Οι νεότεροι πνευματικοί άνθρωποι, παρόντες και εκείνοι στην ακολουθία, του οφείλουμε οπωσδήποτε περισσότερα. Είμαι σίγουρος ότι, όπως και στην περίπτωση του Γιάννη Σπανδάγου, θα υπάρξει σε εύλογο χρόνο και για τον Μανό Αστρινό μια εκδήλωση μνήμης. Του το χρωστούν, άλλωστε, οι φορείς τους οποίους με άκρα ευσυνειδησία υπηρέτησε επί σειρά δεκαετιών: ο Δήμος Ρεθύμνου, ο Σύνδεσμος για τη Διάδοση Καλών Τεχνών Ρεθύμνου, η Περιηγητική Λέσχη και, πιο πρόσφατα, το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο Ρεθύμνης. Σε κάθε περίπτωση το πραγματικό «φιλολογικό μνημόσυνο», όπως καθιερώθηκε να λέγεται, θα είναι η διάσωση, ψηφιοποίηση, συνέχιση, εξασφάλιση πρόσβασης και αξιοποίηση του αρχείου που κατέλειπε στην οικογένειά του και μέσω αυτής στη ρεθεμνιώτικη κοινωνία. Προς αυτή την κατεύθυνση, της επιβίωσης του εκλιπόντος μέσω της ανάδειξης της πνευματικής του εργασίας, μαθαίνω με χαρά ότι ήδη προσανατολίζεται ο Σύλλογος Κατοίκων της Παλιάς Πόλης του Ρεθύμνου, με τον προγραμματισμό πραγματοποίησης σχετικής έκθεσης στο εγγύς μέλλον.
Ο κύριος Μανός, όπως τον αποκαλούσαμε, και όχι κύριος Αστρινός, όπως θα επέβαλλε η εθιμοτυπία, χαρακτηριζόταν από πνεύμα ευταξίας και υπήρξε άνθρωπος επιβλητικός, αξιοσέβαστος, προσηνής, άρχων πραγματικός, εκπρόσωπος της τόσο δυσεύρετης σήμερα αλλά το πάλαι ποτέ πραγματικής ρεθεμνιώτικης αρχοντιάς, όπως ακριβώς την περιέγραψε ο Παντελής Πρεβελάκης. Είμαι σίγουρος ότι όποιος διάβασε το «Χρονικό μιας πολιτείας» και γνώριζε στοιχειωδώς τα πράγματα του Ρεθύμνου, τον Μανό Αστρινό θα σκεφτόταν όταν διάβαζε:
… Λέγεται ακόμα, πράμα που μπορείς να το βεβαιώσεις και σήμερα, πως οι πολίτες του Ρεθύμνου ήταν άνθρωποι αγαθοί, σεμνοί και συνάμα περήφανοι, διαβασμένοι και καλότροποι, κοντολογίς είδος ποθητό μέσα στο φιλοτάραχο νησί…
Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που ο κύριος Μανός ήταν εκ των πρωτοστατών στις εκδηλώσεις ανακήρυξης του Π. Πρεβελάκη σε επίτιμο δημότη του Ρεθύμνου αλλά και αργότερα, μετά τον θάνατό του, στον ενταφιασμό στον Εβλιγιά και στην τοποθέτηση των δύο αναμνηστικών του υμνητή του Ρεθύμνου κατασκευών. Μ’ αυτή την έννοια ο αναγνώστης του ανά χείρας σημειώματος δεν θα ήταν άσκοπο να αναζητήσει και να ξαναδιαβάσει τον λόγο αντιφώνησης, που εκφώνησε ο τιμώμενος συγγραφέας προς τους συντοπίτες του, στις 29 Οκτωβρίου 1977 και που ευτυχώς διασώθηκε με την έκδοσή του υπό τον τίτλο «Το Ρέθεμνος ως ύφος ζωής».
