Χάσαμε τον πατέρα, τον αδελφό, τον θείο μας, Ματθαίο Ματθαιουδάκη του Λεωνίδα και της Γεωργίας. Έναν άντρα ψηλό, ευθυτενή, δωρικό, λεβέντη Κρητικό, έναν άρχοντα με ρίζες από τη βόρεια και από τη νότια πλευρά του Ψηλορείτη, το Μυλοπόταμο και το Αμάριον.
Γεννήθηκε το 1942 στις Αλιάκες Μυλοποτάμου, την έδρα του παλαιού Δήμου Αβδανιτών (1900). Εκεί έκανε το Δημοτικό, ενώ το Γυμνάσιο το έβγαλε με άριστα στο Ρέθυμνο, στο γνωστό τότε Γυμνάσιο Αρρένων. Σπούδασε στη Μαράσλειο Ακαδημία των Αθηνών και έγινε ένας υποδειγματικός παιδαγωγός.
Το ίδιο υποδειγματικός όμως ήταν και ως σύζυγος όταν παντρεύτηκε τη δασκάλα Αμαλία Παπαδάκη, τη μεγάλη αγάπη της ζωής του. Ήταν σε όλα άψογος, μία ιδιοφυία δεν υπήρχε περίπτωση να καταπιαστεί με κάτι και να μην το φέρει εις πέρας και μάλιστα σε τομείς που ουδεμία σχέση είχαν με το επάγγελμα του.
Ο Ματθαίος Ματθαιουδάκης ήταν πολύ εύστροφος και πολυμήχανος, εργατικός, γενναίος τολμηρός. Έφτιαχνε με μεράκι καταπληκτικά έπιπλα, πέργκολες, κεραμοσκεπές, επισκεύαζε τηλεοράσεις που είχαν χαλάσει, αυτοκίνητα, αγροτικά εργαλεία, χειρίζονταν άριστα τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, επένδυε με αριστοτεχνικό τρόπο διάφορες επιφάνειες με μάρμαρο σχηματίζοντας υπέροχα σχέδια και ότι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς. Ήταν πολυτεχνίτης, υδραυλικός, ηλεκτρολόγος, αγρότης, καλλιτέχνης, όντας σε όλα αυτοδίδακτος. Δούλευε ανιδιοτελώς με φιλότιμο και μεράκι σε όποιον φίλο ή συγγενή του ζητούσε, κάτι μολονότι ήταν εκπαιδευτικός στο επάγγελμα.
Δεν θα ξεχάσω τη συνηθισμένη φράση που έλεγαν μέχρι πρότινος τα παιδιά μου ο Έλληνοος και η Αμαρυλλίς όταν χαλούσε οτιδήποτε στο σπίτι μας ή στο σπίτι της γιαγιάς Χρυσούλας: μην ανησυχείς μπαμπά θα το φτιάξει ο θείος Μάνθος.
Το πιο σημαντικό όμως ήταν ότι αυτός ο αεικίνητος, φιλόπονος και πολυπράγμων δάσκαλος πάνω από όλα ήταν «Άνθρωπος» με όλη τη σημασία της λέξεως. Το σπίτι του ήταν πάντα ανοιχτό, ατέλειωτες οι παρέες, άπειρα τα τραπεζώματα στο Ρέθυμνο και στο χωριό και ο θείος ο Ματθαίος πάντα δίπλα στην ψησταριά ή στον παραδοσιακό ξυλόφουρνο να ψήνει και να προσφέρει τα καταπληκτικά ψητά του. Όσο για τη γυναίκα του την ανοιχτόκαρδη και φιλόξενη Αμαλία από την οποία απέκτησε δύο πανέμορφες και καλές κόρες, ήταν πάντα εκεί με τα πεντανόστιμα μαγειρευτά και τα επιτυχημένα γλυκά της, να προσφέρει. Ο Ματθαίος Ματθαιουδάκης όμως εκτός από φιλόξενος και κουβαρντάς ήταν πονόψυχος και αλτρουιστής, βοηθούσε οικονομικά γνωστούς και συγγενείς που είχαν οφειλές και δεν τους άφηνε να χρεοκοπήσουν στους χαλεπούς καιρούς που διανύουμε. Έδινε απλόχερα σε όλους ότι παρήγαγαν τα χωράφια του στο χωριό, τα οποία σημειωτέον ήταν τα πιο νοικοκυρεμένα, γιατί ήταν άριστος ακόμη και στον δύσκολο και επίπονο αγροτικό τομέα κι ας ήταν δάσκαλος κι ας έμενε στην πόλη.
Ως σύζυγος ήταν επίσης άριστος, έτρεφε τεράστια αγάπη για τη γυναίκα της ζωής του την Αμαλία και της πρόσφερε τα πάντα, φροντίδα, σεβασμό και κουράγιο στις δύσκολες ώρες της ζωής της.
