Πενήντα χρόνια συμπληρώνονται φέτος από τότε που για πρώτη φορά ξεκίνησε η αρχαιολογική σκαπάνη στο Υστερομινωικό νεκροταφείο των Αρμένων.
Οι συστηματικές ανασκαφές στη νεκρόπολη των Αρμένων, όπως είναι γνωστό, ξεκίνησαν το 1969 από τον Γιάννη Τζεδάκι, σήμερα επίτιμο γενικό διευθυντή Αρχαιοτήτων του υπουργείου Πολιτισμού, και εντοπίστηκαν 220 τάφοι, κάποιοι συλημένοι, αυτοί που ήταν οι πλουσιότεροι, ωστόσο οι περισσότεροι ήταν ασύλητοι και έτσι ήρθαν στο φως πλούσια ευρήματα, κεραμικά αγγεία, ειδώλια, χάλκινα όπλα, ωραία κοσμήματα, πολλά εργαλεία κ.ά.
Η νεκρόπολη των Αρμένων είναι μοναδική, είναι η μεγαλύτερη νεκρόπολη της Υστερομινωικής ΙΙΙ Α/Β περιόδου (περ. 1390-1190 π.Χ.).
Στα πενήντα χρόνια ανασκαφικής έρευνας της Νεκρόπολης των Αρμένων στο συνέδριο για το αρχαιολογικό έργο της Κρήτης, που πραγματοποιήθηκε από τις 21 έως τις 24 Νοεμβρίου στο Σπίτι του Πολιτισμού στο Ρέθυμνο οι αρχαιολόγοι Γιάννης Τζεδάκις και Βίκη Κολυβάκη, στενή του συνεργάτιδα, έκαναν μια παρουσίαση αναφορικά με μία πρώτη «ανάγνωση» της ταφικής αρχιτεκτονικής και τρόπου λάξευσης των τάφων.
Τίτλος της παρουσίασής τους ήταν «Σημεία κοπής λίθων και σημάδια λιθόξοων στην νεκρόπολη των Αρμένων».
Αναφερόμενοι στη θέση της νεκρόπολης και τα χαρακτηριστικά τους, οι εισηγητές τόνισαν: «Η έντονη παρουσία την ΥΜΙΙΙ περίοδο στην ευρύτερη περιοχή των Αρμένων χαρακτηρίζεται από μία μεγαλειώδη σε αριθμό τάφων και ευρήματα Νεκρόπολη και ένα μικρό σχετικά τμήμα ανεσκαμμένης μέχρι στιγμής πόλης.
Η επιλογή της θέσης της Νεκρόπολης είναι αποτέλεσμα γεωλογικών και εμπορικών παραγόντων. Ο τοπικός ασβεστόλιθος σε layers/επίπεδα που «απομονώνονται» μεταξύ τους έδωσε τη δυνατότητα στους Μινωίτες να οργανώσουν τη Νεκρόπολη σε «επίπεδα» και συστάδες με μεγάλα κενά μεταξύ των. Στην κατωφέρεια του λοφίσκου οι μικρότεροι σε μέγεθος και απόσταση μεταξύ τους τάφοι χωρίς να υστερούν σε ευρήματα, ενώ στον ανώτερο επίπεδο οι μεγαλύτεροι σε μέγεθος και απόσταση, πιθανόν για τους επιφανείς Μινωίτες και Μυκηναίους te re ta.
Η χρήση της Νεκρόπολης αρχίζει την ΥΜΙΙΙΑ1 περίοδο σε ένα τμήμα στα ανατολικά του χώρου με πυκνή συστάδα τάφων. Η θέση και δομή των πρώτων τάφων δηλώνει ότι οι οργανωτές του χώρου είχαν ένα αρχικό σχέδιο το οποίο τροποποίησαν είτε επειδή στον αρχικό οικισμό προστέθηκαν περισσότεροι περιφερειακοί οικισμοί που οι κάτοικοί τους ενταφιάζονται στο χώρο με διαφορετική δομή και μορφή είτε αντικατοπτρίζουν διαφορετικές κοινωνικά ομάδες.
Οι Μινωίτες μετά την ταφή συνηθίζουν να φράσσουν τη θύρα με πλάκα ή μετά από πολλές χρήσεις, δεδομένου ότι οι τάφοι είναι οικογενειακοί και οι πλάκες έχουν φθαρεί, με ξερολιθιά. Σε αρκετούς εξ αυτών έχουν βρεθεί ίχνη από τη «λάσπη» για τη στερέωση της πλάκας. Σε κάποιους τοποθετούν σήμα, ανταποκρινόμενοι στις θρησκευτικές τους ανάγκες.
