Εκείνα τα χρόνια που η ΝΙΔΑ κρατούσε τα σκήπτρα της νυκτερινής ζωής του τόπου μας, ένας όμορφος νέος «έκλεβε» την παράσταση με την εμφάνιση, αλλά και την αγγελική φωνή του. Ο Μάνος Μουντάκης.
Όποιος τον ζούσε από κοντά θα καταλάβαινε και θα δικαίωνε την περηφάνια που ένοιωθε για το μοναχογιό του, ο πατέρας του Κώστας Μουντάκης, από τους κορυφαίους της παραδοσιακής μας μουσικής.
Αν και γιος ενός μεγάλου δημιουργού ο Μάνος, από τα εφηβικά του χρόνια άνοιγε δικό του δρόμο. Ήταν πάντα ο Μάνος Μουντάκης και όχι απλά ο γιος του Κώστα Μουντάκη. Μόνος του έκτισε ένα οικοδόμημα δημιουργίας καλλιτεχνικής, τιμώντας το όνομα και τη γενιά του.
Προτίμησε το πιάνο από τη λύρα με τις ευλογίες του πατέρα του, που πίστευε πάντα στην ανάγκη ένας καλλιτέχνης να έχει μορφωθεί και μουσικά. Ο ίδιος δεν επέμενε να επιβάλει τη λύρα στα ωδεία, ώστε σήμερα οι εκατοντάδες λυράρηδες να διαβάζουν και νότες;
Φυσικό ήταν να θέλει ο γιος του να κάνει σωστές μουσικές σπουδές. Κι ο Μάνος ποτέ δεν τον απογοήτευσε.
Έχει πτυχίο Ωδικής και Αρμονίας από το Εθνικό Ωδείο Αθηνών, παράλληλα με το πτυχίο Στατιστικής από το Πανεπιστήμιο Πειραιά.
Η ιδιαίτερα μελωδική φωνή του γρήγορα ανακαλύπτεται από τους μεγαλύτερους συνθέτες της χώρας και ακολουθούν μακρόχρονες συνεργασίες από το 1974 έως το 1988 με τους Μίκη Θεοδωράκη, Γιάννη Μαρκόπουλο, Νίκο Μαμαγκάκη, Βασίλη Δημητρίου κ.ά.
Σταθμός και η συνεργασία του με το μεγάλο μας συνθέτη Μπάμπη Πραματευτάκη, ιδιαίτερα στο κλασσικό στο είδος του συμφωνικό έργο «Ωδή στη μάχη της Κρήτης».
Αυτή την καλλιτεχνική ανεξαρτησία την ήθελε πάντα ο Μάνος και κυρίως τον ενδιέφερε να προχωρεί με τις δικές του δυνάμεις, επιδιώκοντας πάντα να είναι κοντά στο αντικείμενο των σπουδών του.
Από το 1983 εργάζεται στην Ελληνική Ραδιοφωνία ως ειδικός παραγωγός μουσικών προγραμμάτων, μέχρι την 11η Ιουνίου 2013 που η ΕΡΤ κλείνει βιαίως.
Το πέρασμά του από την νυκτερινή ζωή του Ρεθύμνου πάντα σε επίπεδα ποιοτικής παρουσίας, ήταν αφορμή να τον παρακολουθήσουμε και στη μετέπειτα πορεία του. Και μας ξάφνιασε ευχάριστα με την εξέλιξή του ιδιαίτερα όταν άρχισε να εμπνέεται από το μεγάλο μας Νίκο Καζαντζάκη.
Μας παρουσίασε έργα δικά του, ιδιαίτερης καλλιτεχνικής αξίας, που ακολουθώντας τα χνάρια της παράδοσης, αντιπροσώπευαν επάξια το έντεχνο τραγούδι με κορυφαία δημιουργία την κρητική όπερα « Οδύσσεια» που ολοκληρώνει το 2000.
Έργο ζωής η «Οδύσσεια»
«Την Οδύσσεια, αναφέρει ο ίδιος την πρωτόγραψα το 1976, όταν ήμουν φοιτητής στο ΠΑΠΕΙ (τότε ΑΒΣΠ). Μόνιμο άγχος μου ήταν αν η μουσική που έγραψα πάνω στον 17σύλλαβο στίχο της Οδύσσειας, αποδίδει τα νοήματα και το ύφος του Ν. Καζαντζάκη. Μέχρι την τελική μορφή (που άκουσε και έδωσε την έγκρισή της η Ελένη Ν. Καζαντζάκη), την είχα γράψει και την είχα αλλάξει πέντε φορές. Καμαρώνω μέχρι σήμερα για αυτές τις παρουσίες μου στη δισκογραφία».
