Ήταν όλα τους 30 παιδόπουλα, όταν μας αποχαιρέτησαν για να κάνουν το δεύτερο μεγάλο βήμα κοινωνικοποίησης στη ζωής τους, να αφήσουν πίσω τους το δημοτικό σχολείο και να πορευτούν προς το γυμνάσιο, πρωτάκια και πάλι. Ο δάσκαλός τους Τάσος Κόλλιας τους είχε κάνει τα δυο μεγαλύτερα χατίρια που θα μπορούσαν ποτέ να διανοηθούν. Τα πήρε κι ανέβηκαν στον Βρύσινα, με τα πόδια από το Ρέθυμνο! Το λεωφορείο των 6:30 είχε περάσει στα γρήγορα από τη Λεωφόρο για το Ρουσοσπίτι, μη μπορώντας ο οδηγός του να φανταστεί ότι απέναντι από το «Παλιό ΚΤΕΛ» στη Μοάτσου θα τον περίμεναν αξημέρωτα πελάτες και μάλιστα τόσο πολλοί. Και την επομένη ο δάσκαλός τους τα αποχαιρέτησε στον τότε «Λαβύρινθο» στην Προκυμαία με μερικές πίτσες που έγιναν παιδικό τραγούδι και που ο Τάκης κι ο Κωστής το θυμούνται και το τραγουδάνε ακόμα…
Ήμουν και εγώ εκεί, μαθητής του Τάσου Κόλλια περισσότερο παρά δάσκαλος Φυσικών, στο Εργαστήρι που είχα στήσει στο 2ο Δημοτικό Σχολείο. Ήταν εκεί και η γυναίκα μου Αλκμήνη Μαλαγάρη, που εκείνη είχε στήσει το δικό της Εργαστήρι των Καλλιτεχνικών στο υπόγειο του μεσαίου κτηρίου (το τρίτο δεν υπήρχε τότε). Και ήταν εκεί, στο Καμαράκι, και η Βαγγελιώ η Νικάκη, μαθαίνοντάς τα Αγγλικά και ασφαλώς μη μπορώντας να φανταστεί ότι είκοσι χρόνια μετά οι γνώσεις που τους προσέφερε θα χρειάζονταν σε μερικά από αυτά για να γίνουν μετανάστες σε Ευρώπη κι Αμερική.
Πέρασαν όμως δυο ολόκληρες δεκαετίες και τα παιδιά μας εκείνα, γυναίκες και άνδρες σήμερα, αποφάσισαν να κάνουν το δικό τους ταξίδι στο χρόνο. Τρεις από αυτούς το είχαν πάρει πολύ στα σοβαρά. Ο Νίκος Μυλωνάκης το «ντουσούντιζε» από πέρυσι. Ο Κωστής Νικολακάκης και ο Μιχάλης Ρουσάκης ήρθαν συνεπίκουροι στην προσπάθεια. Και τα κατάφεραν. Γύρω τους μαζεύτηκαν στα γρήγορα η Μαίρη Μαρινάκη, ο Γιάννης Μαυρογιαννάκης, ο Θοδωρής Νημάς (αφήνοντας τις ελιές του μισομαζεμένες), η Αγγελική Παπαδουράκη, η Δέσποινα Παναγιωτάκη, η Γιωργία Περβολαράκη, ο Παναγιώτης Πολιουδάκης, ο Μανούσος Σαριδάκης (με το καταπληκτικό του μαλλί), ο Δημήτρης Σκαρτσιλάκης, η Μαρία Σταγάκη, η Νίκη Τζουγανάκη (αφήνοντας στον άνδρα της να κρατήσει τα δύο τους παιδιά), η Γιωργία Τριπολιτάκη, η Πόπη Φλουρή κι ο Αντρέας Χρυσουλάκης (ο γνωστός και ως «κατέβα να φάμε»). Η Γιωργία με το μωρό της (που δεν γκρίνιαξε για πολλές ώρες) ήρθε από την Αθήνα και η Πόπη από τα Χανιά. Ο Μιχάλης με τον Κωστή ήρθαν από πιο μακριά, από το Μπόχουμ της Γερμανίας και από την Αγγλία. Με εκλεκτές σπουδές οι περισσότεροι και σοβαροί επαγγελματίες όλοι και όλες τους: καθηγητές, γιατροί, γεωπόνοι, διατροφολόγοι, τεχνικοί, νοσηλευτές κ.λπ. κ.λπ.
Λείπαν και μερικοί, που οπωσδήποτε δεν θα το ξανακάνουν στην επόμενη συνάντηση-εκδρομή: η Πόπη Βουγιουκαλάκη, η Κατερίνα Κεφαλογιάννη (στην Αμερική), η Κατερίνα Μιχαλάκη (το πειραχτήρι), ο Λάμπρος Πατεράκης (καλά γεννητούρια, Λάμπρο!), ο Μανόλης Πατεράκης (στην Αμερική κι αυτός, αλλά όχι ευτυχώς για δουλειά), η Ειρήνη Ρωμανίδου (με ηρακλειώτικη προφορά του γράμματος -ν), ο Μανόλης Σαουνάτσος, ο Ρωμανός Σκουμπουρδής, ο Ζαχαρίας Στριλιγκάς, η Γιάννα Στριλιγκά, ο Βασίλης Χατζηδάκης, η Έλλη Χρήστου και η Ελένη Χουρδάκη (το δελφινάκι του Πετρέ).
Τα μάζεψε γύρω της η στοργική κλώσσα τους, εξίσου νέος σήμερα όπως και τότε, ο Τάσος Κόλλιας, με το ακορντεόν και το χιούμορ του. Κι όπως και τότε, ξανάρχισαν τα τραγούδια κι οι χοροί, ενόσω οι ατάκες έδιναν και έπαιρναν. Θυμηθήκαμε όλοι τον μικρούλη Δημήτρη αποτραβηγμένο στις συλλογές και στις μελέτες του, τον Μιχάλη που μας άξιωσε τα μύρια όσα (και τώρα του τα ανταποδίδουν οι φοιτητές του στην Οξφόρδη), το Ποπάκι με τα ατελείωτο κέφι και το κασετόφωνό του, την απρόσμενη είσοδο του Αντρέα στη χορωδία, τις εκδρομές μας στα Χανιά και στην Αθήνα (στην κατασκήνωση της «Χελώνας») και πολλά πολλά ακόμα.
Να είστε καλά, παιδιά, να συντηρείτε την μεταξύ σας φιλία και την αγάπη για τον δάσκαλό σας. Να είστε καλά να του ανταποδώσετε μερικά από όσα έκανε για σας. Και να μην ξεχνάτε να μας καλείτε κι εμάς πού και πού στις συναθροίσεις σας, γιατί κι εμείς θητεύσαμε και διδαχτήκαμε δίπλα του.