Του ΜΑΝΟΛΗ Ι. ΚΟΥΝΟΥΠΑ
Η σύνθετη, ευρηματική λέξη «Ρεθυμνογνωσία» είναι η πλέον κατάλληλη ως ενδεικτική του περιεχομένου του νέου βιβλίου του διδάσκαλου Λευτέρη Κρυοβρυσανάκη. Ευρηματική σε σύλληψη και εκ παραλλήλου ανάλογη και παρεμφερής με τις επίσης νοηματικές λέξεις «πατριδογνωσία», «γευσιγνωσία» κ.λπ. επομένως λίαν επιτυχής ως επιλογή.
Από πολύχρονη ερευνητική προσπάθεια και ένθερμο ζήλο διέπεται το νέο ευδόκιμο πόνημα του συγγραφέα. Η ενδελεχής ενασχόληση και σπουδή του πάνω στο θέμα αποκαλύπτει και φέρνει στο φως πλείστα άγνωστα δυσεύρετα και ανεξερεύνητα στοιχεία, τόσο ιστορικά και λαογραφικά, όσο και τα ιδιαίτερα τοπικού χαρακτήρα, όπως τα πανάρχαια και τα πολιτιστικά των ευάνδρων κοινοτήτων μας.
Ο Λευτέρης Κρυοβρυσανάκης, με τον ίδιο πάντοτε δημιουργικό οίστρο κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης θητείας του στην παιδεία, εντόπισε, επισήμανε και κατέγραψε σταδιακά και εμπεριστατωμένα με επιμέλεια και ακρίβεια όλα τα αυθεντικά και αντικειμενικά δεδομένα στα χωριά μας, τα οποία θα παρέμεναν στην αφάνεια και τα οποία διασώζει ως ευσυνείδητος και επιμελής ερευνητής, αλλά και ως θεματοφύλακας την αναγνωρισμένων μνημειακών αξιών του τόπου μας.
Ο Λευτ. Κρυοβρυσανάκης επικεντρώνει πρωτίστως και εστιάζει εξ’ αντικειμένου το ενδιαφέρον του αναγνώστη, επαγγελματική άδεια, σε εκπαιδευτικά θέματα και ορθώς πράττει, διότι η παιδεία είναι η συστηματική παροχή γνώσεων, είναι η διαδικασία αγωγής που στοχεύει στην άνοδο του πνευματικού επιπέδου των παιδιών. Ούτω πως ο Λευτ. Κρυοβρυσανάκης έχει συλλέξει πλείστα ακριβή και άγνωστα στατιστικά δεδομένα, που αφορούν την εκπαίδευση. Γεγονός αξιοπρόσεκτο όσο και αδιανόητο, ότι στο νομό λειτουργούν 54 σχολεία, ενώ παραμένουν κλειστά 143! Και αυτά μέχρι σήμερα.
Αποκαλυπτική η πληροφορία, αλλά και λίαν ανησυχητική για το μέλλον, ότι από τα 200 σχολεία του νομού έκλεισαν τα 143! Και μεταξύ αυτών τα 10 αρχαιότερα με τη λαμπρή παράδοση: Μοναστηρακίου, Σελλίων, Μέρωνα, Αγ. Κωνσταντίνου, Βρυσών Αμαρίου, Ροδακίνου, Φρ. Μετοχίων, Ρουστίων, Σκορδίλου, Αμαρίου.
Σε μια ονομαστική, διεξοδική αναφορά διακεκριμένων εκπαιδευτικών, ο συγγραφέας αποτίει φόρο τιμής και απονέμει εύφημο μνεία, ως τιμητική διάκριση, υπενθύμιση και αναγνώριση του έργου και της πέραν των επαγγελματικών υποχρεώσεων προσφοράς, αυτών των τοπικών επωνύμων εκ των οποίων πολλοί με πλούσιο και πολυσχιδές συγγραφικό, λαογραφικό, ποιητικό, ερευνητικό έργο αλλά και με συμμετοχή σε πατριωτικούς αγώνες.