Ο Μάνος Μουντάκης έτρεφε πάντα μεγάλο σεβασμό και αγάπη για την κρητική μουσική, αφού γεννήθηκε μέσα σ’ αυτή.
Γιατί όμως αρνήθηκε να μάθει λύρα;
Από σεβασμό στον σπουδαίο πατέρα του Κώστα Μουντάκη όπως αποκαλύπτει ο ίδιος.
«Μπορούσα όμως να προσφέρω στην κρητική μουσική, με άλλες παραμέτρους, που έλειπαν από αυτό το είδος», θα πει ο ίδιος σε συνέντευξη του στην Καίτη Νικολοπούλου.
Αναφέρομαι, προσθέτει, στο «Κουαρτέτο Λύρας» που έγραψα το 1989 στον δίσκο «Λυρωδία», καθώς και στην παρουσίαση της κρητικής λαϊκής όπερας «Οδύσσεια του Νίκου Καζαντζάκη» το 2003.
Από τις δημιουργίες του που ξεχωρίζουν και αυτό «Της Νυχτιάς και της Αρμύρας».
«Η αναζήτηση για να βρω τρόπο να συστήσω την κρητική μουσική (σε όσους δεν τη γνωρίζουν ή σε όσους γνωρίστηκαν μαζί της, αλλά δεν τους αρέσει η σημερινή της μορφή) με οδήγησε στην έκδοση ενός CD με τον τίτλο «Της Νυχτιάς και Της Αρμύρας» από τη δισκογραφική εταιρεία Protasis.
Για να επιτευχθεί αυτό, νομίζω ότι θα έπρεπε να παρουσιάσω την κρητική μουσική (σε δικές μου πρωτότυπες μελωδίες) ,με ένα άκουσμα προσιτό στα αυτιά των νέων ακροατών (χωρίς τη σημερινή ενορχηστρωτική της μορφή), ώστε να την κάνει πιο δελεαστική για εκείνους που δεν γνώρισαν την κρητική μουσική.
Από την άλλη πλευρά, έπρεπε να περιφρουρήσω την κρητική μουσική από κάποια δυτικότροπη εναρμόνιση, ώστε να μην ταυτιστεί με κλασικές σουίτες, ή σονάτες, και ο τρόπος τραγουδιού της να είναι… ακριβώς όπως θα τα τραγούδαγα εάν ήταν ενορχηστρωμένα με την παραδοσιακή γνωστή κρητική ορχήστρα.
Δεν μας ενδιαφέρει αν η κρητική μουσική παίζεται χωρίς τη γνωστή της ορχήστρα, αρκεί να εξελίσσεται ομαλά όπως έφθασε μέχρι σήμερα, χωρίς αλλοιώσεις. Να μπορεί να σου μεταφέρει τη χαρά του τραγουδιού, τη λύπη που ενδεχομένως περιέχει, τον προβληματισμό του, το μερακλίκι του, που να εκτονώνεται όποιος το τραγουδά και να ταυτίζεται μαζί του. Αυτόν τον ρόλο παίζει το τραγούδι, δηλαδή την αφήγηση μιας καινούργιας ιστορίας, που επιδιώκει να μας γνωστοποιηθεί και να μοιραστεί μαζί μας (τα συναισθήματα που περιέχει και θέλει να προβάλει), έτσι ώστε να αποφορτιστεί εκείνος που το έγραψε, και να εκτονωθεί όποιος το τραγουδά και ταυτίζεται μαζί του.
Σκέφθηκα πως το ιδανικότερο όργανο θα ήταν η κιθάρα μόνη της. Ένα όργανο παραδοσιακό, της παρέας, που το άκουσμά του είναι ζυμωμένο με την ανατολική Κρήτη (πριν γνωρίσουν εκεί το λαούτο στη σημερινή του μορφή, και τον ρόλο που παίζει στη σημερινή κρητική ορχήστρα). Συνοδοιπόρος σ’ αυτήν την προσπάθεια στάθηκε ο Μανώλης Ανδρουλιδάκης, ένας δεξιοτέχνης Κρητικός κιθαρίστας, βιρτουόζος στην κλασική κιθάρα και γνώστης της κρητικής μουσικής. «Ο θόρυβος δεν κάνει καλό, και το καλό δεν κάνει θόρυβο», όπως έλεγε συχνά ο Μουντόκωστας.