Ως πατέρας ήταν στοργικός και στυλοβάτης για τις θυγατέρες του Γεωργία και Βασιλική τις σπούδασε και τις δίδαξε τις υπέρτατες ανθρώπινες αξίες. Στο σπιτικό του ήταν νοικοκύρης, άξιος και αυτόνομος.
Ως γιος φρόντιζε με την αδερφή του τους γονείς του, άχρι εσχάτων σε σημείο που έλεγαν οι Ρεθεμνιώτες πως ούτε κόρη θα περιποιούνταν τόσο καλά τη μητέρα και τον πατέρα της.
Ως αδελφός ήταν το σύμβολο της αδελφικής αγάπης. Το στήριγμά του ήταν η αδερφή του και μητέρα μου, η Χρυσούλα σε αυτήν έλεγε τον πόνο του, ενώ στα δύσκολα χρόνια της χηρείας τους, ο ένας είχε παρέα και παρηγοριά των άλλον.
Ως χριστιανός ήταν πιστός, σεμνός, τίμιος, ενάρετος, αγαπούσε τους ανθρώπους και τον Χριστό βοηθώντας όσο μπορούσε.
Ως δάσκαλος και παιδαγωγός άφησε σπουδαίο παιδαγωγικό έργο. Γνώμονας του ήταν πέραν των γνώσεων η αγωγή των παιδιών και το σέβας στις ηθικές αξίες. Και όταν ακόμη στα σχολεία ίσχυε το «post verba verbera» κι έπεφτε ξύλο, εκείνος ήταν μετρημένος επεδίωκε με σωφροσύνη και σύνεση να μάθει τους μαθητές να σέβονται και ν’ ακολουθούν τους κανόνες χωρίς ωστόσο να χάνει την αυστηρότητά του.
Πώς ήταν ως συγγενής και φίλος δεν χρειάζεται να πούμε πολλά, απόδειξη είναι η παρουσία του κόσμου στη Μητρόπολη, στο τελευταίο αντίο και ο αληθινός θρήνος για τον χαμό του. Όταν οι συγγενείς και οι φίλοι μιλούσαν για ειλικρίνεια, ευθύτητα, εμπιστοσύνη, αλληλοβοήθεια, φιλία, στήριξη, λογική, μετριοφροσύνη, έδειχναν τον Ματθαίο Ματθαιουδάκη.
Γόνος ένδοξων προγόνων
Τελικά τίποτε δεν είναι τυχαίο διότι πέραν της αγωγής που έλαβε από τους γονείς του Λεωνίδα και Γεωργία στο πατρικό σπίτι της οδού Βιβυλάκη, στη Μητρόπολη, στο σπίτι που οι παλαιοί Ρεθυμνιώτες αποκαλούσαν «Εκκλησία», χωρίς να περιορίζονται στη θρησκευτική έννοια του όρου, ο Ματθαίος καταγόταν από λαμπρούς προγόνους που συνέβαλαν ουσιαστικά στο Έθνος και την Πατρίδα.
Έφερε το όνομα του προπάππου του παπά Ματθαίου Ματθαιουδάκη από τις Αλιάκες Μυλοποτάμου που συμμετείχε στην αποτυχημένη επανάσταση του 1821 στην Κρήτη και εκδιώχθηκε σκληρά από τους Τούρκους με αποτέλεσμα να καταφύγει στο Ναύπλιο, όπου συνέχισε να ιερουργεί ως την τελευτήν του βίου του. Παππούς του ήταν ο οπλαρχηγός Νικόλαος Ματθαιουδάκης που συμμετείχε το 1866 στη σκληρή μάχη στη θέση Συκιά, έξω από το Αρκάδι και ήταν ο σημαιοφόρος και ο αγγελιοφόρος του «Ιερού λόχου» των κάτω Μυλοποταμιτών που είχε ιδρύσει ο αδελφός του Λεωνίδας. Ο πατέρας του θείου Μάνθου έφερε το όνομα του αγαπημένου αδελφού του παππού του, του Λεωνίδα παπά Ματθαίου Ματθαιουδάκη (έτσι υπέγραφε ο ίδιος), ο οποίος ήταν ο λόγιος οπλαρχηγός που συμμετείχε με τον Ιερό του Λόχο στα γεγονότα του Αρκαδιού, ενώ αργότερα ο ίδιος, το 1878 ως πληρεξούσιος βουλευτής Ρεθύμνης συνυπέγραψε τη «Σύμβαση της Χαλέπας» για την ημιαυτονομία της Κρήτης από τον Σουλτάνο. Αξίζει να δούμε αυτά που γράφει ο Σεβασμιότατος επίσκοπος Τιμόθεος Βενέρης στο αθάνατο βιβλίο του «Το Αρκάδι δια των Αιώνων». Αναφέρει ότι στη μάχη στη θέση Συκιά, έξω από το Αρκάδι τα δύο προαναφερθέντα αδέλφια «Νικόλαος και Λεωνίδας Ματθαιουδάκης», έχασαν δυο πρώτα τους εξαδέρφια που σκοτώθηκαν από τους Τούρκους, τον Ιωάννη Παπαδάκη από το Καστρί Μυλοποτάμου και τον Ιδομενέα Σταματάκη από τις Μαργαρίτες, ενώ τραυματίστηκε από σφαίρα στο αριστερό του χέρι (το οποίο και έχασε), ένας άλλος πρωτοξάδερφός τους ο Νικόλαος Χαιρέτης από τη Μέση. Την ίδια στιγμή εντός της Μονής το 1866 έπεσαν μαχόμενοι άλλοι δύο πρωτοξάδερφοι τους, τα αδέρφια Γεώργιος και Ζαχαρίας Χαιρέτης. Δεν είναι τυχαίο ότι, λόγω των νεκρών που είχαν τότε οι Ματθαιουδάκηδες, τηρούσαν αυστηρή νηστεία για δύο εβδομάδες τουλάχιστον και έκαναν μνημόσυνο κάθε χρόνο που τιμούνταν τα τραγικά γεγονότα του Ολοκαυτώματος του Αρκαδίου.
