Ήταν σαν σήμερα πριν 27 χρόνια από την ημέρα που ο Κώστας Μουντάκης, ένας από τους πιο μεγάλους λυράρηδες της Κρήτης και δάσκαλος της μουσικής του τόπου μας, έφυγε για πάντα από κοντά μας σε ηλικία 65 ετών.
Ένας από τους πιο αντιπροσωπευτικούς καλλιτέχνες της Κρήτης μαζί με τον Νίκο Ξυλούρη και τον Θανάση Σκορδαλό, που πέρασε τις μαντινάδες, τα ριζίτικα, το συρτό και τον πεντοζάλη στις καρδιές της νεολαίας και διέδωσε την Κρητική μουσική και εκτός Κρήτης αλλά και πέρα από τα σύνορα της Ελλάδας.
Γεννιέται στις 10 Φεβρουαρίου 1926 στην Αλφά Μυλοποτάμου, ήταν το μικρότερο από τα επτά παιδιά του Νίκου και της Καλλιόπης Μουντάκη. Η ρίζα της οικογένειάς του κρατούσε από τον Καλλικράτη των Σφακίων και ο προπάππους του ο Μανούσος, σκοτώθηκε δίπλα στον Χατζημιχάλη Νταλιάνη, στο Φραγκοκάστελλο το 1827. Μετά την επανάσταση, οι Μουντάκηδες ξεριζώθηκαν, άλλοι πήγαν στα Χανιά, άλλοι στον Αποκόρωνα και άλλοι στην Αλφά του Μυλοποτάμου στο Ρέθυμνο. Ο πατέρας του Κώστα Μουντάκη πέθανε τρεις μήνες μετά τη γέννησή του, τελειώνει το δημοτικό σχολείο το 1938, περνάει στο ημιγυμνάσιο του Πανόρμου, όμως διακόπτει τις σπουδές του, λόγω οικονομικών δυσκολιών της πολυμελούς οικογένειάς του. Από μικρός έδειξε την κλίση του στη λύρα.
Ο μεγάλος αδελφός του ο Νικήστρατος και ο νονός του ο Στουμπούρης, έπαιζαν λύρα, ενώ δάσκαλος του μικρού Κώστα ήταν ο συγχωριανός του Δημήτρης Καφφάτος. Άρχισε να μαθαίνει τους σκοπούς και τα μυστικά της τεχνικής της λύρας παίζοντας για ώρες μόνος του, και σε ηλικία 15 χρονών έπαιζε στο καφενείο της Αλφάς για να ξεκουράζει το δάσκαλό του τον Καφφάτο. Την πρώτη του λύρα την αποκτά το 1943, δίνοντας ένα αρνί και πέντε οκάδες τυρί. Το 1948 ο Κώστας Μουντάκης κατατάσσεται στη Χωροφυλακή, υπηρετεί στα Χανιά, στα Σφακιά και στην Αθήνα, όπου την περίοδο 1950 – 1952, αποσπάστηκε στο ιδιαίτερο γραφείο του Σοφοκλή Βενιζέλου. Στο διάστημα αυτό γνωρίζεται με τον Γιώργο και τον Στέλιο Κουτσουρέλη, με τους οποίους συνεργάζεται παίζοντας για πρώτη φορά στον Ραδιοφωνικό Σταθμό Χανίων. Το 1949 μετατίθεται στην Αθήνα όπου γνωρίζει και άλλους σπουδαίους Κρητικούς καλλιτέχνες όπως τον Θανάση Σκορδαλό, τον Γιώργο Μουζουράκη κ.ά. Το 1951 με τον λαουτιέρη Γιώργο Βυζιργιαννάκη (Βυζιργιάννη), απευθύνεται στην ραδιοφωνία, που ήταν το μοναδικό μέσο για την προβολή της παραδοσιακής μουσικής και που είχε την αυστηρή επίβλεψη του Σίμωνα Καρά, ο Κώστας Μουντάκης ξεκινάει μια στενή συνεργασία μαζί του παίζοντας επανειλημμένα στο ραδιόφωνο προβάλλοντας την Κρητική μουσική στο πανελλήνιο.
Παράλληλα κάνει στέκι του την τοπική ταβέρνα «Χανιά» του Ευτύχη Μπασιά πίσω από την Αγία Ειρήνη, στην οδό Αιόλου στην Αθήνα, όπου έπαιζαν μαζί του και οι δύο σπουδαίοι βιολάτορες, Κωνσταντίνος Παπαδάκης (Ναύτης) και ο Αντρέας Μαριάνος. Στην ταβέρνα του Μπασιά έπαιζε κάθε Σαββατοκύριακο για σχεδόν 18 χρόνια. Το κέντρο αυτό ήταν υπόγειο και οι μουσικοί έπαιζαν χωρίς μικρόφωνο. Κάτι που δεν είναι γνωστό, είναι ότι εκείνη την περίοδο ο Κώστας Μουντάκης υπήρξε εκτός των άλλων και Πρωτοχορευτής στο Θέατρο της Δόρας Στράτου μαζί με τον Μύρωνα Σαπουντζή.
