Είναι αρκετοί εκείνοι που έχουν καταπιαστεί με επιτυχία στην συμπλήρωση του γενεαλογικού τους δέντρου.
Είναι προσπάθεια που παίρνει πολύ χρόνο και απαιτεί μεγάλη ταλαιπωρία, όπως κάθε τι που έχει άμεση σχέση με τη μνήμη, τόσο ευάλωτη στη φθορά του χρόνου.
Από τους σημαντικότερους που μας δίνουν ολόκληρο το γενεαλογικό τους δέντρο είναι ο κ. Βασίλης Αποστολάκης.
Είναι ο γνωστός και τόσο σεμνός παράγοντας της πολιτιστικής ζωής όχι μόνο της κρητικής παροικίας, αλλά και του τόπου μας ευρύτερα.
Προσωπικά του οφείλω χάρη γιατί όποτε χρειαστώ μια πληροφορία, μια φωτογραφία για τα αφιερώματά μου θα τα έχω αμέσως. Πολλές φορές έχω ζηλέψει τη μεθοδικότητά του. Εκτός από ευδόκιμο υπηρεσία στην ΕΛΑΣ όπου και εξήντλησε την ιεραρχία έχει να παρουσιάσει μια σημαντική παρουσία σε συνέδρια και άλλες πνευματικές εκδηλώσεις.
Από τις μεγάλες αρετές με τις οποίες τον προίκισε η φύση είναι η εξαιρετική μνήμη του. Πολλές φορές τον θαύμασα σε διάρκεια γυρισμάτων σε ιστορικά μου ντοκιμαντέρ όπου συμμετέχει, να καταθέτει την άποψή του με θαυμαστή ακρίβεια και σεβαστή περιουσία γνώσεων.
Ο κ. Αποστολάκης που τιμά τον Πρινέ Μυλοποτάμου, τη γενέθλια γη του, ξεκινά την αναφορά του στο γενεαλογικό του δέντρο με ρήσεις αξιόλογες από την Ελληνική Γραμματεία και τη λαϊκή σοφία. Αναφέρει συγκεκριμένα:
– «Οι πρόγονοί μας, μιλούν μέσα από μας». (Νίκος Καζαντζάκης).
– «Ποτέ δεν πρέπει τα κλαδιά, τις ρίζες να ξεχνούνε,
γιατί αυτές, αν μαραθούν κι εκείνα θα χαθούνε».
– «Η ρίζα τρέφει την κορφή, κι η ρίζα την ξεραίνει,
κι ας βρίσκεται χωστή στη γη και καταφρονεμένη».
– «Αυτός, που τους προγόνους του ξεχνά και δε θυμάται,
πως κάνει αμάρτημα βαρύ, πρέπει να συλλογάται».
– «Ως κι αν διαβαίνουν οι καιροί, κι ως κι αν περνούν οι χρόνοι, Εσείς θα είστε τα δεντρά και θα ‘μαστε οι κλώνοι».
Και προσθέτει:
Λόγια ψυχής, αφιερωμένα, με σεβασμό, στην ιερή μνήμη εκείνων, που έχουν αναχωρήσει για την Ουράνια Πατρίδα. Χρέος προγονικής τιμής αποτελεί η καταγραφή της Οικογένειας Αποστολάκη (1770 – Θέρος 2020), τα μέλη της οποίας κατάγονται από τον Πρινέ – Μυλοποτάμου – Ρεθύμνης (σ. Αρχαία Ελεύθερνα), γιατί, με το πέρασμα του χρόνου, «…ξεμακραίνουν οι γενιές και χάνονται τα σόγια…».
Συλλογή στοιχείων από διηγήσεις
Η αναφορά στους προαπελθόντες είναι Μνημόσυνο και με τα Μνημόσυνα, οι νεκροί μας ανακουφίζονται και οι ζωντανοί αναβαφτίζονται.