Έτσι φθάσαμε σήμερα να μπορώ να σας παρουσιάσω το CD «Της Νυχτιάς και της Αρμύρας», που περιέχει έναν κύκλο τραγουδιών με επίκεντρο τη θάλασσα, ένα θέμα όχι τόσο διαδεδομένο στους Κρητικούς (που δεν αισθάνονται νησιώτες), κάνοντας ορισμένες αναφορές και στη σημερινή κατάσταση που βρίσκεται ο Έλληνας, αφού ο Κρητικός πάντα τραγούδαγε τα βάσανά του, τις πίκρες του αλλά και τις χαρές του».
Αρκετές δημιουργίες
Έργο ζωής του Μάνου Μουντάκη είναι και το Ωδείο «Κώστας Μουντάκης», στο Σφακάκι που του έδωσε και το έναυσμα να γράψει την «Πρακτική Μέθοδος Μουσικής για Κρητική λύρα», «που δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η ίδια μέθοδος (τελειοποιημένη) που είχε δείξει στον πατέρα μου. Η ίδια διδάσκεται μέχρι σήμερα.
Αργότερα έγραψε το μουσικό βιβλίο «Η Κρητική Μουσική Και Τα Μουσικά Συστήματα». Ένα βιβλίο που έδειχνε τα δάνεια που έχει πάρει η κρητική μουσική και τι έχει δώσει».
Το 1996 εκτός από το Ωδείο «Κώστας Μουντάκης που δημιουργεί στο Ρέθυμνο, εκδίδει τον δίσκο «Έβγα ήλιε μου» που τον παρουσιάζει στο Φεστιβάλ Μεσογείου στη Μαγιόρκα γνωρίζοντας διεθνή αποδοχή. Το 1999 συνεργάζεται με τον διευθυντή του Γ’ προγράμματος Γιώργο Τσαγκάρη στο συμφωνικό του έργο «Ερωτόκριτος».
Σήμερα ο Μάνος Μουντάκης παραμένει μια σημαντική πολιτιστική αξία της κρητικής παροικίας των Αθηνών, συνεχίζοντας να προσφέρει το ταλέντο του για κοινωνικούς και φιλανθρωπικούς σκοπούς και ακούραστος πάντα ξοδεύει το χρόνο του σε υψηλές καλλιτεχνικές αναζητήσεις.
Νίκος Μαρκαντώνης : Ένα ακόμα αστέρι της Φιλαρμονικής
Είναι από τους αφανείς ήρωες της πολιτιστικής μας ζωής. Από τον πατέρα του, Θανάση Μαρκαντώνη, βετεράνο της Περιηγητικής Λέσχης, κληρονόμησε κοντά στις άλλες αρετές και το πάθος για τον τόπο του και τον πολιτισμό.
Μεγάλωσε βοηθώντας τους πρωτεργάτες της Περιηγητικής Λέσχης, στην προετοιμασία των αρμάτων κι ας ήταν στην πιο τρυφερή ηλικία, που άλλα παιδιά ασχολούνται μόνο με τα παιχνίδια τους. Κι έτσι έμαθε να προσφέρει πάντα με ανιδιοτέλεια.
Ο Νίκος Μαρκαντώνης δεν χρειάζεται βέβαια ιδιαίτερη παρουσίαση. Όπου κι αν ασχολήθηκε άφησε το αποτύπωμα της συνέπειας και της δημιουργίας.
Από τα σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα όπου ανάδειξε τις ικανότητές του στην επικοινωνία, μέχρι τις διάφορες δράσεις του επιχειρείν που κέρδισαν το ενδιαφέρον του, ο Νίκος Μαρκαντώνης έδινε και δίνει πάντα τον καλύτερο εαυτό του.
Με την ευκαιρία της έρευνάς μας για τη Δημοτική Φιλαρμονική όπου κι εκεί έγραψε ιστορία ο Νίκος ζητήσαμε να τον γνωρίσουμε ακόμα καλύτερα. Κι εκείνος απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις μας είπε:
«Χαράματα 26ης Δεκεμβρίου του 1969 είδα για πρώτη φορά το φώς του ήλιου.
