Αυτή η γυναίκα μονοπώλησε τη σκέψη μου αρκετές φορές. Μου έτυχε να συναντήσω αρκετές δέσποινες του Ρεθύμνου που εκτίμησα και αγάπησα, αλλά η Μαρία Λιονή κυριαρχεί πάντα σε στιγμές που αναρωτιέμαι αν υπάρχει ανθρωπιά και καλοσύνη.
Η Μαρία γόνος ιστορικής οικογένειας με πολλές αγωνιστικές περγαμηνές ήθελε πάντα να ζει στη σκιά. Δεν την ενδιέφερε παρά να τιμά την οικογένειά της και τον τόπο της. Έτσι έγινε πρότυπο ηθικής.
Μια βαθιά χριστιανική αντίληψη τη χαρακτήριζε από τα παιδικά της χρόνια.
Γεννήθηκε το 1905. Ήταν κόρη του Σπύρου Μανουσάκη (Γκιουστάκη) και της Ασπασίας Λεντζάκη.
Μετά τις σπουδές της βρέθηκε στη Νομαρχία να προσφέρει πολύτιμες υπηρεσίες στον καθένα που έφθανε εκεί για υπόθεσή του, αλλά ο αναλφαβητισμός που κυριαρχούσε δεν του επέτρεπε να διεκπεραιώσει το θέμα του, χωρίς βοήθεια. Στους ανθρώπους αυτούς η Μαρία έδειχνε τον καλύτερο εαυτό της και πάντα με το χαμόγελο εξυπηρετούσε. Όσο για τους ιδιότροπους εκεί έδειχνε μια τεράστια υπομονή και κατανόηση, έτσι που να τους κάνει να φεύγουν μετανοιωμένοι για την απότομη συμπεριφορά τους.
Έτσι έγινε η αξιαγάπητη Μαρία που είχε και μια εξαιρετική ομορφιά.
Μια νύφη αξιοζήλευτη
Ο γάμος της με τον αυτοκινητιστή Γιώργο Λιονή την έφερε στο Ατσιπόπουλο.
Όλοι είχαν να κάνουν με τη νύφη. Αν και ήταν ήδη μια δημόσιος υπάλληλος, μεγάλη κοινωνική διάκριση για την εποχή, εκείνη παρέμενε μια τέλεια σύζυγος, τρυφερή μητέρα και εξαιρετική νοικοκυρά. Ένας υπέροχος άνθρωπος.
Αξιολογώντας τις αρετές της με τα σημερινά δεδομένα διαπιστώνουμε ότι η Μαρία Λιονή έβλεπε πιο μακριά από τον καιρό της και εφάρμοζε δικούς της κώδικες συμπεριφοράς, που έγιναν «σχολή» για κάθε νέα που τη θαύμαζε και την είχε πρότυπο.
Η Μαρία στην Αντίσταση
Εκεί στην Νομαρχία τη βρήκε η Κατοχή. Σαν αρχειοφύλακας είχε την ευχέρεια πρόσβασης σε κάθε επίσημο έγγραφο. Κι αυτό ήταν το κίνητρο για τον κορυφαίο της Αντίστασης Χρίστο Τζιφάκη να ζητήσει τη συνεργασία της.
Οι κίνδυνοι ήταν γνωστοί, αλλά η Μαρία δεν δίστασε ούτε στιγμή. Πίστευε στον αγώνα και ήθελε οι γενιές που θα ακολουθούσαν να μη ζουν κάτω από τον εφιάλτη της ναζιστικής κατοχής.
Όπως επέβαλαν οι συνθήκες των χαλεπών εκείνων καιρών κανένας από τους πατριώτες που συμμετείχαν στις αποστολές δεν ήξερε λεπτομέρειες για τα πρόσωπα που συναντούσε ακόμα και σε καθημερινή βάση. Ήταν ένας τρόπος προστασίας των ιδίων και κυρίως του αγώνα.
