Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΦΡΥΓΑΝΑΚΗ
«Καλλίστην παιδείαν ηγητέον πρός αληθινόν βίον την εκ της πραγματικής ιστορίας περιγιγνομένην εμπειρίαν. Μόνη γαρ αύτη, χωρίς βλάβης, από παντός καιρού και περιστάσεως, κριτάς αληθινούς αποτελεί του βελτίονος». (Πολύβιος, Ιστορίες,1.35.9)
(Ως καλύτερη παιδεία για αληθινή ζωή, πρέπει να θεωρείται εκείνη που προέρχεται από τη γνώση της πραγματικής ιστορίας. Διότι μόνο αυτή, χωρίς να βλάπτει, σε κάθε καιρό και περίσταση, δημιουργεί την αντικειμενική κρίση για το σωστότερο).
Αυτό το αξίωμα προφανώς είχε ως πυξίδα του ο πολυγραφότατος και αειφόρος συντοπίτης μας δάσκαλος Μαρίνος Γαλανάκης, όταν συνέγραφε το βιβλίο του (ένατο στη σειρά) με τίτλο «Η επανάσταση της Κρήτης 1878, αποκαλύψεις – καταγγελίες» και με τον προϊδεαστικό υπότιτλο: «1878-2018: 140 χρόνια μετά διαλάμπει η Αλήθεια!». (Εκτύπωση: Γραφοτεχνική Κρήτης ΑΕΕ, Ρέθυμνο 2019)
Πρόκειται για ένα εντυπωσιακό κατ’ αρχήν για τον όγκο του έργο: 1.200 σελίδες, διαστάσεων 17 Χ 24 εκ. Ένα τόσο επίπονο πόνημα σε μια… όχι και τόσο μικρή ηλικία του συγγραφέα δεν είναι μικρό πράγμα!
Στο δίτομο αυτό έργο ο συγγραφέας (που πρέπει να σημειωθεί ότι είχε και την επιμέλεια της έκδοσής του) επικεντρώνεται στην «κομβική» επανάσταση της οθωμανοκρατούμενης Κρήτης 1878 (που οδήγησε στη Σύμβαση της Χαλέπας, τον Οκτώβριο του 1878, και την ημιαυτονομία της Κρήτης) και επεκτείνεται στις επαναστάσεις που εκδηλώθηκαν παράλληλα στις υπόλοιπες κατεχόμενες ελληνικές περιοχές της Βαλκανικής (Θεσσαλία, Ήπειρο, Μακεδονία), αποκαλύπτοντας τον πολύπτυχο διαχρονικό «παιχνίδι» των Μεγάλων Δυνάμεων στη γεωπολιτική σκακιέρα.
Παράλληλα, ο συγγραφέας -με βάση προφανώς το θουκυδίδειο αξίωμα «Τα μέλλοντα όμοια ως επί το πολύ τις γεγονόσι»– αποπειράται ένα συσχετισμό των γεγονότων της εποχής εκείνης με αυτά που επακολούθησαν μέχρι σήμερα, σε μια προσπάθεια παρουσίασης Συγκριτικής Ιστορίας. Στόχος του, ο αναγνώστης να κατανοήσει πληρέστερα τη σχέση του τότε με το σήμερα και του σήμερα με το τότε, ενισχύοντας την ιστορική του συνείδηση για τη σχέση των αιτίων που διαχρονικά οδηγούν σε παρόμοια αιτιατά, άλλο αν αλλάζουν τα «πρόσωπα και τα πράγματα» πάνω στην ορχήστρα της Ιστορίας. Παράλληλα, να «πιστοποιήσει τις πηγές της σημερινής δυστυχίας του ο Έλληνας και στο μέλλον να γνωρίζει τους εχθρούς και τους φίλους», όπως λέει χαρακτηριστικά ο συγγραφέας.
Είναι εμφανής η -και πάλι «θουκυδίδεια»- διδακτική πρόθεση του δδάσκαλου Μαρίνου Γαλανάκη (και μάλιστα μετεκπαιδευμένου στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και το Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης) να αφήσει ένα «κτήμα ες αεί». Έχει φυσικά επίγνωση αυτού που διδάσκει η ιστορία: ότι οι Έλληνες δεν διδάσκονται από την ιστορία. όμως επιμένει, «ποτέ από το χρέος μη κινών».
Το ότι ο συγγραφέας με παρρησία και σεμνότητα χαρακτηρίζει το όλο του εγχείρημα «ερασιτεχνική προσπάθεια» δε μειώνει την αξία των προθέσεων και καταθέσεων του συγγραφέα. Κάθε άλλο μάλιστα.
Αναμφισβήτητα, το έργο έχει τεράστια αξία όχι μόνο για όσα συμφωνεί κανείς αλλά και για όσα πιθανόν δεν συμφωνεί λόγω της όποιας διαφορετικής οπτικής γωνίας του. Σε επίπεδο σημαινομένου φυσικά, γιατί σε επίπεδο σημαίνοντος ο αναγνώστης δεν μπορεί παρά να αναγνωρίσει καθολικά την επιδέξια γραφίδα του συγγραφέα, τη γνωστή εξάλλου από τις αυτοτελείς εκδόσεις του αλλά και τα πάνω από 2.000 δημοσιεύματά του (άρθρα και επιφυλλίδες) στον τοπικό τύπο και σε διάφορα περιοδικά.
Επίσης, δεν μπορεί να μείνει απαρατήρητο το ότι στο βιβλίο αυτό, εκτός από τον απαιτούμενο -λόγω της ιστορικής φύσης του- απρόσωπο και αντικειμενικό λόγο που επικρατεί, δεν απουσιάζει η συγκινησιακή χρήση της γλώσσας και η έντονη συναισθηματική φόρτιση, που κάποτε εκτονώνεται σε προσωπικό «ξέσπασμα» του συγγραφέα, λόγω της ενσυναίσθησής του.
Τα εξώφυλλα των τόμων κοσμούνται από φωτογραφίες του Ρεθύμνου των αρχών του 16ου αι., από άλλη οπτική γωνία η κάθε μια, ενώ τα οπισθόφυλλα από φωτογραφίες με το Βυζαντινό Πύργο του Μαρουλά Ρεθύμνου (Α’ τόμος) και της Άμμος Πόρτας του Βενετσιάνικου τείχους του Ρεθύμνου (Β’ τόμος). Προφανώς οι επιλογές δεν είναι τυχαίες. Επίσης, η χρήση στα εξώφυλλα λευκών γραμμάτων σε μπλε φόντο έχει προφανώς τη σημειολογία της (για να μην πω… σημαιολογία της).
Και οι δύο τόμοι διανθίζονται από ασπρόμαυρες φωτογραφίες και συνοδεύονται από πολυσέλιδα παραρτήματα με φωτοτυπημένες αρχειακές πηγές. Ο Β’ τόμος ολοκληρώνεται με την παράθεση της βιβλιογραφίας, όπου ο συγγραφέας δεν παραλείπει να ζητήσει συγγνώμη για τις όποιες παραλείψεις του.
Ζητώντας κι εγώ συγγνώμη για τις παραλείψεις αυτού του απλού σημειώματός μου, υπόσχομαι να επανέλθω «εν καιρώ» με άλλο δημοσίευμα και πιο… «διαβασμένος».
Εύχομαι στο βιβλίο να είναι καλοτάξιδο και στο συγγραφέα υγεία, ευφορία και αειφορία!