Κατά τη διάρκεια της πολυετούς θητείας του στην εκπαίδευση ο συγγραφέας εντόπισε και αλίευσε σοβαρά γλωσσικά σφάλματα των μαθητών του. Πρόκειται για λεκτικά αλλά συγγνωστά «μαργαριτάρια» από παιδική, χτυπητή αφέλεια και εντυπωσιακή αθωότητα. Σε ορισμένα από αυτό η εσφαλμένη απάντηση του μαθητή είναι εκούσια και σκόπιμη και προδήλως σκωπτική π.χ.
• Τι υπάρχει στο εσωτερικό του αυτιού;
• Ο λαβύρινθος κύριε.
• Και μέσα στο λαβύρινθο;
• Ο Μινώταυρος κύριε.
• Τι κάνω όταν θερίζω κοντά σε άλλον;
• Παραθερίζω.
Το βιβλίο διακρίνεται σε έξη εκτεταμένα κεφάλαια και το καθένα από αυτά εμπερικλείει αντίστοιχες επί μέρους ενότητες οι οποίες αναφέρονται σε έναν εξειδικευμένο τομέα π.χ. Α’ Εκκλησία, Β’ Μονές, Γ’ Διοίκηση, Δ’ Στρατός, Σώματά ασφαλείας, Ε’ Εκπαίδευση, Στ’ χωριά, οικισμοί.
Το Στ’ κεφάλαιο εξ’ αυτών ήτοι: «χωριά, οικισμοί» περιλαμβάνει: Ιστορία, ονομασία, ίδρυση. Εκκλησίες, ιερείς, Μονές, Πολιτισμός. Σχολεία, δάσκαλοι, Προσωπικότητες, Επιστήμονες, Γειτονικοί οικισμοί, φαράγγια, αρχαιολογικά ευρήματα. Από τα τελευταία αυτά συνάγεται η σχέση της Κρήτης με την αρχαία Αθήνα. Στο κεφ. Αγία Γαλήνη π.χ. αναφέρεται ένα σημαντικό μυθολογικό αφήγημα σχετικό με το Δαίδαλο και τον Ίκαρο (σελ. 95). Γνωστός και ο μύθος του Αττικού Θησέα και της Αριάδνης. Από τα σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα το υστερομινωικό νεκροταφείο των Αρμενών (1350 – 1200 π.Χ.). Ας ελπίσουμε ότι θα υπάρξει στο μέλλον ένα ευσυνείδητος αρχαιολόγος να φέρει στην επιφάνεια μετά από επίμονη και επίπονη ανασκαφή την αρχαία πόλη Λάππα στην Αργυρούπολη.
Το πόνημα του Λευτ. Κρυοβρυσανάκη αποτέλεσμα πολύχρονου πνευματικού μόχθου από ανάγκη για διάδοση γνώσης και ενδότερη γνωριμία του τόπου μας, όπως αναφέρει ο ίδιος στον πρόλογο, εξυψώνει κατά πρώτον το συγγραφέα εκπαιδευτικό που ανάλωσε όλες του τις δυνάμεις κατά τη διάρκεια της μακροχρόνιας θητείας του στην ανόρθωση της ελληνικής παιδείας και εκ δευτέρου στον ευσυνείδητο δουλευτή ο οποίος υπηρέτησε ευδοκίμως ένα ύψιστο κορυφαίο λειτούργημα. Το επάγγελμα του δασκάλου είναι λειτούργημα. Η κοινωνική προσφορά του είναι ξεχωριστή γενναιόδωρη και ανεκτίμητη.
Ο γράφων τρέφει εξ’ αντικειμένου απεριόριστο σεβασμό στον άνθρωπο – δάσκαλο ως γόνος διδασκαλισσών μητέρας και γιαγιάς.