Μεγάλες διαστάσεις έχει πάρει την φετινή ελαιοκομική περίοδο και στο Ρέθυμνο το πρόβλημα της δακοπροσβολής, με τους παραγωγούς του Νομού να εκφράζουν όχι μόνο την έντονη ανησυχία τους στα συνδικαλιστικά τους όργανα, αλλά να διεκδικούν πλέον από την Πολιτεία και αποζημιώσεις για τις ζημιές που έχουν υποστεί στις ελαιοκαλλιέργειές τους.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που έχει στην διάθεσή του ο Αγροτοκτηνοτροφικός Σύλλογος του Δήμου Ρεθύμνου και τα οποία αφορούν στο σύνολο των ελαιοκαλλιεργειών του Νομού, μέχρι στιγμής οι ζημιές που έχει προκαλέσει το έντομο του δάκου στις λεγόμενες χονδροελιές κυμαίνεται μεταξύ 40% έως 60%. Ποσοστό πολύ υψηλό, όπως εκτιμούν οι ίδιοι οι ελαιοκαλλιεργητές.
Επίσης, σημαντικές είναι οι απώλειες που καταγράφονται και στις λεγόμενες τσουνάτες ελιές, καθώς η ζημιά ανέρχεται στο 40%, ενώ στις κορωνέικες οι απώλειες είναι της τάξεως του 30% έως 50% μόνο κατά την διάρκεια του Οκτωβρίου.
«Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, κυρίως για τις κορωνέικες, να αρχίσουν οι παραγωγοί την συγκομιδή τους νωρίτερα από το επιτρεπόμενο όριο, με αποτέλεσμα να υπάρχει κίνδυνος το λάδι που θα παραχθεί από την συγκεκριμένη ποικιλία ελιάς, να μην είναι και τόσο καλό ποιοτικά», με βάση τα όσα σχολίασε σχετικά στην εφημερίδα μας ο πρόεδρος του Αγροτοκτηνοτροφικού Συλλόγου Δήμου Ρεθύμνου, Γιώργος Κατσανέβας.
Ο κ. Κατσανέβας μίλησε παράλληλα και για τις συντονισμένες πλέον ενέργειες που έχουν γίνει μεταξύ των εκπροσώπων των παραγωγών και κοινοβουλευτικών εκπροσώπων της Κρήτης, ώστε το πρόβλημα αυτό που μαστίζει φέτος το νησί, να φτάσει μέχρι το ελληνικό κοινοβούλιο.
«Ήμασταν ξεκάθαροι στην ενημέρωση που κάναμε σε βουλευτές της Κρήτης. Το πρόβλημα είναι μεγάλο, όπως μεγάλες είναι και οι ζημιές που έχουμε υποστεί και για τις οποίες δεν ευθυνόμαστε. Τώρα αυτό που ζητάμε και εμείς από την πλευρά μας είναι την στήριξη της Πολιτείας. Με πιο απλά λόγια, αυτό που διεκδικούν και οι παραγωγοί του Ρεθύμνου είναι να τους καταβληθούν αποζημιώσεις από τον ΕΛΓΑ ή τα άλλα αρμόδια όργανα», τόνισε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του Αγροτοκτηνοτροφικού Συλλόγου Δήμου Ρεθύμνου.
Περιγράφοντας πάντως την οικονομική κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει τα τελευταία χρόνια οι ελαιοκαλλιεργητές του Ρεθύμνου, ο Γιώργος Κατσανέβας, παρατήρησε ότι τουλάχιστον την τελευταία τριετία το εισόδημα των παραγωγών στο Νομό έχει μειωθεί αισθητά εξαιτίας των ζημιών που προκαλεί στις καλλιέργειες τους ο δάκος. Και αυτό διότι, όπως είπε, οι απώλειες πλέον κυμαίνονται μεταξύ 30% έως και 50%.