Δεν ήταν μόνο η φυσική ομορφιά και οι τρόποι που τον έκαναν να ενσαρκώνει το «ύφος» του παλιού Ρεθύμνου. Ήταν ασφαλώς και το γεγονός ότι προερχόταν από μια πνευματική οικογένεια, η οποία μεταξύ άλλων έχει να παρουσιάσει έναν έμπορο-συνδρομητή βιβλίων (Εμμανουήλ) τη δεκαετία του 1880, έναν γραμματέα του Γυμναστικού Συλλόγου Ρεθύμνης το 1902 (Ευάγγελος), έναν δικαστή, δραστήριο πολίτη και πρωτεργάτη του Ρεθεμνιώτικου Καρναβαλιού (Νικόλαος) κ.λπ. Με την ευκαιρία ας θυμηθούμε ότι το Ρεθεμνιώτικο Καρναβάλι δεν έχει βέβαια ιστορία 20 ετών, όπως βάλθηκαν να μας πείσουν συμπολίτες χωρίς στέρεη ιστορική γνώση, αλλά -ούτε λίγο ούτε πολύ- ενός αιώνα, όπως αποδεικνύεται από τις ιστορικές πηγές αλλά και από μια φωτογραφία, που πρωτοδημοσιεύτηκε στα εξαιρετικά αφηγήματα «Εν Ρεθύμνω» της Μαρίας Τσιριμονάκη το 1997. Οι αναγνώστες ας μου επιτρέψουν εδώ μια ακόμα παρέμβαση, με την παράθεση της φωτογραφίας και τμήματος της λεζάντας της:
…Τυρινή Κυριακή του 1915. Στη μεγάλη παρέλαση του Καρνάβαλου, οργανωμένη από το Κομιτάτο των Απόκρεω, ο Βασιλιάς Καρνάβαλος-Μανόλης Κανακάκης… Στη φωτογραφία αναγνωρίστηκαν οι Βαγγέλης Μουδριανάκης…, Αριστείδης Κορωνάκης…, Κωστής Κούνουπας…
Ποιος άραγε θα μπορούσε να έχει διασώσει την παραπάνω φωτογραφία-ντοκουμέντο, αλλά και ποιος θα μπορούσε να αναγνωρίσει τα πρόσωπά της, εκτός από τον κύριο Μανό;
Ο Μ. Αστρινός υπήρξε επί ολόκληρη τριακονταπενταετία υπηρέτης της κοινωνίας του Ρεθύμνου. Υπήρξε απόφοιτος της τότε Παντείου Σχολής (σήμερα Παντείου Πανεπιστημίου), ο πρώτος διορισμένος στον Δήμο Ρεθύμνης απόφοιτος ανώτατης εκπαίδευσης. Υπηρέτησε το Ρέθυμνο και τους αιρετούς του άρχοντες Δημήτρη Αρχοντάκη, Μανόλη Καλαϊτζάκη και Χρήστο Σκουλούδη, ως Προϊστάμενος των υπηρεσιών του αρχικά και στη συνέχεια ως Διευθυντής. Δεν είναι άσκοπο να αναφερθεί ότι συνέχισε να προσφέρει καθημερινά τις υπηρεσίες του στον Δήμο και μετά την συνταξιοδότησή του, αμισθί. Το ποδήλατό του έξω από την πύλη του Δημαρχείου σηματοδοτούσε επί σειρά ετών την αθόρυβη προσφορά του και η συγκατοίκησή του στο ίδιο γραφείο με τον επίσης ευγενή Νομπέλ Αρμάν δημιουργούσε μια όαση πολιτισμού, σε έναν χώρο που κατά τα άλλα μόνο σε ευγένεια και προσήνεια δεν παρέπεμπε…
Υπήρξε όμως και ενεργός πολίτης, γεγονός που αποδεικνύεται από τη συμμετοχή του σε πληθώρα φορέων, αλλά πάνω απ’ όλα στον «Σύνδεσμο Διάδοσης Καλών Τεχνών», το πιο γνωστό ως Ωδείο Ρεθύμνου. Το υπηρέτησε αθόρυβα για 52 χρόνια και επί σειρά ετών διετέλεσε πρόεδρός του. Αξίζει, ίσως, να αναφερθεί εδώ ότι επελέγη να μπει στο διοικητικό συμβούλιο του Συνδέσμου από τον αείμνηστο φαρμακοποιό Ευάγγελο Νησιανάκη (1902-1985), που υπήρξε πρόεδρός του επί σειρά δεκαετιών αλλά και πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου και παράγοντας του Προσκοπισμού (στοιχεία από τους «Ρεθεμνιώτες» του Γ. Εκκεκάκη). Οι παλιότεροι θυμόμαστε την αυστηρότητα του ανθρώπου, ο οποίος τοποθέτησε δοκιμαστικά τον Μ. Αστρινό ως ταμία, μέχρις ότου η επιτυχημένη θητεία του οδήγησε στην προεδρία. Να θυμίσουμε επίσης ότι ο Σύνδεσμος υπήρξε επί σειρά ετών ένας από τους ελάχιστους τότε φορείς πολιτισμικής αναβάθμισης του Ρεθύμνου.