Όσα αναφέρονται, μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα (1770-1950), μας τα διηγήθηκαν, η αρχόντισσα του Πρινέ: Ειρήνη Γεωργίου Ζαχαριουδάκη «Ρηνιώ» Συζ. Νικολάου Εμμανουήλ-Ζαφείρας Αποστολάκη, η θρυλική «Τσαούσαινα» (1866 – 17/03/1964) και η Μαρία Γεωργίου- Χρυσής Γερακάρη (1903-25/11/1995), η, επίσης, αρχόντισσα, η ξακουστή νοικοκυρά «Μίναινα», Συζ. Μίνωος Νικολάου – Ρηνιώς Αποστολάκη, που, όπως έλεγαν, τα είχαν ακούσει από τον: Κυριάκο Εμμανουήλ-Ζαφείρας Αποστολάκη, κουνιάδο και θείο αντίστοιχα, πρώτο Δάσκαλο του χωριού, διανοούμενο της εποχής.
Η ειδική αναφορά μας, στις σεβάσμιες αυτές μορφές, ας είναι ένα άναμμα στο καντήλι της μνημοσύνης τους.
Για τα επόμενα χρόνια, ρωτήθηκαν οι απόγονοι των προγενεστέρων, τους οποίους και ευχαριστούμε από καρδιάς.
Επίσης, ευχαριστούμε τους: Νίκο Θεοδώρου και Ελένης Σεψά και Βάλια Κωνσταντίνου και Μαρίας Παρασύρη-Αργυρούδη, που επιμελήθηκαν την καταγραφή του κειμένου.
Από το 1770
Και μετά ξεκινά την απαρίθμηση των προσωπικοτήτων με την απαραίτητη ιστορική προσέγγιση της εποχής στην οποία αναφέρεται:
Αρχίζει από το 1770 και μας ενημερώνει:
25 Μαρτίου 1770: Η Κρήτη τουρκοκρατείται. Στα Σφακιά υψώνεται η Σημαία της Επανάστασης, από το «Δασκαλογιάννη», ο οποίος, 17 Ιουνίου 1771, θα βρει φρικτό θάνατο στο Ηράκλειο.
Εστίες ξεσηκωμού, το 1770, παρατηρούνται και στην υπόλοιπη Κρήτη, όπως στα Αγγελιανά – Μυλοποτάμου – Ρεθύμνης. Χριστιανοί, από τα γύρω χωριά, προστρέχουν να βοηθήσουν τους ομόθρησκους.
Στα Αγγελιανά διακρίνεται, σκοτώνοντας ένα Τούρκο Αξιωματούχο, ο νεαρός Αποστόλης Δημητρούλης, από το χωριό Καλλέργος, (Καλλέργων το σωστό, ιδρύθηκε από Καλλέργηδες, Βυζαντινή Οικογένεια), με απώτερη ρίζα και ο Δημητρούλης Βυζαντινή.
Η επανάσταση καταπνίγεται στο αίμα. Οι Τούρκοι εξαγριώνονται και αναζητούν τους Επαναστάτες.
Ο Αποστόλης Δημητρούλης καταφεύγει στα βουνά και τελικά εγκαθίσταται στο χωριό Πρινές (σ. Αρχαία Ελεύθερνα). Με τη γυναίκα του Μαρία αποκτούν (2) Γιους: Ιάκωβο και Στέλιο και διαμένουν στο σπίτι, που γεννήθηκε, μεγάλωσε και έζησε, με την οικογένειά του: ο Κωνσταντίνος Εμμανουήλ-Διαμάντας Αποστολάκης «Πασαδόκωστας» (14-8-1915/2-8-2001).
Οι συγχωριανοί προτρέπουν τον Αποστόλη Δημητρούλη, να ονομάζονται, του λοιπού, οι Γιοι του: Ιάκωβος και Στέλιος: Αποστολάκης (παιδιά του Αποστόλη), για να χάσουν οι Τούρκοι τα ίχνη τους. Έτσι, από Δημητρούλης: Αποστολάκης.
Οι χρονολογίες γέννησης των προγόνων μας τέθηκαν, κατά προσέγγιση και αυτή ήταν και η εκτίμηση της «Ρηνιώς».
Ο ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ
Από τους σημαντικούς προγόνους του κ. Αποστολάκη ήταν κι ο Επίσκοπος Αθανάσιος.