Η παιδική μου ηλικία ήταν σχετικά ήρεμη χωρίς πολλές περιπέτειες με τους περισσότερους να με χαρακτηρίζουν ήσυχο παιδί.
Από το Τουρκικό δημοτικό, βρέθηκα στο 1ο Γυμνάσιο.
Εκεί έμαθα για την Φιλαρμονική που ξεκινούσε, και μια που ο κολλητός μου φίλος, ο Δημήτρης Καλούδης θα πήγαινε, παρακάλεσα και εγώ τον πατέρα μου να με γράψει.
Και έτσι με αυτόν τον τρόπο βρέθηκα στον χώρο που καθόρισε την μετέπειτα ζωή μου.
Αρχικά ξεκίνησα με πνευστά, αλλά μια που ήμουν τεμπελάκος και δεν καθόμουνα να διαβάζω μουσική, γρήγορα πήγα στα κρουστά.
Εκεί γνώρισα τον Αντώνη Ζαχαράκη, μια φιλία που επίσης άλλαξε την ζωή μου, μια που το ταλέντο και ο χαρακτήρας του είναι από τα πιο σπάνια διαμάντια που έχει η πόλη μας.
Μαζί κάναμε την πρώτη νεανική ορχήστρα στην φιλαρμονική, τους «Παραβάτες».
Οι πρόβες μας στο υπόγειο της φιλαρμονικής γίνονταν σχεδόν στα κρυφά.
Με τον Μανόλη Ανδρουλίδάκη (που μέσα από τους παραβάτες γνώρισε μια άλλη πτυχή του εαυτού του) τον Δημήτρη Καλλέργη και τον Γιώργο Τρουλινό, να ανακαλύπτουμε το rock πνεύμα και να παίζουμε τα νεανικά τραγούδια της εποχής, αλλά και δικά μας τραγούδια.
Η αρχή ποτέ δεν είναι εύκολή, και ο μόνος που πραγματικά μας υποστήριζε τότε ήταν ο Μανόλης Ζαχαράκης, και ειδικά εμένα που ήμουνα λίγο το μαύρο πρόβατο, μια που όπως προείπα δεν πολύδιάβαζα μουσική, κάτι που γενικά εκνεύριζε αρκετά τους δασκάλους μου.
Κάπως έτσι ξεκινήσαμε σχεδόν στα κρυφά αλλά παρά τις δυσκολίες καταφέραμε να κάνουμε αισθητή την παρουσία μας, μια που τα τραγούδια που παίζαμε είχαν αρκετή απήχηση στο νεανικό κοινό, με αποτέλεσμα σιγά -σιγά να μπούμε στο πρόγραμμα συναυλιών της Φιλαρμονικής και στα 16 μου να τραγουδάω στις περιοδείες που κάναμε στα χωριά και στην Γιορτή κρασιού.
Από τις Κορυφαίες στιγμές βέβαια, ήταν οι συναυλίες που κάναμε την ημέρα του καρναβαλιού όπου βρεθήκαμε να παίζουμε για 2.500 – 3000 άτομα και να συνδέω το όνομα μου με το μοντέρνο τραγούδι».
- Και πώς απόκτησες το πάθος για το Καρναβάλι;
«Κάπου εκεί το 1991 ήταν που μαζί με τον Κο Ανδρέα Πλαίτη πήγαμε στον Δήμο σε μια συνάντηση για το καρναβάλι, σαν εκπρόσωποι τις φιλαρμονικής και από τότε γνώρισα το άλλο μου πάθος αυτό για το καρναβάλι, ένα πάθος που μου άνοιξε νέους δρόμους στην ζωή μου.
Στα επόμενα χρόνια άρχισα να δουλεύω σε κάποια μαγαζιά, πάντα με την παρέα τις φιλαρμονικής».
- Πως ήταν τότε ο κόσμος της νύχτας;
«Η νύχτα στο Ρέθυμνο τότε ήταν εντελώς διαφορετική, με λίγα μαγαζιά αλλά με πολύ κόσμο να θέλει να διασκεδάσει.
Η μουσική παιδεία των φίλων μου και το πάθος για να κάνουμε κάτι ποιοτικό, με έφερε στο νυχτερινό κέντρο Άστρο όπου και εκεί ειδικά στην τελευταία μου χρονιά σαν τραγουδιστής, είχαμε καταφέρει να κάνουμε ένα πραγματικά εξαιρετικό πρόγραμμα εφάμιλλο με αυτά των μεγάλων μαγαζιών της Αθήνας.
