Του ΝΙΚΟΥ ΔΕΡΕΔΑΚΗ*
Ο Λευτέρης Κρυοβρυσανάκης γεννήθηκε το 1946 στον Άρδακτο Αμαρίου και τελείωσε το 1/θ Δημοτικό Σχολείο Λοχριάς το 1959. Από το 1959-1965 φοίτησε στο Γυμνάσιο και Λύκειο της Πόμπιας στη Μεσαρά. Το 1968 αποφοίτησε από την Παιδαγωγική Ακαδημία Ηρακλείου μετά από 3ετή φοίτηση και υπηρέτησε στον στρατό ως έφεδρος αξιωματικός. Το 1969 παντρεύτηκε τη Στέλλα Τρουλινού και απέκτησε τρία παιδιά.
Το 1974 χρημάτισε Πρόεδρος της Κοινότητας Κοντοπούλων Κυδωνίας και Πρόεδρος Συνδέσμου 9 Κοινοτήτων Κεραμειών.
Στα 36 του χρόνια ως δάσκαλος τα 28 τα υπηρέτησε σε 1/θεσια σχολεία, ενώ στο τέλος της καριέρας του υπηρέτησε ως υποδιευθυντής και Διευθυντής στο ιστορικό 1ο Δημοτικό Σχολείο Ρεθύμνου.
Το μεγάλο του πάθος, ο αθλητισμός, τον ώθησε να ασχοληθεί με την αθλητική δημοσιογραφία. Εργάστηκε ως αθλητικός συντάκτης στην εφημερίδα «Ρεθεμνιώτικα Νέα» για μια ολόκληρη 30κονταετία, από το 1987-2016, ενώ ήταν ιδρυτικό μέλος και συντάκτης της εφημερίδας «Αθλητικό Ρέθυμνο» από το 1990. Εκατοντάδες είναι τα άρθρα του όλα αυτά τα χρόνια σχετικά με τον αθλητισμό και την ιστορία των ποδοσφαιρικών ομάδων του Ρεθύμνου και των πρωταθλημάτων.
Παράλληλα έχει να επιδείξει μια πλούσια συγγραφική δραστηριότητα, σε βιβλία ποικίλου περιεχομένου: Παντογνώστης (1983), Κρητικός πανδέκτης (1989), Ρεθεμνιώτικος πανδέκτης (1993), Σωματάς (1998), Ρεθεμνιώτικο ποδόσφαιρο (1999), Ρεθεμνιώτικος στίβος (2001), Πανόραμα Ρεθύμνου (2005), Λοχριά-Άρδακτος (2012), Ρεθυμνογνωσία (2017).
Για όλη αυτή του τη δραστηριότητα έχει τιμηθεί με πολλές διακρίσεις, από Συλλόγους και φορείς του τόπου.
Από τα παραπάνω φαίνεται ότι ο Λευτέρης Κρυοβρυσανάκης είναι μια πολυσχιδής προσωπικότητα, ένα ανήσυχο πνεύμα, που η εργώδης και κοπιαστική δουλειά του μονοθεσίτη δασκάλου δεν τον κατέβαλε, αλλά, αντιθέτως, τον χαλύβδωσε και τον οδήγησε στα μονοπάτια της έρευνας και της αρθρογραφίας.
Τα 9 βιβλία που μέχρι σήμερα έχει συγγράψει μπορούμε αβίαστα να τα χωρίσουμε σε 3 κατηγορίες.
Στα αθλητικού περιεχομένου,
στα γενικού, ρεθεμνιώτικου και παγκρήτιου περιεχομένου, με πολλές γενικές αλλά και ειδικές πληροφορίες,
και στα τοπικά, τα οποία αναφέρονται σε 2 χωριά που τον έχουν σημαδέψει: Τον Σωματά και τον Άρδακτο-Λοχριά, για διαφορετικούς λόγους το καθένα. Το ένα, ο Σωματάς είναι το χωριό και το σχολείο που σημάδεψαν την εκπαιδευτική του σταδιοδρομία και ο Άρδακτος-Λοχριά είναι η γενέτειρά του και ο τόπος που έμαθε τα πρώτα του γράμματα.
Αυτή τη φορά, στο νέο του βιβλίο ΡΕΘΥΜΝΟΓΝΩΣΙΑ, ο ακάματος Λευτέρης καταπιάνεται με ένα δύσκολο και απαιτητικό θέμα. Έχοντας στον νου του το μάθημα της Πατριδογνωσίας που διδάχτηκε αλλά και δίδαξε επί σειρά ετών, επιχειρεί να συγγράψει τη ρεθεμνιώτικη πατριδογνωσία, τη ΡΕΘΥΜΝΟΓΝΩΣΙΑ. Στις 500 σχεδόν σελίδες του βιβλίου του προσπαθεί να χωρέσει όλη την μακραίωνη ιστορία του Νομού Ρεθύμνου, ώστε να παραδώσει στον αναγνώστη ένα εγχειρίδιο χρήσιμο και πολύτιμο, με τεράστιο όγκο πληροφοριών, που μόνο θαυμασμό μπορούν να προκαλέσουν.
