαν πριν
299 Ξαναβρίσκουν το πρωτινό τους θάρρος:
301 Όλοι είναι συμφωνούν: «Να πολεμήσουν και να πέσουν με το Θεό».
Η αποχώρηση του Αχμέτ
306 Αυτός φεύγει, φωνάζοντας υστερικά,
307 «Θα γυρίσω αύριο,
308 »Όταν τα τείχη σας θα έχουν γίνουν θρύψαλα
310 »Οι πλούσιοι θησαυροί του ναού σας θα γίνουν λάφυρό μου.
313 «Έξω από το μοναστήρι Οθωμανέ,
314 »Όσο ακόμα σε προστατεύει η λευκή σημαία».
315 Στην αυλή οι γυναίκες και τα παιδιά τον κοιτάζουν.
319 Οι άνδρες, ζηλεύουν την παλληκαριά του
321 Οι γυναίκες απoθαυμάζουν την κορμοστασιά του.
Η συνάντηση
328 Ξαφνικά τα μάτια του σταματούν στην Ειρήνη.
329 Αναγνωρίζονται. Πρόσωπά και καρδιές φωτίζονται.
333 Αυτή τρέμει. Αναγνωρίζει τον εξωμότη. Αυτόν που την πρόδωσε-
337 Κλείνει τα μάτια της, Ταλαντεύεται. Λιγοθυμά.
338 Ο εξωμότης πέφτει στο πλευρό της
340 Ζεστά δάκρυα ξεπηδούν ρυάκι από τα μάτια του,
341 Βλέπουν το φοβερό άνδρα να φιλά τρυφερά το χέρι της.
342 Συνέρχεται. Ανοίγει τα μάτια της: «Ειρήνη», της ψιθυρίζει –
343 «Φύγε», φωνάζει αδύναμα, «φύγε από μένα, ύαινα!».
345 «Πάρτε τον από μένα».
Η επόμενη μέρα
356 Η νέα μέρα ξεμυτίζει. Οι άπιστοι δε φαίνονται.
359 Ησυχάζουν στο στρατόπεδό τους
363 Τι τους έκανε να πνίξουν τη οργή τους;
366 Ο Αχμέτ! Ο Πασάς άκουσε την παράκλησή του,
368 Να αναβάλουν την επίθεση.
369 Νέος μαντατοφόρος καταφτάνει:
370 «Ο Πασάς θα σας επιτρέψει
371 »να αποχωρήσετε με τις γυναίκες και τα παιδιά,
372 »με τα όπλα και την τιμή σας ατσαλάκωτη.
373 «Σκεφτείτε το καλά. – Θα έχετε καιρό μέχρι αύριο
377 Ο ήλιος βυθίζεται, ο ήλιος σηκώνεται».
Η μάχη αρχίζει
381 Το στρατόπεδο βρίσκεται σε αναβρασμό – όλοι είναι ξύπνιοι.
382 Λόγχες αστράπτουν,
383 Καβαλάρηδες κινούνται
385 Οι τακτικοί προετοιμάζονται,
386 Οι μηχανικοί ελέγχουν τα κανόνια.
387 Να είναι έτοιμα, για το πανηγύρι που ξεκινά.
389 Οι Αρναούτες ξεχωρίζουν, Κυκλώνουν την πλαγιά.
391 Ακούγεται βροντή κεραυνού.
392 Μπροστά ο Αχμέτ, ο ατρόμητος πολεμιστής.
393 Δεύτερη βροντή κεραυνού. Οι καρδιές κτυπούν δυνατά
395 Οι σφαίρες πέφτουν βροχή.
397 Το τουρκικό ιππικό καλπάζει ακάθεκτο.
399 Επιχειρεί να υψώσει την ημισέληνο στην πύλη.
403 Το μοναστήρι κρατάει, ο εχθρός αποκρούεται.
405 Η σελήνη ακίνητη πάνω, φωτίζει χλωμά τη μάχη.
408 Η σάλπιγγα καλεί το στρατό πίσω στις σκηνές του.
Η προσευχή της Ειρήνης
409 Νύχτα πια. Στο μοναστήρι κοιμούνται
410 Όλοι εκτός από την Ειρήνη.
411 Στην εκκλησία τα καντήλια φωτίζουν αχνά,
414 Η Ειρήνη γονατίζει μπροστά στο ιερό.
416 Σμίγει τα χέρια της παρακλητικά.
417 «Γλυκιά, πανάμωμη μητέρα του Θεού,
418 »Δώσε μου πίσω τη γαλήνη
423 »Το βλέμμα του αναστατώνει την καρδιά του παιδιού σου.