Έτσι μια μέρα η Μαρία ειδοποιήθηκε για το νέο της σύνδεσμο και προετοιμάστηκε να τον συναντήσει. Σημείο αναγνώρισης μια πέννα – κονδυλοφόρος. Ποια η έκπληξή της όταν συνάντησε ένα μικρό αγόρι. Πολλά χρόνια αργότερα κι εντελώς τυχαία θα μάθαινε πως ο νεαρός της συνεργάτης με το αδάμαστο θάρρος και την εξαιρετική για την ηλικία του ευφυία, ήταν ο μετέπειτα δάσκαλος Κώστας Μυγιάκης.
Τότε που συνεργάζονταν καθήκον της ήταν να κατεβαίνει τη σκάλα της Νομαρχίας όταν ερχόταν ο μικρός και αδιάφορη να κατευθύνεται στην τουαλέτα, όπου θα έκρυβε κάποιο μήνυμα. Όταν έβγαινε, έτρεχε ο νεαρός της συναγωνιστής να πάρει το μήνυμα που θα μετέφερε, όπου όριζε η εντολή των στελεχών. Συνήθως τελικός προορισμός ήταν το Αρκάδι και ο Διονύσιος Ψαρουδάκης.
Αντίθετα η Μαρία είχε στενή και άμεση επαφή με το Χρίστο Τζιφάκη, προνόμιο που δεν είχαν άλλες γυναίκες, όπως θα μας βεβαιώσει η αρχόντισσα του Ατσιποπούλου Ευαγγελία Παπαλεξάκη.
Ο Τζιφάκης ήξερε να ξεχωρίζει πρόσωπα και να επιλέγει συνεργάτες. Και στην περίπτωση της Μαρίας είχε το ιδανικό πρότυπο για την επιτυχία των αποστολών.
Όσο ψύχραιμη όμως κι αν φαινόταν εκείνη μόνο ήξερε πόση δύναμη απαιτούσε η ανάγκη να ανταποκριθεί σε όλα της τα καθήκοντα.
Κι ήταν φυσικό κάποια στιγμή σαν άνθρωπος κι αυτή να αφαιρεθεί και να κινδυνέψει πολύ σοβαρά αν δεν είχε την μεγάλη τύχη να την ακολουθεί ο Χρίστος Τζιφάκης. Είχε σχολάσει από την υπηρεσία και κατευθυνόταν στο λημέρι όταν κατάλαβε πως κάποιος την ακολουθεί. Με στεναγμό ανακούφισης διαπίστωσε ότι ήταν ο αρχηγός. Κάπως βλοσυρός όμως.
– Έχασες κάτι; τη ρώτησε.
Και χωρίς να περιμένει απάντηση της έδωσε το πορτοφόλι της που της είχε πέσει κατά τη διαδρομή χωρίς να το αντιληφθεί. Έχασε το χρώμα της η κοπέλα. Γιατί εκεί έκρυβε το σημερινό της απόκτημα. Ένα χάρτη με πολύτιμα στοιχεία για την ομάδα δράσης.
– Ευτυχώς της είπε ο Τζιφάκης. Και σώπασε. Δεν ήθελε να τη φέρει άλλο σε δύσκολη θέση. Άνθρωπος ήταν κι αυτή.
Η γενναία κοπέλα δεν σταμάτησε ούτε λεπτό να ξαφνιάζει τους πάντες με το θάρρος και την ψυχραιμία της.
Μια μέρα, ενώ έγραφε στη γραφομηχανή μια προκήρυξη αντιλήφθηκε ένα Γερμανό που στεκόταν σαν ίσκιος θανάτου πάνω της. Ήταν από τις εφόδους ρουτίνας. Η Μαρία παρέμεινε ήρεμη και δεν παρέλειψε να κοιτάξει μια δυο φορές τον στρατιώτη χαρίζοντας ένα φιλικό αθώο χαμόγελο. Εκείνος ευτυχώς δεν έμεινε άλλο. Έτσι η γενναία αγωνίστρια είχε το χρόνο να τελειώσει και να εκτελέσει με επιτυχία και εκείνη την αποστολή της ημέρας.