Είναι ιδιαίτερη συγκυρία πως ο αείμνηστος Ματθαίος Ματθαιουδάκης, απεβίωσε παραμονές του Αρκαδιού και κηδεύτηκε στις 8 Νοέμβρίου 2018 ανήμερα της επετείου της «αρκαδικής εθελοθυσίας», λίγο μετά την μεγαλειώδη παρέλαση του Ρεθύμνου, και δη την ώρα που γινόταν η Δοξολογία στο πανίερο Μοναστήρι.
Η μητέρα του θείου Ματθαίου, Γεωργία Αλεβυζάκη από τη Νίθαυρη Αμαρίου, ήταν απόγονος των Τεσσάρων Μαρτύρων και συγκεκριμένα του Αγίου Αγγελή, από την πλευρά της μητέρας της Χρυσής Πλατύρραχου. Εκείνη τον είχε διδάξει να είναι σωστός χριστιανός αλλά όχι θρησκόληπτος ούτε φανατικός και μισαλλόδοξος τον έμαθε να είναι Ορθόδοξος με την πραγματική έννοια της λέξεως. Η παλαιών αρχών αλλά δίκαιη, καλοσυνάτη και υπόδειγμα αξιοπρέπειας και ηθικής μητέρα του Γεωργία Αλεβυζάκη Ματθαιουδάκη του είχε μάθει επίσης να είναι να είναι «Έλληνας πατριώτης», πράγμα που δυστυχώς σήμερα εκλείπει και θεωρείται μειονέκτημα. Όλα αυτά τα στοιχεία των προγόνων του και από τις δύο πλευρές σε συνδυασμό με «το ίδιον του χαρακτήρος του», έφτιαξαν ένα άριστο κράμα, μία άριστη κράση Ρεθυμνιώτη, που ονομάζεται Ματθαίος Ματθαιουδάκης.
Καλό Παράδεισο
Αγαπημένε μας θείε Ματθαίε και σε αποκαλώ θείο με την έννοια του θεϊκού, του «θείου σεβασμού» που όλοι σου οφείλουμε. Για μας υπήρξες ο άνθρωπος ο ευεργέτης, ο οδηγός ζωής, το υπόδειγμα, ο ΑΡΙΣΤΟΣ.
Για μένα προσωπικά ήσουν ο δεύτερος πατέρας, ο στύλος, ο συμπαραστάτης, τα πάντα. Δυστυχώς μας έφυγες νωρίς από ανακοπή. Τώρα βρίσκεσαι σε γαλήνιο λιμένα στην αγκάλη της αγαπημένης γυναίκας και μούσας σου, Αμαλίας. Δεν άντεξες πολύ μακριά της και μετά από έναν χρόνο αφού τέλεσες το ενιαύσιο μνημόσυνο της, πηγές να τη βρεις. Ο θάνατος δεν σας χώρισε αλλά σας ένωσε. Εκεί στον παράδεισο, στη χώρα των Μακάρων στα Ηλύσια πεδία βρήκες προγόνους, συγγενείς, αγαπημένους φίλους και ανάμεσά τους τον αείμνηστο πατέρα μου και γαμπρό σου Γιάννη Τσουπάκη, που τόσο εκτιμούσες και αγαπούσες.
Σε ευχαριστώ που πέρασες από τη ζωή μας την οποία φώτισες και συνεχίζεις να φωτίζεις. Αιωνία σου η μνήμη, καλό ταξίδι και καλό παράδεισο στο απέραντο γαλάζιο που γυρέψεις να πας.
Νικολέων Ι. Τσουπάκης