425 »Πάναγνη μητέρα του Θεού, δώσε μου τη δύναμη να αντισταθώ
429 »Κάνε να μην ακούν τα αυτιά μου τα γλυκόπικρα του λόγια,
430 »Εκείνα που τραγουδά τις νύχτες
431 »Κάνε τα μάτια μου να μη θωρούν την ομορφιά του
432 »Σκλήρυνε την καρδιά μου!».
433 Το φως του φεγγαριού διαπερνά
434 Το γυαλί των παραθύρων της εκκλησίας,
436 Στεφανώνει την κορυφή της προσευχόμενης γυναίκας.
Συνομιλία μέσα στη νύχτα
437 Ένας καβαλάρης περιπλανάται στη νύχτα.
438 Σταματά. Δένει το άλογο σ’ ένα πλατάνι.
442 Έχει σύντροφο το μαντολίνου του.
443 Τραγουδά με πάθος. Στίχους αγάπης,
445 Το τραγούδι της νιότης τους.
447 «Τολμάς, Αχμέτ, να συλλογιέσαι, αυτήν που ατίμασες;
449 Τα δάκρυά σου είναι που τρέχουν ποτάμι;
451 Εσύ, ο ήρωας, ο δυνατός πολεμιστής, –
453 «Έλα σε μένα», καλεί ο άπιστος.
454 »Λυπήσου τον πόνο μου,
455 »Φλόγες πάθους καίνε τα στήθη μου.
456 Αλλοίμονο! Η Ειρήνη δεν έχει καρδιά ν’ ακούσει,
465 »Η χώρα μου ρίχνει ποτάμι τις βρισιές στο πρόσωπό μου.
466 »Κανένας δεν συμπαθεί τον εξωμότη,
467 Ειρήνη, δώσε μου την αγάπη σου, σε ικετεύω!».
468 «Μητέρα του Θεού, βοήθησέ τη δούλη σου,
469 »Κάνε να μην ακούν τ’ αυτιά μου.
470 »Κοίταξε -στέκεται έρημος-
471 »Ω Παναγία μου, δεν μπορώ να βαστάξω το μαρτύριο»
472 Ακούγεται κραυγή σαν βρυχηθμός. «Στα όπλα!».
476 «Την απάντησή μου θα σου τη δώσω αύριο!» ακούγεται μια φωνή.
479 Ο θόρυβος από τις οπλές του αλόγου του χάνεται.
Η μάχη συνεχίζεται
480 Βοήθεια δεν έρχεται για το στρατό των Χριστιανών,
482 Μέρες και βδομάδες περνούν
483 Τα τείχη είναι ετοιμόρροπα.
484 Ο κόσμος κακοπαθεί. Γενναίοι πολεμιστές τραυματισμένοι
485 Κείτονται ανήμποροι στα κρεβάτια τους.
488 Ο Μουσταφάς στρατολογεί νέες δυνάμεις.
493 Οι Τούρκοι συσπειρώνονται. Ανασυγκροτούν τις δυνάμεις τους,
494 Στο μυαλό τους είναι μόνο φόνος και λάφυρα.
496 Προτού ακόμα τα σύννεφα βαβούν από τον πρωινό ήλιο,
497 Πύρινος θάνατος ξεχύνεται από τα κανόνια.
499 Όλα δείχνουν προς την τελική καταστροφή.
500 Οι Αρναούτες με τα ξίφη γυμνά, ορμούν ακάθεκτοι.
508 Ο στρατός των Χριστιανών ετοιμάζεται.
511 Θέλει να δώσει την τελική ηρωική μάχη και να πεθάνει με τιμή.
512 Σπαθιά βγάζουν σπίθες, τουφέκια συντρίβονται,
513 Στη γη πεσμένοι σύντροφοι και εχθροί
515 Το αίμα φτιάχνει ρυάκια,
517 Ένα βόλι κτυπά το σταυρό της πύλης. Τον ρίχνει κάτω κομμάτια
519 Και τότε οι Χριστιανοί καταλαβαίνουν. Η ελπίδα χάθηκε.
521 Στην εκκλησία γυναίκες και παιδιά.
523 «Κύριε, βάλε ένα τέλος σ’ αυτή την καταιγίδα,
528 »Μη μας αφήσεις να πέσουμε στα χέρια του εχθρού.
529 »Λυπήσου μας!».
530 Εκκλησία και κελιά γεμίζουν. Βροντές, καπνός, λύσσα.
532 Μόνο οι λάμψεις των πυροβόλων φωτίζουν το τοπίο,
533 Βόλια; άγγελοι θανάτου, πετούν τριγύρω.
534 Μετά μια κραυγή! Θεέ μου, – οι Οθωμανοί μπαίνουν! Ω, Κύριε,
535 Οι Χριστιανοί υποχωρούν –
536 Κόκκινες σημαίες υψώνονται στα τείχη.
537 Ακόμα και οι πιο γενναίοι χλομιάζουν.
