Της ΣΤΕΛΛΑΣ ΜΑΘΙΟΥΔΑΚΗ
Μειωμένη κατά τουλάχιστον 30% σε σχέση με πέρυσι, αναμένεται να είναι φέτος την εορταστική περίοδο η διάθεση των αμνοεριφίων στην αγορά του Ρεθύμνου, παρά την αυξημένη ζήτηση που παρατηρείται από πλευράς των κρεοπωλών.
Όπως ανέφερε μιλώντας στα «Ρ.Ν.» ο πρόεδρος του Κτηνοτροφικού Συλλόγου του Νομού, Γιώργος Βενιεράκης, από χθες κιόλας η κίνηση στα σφαγεία παρουσιάζει αυξητική τάση, ενώ η διαδικασία αυτή αναμένεται να κορυφωθεί γύρω στις 23 του μήνα. Δηλαδή, λίγο πριν από τα Χριστούγεννα.
Εξάλλου καθ’ όλη τη διάρκεια αυτών των ημερών, ειδικά συνεργεία της Διεύθυνσης Κτηνιατρικής της Περιφερειακής Ενότητας Ρεθύμνου αναμένεται να προχωρήσουν σε εξονυχιστικούς ελέγχους σε όλα τα σφάγια πριν αυτά διατεθούν προς πώληση στην αγορά, σύμφωνα με τα όσα τόνισε στην εφημερίδα μας η προϊσταμένη της υπηρεσίας, Ευθυμία Βιδάκη.
Ωστόσο όπως εξήγησε ο κ. Βενιεράκης, αν και πέρυσι δεν παρουσιάστηκε έλλειμμα στη διάθεση αμνοεριφίων στην τοπική αγορά, φέτος η δυσάρεστη αυτή εξέλιξη -που όμως ήταν αναμενόμενη για τους κτηνοτρόφους- οφείλεται σε τρεις βασικούς παράγοντες. Ο πρώτος και κυριότερος -όπως είπε- επικεντρώνεται στην αδυναμία που έχουν πλέον οι ντόπιοι παραγωγοί να εκθρέψουν τα ζώα τους, λόγω του αυξημένου κόστους που παρουσιάζουν οι ζωοτροφές.
Ο δεύτερος παράγοντας εστιάζεται στο γεγονός ότι πολλά αρνιά είναι όψιμα, όπως λένε στην γλώσσα τους οι παραγωγοί, καθώς δεν έχουν ακόμα γεννήσει. Αυτό σημαίνει ότι τα αρνιά αυτά θα είναι κατάλληλα για διάθεση την περίοδο του Πάσχα. Και ο τελευταίος και επίσης βασικός παράγοντας σύμφωνα με τον Γιώργο Βενιεράκη, είναι πολλοί παραγωγοί αναγκάζονται να «απαλλαχθούν» από τα αρνιά μόλις γεννηθούν, διότι δεν μπορούν να συντηρήσουν τα κοπάδια τους, λόγω κόστους.
«Μπορεί για κάποιον που δεν ασχολείται με το επάγγελμα να ακούγεται ως κάτι απλό και εύκολο να εκτρέφει κανείς ζώα, όμως στις μέρες μας, το αρνί έχει μεγάλο κόστος για τον παραγωγό και αρκετά συχνά μας «βάζει και μέσα», δεδομένου ότι οι τιμές των ζωοτροφών έχουν εκτοξευθεί στα ύψη», σχολίασε χαρακτηριστικά στην εφημερίδα μας ο κ. Βενιεράκης.
Και ενώ οι κτηνοτρόφοι αποτυπώνουν με μελανά χρώματα την κατάσταση που επικρατεί στον κλάδο τους, φέτος στα θετικά συγκαταλέγεται το γεγονός ότι αυξήθηκε η τιμή πώλησης των αρνιών από τους παραγωγούς προς τους εμπόρους κρεάτων.
Όπως μας ανέφερε ο πρόεδρος του Κτηνοτροφικού Συλλόγου η τιμή πώλησης φέτος προς τους κρεοπώλες θα κυμανθεί κατά μέσο όρο μεταξύ 5.00 – 5.50 ευρώ το κιλό και αυτό λόγο έλλειψης αρνιών στην τοπική αγορά. Ωστόσο, την αντίστοιχη περυσινή περίοδο που δεν υπήρχαν ελλείψεις στην αγορά, η αντίστοιχη τιμή πώλησης κυμάνθηκε περίπου από 4,20 έως 4,50 ευρώ το κιλό.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, η αυξημένη τιμή πώλησης των αρνιών στους εμπόρους κρεάτων, αναμένεται να συμπαρασύρει προς τα πάνω και την τιμή πώλησης των αμνοεριφίων στο καταναλωτικό κοινό. Σύμφωνα μάλιστα με τα μέχρι στιγμής στοιχεία του τοπικού Κτηνοτροφικού Συλλόγου, φέτος την εορταστική περίοδο στο Ρέθυμνο η τιμή του αρνιού θα είναι ελαφρώς «τσιμπημένη» σε σχέση με πέρυσι για τους καταναλωτές, καθώς αναμένεται να πωλείται κατά μέσο όρο από 8,30 έως και 9 ευρώ το κιλό.
Εντατικοποιούνται οι έλεγχοι των κτηνιάτρων
Εν τω μεταξύ, την πρόθεση της να εντατικοποιηθούν από τις επόμενες ημέρες οι έλεγχοι στα σφαγεία που λειτουργούν στο Νομό, εξέφρασε μιλώντας στα «Ρ.Ν.» η Προϊσταμένη της Κτηνιατρικής Υπηρεσίας, Ευθυμία Βιδάκη.