Ο εκλιπών υπηρέτησε τον πολιτισμό και από άλλα μετερίζια. Με τη συμμετοχή και οργανωτικότητά του έγινε εφικτή το 1977 η παραγωγή του φιλμ «Μνήμη Παντελή Πρεβελάκη» από το ζεύγος του Γιώργου και της Ηρώς Σγουράκη. Αργότερα στο αρχείο και στις γνώσεις του στηρίχτηκε η παραγωγή του βιβλίου «Δικηγορικός Σύλλογος Ρεθύμνης, μια φωτογραφική αναδρομή». Οπωσδήποτε η προσφορά του αποτυπώνεται πάνω απ’ όλα στο διπλό βιβλίο «Ποιητικά Σκιρτήματα. Μαθητικές Αναπολήσεις», που εξέδωσε το έτος 2004, με την ευγενική χορηγία του Γιάννη Χαλκιαδάκη της «Γραφοτεχνικής». Το βιβλίο εκείνο στο πρώτο μέρος περιλαμβάνει τα ποιήματα του συμμαθητή του Μ. Αστρινού Μιχάλη Παπαδαντωνάκη. Το δεύτερο μέρος, το οποίο είναι και εκτενέστερο, αποτελεί αποκλειστικό δημιούργημα του μεταστάντος και είναι μέχρι και σήμερα το «εκπαιδευτικό ευαγγέλιο» του Ρεθύμνου και όχι χωρίς λόγο: περιλαμβάνει, εκτός των κειμένων, 6 ιστορικές φωτογραφίες του Ρεθύμνου και 72 σχετικές με την εκπαίδευσή του, όλες υπομνηματισμένες. Θυμάμαι τις αλλεπάλληλες επισκέψεις στη μητέρα μου, συμμαθήτριά του, για το ξεκαθάρισμα της ταυτότητας των εικονιζόμενων περισσότερων από 400 προσώπων στις φωτογραφίες αυτές. Είμαι σίγουρος ότι οι επισκέψεις και τηλεφωνικές επικοινωνίες εκείνες θα υπήρξαν πολύ περισσότερες απ’ όσες μπορούμε να φανταστούμε. Οπωσδήποτε μαζί με το βιβλίο αξίζει να μελετηθεί και η παρατιθέμενη στους συμμαθητές του, επικολλημένη μόνο στα αντίτυπά τους, επιστολή, ιδιαίτερα στο τμήμα της που περιδιαβαίνει νοερά στο Ρέθυμνο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Θα πρέπει να τονιστεί εδώ, ο Μ. Αστρινός δεν υπήρξε απλά συλλέκτης, αλλά αρχειοθέτης και τεκμηριωτής. Υπό άλλες συνθήκες θα είχε κάνει ασφαλώς και το επόμενο βήμα, να μετατραπεί σε ιστοριογράφο, βήμα που μόνο με το παραπάνω βιβλίο ξεκίνησε να κάνει. Το γεγονός, όμως, ότι υπήρξε βασικά αρχειοθέτης και τεκμηριωτής αποτελεί, τελικά, ευτύχημα για το Ρέθυμνο. Κανένας άλλος (εκτός ίσως από την Γ. Π. Εκκεκάκη) δεν θα μπορούσε με τόση επιμέλεια, επί τόσο πολύ χρόνο και με τόση επιμονή και συνέχεια να αναζητήσει τα φωτογραφικά -και όχι μόνο- τεκμήρια της ιστορίας του Ρεθύμνου!
Όπως και κανένας άλλος δεν θα μπορέσει να τον αντικαταστήσει στην οργανωτικότητα σε έναν άλλο τομέα, της υποστήριξης εκδηλώσεων. Εννοώ εδώ εκδηλώσεων πνευματικών, με βάθος χρόνου και ουσίας. Θυμάμαι πρόχειρα, πλην των εκδηλώσεων τιμής στον Π. Πρεβελάκη, που ήδη αναφέρθηκαν, την υποδοχή του Ζακ Σαντέρ στο Ρέθυμνο και τις τιμητικές εκδηλώσεις για την Ειρήνη Παπά. Στα εναπομείναντα από τις εκδηλώσεις εκείνες κατάλοιπα αλλά και στα πολλαπλάσια από τις αντίστοιχες προσφοράς των συμμαθητών των Γυμνασίων Αρρένων και Θηλέων Ρεθύμνου του σχολικού έτους 1945-46, πολύ σπάνια θα συναντήσουμε τον Μανό Αστρινό, παρότι είναι κοινό μυστικό ότι υπήρξε ο αθόρυβος εμπνευστής και εργάτης τους. Κι αν σήμερα μπορούμε να απολαμβάνουμε ένα οργανωμένο δημόσιο αίθριο στο Ρέθυμνο, στην πλατεία 25ης Μαρτίου 1821, με την κρήνη, τα περιποιημένα παγκάκια και τις ανθισμένες την άνοιξη νεραντζιές, αυτό οφείλεται σ’ αυτόν και στους 105 συμμαθητές και συμμαθήτριές του που πείστηκαν από αυτόν ότι κάθε γενιά αλλά και καθένας ξεχωριστά θα πρέπει να αφήνει το ίχνος του στον γενέθλιο τόπο.