Η πόλη μας άλλαζε και μαζί με αυτή και η φιλαρμονική, με τη νέα γενιά να αναλαμβάνει και με εμένα να βρίσκομαι στην θέση του κεντρικού ερμηνευτή της ορχήστρας.
Κάπου εκεί ήρθε και η συνεργασία μου με τον άνθρωπο που θεωρώ από τους πιο σπουδαίους παράγοντες φωνητικής ωρίμανσης μου στο τραγούδι, τον κ. Μπάμπη Πραματευτάκη.
Τα τραγούδια που μου εμπιστεύτηκε ήταν πάντα μια πρόκληση για μένα και μια ευκαιρία να βελτιώσω πράγματα στην ερμηνεία μου κάτω από τις οδηγίες ενός πραγματικά μεγάλου δάσκαλου.
Σε αυτή την φάση πιο ώριμος ερμηνευτικά και πιο μεγάλος ηλικιακά αποφάσισα να απέχω από την νυχτερινή ζωή και να επικεντρωθώ μόνο σε συναυλίες και σε φιλανθρωπικές εκδηλώσεις, ήταν και η περίοδος που είχα αναλάβει την διεύθυνση του υποκαταστήματος της Τράπεζας millennium στο Ρέθυμνο και χρειαζόταν να είμαι αρκετά πιο επικεντρωμένος στην πρωινή μου δουλειά.
Άλλωστε ποτέ δεν με ενδιέφερε η καριέρα στο τραγούδι, μια που όλες οι προτάσεις που είχα θα με ανάγκαζαν να αφήσω τον τόπο που λατρεύω και αυτό δεν ήταν ποτέ υπό διαπραγμάτευση.
Πάντα είχα σαν αρχή μου να κάνω τον τόπο μου καλύτερο και πάντα πίστευα ότι πρέπει να είσαι στην πόλη και να προσπαθείς να την ανεβάσεις έστω και μια σπιθαμή αν έχεις το ταλέντο και την μπόρεση».
- Τα σημερινά σου ενδιαφέροντα που εστιάζονται;
«Η αποχή από την νύχτα και την μουσική ωστόσο μου έδωσε τον χρόνο να κυνηγήσω και ένα άλλο όνειρο μου, αυτό της δημιουργίας του πρώτου θεματικού πάρκου στην Κρήτη μια που πάντα πίστευα ότι ο κρητικός πολιτισμός χρειάζεται ένα χώρο που να συνδυάζει την ιστορία με την τεχνολογία, οπού ο επισκέπτης θα μπορεί να γνωρίσει την Μινωική ιστορία με ένα τρόπο αντίστοιχο με τα μεγαλύτερα θεματικά πάρκα στον κόσμο.
Στα πλαίσια αυτού του ονείρου έγινε η δημιουργία του experience creta «www.experiencecreta.com» το οποίο μπορεί λόγω της πανδημίας, να μην έχει ακόμα δείξει της δυνατότητες του, αλλά πιστεύω ότι το 2022 θα μπορέσει να λειτουργήσει ξανά.
Και κάπως έτσι φτάσαμε στο σήμερα, να με βρίσκει πάντα στο πλευρό τις Φιλαρμονικής μας, του μεγάλου σχολείου που μου έδωσε την ευκαιρία να γίνω αυτός που είμαι, της πόλης μου που λατρεύω και που πάντα θα προσπαθώ όσο μπορώ να βοηθάω σε κάθε πολιτιστική δράση, και στο πλευρό ανθρώπων της μουσικής και του πολιτισμού σαν εργάτης και σαν βοηθός και φυσικά της Κρήτης που πιστεύω ότι είναι ένας τόπος ευλογημένος».
Γεμάτος πάντα ιδέες και διάθεση για δημιουργία ο Νίκος Μαρκαντώνης θα μας απασχολεί πάντα δημοσιογραφικά και θα μας δίνει περισσότερες αφορμές να τον θεωρούμε κι αυτόν ευλογία για τον τόπο.
Μετράει όμως για όλους εμάς και ο γνωστός τρόπος που απευθύνεται στους ανθρώπους, πάντα με κείνο το ζεστό χαμόγελο που τον κάνει ιδιαίτερα πολύτιμο και αγαπητό.