Ο μακροβιότερος προκαθήμενος της Εκκλησίας των Ρεθυμνίων, από τους πλέον σεμνούς και αθόρυβους Ιεράρχες.
Ο Αθανάσιος Αποστολάκης γεννήθηκε το 1892 στον Πρινέ της Επαρχίας Μυλοποτάμου του Νομού Ρεθύμνης. Αποφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή Αθηνών το 1926. Στη συνέχεια χειροτονήθηκε Διάκονος και Πρεσβύτερος από τον Επίσκοπο Ρεθύμνης Τιμόθεο. Στις 16 Φεβρουαρίου 1936 χειροτονήθηκε στο Ηράκλειο Επίσκοπος Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου. Τη χειροτονία τέλεσε ο Μητροπολίτης Κρήτης Τιμόθεος, συμπαραστατούμενος από τους Επισκόπους Αρκαδίας Βασίλειο, Πέτρας Διονύσιο και Κισάμου Χρυσόστομο.
Έγραφε ο Τύπος για τη μεγάλη αυτή ημέρα του Αθανασίου:
«Ως έχομεν εν λεπτομερείαις προαναγγείλει, επραγματοποιήθη το απόγευμα της προχθές Κυριακής η ενθρόνισις του νέου Επισκόπου Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου Θεοφιλεστάτου κ. Αθανασίου Αποστολάκι.
Περί την 3.30 μ.μ. διακοπέντος επί δίωρον περίπου του Ρεθυμνιακού πένθους επί τη απωλεία του μεγαλουργού Ηγέτου της Φυλής, οι κώδωνες των Εκκλησιών της πόλεως σημαίνοντες χαρμοσύνως έδωκαν το σύνθημα της εις τον Καθεδρικόν Ναόν των Εισοδίων συγκεντρώσεως των Αρχών και του Λαού.
Εν ριπή οφθαλμού ο ναός κατεκλύσθη ασφυκτικώς. Διμοιρία Πεζικού υπό τον Ανθυπ. κ. Ανδρεαδάκιν μετα σαλπιγκτών παρετάχθη προ του Ναού προς απόδοσιν των τιμών. Ήρχισαν καταφθάνοντες: Το Δικαστικόν Σώμα εν πλήρει απαρτία, αι Δοικητικαί και πάσαι Αρχαί, ο Φρούραρχος Ρεθύμνης, ο Διοικητής της Χωροφυλακής Ρεθύμνης και οι πλείστοι των Αξιωματικών τα Φρουράς, ο Δήμαρχος Ρεθύμνης μετά του Δημοτικού Συμβουλίου, οι εξ αίματος και αγχιστείας στενώτεροι των συγγενών του νέου Επισκόπου καταγομένου ως γνωστόν εκ Πρινέ Μυλοποτάμου, μέγα μέρος ομοχωρίων και συνεπαρχιωτών χαιρόντων δια την εις την ιδιαιτέραν πατρίδα των προσγιγνομένην τιμήν, ο Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Αρκαδίου, εις την Αδελφότητα της οποίας ανήκεν ο νέος Επίσκοπος, μεθ’ όλων σχεδόν των Πατέρων και Αδελφών της Μονής, τα Ηγουμενοσυμβούλια όλων των Μονών του Νομού και ο Ενοριακός Κλήρος των Επαρχιών Ρεθύμνης και Μυλοποτάμου.
Ο Θεοφιλέστατος επιβαίνων του θαλαμηγού «Ακρόπολις» απεβιβάσθη την πρωϊαν της Κυριακής εις Χανία, μολονότι δε ήτο κατάκοπος εκ του ταξιδίου, καθώρισε την άμεσον πραγματοποίησιν του προγράμματος της Ενοριακής Επιτροπής Ρεθύμνης και μετά των συνοδευόντων την Α.Θ. επέβη ευθύς αυτοκινήτων, τα οποία και κατέφθασεν εις Ρέθυμνον τη 4μ.μ. ακριβώς, συνοδευόμενα υπό μακράς σειράς αυτοκινήτων τα οποία είχον εκκινήσει από της μεσημβρίας εντεύθεν πλήρη Κληρικών και εκλεκτών συμπολιτών δραμόντων εις προϋπάντησιν του Επισκόπου.