Στο πρώτο μέρος του πονήματός του ασχολείται με τη Διοίκηση, την εκκλησία και τις Ιερές Μονές, τον στρατό και τα Σώματα ασφαλείας. Ξεχωριστό κεφάλαιο, σε αυτό το πρώτο μέρος, κατέχει η εκπαίδευση του Ρεθύμνου. Εντύπωση σε αυτό προκαλεί η καταγραφή των 150 κλειστών, πλέον, σχολείων, του νομού, προκαλώντας ποικίλα συναισθήματα στον αναγνώστη. Το Ρέθυμνο, ο τόπος των γραμμάτων, έχει πια αστικοποιηθεί και τα σχολεία, που με κόπο και προσωπική εργασία των κατοίκων του κάθε χωριού χτίστηκαν, σε καιρούς χαλεπούς και δύσκολους, έχουν πια ερημώσει. Παράλληλα, στο ίδιο κεφάλαιο, ο συγγραφέας επιχειρεί μια πρώτη, επιτυχημένη οφείλω να ομολογήσω, καταγραφή των «πρωτοπόρων δασκάλων» όπως τους αποκαλεί. Δάσκαλοι, θα προσθέσω εγώ, που άφησαν το αποτύπωμά τους, το ίχνος τους όχι μόνο «εντός σχολικής αιθούσης» αλλά και εκτός, ως μέλη των κοινωνιών που δραστηριοποιήθηκαν και έδρασαν.
Στο δεύτερο, και μεγαλύτερο σε έκταση κεφάλαιο, ο συγγραφέας ασχολείται με την «ΠΑΤΡΙΔΟΓΝΩΣΙΑ» καθενός χωριού του Νομού Ρεθύμνου ξεχωριστά. Μία δουλειά πρωτότυπη, μια έρευνα μοναδική και αξιοζήλευτη για τον κάθε ερευνητή, που προκαλεί το λιγότερο θαυμασμό για τον όγκο και τον πλούτο των στοιχείων που παρατίθενται. Αλλά ο Λευτέρης έχει σε αυτό την απάντηση. Διαβάζουμε στον πρόλογο του Βιβλίου: «Σαν μέλισσα που πετά από λουλούδι σε λουλούδι συλλέγοντας τη γύρη, μάζευα από έγκυρες πηγές στοιχεία… Έτσι συγκεντρώθηκε το βασικό υλικό που συμπληρώθηκε με επιτόπια έρευνα και συλλογή στοιχείων από άλλες πηγές». Και συνεχίζει: «Από τα 300 χωριά παρουσιάζω τα 100 και ελπίζω στο μέλλον να ολοκληρώσω τα υπόλοιπα».
Βέβαια, ο Λευτέρης Κρυοβρυσανάκης μας είχε προϊδεάσει για αυτή του την έρευνα. Τα τελευταία χρόνια, στις σελίδες της έγκριτης εφημερίδας «Ρεθεμνιώτικα Νέα» βλέπαμε και διαβάζαμε τα αφιερώματά του για διάφορα χωριά και οικισμούς. Οπότε, το σημερινό αποτέλεσμα ήταν εν πολλοίς αναμενόμενο.
Σε κάθε χωριό που παρουσιάζεται στο βιβλίο, ο συγγραφέας ακολουθεί με θρησκευτική ευλάβεια συγκεκριμένο τυπικό. Παρουσιάζει τα γεωγραφικά στοιχεία του, την ιστορία και την ονομασία, μνημεία και αξιοθέατα του χωριού, συμμετοχή των κατοίκων σε ιστορικά και πολεμικά γεγονότα, προσωπικότητες του χωριού, εκκλησίες και ιερείς, σχολείο και δάσκαλοι που δίδαξαν, τυχόν θρύλους και παραδόσεις και τέλος αθλητικά γεγονότα και ομάδες.
Όπως προείπα, ο Λευτέρης κάνει ιδιαίτερη αναφορά στο σχολείο και την εκπαίδευση του κάθε χωριού. Και δεν θα μπορούσε να γίνει και αλλιώς, αφού το λειτούργημα του εκπαιδευτικού τον συνοδεύει και σαν σαράκι τον κατατρώει και μετά τη συνταξιοδότησή του. Ο μονοθεσίτης δάσκαλος, που τείνει σήμερα να εκλείψει, και καλώς κατά τη γνώμη μου, αφού η εκπαίδευση παρέχεται εμφανώς καλύτερα σε πολυθέσια σχολεία, ήταν η φυσιογνωμία και ο πυλώνας του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος των περασμένων δεκαετιών. Μακριά από τη γενέτειρά του τις περισσότερες φορές, καλούνταν να ανταπεξέλθει σε δύσκολες και αντίξοες συνθήκες. Ήταν σύνηθες το φαινόμενο ο μονοθεσίτη δάσκαλος να κληθεί να αντικαταστήσει και την ίδια ακόμη την πολιτεία, πρωτοστατώντας στην ανέγερση διδακτηρίου, αφού η ίδια η Πολιτεία αδυνατούσε.
Με έξι ημέρες την εβδομάδα μάθημα, με απογευματινό μάθημα αρκετές ημέρες και με υποχρεωτικό εκκλησιασμό τις Κυριακές, ο δάσκαλος ήταν ταγμένος στην τοπική κοινωνία, ψυχή τε και σώματι. Διαμένοντας σε ένα φτωχικό καμαράκι, μέσα στο σχολείο συνήθως, σαν άλλος Παλαμάς με τη λάμπα του, προσπαθούσε να σταθεί φάρος γνώσης στις μικρές κοινωνίες που τόσο τον είχαν ανάγκη.
Όλα αυτά ανακαλούνται στη μνήμη διαβάζοντας το βιβλίο του δασκάλου Λευτέρη Κρυοβρυσανάκη.
* Ο Νίκος Δερεδάκης είναι δάσκαλος