Δεν απομακρύνονται από τον περίγυρο, αλλά χρησιμοποιούν το ντόπιο πέτρωμα για αυτές τις ανάγκες τους. Σε αρκετά σημεία της Νεκρόπολης έχουν βρεθεί σημεία εξόρυξης μεγάλων ορθογωνισμένων σχημάτων. Πλείστα εξ αυτών βρίσκονται στο «φρύδι» των επιμέρους επιπέδων του χώρου».
Σύμφωνα με τα όσα ανέφεραν διακρίνονται τρεις περιοχές μέσα στην Νεκρόπολη, όπου έχουν βρεθεί σημεία εξόρυξης μεγάλων ορθογωνισμένων σχημάτων. «Το μεγαλύτερο εξ αυτών- AREA 1- εμφανίζεται στο βόρειο τμήμα της Νεκρόπολης και κατά μήκος του ανώτερου επίπεδου του λοφίσκου. Ακολουθεί την εξωτερική πλευρά του «επιπέδου», ώστε ήταν εύκολο γι’ αυτούς να διαχειριστούν το βράχο. Σε κάποια από τα τμήματα κοπής είναι εμφανή τα σημάδια λάξευσης του εκάστοτε εργαλείου που χρησιμοποιούσαν. Στην ευρύτερη βορειοδυτική περιοχή της Νεκρόπολης έρχονται να προστεθούν και μικρές κοιλότητες, ύψους 10-20 εκ., άγνωστης μέχρι στιγμής χρήσης, αλλά θα μπορούσαν να καλύψουν λατρευτικές ανάγκες της Νεκρόπολης. H έρευνα δεν έχει δώσει περαιτέρω ευρήματα.
Στην AREA 2 υπάρχουν μικρότερα σημεία με ευκρινή τα σημάδια αποκοπής πλακών, διαστάσεων τέτοιων που συνάδουν με το μέγεθος μιας πλάκας εισόδου ή ενός σήματος.
Αξίζει να σημειωθεί η ισομεγέθης αποκοπή πλακών -η AREA 3- στην ανατολική συστάδα με τους μικρούς, αλλά πρώιμους σε χρονολόγηση τάφους, από την ΥΜΙΙΙΑ1 περίοδο.
Πρωτεύουν οι τάφοι και κατόπιν εν αγνοία της ύπαρξης τους χρησιμοποιούν τη θέση αυτή για άλλη χρήση εκτός της ταφής-άρα υπονοείται ότι δεν ήταν ορατοί;
Ή γίνονται παράλληλα ελλείψει καταλλήλου πετρώματος του χώρου (νοείται ότι για να χρησιμοποιήσουν οι ντόπιοι το χώρο ήταν καλυμμένοι οι τάφοι, διαφορετικά και μόνο από σεβασμό στην έννοια του ενταφιασμένου δε θα τον χρησιμοποιούσαν).
Η διαδικασία της εξόρυξης είναι η εξής: αποκολλάται τμήμα του βράχου σε μεγάλο όγκο (Reisner 1942). Κατόπιν επεξεργάζεται περίπου στο μέγεθος (πάχ. 6-15 εκ.) και σχήμα που έχουν υπολογίσει, δουλεύοντας μόνο την εξωτερική όψη καλύτερα και την αθέατη πλευρά λιγότερο. Κατά γενική ομολογία ο τρόπος εξόρυξης είναι ο ίδιος ακολουθώντας διαφορετικές τεχνικές ανάλογα με τη σκληρότητα του βράχου.
Τα εργαλεία που χρησιμοποιούν είναι λίθινα – πελέκεις- και μετάλλινα. Η μεγάλη παρουσία χάλκινων αντικειμένων συνάδουν στη χρήση του χαλκού γι’ αυτό το λόγο. Σε ένα σημείο εξόρυξης, ανατολικά του τάφου 165, έχει βρεθεί το ίχνος του εργαλείου, μήκ. 20 εκ, αποκόλλησης στο βράχο.
Μένει να αποδειχθεί μέσω αναλύσεων η συσχέτιση του σημείου κοπής με την πλάκα ή το σήμα».
Για την αρχιτεκτονική των τάφων υπάρχουν πολλά αναπάντητα ερωτήματα, σημείωσαν χαρακτηριστικά και τόνισαν: «Οι χωρισμοί σε συστάδες έχουν σχέση με την ποιότητα του ασβεστολίθου, τη γενικότερη οργάνωση της Νεκρόπολης, όπως προαναφέρθηκε ή αντιστοιχούν σε διαφορετικές κοινωνικά ομάδες;
Πόσος χρόνος χρειαζόταν, προκειμένου να λαξευτεί ένας τάφος;
Πόσοι τεχνίτες απασχολούνταν και από που προέρχονταν;
Έκαστο συνεργείο αποτελείται από τεχνίτες και εργάτες. Οι εργάτες είναι αυτόχθονες. Οι εξειδικευμένοι τεχνίτες είναι είτε αυτόχθονες είτε μετακινούμενοι τους οποίους καλούσε ο έκαστος άρχων του οικισμού με τον εξοπλισμό τους ερμηνεύοντας σε ένα βαθμό την έλλειψη πολλών εργαλείων.
