Έχω γράψει και αλλαχού κατά το παρελθόν πόσα διδάγματα για τους ανθρώπους όλων των κατοπινών του εποχών και κοινωνιών κρύβουν όσα έχει γράψει στις επιστολές του ο Απόστολος Παύλος. Πρόκειται, αναμφίβολα, για ψυχωφελή και χρήσιμα στην καθημερινή μας ζωή και στις συναναστροφές μας διδάγματα.
Ψάχνοντας, λοιπόν, λόγια για να σας εξηγήσω γιατί η συλλογή των τελευταίων μου κειμένων ονομάστηκε «Ηθοποιών Γεύμα», έπεσα ξανά πάνω στον Παύλο. Και θα σας γράψω αμέσως τι βοήθεια μού παρείχε…
Η περί ης ο λόγος συλλογή των κειμένων μου εκλήθη «Ηθοποιών Γεύμα», γιατί έχει ως πρωταγωνιστές «ηθοποιούς», ανθρώπους δηλαδή που δεν διεκδικούν Όσκαρ ή άλλα βραβεία ερμηνείας, αλλά με το ήθος τους, φανερά άλλοτε και κρυφά άλλες φορές, και βοηθούν, αφενός, τους άλλους συνανθρώπους τους να διαμορφώσουν το δικό τους ήθος που χαρακτηρίζει την ιδιωτική τους ζωή και επηρεάζουν, αφετέρου, τα κοινωνικά ήθη και τις αρχές και τις αξίες της δημόσιας ζωής. Και οι «ηθοποιοί» τούτοι, οι πρωταγωνιστές των αφηγήσεών μου, παρουσιάζονται στις αισθήσεις μου σαν να συμμετέχουν σε ένα «γεύμα» όπως οι μαθητές του Ιησού Χριστού βρέθηκαν γύρω από ένα τραπέζι στο Μυστικό Δείπνο για την τελευταία επίγεια διδασκαλία του Κυρίου και Διδασκάλου τους.
Έτσι, στους ανθρώπους αυτούς, επομένως, μάλλον, νομίζω, απευθύνεται ο Παύλος, όταν γράφει στον Τίτο (κεφάλαιο β’, 12) ότι η θεία χάρη διδάσκει το ανθρωπολόι να ζούμε «σωφρόνως, δικαίως και ευσεβώς». Καθένα από τα τρία αυτά επιρρήματα έχει, όπως θα σας φανερώσω στη συνέχεια, τη δική του βαρύτητα στην καθημερινή μας ζωή και συμβάλλει σημαντικά στην επίτευξη των στόχων μας, των ατομικών και των κοινωνικών.
Συγκεκριμένα, κατά τη γνώμη μου, πρώτ’ απ’ όλα έρχεται το «σωφρόνως», διότι σχετίζεται με τη σχέση του ανθρώπου με τον ίδιο τον εαυτό ως ψυχοπνευματική οντότητα, η αυτογνωσία φέρνει τη σωφροσύνη, το να έχει τη σύνεση και τον ορθό λόγο δηλαδή κάθε στιγμή οδηγό. Και η σωφροσύνη αυτή οδηγεί στον χωρίς κομπορρημοσύνη και εγωισμό ενάρετο βίο και δεν ωθεί τον άνθρωπο σε λάθη που στοιχίζουν στον ίδιο ή στον περίγυρό του υλικά, ψυχοσωματικά και πνευματικά.
Έπειτα, έχουμε το «δικαίως», το οποίο θεωρώ ότι συνδέεται άρρηκτα με τις σχέσεις του καθενός από μας με το ανθρωπογενές περιβάλλον. Ο δίκαιος και ενάρετος άνθρωπος εκούσια δεν αδικεί και δεν βλάπτει κανέναν και καμία σκέψη ή πράξη του και κανείς λόγος του προς τους άλλους δεν έχουν κακία ή/και μικροψυχία και δόλο ή/ και ιδιοτέλεια.
Τέλος, είναι το «ευσεβώς». Το επίρρημα αυτό περιγράφει τη σχέση του ανθρώπου με το Θεό του. Με ευσέβεια πρέπει να στέκεται απέναντι στον Δημιουργό της η ανθρωπότητα. Να τον πιστεύει ολόψυχα, να τον εμπιστεύεται στα εύκολα και στα δύσκολα και να τον ευγνωμονεί για όλα όσα ως στοργικός πατέρας χαρίζει στον άνθρωπο κάθε στιγμή, αρχής γενομένης από την ίδια τη ζωή του, την υγεία και την ψυχοσωματική δύναμη να υπερφαλαγγίζει όλες τις επίγειες δυσκολίες, ώστε ο θνητός, λυτρωμένος ψυχικά, φρονώντας τα άνω και όχι τα γήινα, καθαρός πνευματικά, να πλησιάζει όλο και πιο κοντά στη μεταθανάτια και πλάι στον Κύριο ζωή.
Ζώντας, επομένως, με σύνεση και, συνάμα, με δικαιοσύνη και αρετή και, ταυτόχρονα, με ευσέβεια και ανυπόκριτα και δίχως καμία αλαζονεία, οι άνθρωποι, είτε ως φανεροί πρωταγωνιστές είτε ως αφανείς ήρωες της καθημερινότητας, οσάκις στη δημόσια και στην προσωπική τους ζωή θέτουν στόχους, αγωνίζονται να τους πραγματώσουν, διαμορφώνουν το χαρακτήρα τους και στέκονται ακατάλυτα παραδείγματα ήθους και τρόπου ζωής προς μίμηση, έμπρακτοι δάσκαλοι ήθους και γνώσεων σε κάθε εποχή και από κάθε κοινωνία και άνθρωπο.
(Το παρόν κείμενο είναι το τελευταίο από την ανέκδοτη συλλογή δοκιμίων «Ηθοποιών Γεύμα»)