Ακραίες πράξεις απερίγραπτου ηρωισμού
Η φλόγα της για την επιτυχία του αγώνα την οδηγούσε μερικές φορές και σε ακρότητες που τις σκέπτεσαι και παγώνεις. Η ανάμειξη του πρωτότοκου παιδιού της σε αυτές έδειχνε το υψηλό πατριωτικό της φρόνημα.
Ποιος να φανταστεί ότι η όμορφη γυναίκα που κατέβαινε από το Ατσιπόπουλο στην πόλη σέρνοντας ένα μικρό αγοράκι έκρυβε στα ρούχα της ότι πιο επικίνδυνο θα μπορούσε να βλάψει τον εχθρό. Και οι συνθήκες την υποχρέωναν σε μεγαλύτερες ακόμα αποκοτιές.
Μια μέρα είχε πάρει εντολή να μεταφέρει ένα πιστόλι στο Ρέθυμνο. Ήταν μια εξαιρετικά επικίνδυνη αποστολή, γιατί έπρεπε να περάσει υποχρεωτικά από το φυλάκιο εκεί στην έξοδο του Ατσιποπούλου. Μετά από σκέψη πήρε τη τσάντα του γιου της Γιάννη, έβαλε το πιστόλι μέσα και το σκέπασε με τα βιβλία. Πήρε μετά τη τσάντα και την τύλιξε σε χώματα.
– Αν μας πιάσουν εξήγησε στο μικρό παιδί, που έδειχνε όμως ωριμότητα δυσανάλογη με την ηλικία του, θα πούμε πως βρήκαμε τη τσάντα και πάμε να την παραδώσουμε.
Ευτυχώς ούτε για τη Μαρία ούτε για το μικρό της ήρωα υπήρξε πρόβλημα. Για να συνεχίσουν τον αγώνα τους καθένας στο δικό του μετερίζι μέχρι το τέλος.
Η ευφυία της Μαρίας έδινε πολλές φορές λύση σε προβλήματα ουσιαστικά. Όπως για παράδειγμα στην κάλυψη των Άγγλων που έκρυβαν με κίνδυνο της ζωής τους.
Η κ. Παπαλεξάκη θα μας βεβαιώσει ότι η Μαρία έφερνε στο λημέρι μελάνι από τον πολύγραφο και το άπλωνε στα μαλλιά τους για να εξαφανίσει το ξανθό που πρόδιδε την εθνικότητα.
Ακόμα κι όταν ήταν έγκυος στο Σπύρο της, κοντά στη δύση της κατοχής δεν σταμάτησε τα καθημερινά της δρομολόγια στο λημέρι για να πάρει εντολές και να παραδώσει πολύτιμες πληροφορίες και μηνύματα.
Αυτό το βεβαιώνει έγγραφο του Χρίστου Τζιφάκη που της παρέχει αργότερα και άδεια λοχείας σαν επιβράβευση του μόχθου της. Ούτε μια μέρα δεν είχε απουσιάσει από το καθήκον.
Άγγελος καλοσύνης
Ήρθαν τα χρόνια της ειρήνης για να ξεκινήσει η Μαρία καινούργιους αγώνες προκειμένου να ανακουφίσει την ανθρώπινη δυστυχία. Ποτέ δεν ζήτησε ανταπόδοση για την προσφορά της στην πατρίδα.
Ο παπα-Γιάννης Πίτερης είχε δημιουργήσει την «Παιδική Στέγη».
Εκεί παιδιά απόρων οικογενειών εύρισκαν θαλπωρή και φαγητό. Αυτά τα παιδιά που σήμερα είναι επιστήμονες και σπουδαίοι άνθρωποι θυμούνται με μεγάλη αγάπη τη Μαρία Λιονή που από το 1961, είχε μεταβάλει το σπίτι της αρχικά σε άσυλο μέχρι να γίνουν οι εγκαταστάσεις στον Τίμιο Σταυρό.