Όλοι οι τάφοι έχουν πολλά σημάδια λάξευσης, προκειμένου να ολοκληρωθεί το έργο. Σε όλη τη νεκρόπολη ακολουθείται μία συγκεκριμένη τεχνική, άσχετα με τη χρονολόγηση ή τη θέση τους στο χώρο. Η μορφή σε καθένα από αυτούς δεν είναι ενιαία, άσχετα εάν πρόκειται για μικρό ή μεγάλο σε μέγεθος τάφο είτε με κλίμακα ή ράμπα είτε για ψευδοτάφο. Υπάρχουν τάφοι που φέρουν μόνο οριζόντια ρηχά σημάδια λάξευσης, όπως η νότια παρειά του τάφου 198. Σε άλλους, διαφορετικά λαξεύεται η βόρεια παρειά και αλλιώς η νότια.
Τα σημάδια στην ανώτερη επιφάνεια του δρόμου είναι οριζόντια, πυκνά και ρηχά, πλάτ. 2-3 εκ. έως 5-6 εκ. στους μικρούς ή μεσαίου μεγέθους τάφους και 3 έως 8 εκ. στους τάφους 24 και 159.
Κατεβαίνοντας στο σημερινό δάπεδο του δρόμου η λάξευση γίνεται πλάγια, σε γωνία 30-45ο, αλλάζοντας φορά ανάλογα με τη θέση που είχαν οι τεχνίτες ή εάν ήταν δεξιόχειρες ή αριστερόχειρες. Οι χαράξεις σε αυτό το ύψος είναι είτε ρηχές, όπως στον τάφο 24, πλάτ. 3 έως 5 εκ. είτε πιο αιχμηρές και βαθιές, μήκ. 6 έως 7 εκ. στους μικρούς τάφους ή 6 έως 10 εκ. στους μεγαλύτερους υποδηλώνοντας διαφορετική ποιότητα βράχου. Στην ανωφέρεια εξάλλου ο βράχος έχει απορροφήσει περισσότερο νερό, άρα είναι πορώδης και πιο μαλακός. Σε λοξή φορά γίνεται επίσης και η λάξευση του δαπέδου του δρόμου και των σκαλοπατιών, όπου υπάρχει κλίμακα.
Οι παραστάδες της εισόδου των τάφων, εμφανείς στους μεγαλύτερους σε μέγεθος τάφους-24, 146,159-, όπως και η λάξευση του θαλάμου φέρουν οριζόντιες ή ελάχιστα λοξές, ρηχές χαράξεις, πλάτ 3 έως 6 εκ. Οι τοίχοι του θαλάμου έχουν υποστεί τέτοια επεξεργασία, ώστε το αποτέλεσμα να είναι λείο και ομαλό. Με αυτό τον τρόπο δηλώνεται η κατασκευαστική επιδεξιότητα των τεχνιτών του τάφου και η πρέπουσα σημασία για το αποτέλεσμα και τη φροντίδα που άρμοζε στους νεκρούς.
Ή θα μπορούσε να είχε σχέση με τη στάση που είχαν οι τεχνίτες για τη λάξευση.
Τα εργαλεία που χρησιμοποιούσαν ποικίλουν. Τα οριζόντια ίχνη υποδηλώνουν πλατιά ακμή που δύναται να γίνει και με λίθινα εργαλεία/ πελέκεις- έχει βρεθεί στη θέση «Μελισσόκηπος» του αντίστοιχου μινωικού οικισμού, εφόσον ο βράχος είναι πιο μαλακός ή με χάλκινα που αποδίδουν καμπύλη ακμή (εγχειρίδια), ανάλογα με την πίεση του εργαλείου. Τα αιχμηρά, λοξά ίχνη υποδηλώνουν τη χρήση μετάλλινων εργαλείων, χάλκινων ή σιδηρών» τόνισαν.
Καταλήγοντας υποστήριξαν ότι στη Νεκρόπολη μέχρι στιγμής η πληθώρα των ευρημάτων δεν απαντά σε αυτά τα ερωτήματα, δεδομένου ότι χάλκινα αντικείμενα με πλατιά ακμή ελάχιστα υπάρχουν. Αιχμηρές απολήξεις έχουν οι αιχμές από λόγχες ή δόρατα σε δεύτερη χρήση (τάφος 199).
Η περαιτέρω ανασκαφική έρευνα του οικισμού μπορεί όπως είπαν να φέρει στο φως αντικείμενα που θα συνθέσουν το puzzle της ζωής των Μινωιτών της ευρύτερης περιοχής.