Άμα τη αφίξει του Θεοφιλεστάτου ήχησαν αι σάλπιγγες, ο στρατός παρουσίαζεν όπλα και το Ιερατείον εις την εξωτερικήν πύλην του Ναού υπεδέχθη τον νέον Αρχιερέα, όστις περιβληθείς τον Αρχιερατικόν μανδύαν, προηγουμένης μακράς πομπής Οφφιτσιούχων της Εκκλησίας, Ιερέων και Διακόνων εισήλθε μετά πολλού κόπου λόγω του λαϊκού συνωστισμού εις το Ιερόν.
Η αταξία, ο θόρυβος, η σύγχυσις, που αποτελούν πλέον κανόνα, δια το ατυχές Ρέθυμνον εις πάσαν πληθωρικήν συγκέντρωσιν, υπερέβησαν παν προηγούμενον. Σημειούμεν απλώς το γεγονός, παραλείποντες τα σχόλια κινούμενοι εις διάθεσιν να κρίνωμεν επιεικώς, με την εξήγησιν ότι ήτο δυσχερές να τεθή φραγμός εις την επιθυμίαν όλων μικρών και μεγάλων να γνωρίσωσιν εκ του πλησίον τον νέον Επίσκοπον και παραστώσιν εις την σπανίαν ταύτην τελετήν.
Μετά το τρισάγιον και σύντομον αίτησιν, ανελθόντος του νέου Επισκόπου εις τον Αρχιερατικόν Θρόνον, ηκούσθη από του άμβωνος η φωνή του σπανίου βαρυτόνου της Εκκλησίας μας Αρχιμανδρίτου Παν. κ. Γρηγορίου Βορειαδάκι, αναγνώσκοντος το «Κυριαρχικόν Γράμμα» της Ιεράς Συνόδου Κρήτης, προς τους Κληρικού και Λαϊκού των επαρχιών Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου καλουμένους όπως αναγνωρίσωσι τον νέον Επίσκοπον και σέβωνται και υπακούωσιν Αυτόν.
Επηκολούθησεν εμπνευμένη, εκ μέρους του Ιερού Κλήρου της Επισκοπής, προσφώνησις του Ιεροκήρυκος και κατηχητού κ. Δ. Φωτοπούλου, προσλαλιά του συμπολίτου δικηγόρου κ. Π. Μανουσάκι εκ μέρους της Ενοριακής Επιτροπής, ολίγαι λέξεις του Δημάρχου Ρεθύμνης, προσαγορεύσαντος με το ως ευ Παρέστη τον νέον Επίσκοπον εκ μέρους των Ρεθυμνίων Δημοτών.
Ευθύς αμέσως ο Θεοφιλέστατος εξεφώνησε ενθρονιστήριον λόγον μετά το πέρας του οποίου οι χοροί έψαλλον τον Πολυχρονισμόν του, και εγένετο απόλυσις. Ταύτην επηκολούθησε ε εν πομπή μετάβασις εις το Επισκοπείον όπου και εγένετο δεξίωσις. Προσήρχοντο όλαι αι Πολιτικαί, Δικαστικαί, Στρατιωτικαί και Δημοτικαί Αρχαί, το Ιερατείον και πλήθος συμπολιτών αμφοτέρων των φύλων όπως ασπασθούν την χείρα του Θεοφιλεστάτου, τον καλωσωρίσωσι λάβωσιν τας ευλογίας του και τα …κουφέτα του. Αι ενδείξεις αύται ευλαβείας και τιμής διήρκεσαν μέχρι βαθείας νυκτός και εσυνεχίσθησαν και χθες καθ΄ όλην την ημέραν».