– Ποτέ δεν έκλεινε η πόρτα μας θα πει ο γιος της Σπύρος. Ήταν πάντα ανοιχτή για τους προμηθευτές, για τον καθένα που είχε σχέση με τη Στέγη. Και η μητέρα νύχτα μέρα στο καθήκον με συνεχή αγωνία αν φθάσουν τα χρήματα ή που θα βρεθούν για τις προμήθειες.
Μια άλλη κοπέλα σημαντική κι αυτή σήμερα στον κοινωνικό μας ιστό, θα πει πως η Μαρία Λιονή ξαγρύπνησε σαν μάνα στο προσκέφαλό της όταν ήταν άρρωστη.
Ένα τραγικό τέλος
Κι ήρθε η αποφράδα μέρα του Αυγούστου το 1970.
Η Μαρία θα πήγαινε στο Ηράκλειο για τη διαδικασία αλλαγής πινακίδων σε νέο λεωφορείο του συζύγου της με συνιδιοκτησία Μιχάλη Δημητρακάκη που αντικαθιστούσε ένα παλιό.
Θέλησε να πάρει μαζί της και τις δυο αφοσιωμένες φίλες και συνεργάτιδές της την Κωστούλα Τζέτζου και τη Θεανώ Μακρή. Δυο ακόμα γυναίκες με έντονη φιλανθρωπική δράση.
Κάποια στιγμή, χωρίς να είναι γνωστά τα αίτια, το λεωφορείο εκεί στο ύψος της Δαμάστας βρέθηκε στο γκρεμό. Τι τραγική ειρωνεία αλήθεια. Μόλις λίγα μέτρα πιο εκεί υπήρχε ένα δέντρο που θα μπορούσε να το κρατήσει. Να προλάβει την τραγωδία.
Τα σωστικά συνεργεία ανέλαβαν τον άχαρο ρόλο να ανασύρουν νεκρούς και τραυματίες. Η Μαρία ανασύρθηκε ζωντανή και μεταφέρθηκε σε αυτοκίνητο για το Βενιζέλειο. Φαίνεται όμως πως πρόλαβε να δει το σκηνικό της φρίκης και τις νεκρές φίλες της κι έπαθε σοκ. Ο οδηγός που τη μετέφερε στο Νοσοκομείο θα πει αργότερα ότι καθ’ οδόν η Μαρία ένοιωσε έντονη δυσφορία. Όταν έφθασαν στον αύλειο χώρο του Νοσοκομείου διαπιστώθηκε ότι η Μαρία ήταν νεκρή. Δεν θέλησε φαίνεται να αφήσει μόνες τις αγαπημένες της φίλες στο αιώνιο ταξίδι τους.
Η είδηση του τροχαίου συντάραξε τη μικρή κοινωνία του Ρεθύμνου. Η κηδεία έγινε με πάνδημη συμμετοχή. Για μέρες οι εφημερίδες δημοσίευαν νεκρολογίες και ψηφίσματα. Από τις πιο συγκινητικές η νεκρολογία της Βιργινίας Τσουδερού. Τότε έγραψε και ο Κωστής Καλλέργης (Κ.Ι.Γ.Κ.) το πρώτο του ποίημα δείγμα ευγνωμοσύνης στην υπέροχη κυρία που φρόντιζε με τόση αγάπη παιδιά που χρειάζονταν στήριξη.
Έτσι πέρασε στην αθανασία η Μαρία Λιονή. Ένας άγγελος καλοσύνης που σκόρπιζε φως ζωής σε κάθε πλάσμα που είχε ανάγκη στήριξης για να επιβιώσει σε κάθε άνθρωπο που ζούσε το δικό του Γολγοθά.
Για τη γυναίκα αυτή άραγε δεν θα άξιζε μια έστω και καθυστερημένα αναγνώριση από τον τόπο που με τόση αυτοθυσία και αυταπάρνηση υπηρέτησε;;;