Με βάση τα όσα σχολίασε η κα Βιδάκη, φέτος δεν εκτιμάται ότι θα ανακύψει κάποιο πρόβλημα στην τοπική αγορά, ενώ υπογράμμισε ότι το βάρος της υπηρεσίας της θα «πέσει» μεταξύ άλλων και στα λεγόμενα εισαγόμενα κρέατα, ώστε να αποφευχθούν τυχόν φαινόμενα παράνομων «ελληνοποιήσεων» κρεάτων.
«Τώρα που η κίνηση θα είναι αυξημένη στα σφαγεία, θα ξεκινήσει και η υπηρεσία μας τους εντατικούς ελέγχους, ώστε να διασφαλίσει την ποιότητα των κρεάτων που θα διατεθούν προς πώληση στην αγορά την εορταστική περίοδο. Οι έλεγχοι θα είναι συνεχείς, ενώ οι καταναλωτές θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί στις αγορές τους. Μεταξύ άλλων θα πρέπει να προσέχουν τις σφραγίδες που θα φέρουν τα κρέατα, στα οποία αναγράφεται υποχρεωτικά και ο τόπος προέλευσης του σφάγιου. Άλλωστε, δεν απαγορεύεται η εισαγωγή κρεάτων από άλλες χώρες, αρκεί αυτό να είναι αναρτημένο στο σύστημα», παρατήρησε μιλώντας για το θέμα αυτό η κα Βιδάκη.
«Σκαμπανεβάσματα» και στην παραγωγή γάλακτος
Πέρα όμως από τα όποια μικροπροβλήματα ανακύψουν φέτος με την τροφοδοσία της τοπικής αγοράς με αρνοερίφια ενόψει των εορτών, ο πρόεδρος του Κτηνοτροφικού Συλλόγου Ρεθύμνου έκανε ειδική μνεία και στα προβλήματα που δημιουργούνται στον κλάδο του τα τελευταία χρόνια από την μειωμένη τιμή πώλησης του γάλακτος.
Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, φέτος το γάλα πωλείται ελαφρώς ακριβότερο σε σχέση με πέρυσι από τους παραγωγούς προς τους εμπόρους. Δηλαδή, πρόκειται για μία μικρή αύξηση που κυμαίνεται μεταξύ των 0,5 έως 0,7 λεπτών του ευρώ.
Κατά συνέπεια, η τιμή του σήμερα διαμορφώνεται κατά μέσο όρο μεταξύ 0,80 – 0,90 ευρώ το λίτρο, την ίδια στιγμή που πέρυσι η τιμή πώλησης κυμαίνονται από 0,75 έως 0,80 ευρώ το λίτρο. Άλλωστε όπως τόνισε, φέτος μόνο οι δύο Αγροτικές Συνεταιριστικές Ενώσεις του Νομού αποφάσισαν να αγοράζουν από τους παραγωγούς το γάλα στην τιμή των 0,90 ευρώ το λίτρο, δίδοντας έτσι στον κλάδο μια μικρή οικονομική «ανάσα».
«Ο κλάδος μας –επανέλαβε μεταξύ άλλων πρόεδρος των κτηνοτρόφων του Ρεθύμνου- απειλείται με αφανισμό. Βλέπετε εξάλλου, τις εξευτελιστικές θα έλεγα τιμές που πωλούνται τα προϊόντα μας, τα οποία βρίσκονται κυριολεκτικά σε ελεύθερη πτώση και φανταστείτε ότι είμαστε και ο μεγαλύτερος κτηνοτροφικός Νομός της Κρήτης. Σήμερα το γάλα πωλείται περίπου στο 0,80 ευρώ το λίτρο, ενώ πριν λίγα χρόνια το ίδιο προϊόν, πωλείτο περίπου στο 1,10 ευρώ το λίτρο. Η κατάσταση είναι πλέον τραγική, διότι δεν γνωρίζουμε σε ποιο σημείο θα σταθεροποιηθούν οι τιμές».
Αισθητή εξάλλου, αναμένεται να είναι φέτος -με βάση τις μέχρι σήμερα εκτιμήσεις του κτηνοτροφικού κόσμου- η υποχώρηση και στην παραγωγή του αιγοπρόβειου γάλακτος σε επίπεδο Ρεθύμνου, σε σύγκριση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο. Πέρυσι, δηλαδή, ο Νομός Ρεθύμνου παρήγαγε συνολικά 28 χιλιάδες τόνους γάλακτος από τους 56 χιλιάδες τόνους που παρήχθησαν συνολικά στην Κρήτη, ενώ κατά την φετινή χρονιά η παραγωγή εκτιμάται πως θα είναι μειωμένη τουλάχιστον κατά πέντε χιλιάδες τόνους.
Σημειώνεται τέλος ότι φέτος γίνεται για πρώτη φορά σε επίπεδο Νομού -και μάλιστα σε πειραματικό στάδιο- η παραγωγή γίδινου γάλακτος από ντόπιους παραγωγούς. Ωστόσο, ο κτηνοτροφικός κόσμος εκτιμά ότι από την επόμενη κιόλας χρονιά το γίδινο γάλα δεν αποκλείεται να εισέλθει δυναμικά στην αγορά του Ρεθύμνου, όπως άλλωστε σχολίασε μεταξύ άλλων και ο Γιώργος Βενιεράκης.