Συνεργάστηκε για 20 ολόκληρα χρόνια με τον αξέχαστο λαουτιέρη και τραγουδιστή Νίκο Μανιά με τον οποίο δημιούργησε μεγάλες δισκογραφικές στιγμές. Επίσης συνεργάστηκε και με τον Γιάννη Ξυλούρη (Ψαρογιάννη) και τον Βαγγέλη Μαρκογιαννάκη. Το 1952 παραιτείται από την Χωροφυλακή και βρίσκει δουλειά στο Εργοστάσιο Λιπασμάτων στη Δραπετσώνα, όπου εργάστηκε για 16 ολόκληρα χρόνια μέχρι το 1967 περίπου. Το 1955 ηχογραφεί τον πρώτο προσωπικό του δίσκο σε συνεργασία με τον Κουτσουρέλη, με τα τραγούδια Σαν το ζητιάνο έρχομαι και η Ρεθεμνιωτοπούλα. Στα επόμενα χρόνια θα ακολουθήσει μια αστείρευτη σειρά δίσκων με τραγούδια, που αποτελούν ορόσημο στην ιστορία της Κρητικής μουσικής που τον καθιερώνουν ως τον περισσότερο ηχογραφημένο λυράρη της Κρήτης. Αργαλειός, Ο πραματευτής, Μυλωνάδες και μαζώχτρες, Ένα ματσάκι γιασεμιά, Οι μερακλήδες, Στον Ψηλορείτη θ’ ανεβώ, Ντουρνεράκια, Ερωτόκριτος, Μεσοπέλαγα αρμενίζω, Στης Γραμβούσας τ’ ακρωτήρι, Κρητικός γάμος, Η μάχη της Κρήτης – Κρητικά Νακλιά, Αναφορά στον Καζαντζάκη, είναι μερικά μόνο δείγματα της δουλειάς του εκείνη την εποχή. Ο Κώστας Μουντάκης είχε μεγάλη απήχηση ιδιαίτερα και στους Κρητικούς της διασποράς, τους οποίους πολύ συχνά επισκεπτόταν σε Γερμανία, Καναδά, ΗΠΑ και Αυστραλία. Το 1975, αναγκάζεται να διακόψει την επαγγελματική του δραστηριότητα εξαιτίας της υγείας του και πραγματοποιεί εμφανίσεις σε επιλεγμένα γλέντια και εκδηλώσεις.
Τότε η σκέψη του για μουσική παιδεία ριζώνει μέσα του, παίρνει την απόφαση να ιδρύσει σχολές στις μεγάλες πόλεις της Κρήτης, να διδάξει τα κρητικόπουλα λύρα. Το 1979 ιδρύει την πρώτη σχολή λύρας στο Ωδείο του Ηρακλείου «Απόλλων», ακολουθεί το Ρέθυμνο (1980), τα Χανιά (1981), ο Άγιος Νικόλαος (1983) και το Ελληνικό Ωδείο στην Αθήνα το 1985, ενώ για κάποιο διάστημα είχε κάνει μαθήματα και στην Παγκρήτιο Ένωση. Τα αποτελέσματα υπήρξαν θεαματικά και εντυπωσιακά, εκατοντάδες παιδιά (αγόρια και κορίτσια) έμαθαν λύρα από τον Κώστα Μουντάκη, τον άνθρωπο που σεβάστηκε όσο λίγοι τη μουσική παράδοση της Κρήτης. Δεξιοτέχνης ο ίδιος στο δοξάρι μάθαινε τα απλά πατήματα στους νεαρούς μαθητές του και τους δασκάλευε τη μυστική διαδικασία της μελωδίας. Ο Κώστας Μουντάκης δεν ήταν ένας απλός λαϊκός μουσικός και τραγουδοποιός της Κρήτης. Ήταν ένας βάρδος, γνήσιος εκφραστής της λεβεντιάς, της ομορφιάς, της λευτεριάς, και της δημοκρατικότητας που χαρακτηρίζουν την κρητική ψυχή. Πέθανε στις 31 Ιανουαρίου 1991, η θλιβερή είδηση του θανάτου του γέμισε με θλίψη όλο τον κρητικό λαό. Έφυγε από τη ζωή αλλά το έργο του και η φωνή του δεν θα σβήσει ποτέ.
Πηγές: http://kritikiparadosi.gr
Γλυπτά και ενεπίγραφες πλάκες του Ρεθύμνου εκδ. 2000
Οι φωτογραφίες προέρχονται από το διαδίκτυο και την Κρητική Επιθεώρηση