Ο Μ. Αστρινός υπήρξε, όμως, και γενναίος. Παρά το γεγονός ότι υπήρξε ένας από τους ελάχιστους δημοτικούς υπαλλήλους που προσελήφθη για τα προσόντα του, που δεν «χρωστούσε» δηλαδή σε κανέναν αλλά αντίθετα όλοι του «χρωστούσαν», ήταν -μαζί με τη Φέφη Βαλαρή- ο μόνος που πήρε μολύβι και χαρτί και δημοσιοποίησε την αντίθεσή του στην άδικη και εξοντωτική καταδίκη του πρώην δημάρχου Δημήτρη Αρχοντάκη. Το έκανα θαρραλέα, με εγκυρότητα, με σεβασμό στη δικαιοσύνη, με αξιοπρέπεια, χρησιμοποιώντας μόλις 204 λέξεις και υπογράφοντας με τον τίτλο «τέως Διευθυντής του Δήμου Ρεθύμνης». Ήταν ίσως η μοναδική φορά που τον χρησιμοποίησε σε εξωυπηρεσιακό έγγραφο, ξεπερνώντας την έμφυτη σεμνότητά του, προσπαθώντας να τεκμηριώσει με την εμπειρία της θέσης την τοποθέτησή του.
Εκτός από γενναίος, υπήρξε όμως και γενναιόδωρος. Πολλοί θα μπορούσαν να μαρτυρήσουν περί αυτού, με επιφανέστερο το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο Ρεθύμνης, το οποίο στις 24 Σεπτεμβρίου του 2011 δέχτηκε ως δωρεά σημαντικό μέρος των συλλογών του. Και όπως ανέφερε στην σχετική ανακοίνωση-ευχαριστία το Μουσείο, «ο κ. Αστρινός είναι ένας από τους ανθρώπους που πιστεύει ότι η ιστορική μας κληρονομιά ανήκει σε όλο τον κόσμο και αυτό το απέδειξε με την πρόσφατη δωρεά του».
Τελειώνω το μακροσκελές σημείωμα με μερικές προσωπικές εκτιμήσεις. Είχα την ευκαιρία να συνεργαστώ μαζί του σε τρεις περιπτώσεις. Τον γνώρισα καλύτερα όταν ονοματοδότησα μία από τις αίθουσες του Κέντρου Περιβαλλοντικής Αγωγής και Ενημέρωσης «Φάλκονας» σε «Αίθουσα Βασίλης Τσάκωνας» και χρειάστηκε να τεκμηριώσω την επιλογή μου αυτή με στοιχεία από τη ζωή του αδικοχαμένου αυτού οικολόγου, αδελφού της συζύγου του. Σεμνύνομαι ότι κατόρθωσα να διασώσω την ομιλία του στα εγκαίνια του Κέντρου σε μια μικρή και δυσεύρετη σήμερα έκδοση, με τον τίτλο «Εις μνήμην. Μορφές του οικολογικού κινήματος της Κρήτης».
Είχα επίσης την ευκαιρία να τον γνωρίσω καλύτερα όταν αποφασίσαμε να συγκροτήσουμε φωτογραφικό αρχείο για το 2ο Δημοτικό Σχολείο και στη συνέχεια να εκδώσουμε δύο αναμνηστικά της ιστορίας του ημερολόγια. Τότε μπήκα και θαύμασα τον «κόσμο των Εφκαφικών», με τους εκατοντάδες φακέλους και τα δεκάδες φύλλα καθενός από αυτούς, στα οποία με πρωτοφανή επιμέλεια είχε επικολλήσει μεγάλης αξίας φωτογραφικό υλικό και είχε αναγράψει ό,τι σχετικό μπορούσε να πληροφορηθεί, χωρίς να θεωρεί ποτέ την προσπάθεια αυτή τετελεσμένη.