542 Ο Δημακόπουλος πέθανε. Πολεμούσε γενναία με τη λόγχη του,
543 Μέχρι που βρέθηκε μπροστά του ο εξωμότης.
544 Τρύπησε το στήθος του ήρωα και έτρεξε ξανά
546 Αρπάζει την ημισέληνο από τα χέρια του σημαιοφόρου
548 Σαν αγριεμένο λιοντάρι πατά σε αίματα και κορμιά σκοτωμένων,
549 Τη στήνει πάνω στο τείχος. Η εκδίκηση του εξωμότη!
550 «Εμπρός, εμπρός άνδρες» φωνάζει, «Κοιτάξτε
551 »Οι Χριστιανοί υποχωρούν». Οι Τούρκοι ορμούν ακράτητοι.
555 Χριστιανοί αντιστέκονται μαζεμένοι γύρω από την Εκκλησία,
557 Μένουν όρθιοι, γενναίοι απέναντι στον κίνδυνο.
558 Η ντροπή είναι ο μόνος τους φόβος.
560 Οι Αλβανοί με τον Αχμέτ μπροστά προχωρούν.
561 Ο λαός τρομαγμένος υποχωρεί προς τον πίσω πύργο,
565 Παρακαλούν τον ουρανό να στείλει σωτηρία.
Η τελευταια συναντηση
567 Μόνο η Ειρήνη έχει μείνει γονατισμένη μπροστά στο ιερό.
568 Οι Αρναούτες επελαύνουν βλαστημώντας και λεηλατώντας
571 Ο Αχμέτ δεν είναι μαζί τους; Ψάχνει να βρει το θησαυρό του.
572 Τη βλέπει μέσα στο σκοτάδι γονατισμένη
575 Τον διακρίνει κι αυτή και τρέχει να κρυφτεί.
579 Μα μάταια. Δεν μπορεί να ξεφύγει. Είναι αδύναμη
580 Τα πόδια της τρέμουν.
581 Νιώθει τα χέρια του άπιστου γύρω της
583 «Μην κλαις, ζωή μου ακριβή,
584 »Δώσε μου την αγάπη σου την πρωτινή»,
588 Προσπαθεί να ελευθερωθεί από τα χέρια του,
595 Τα μάτια της πέφτουν πάνω στο μαχαίρι,
Αυτό που κρέμεται από τη μέση του.
596 Είναι σανίδι σωτηρίας – απλώνει το χέρι της
597 Αρπάζει το αστραφτερό λεπίδι,
598 Το καρφώνει με δύναμη στο στήθος της ακριβής της αγάπης.
601 Σωριάζεται και ξεψυχά σαν το πρόβατο που το σφάζουν,
602 Στην τελευταία του πνοή μια λέξη βγαίνει αχνά: «Ειρήνη!».
Ο Αρμαγεδδώνας
603 Και να!! Μέσα από τους ήχους και τις λάμψεις των πυροβόλων
604 Οι τοίχοι συντρίβονται. Η στέγη καταρρέει.
617 Γυναίκες, γέροι, παιδιά γονατισμένοι,
618 Ευλαβείς μοναχοί, αποφασισμένοι να πεθάνουν,
619 Νεαρές παρθένες που δε θέλουν ατίμωση,
620 Γενναίοι πολεμιστές που ζητούν να περισώσουν την τιμή τους –
622 Όρθιος ανάμεσα στο λαό του, Υψώνει το Σταυρό.
1623 Δίνει την τελευταία ευλογία του, Πλησιάζει το μπαρούτι.
626 Καπνός σηκώνεται. Κεραυνοί βροντούν.
627 Συντρίμμια και κορμιά σκορπίζονται τριγύρω
629 Φόβος σφίγγει τους ζωντανούς.
630 Άλογα πέφτουν και σηκώνονται αλαφιασμένα.
633 Ο βοριάς γδέρνει τη γη,
634 Μαδάει τα φύλλα από τα δένδρα,
635 Παγώνει χείμαρρους και ρυάκια. –
636 Ρίχνει λευκό σεντόνι πάνω από τα πτώματα.
637 Πασπαλίζει το ερειπωμένο μοναστήρι.
638 Νύχτες πολλές τα κορμιά, κείτονται άταφα.
Ελπίδας χαραυγή
642 Κοίταξε! Τι είναι αυτό που αντιφεγγίζει αστραφτερές ακτίνες
643 Έξω από τα ερείπια, μέσα από το αίμα και τα κορμιά;
644 Είναι το Άγιο Δισκοπότηρο του Ιερού Ναού
646 Προμήνυμα λύτρωσης. Το αίμα τους δε χύθηκε ματαίως.
653 Ο χειμώνας ήταν ένα εφιαλτικό όνειρο, Η άνοιξη έρχεται.
652 Το δένδρο της λευτεριάς ανθίζει.