Μεγάλη η συμβολή σε κρίσιμους καιρούς
Έρχεται ο πόλεμος και ο Αθανάσιος αθόρυβα τιμά την Εκκλησία, φροντίζοντας πρώτα να φθάσει στο Κέντρο ποσόν περίπου 1.000.000 δραχμών, σεβαστό την εποχή εκείνη για τις ανάγκες του στρατού και επιδίδεται σε έντονο φιλανθρωπικό έργο με τις κυρίες του Λυκείου Ελληνίδων και του Συλλόγου Κυριών για την ανακούφιση οικογενειών που είχαν μέλος του στο μέτωπο με οργάνωση συσσιτίων και συμβολικής έστω οικονομικής στήριξης.
Τον Μάιο του 1941 η Κρήτη, τελευταίο τμήμα του ελληνικού κράτους, δέχεται την επίθεση των γερμανικών δυνάμεων. Την ώρα που οι πρώτοι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές πέφτουν στο νησί, ο Αθανάσιος μεταξύ των άλλων καλεί με εγκύκλιό του το λαό να πάρει τα όπλα και να υπερασπισθεί την ελευθερία του.
Στις 25 Σεπτεμβρίου 1962 προήχθη σε Μητροπολίτη μαζί με τους υπόλοιπους Επισκόπους της Κρήτης.
Ο Αθανάσιος ήταν ο ασκητής Επίσκοπος γι’ αυτό και δεν έδινε ιδιαίτερη σημασία στον εξωραϊσμό των χώρων που αποτελούσαν το Επισκοπείο.
Επίσης μόλις αισθάνθηκε ότι δεν τον βοηθούν πλέον οι δυνάμεις του, για τη συνέχιση του έργου του, έστειλε στην Ιερά Σύνοδο την παρακάτω επιστολή (με ημερομηνία 8 Απριλίου 1968) υποβάλλοντας την παραίτησή του.
ΠΡΟΣ
Την Ιεράν Επαρχιακήν Σύνοδο της εν Κρήτης Ορθοδόξου κατ΄ Ανατολής του Χριστού Εκκλησίας
Εις Ηράκλειον
Σεβασμ. Άγιε Πρόεδρε και Άγιοι Συνοδικοί Σύνεδροι,
Από δύο και τριάκοντα έτη ότε τη Αρχιερατική συνετάγημεν χορεία ηγωνίσθημεν σθένει παντί, εν επαγρυπνήσει, εις άπαράτρεπτον απόδοσιν των Αρχιερατικών ημών καθηκόντων, εγκαρτερούντες δε, τη άνωθεν επιρρωνύμενη επικουρία και των Αγίων Αδελφών συναντιλήψει, επρυτανεύσαμεν των μεν πεπτωκότων την ανόρθωσιν, τοις δε ελλείπουσι την αναπλήρωσιν και διόρθωσιν, ώστε εαυτούς μεν και την εμπεπιστευμένην ημίν Εκκλησίαν εν Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου …..περισώσον.
Το επιτελεσθέν, ενώπιον του Δικαστηρίου Θεού εστίν.
Περισκοπούμενοι όμως τουντεύθεν της Αρχιερατικής προστασίας βάρος και την ενούσαν ημίν δύναμιν προς τούτο ήττονα κατανοούντες τη τε ασθενεία και γήρα ημών, τα της δυνάμεως παντάπασι αξητόνησε και ουκέτι αντέχει όλων δυνάμεθα, έτι δε ότι ημέρά αύτη πηδαλιουχία της Ιεράς ημών Μητροπόλεως, απαιτεί νέον των καιρών οιακοστρόφον, αλλά και ίνα μη δι’ αμέλειαν και επί τούτω, ευρεθώμεν υπόδικοι ενώπιον της Δικαιοσύνης του Θεού, τούτων πάντων ένεκεν δια του παρόντος, συνειδήσει ηρέμω και οικία βουλήσει, εκδηλούμεν ότι παραιτούμεθα της περαιτέρω Ποιμαντορίας της Ιεράς Μητροπόλεως Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου, εξαιτούμενοι την εγκάρδιον συγγνώμην και συγχώρεσις πάντων των περιποθήτων ημών αδελφών, αν ποτέ εν γνώσει είτε αγνοία κοινώς η μερικώς παρεπικροίναντες ελυπήσαμεν ως και ημείς Αυτοίς εκ βαθέων καρδίας την ομοίαν συγγνώμην και συγχώρησιν παρέχομεν, ει τις προς ημάς αντιδιατεθείς εφάνη και λυπήσας καθ΄ οίανδήποτε άκων είτε εκών.