Είχα, τέλος, την ευκαιρία να γίνω ξανά αποδέκτης της γενναιοδωρίας του, όταν με κάλεσε για να μου παραδώσει μερικά ενθυμήματα μιας θρυλικής για τους Μικρασιάτες πρόσφυγες μορφής, της δασκάλας Αμφιθέας Ουγιάρογλου, για το Σχολικό Μουσείο του τότε Δήμου Αρκαδίου και σήμερα Ρεθύμνου. Στην περίπτωση όμως εκείνη αρνήθηκα, προς στιγμήν, ευγενικά την προσφορά του, πριν τουλάχιστον οι υπεύθυνοι δημοτικοί άρχοντες γίνουν πραγματικοί υπεύθυνοι, ώστε το υλικό αυτό να μην καταστραφεί ή απαξιωθεί. Νομίζω ότι οι πρόσφατες εξελίξεις, οι οποίες δεν είναι της στιγμής, με δικαιώνουν και σε κάθε περίπτωση αισθάνομαι ότι δεν πρόδωσα την εμπιστοσύνη του. Το γεγονός ότι, παρόλα τα προβλήματα της υγείας του, ήταν παρών σε όλες τις ομιλίες που έχω πραγματοποιήσει, στον «Φάλκονα», στο Λύκειο των Ελληνίδων, και στα Παλαιοντολογικό και Λαογραφικό Μουσείο με κάνουν να μην έχω ενοχές.
Ο Μανός Αστρινός υπήρξε επίσης ευπατρίδης, αλλά και χιουμορίστας. Όπως όλοι οι αρχειοθέτες, αρχειοθέτησε με απόλυτο πάθος έγγραφα, φωτογραφίες, ζωγραφιές, προγράμματα εκδηλώσεων, αποκόμματα εφημερίδων και ό,τι άλλο μπορούμε να φανταστούμε. Το πάθος αυτό του απορροφούσε απίστευτο χρόνο και χρήματα. Αλλά, όπως όλοι οι αυθεντικοί αρχειοθέτες δεν μπορούσε παρά να διακατέχεται (ως προς το αρχείο του Δήμου, όχι ως προς το δικό του) από αισθήματα απώθησης των υποψήφιων χρηστών. Υπήρξε οπαδός του 8ου κανόνα του Ουμπέρτο Έκο (στο βιβλίο του «De Bibliotheca»), που αναφέρει ότι «Ο βιβλιοθηκάριος/ και ο αρχειοθέτης/ πρέπει να θεωρεί τον αναγνώστη εχθρό του, χασομέρη (άλλως θα πήγαινε να δουλέψει), και δυνάμει κλέφτη». Δεν είχε όμως τη δυνατότητα να εφαρμόσει και τον 14ο κανόνα, ο οποίος αναφέρει ότι «Τα ωράρια της βιβλιοθήκης/αρχείου πρέπει να συμπίπτουν επακριβώς με τα ωράρια εργασίας των χρηστών», γιατί ο ίδιος είχε μετατρέψει σε δεύτερο ή ίσως και πρώτο σπίτι τον Δήμο Ρεθύμνου. Έτσι, όταν χρειάστηκα το έτος 1995 να ψάξω την απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του 1946 για την κατεδάφιση του βενετσιάνικου ρολογιού, βρέθηκα μπροστά στην άρνησή του, ως όφειλε ως παθιασμένος αρχειοθέτης. Όταν όμως άρχισα να τον επισκέπτομαι κάθε μεσημέρι μετά το σχολείο και να επιμένω και όταν του δήλωσα ότι θα το κάνω μέχρι να μου επιτρέψει την πρόσβαση, κάλεσε την αρμόδια υπάλληλο και τη ρώτησε αν με γνωρίζει. Στην αρνητική απάντησή της ήρθε να με συστήσει, με στοιχεία και πέραν του ονόματός μου: «Πήγαινέ τον στο υπόγειο, σε παρακαλώ», της είπε, «και βρες του ό,τι σου ζητήσει». «Ξέρεις τι είναι να μπλέξεις με έναν πέτσακα Στρατιδάκη»;
Είμαι σίγουρος ότι ο άρχοντας αρχειοθέτης της ρεθεμνιώτικης ιστορίας Μανός Αστρινός πορεύεται με τις ίδιες αρχές, «αγαθός, σεμνός και συνάμα περήφανος, διαβασμένος και καλότροπος», ευπατρίδης και χιουμορίστας στα μονοπάτια της αιωνιότητας,. Δεν ξέρω αν θα μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε και να αναδείξουμε όπως πραγματικά της αξίζει την παρακαταθήκη σου, γιατί ως σήμερα αποδεικνυόμαστε οι Ρεθεμνιώτες μικρότεροι των περιστάσεων. Θα το προσπαθήσουμε, όμως!
δάσκαλος-σχολικός σύμβουλος