Όθεν παρέχομεν την παρούσαν ημών ενυπόγραφον παραίτησιν επισφραγίστω τη ιδία ημών σφραγίδι εις ένδειξιν.
Μετ’ Αδελφικών ασπασμών και της εν Κυρίω Αγάπης.
Ο Μητροπολίτης
Αθανάσιος
Λέγεται πως όταν ο Αρχιεπίσκοπος Ευγένιος, στην έκτακτη συνεδρία της Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου της Εκκλησίας Κρήτης της 8ης Απριλίου 1968, ανακοίνωσε την παραίτηση του Μητροπολίτου Αθανασίου είχε προσθέσει μεταξύ άλλων: «Ούτος εν τη διαποιμάνσει της Ιεράς Μητροπόλεως Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου διεκρίθη διά το ανεπαίσχυντον αρχιερατικόν ήθος του, την προσήλωσίν του εις τα θέσμια και τας παραδόσεις της Αγιωτάτης ημών Εκκλησίας, την ταπείνωσίν του, το απλούν και απέριττον της ζωής του, την φιλαδελφίαν του, την προς τον περί αυτόν ιερόν Κλήρον και τον ευσεβή λαόν βαθείαν αγάπην και στοργήν του».
Βίος ασκητικός
Ο Αθανάσιος κοιμήθηκε στις 15 Μαρτίου 1981 ζώντας μέχρι τότε βίον ασκητικόν.
Προτομή του Αθανασίου τοποθετήθηκε την Κυριακή 18η Αυγούστου 2013 στη γενέτειρά του τον Πρινέ, με τη συμβολή της Ιεράς Μητρόπολης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου, της Ενορίας Προφήτου Ηλιού, της Ιεράς Μονής Αρκαδίου, του Ιδρύματος «Κληροδότημα Αναστασίου Κουταβά» διά των εκπροσώπων του: Φαλής Γεωργ. Βογιατζάκη, Ελευθερίου Κυρ. Βενιζέλου και Δημητρίου Εμμ. Αετουδάκη, φίλων του χωριού και κατοίκων του.
Σύμφωνα με τον μακαριστό Τίτο, στον επικήδειό του ο Αθανάσιος ήταν, «μεγάλη η ψυχή εις σώμα μικρόν, βιβλική η μορφή, ασκητική η έκφρασις, σπινθηροβόλον το βλέμμα, λευιτικόν το παράστημα, πυρσός η ευσέβεια. Στήλη φωτεινή η αρετή, εικών οσιότητος η αγιότης, ακρότομος έδρα η πίστις, αγρός θερισμού η ζωή.
Και το τελειότερο της σκιαγραφίας μιας τόσο λαμπρής προσωπικότητας ο επίλογος του Σεβασμιοτάτου Μητροπολίτη μας κ.κ. Ευγενίου, μιλώντας στην τελετή των αποκαλύπτηρίων της προτομής:
«Ο Αθανάσιος υπήρξε Αγαπητός και σεβάσμιος. Έτοιμος πάντοτε να συγχωρήσει τον πεσόντα και ν’ αναστηλώσει τον υποβασταζόμενο. Ιεράρχης σεμνός, πράος, αμνησίκακος, πλήρης αυταπαρνήσεως, μεγαθυμίας, αγαθωσύνης και φιλοτιμίας, ενδοκοσμικός ερημίτης… Ουσιώδη γνωρίσματα της ποιμαντορίας του η ταπείνωσις και η πραότης, η πανθομολογουμένη ευλάβεια, ευσέβεια και σεμνότης, ο φόβος του Θεού και η ενάρετος βιωματικότης, η φιλανθρωπία και φιλαλληλία». Θα συνεχίσουμε αύριο με μερικές ακόμα προσωπικότητες της ιστορικής οικογενείας.