«Το εισόδημά μας έχει συρρικνωθεί αισθητά και πλέον δύσκολα τα βγάζουμε πέρα. Πολλές φορές το κόστος παραγωγής είναι υψηλό και το κέρδος που έχουμε αντί να παρουσιάζει αυξητικές τάσεις χρόνο με τον χρόνο, αυτό συνεχώς μειώνεται. Και όλα αυτά την στιγμή που και η τιμή πώλησης του ελαιολάδου δεν κυμαίνεται σε ικανοποιητικά επίπεδα», υπογράμμισε μεταξύ άλλων ο κ. Κατσανέβας.
Οι ευθύνες για το φετινό πρόγραμμα της δακοκτονίας
Και μπορεί μέχρι πρότινος οι αρμόδιοι να μιλούσαν για αυξημένη παραγωγή ελαιολάδου στην Κρήτη κατά την τρέχουσα ελαιοκομική περίοδο σε σχέση με πέρυσι, εντούτοις, «τροχοπέδη» σε ό,τι αφορά στην ποιότητα του λαδιού που θα παραχθεί, μπαίνει το πρόγραμμα της δακοκτονίας, που κάθε άλλο παρά επιτυχημένο ήταν φέτος στο νησί.
Κατά συνέπεια, το «αποτυχημένο» πρόγραμμα δακοπροστασίας, σε συνδυασμό με την επίσπευση από τους παραγωγούς της φετινής συγκομιδής του ελαιοκάρπου, θα επιφέρει ένα μη ικανοποιητικό αποτέλεσμα, που μάλιστα θα έχει άμεση σχέση και με την τιμή πώλησης του παραγόμενου προϊόντος στην αγορά.
Όλα αυτά οφείλονται στο γεγονός ότι οι δολωματικοί ψεκασμοί που έγιναν τους προηγούμενους μήνες, δεν είχαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα, όπως είχε αναφέρει πρόσφατα στα «Ρ.Ν.» ο επιστημονικός συνεργάτης του Συνδέσμου Ελαιοκομικών Δήμων Κρήτης, Νίκος Μιχελάκης. Ο κ. Μιχελάκης μάλιστα είχε τονίσει μεταξύ άλλων πως «οι αρμόδιοι θα πρέπει κάποια στιγμή να τεθούν ενώπιων των ευθυνών τους».
Με βάση λοιπόν με τον Επιστημονικό Συνεργάτη του Σ.Ε.ΔΗ.Κ. η ελαιοκομική περίοδος στο νησί θα πρέπει κανονικά να ξεκινήσει γύρω στις 15 Νοεμβρίου και όχι νωρίτερα όπως άλλωστε συμβαίνει τώρα, διότι επιβάλλεται να μεσολαβήσει ένα εύλογο χρονικό διάστημα μεταξύ των ψεκασμών και της επεξεργασίας του ελαιοκάρπου, ώστε να μην υπάρξουν επιπτώσεις στην ποιότητα του προϊόντος.
Ο ίδιος μάλιστα είχε σχολιάσει ότι πέρα από τους παραγωγούς, ανήσυχοι είναι και οι έμποροι, αλλά και οι τυποποιητές ελαιολάδου, καθώς φοβούνται, όχι μόνο την χειροτέρευση της ποιότητας, αλλά και τα υπολείμματα φυτοφαρμάκων στο προϊόν από ενδεχόμενες επεμβάσεις απείθαρχων παραγωγών που μπορεί να επιχειρήσουν καλύψεις χωρίς να τηρήσουν μετά τον απαιτούμενο χρόνο ασφάλειας μέχρι την συγκομιδή.
Ψεκασμοί με περυσινά φάρμακα
Και φέτος πάντως -για μία ακόμη χρονιά- το πρόβλημα που δημιουργήθηκε με τους ψεκασμούς για την προστασία της ελιάς από τον δάκο, είναι σοβαρό. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι λόγω της απίστευτης γραφειοκρατικής διαδικασίας που ακολουθείται σε ό,τι αφορά στην προμήθεια των φαρμάκων, τα φάρμακα παραλήφθηκαν από τις αρμόδιες διευθύνσεις την 1η Οκτωβρίου. Κανονικά όμως θα έπρεπε να είχαν παραληφθεί το αργότερο μέχρι τις αρχές Ιουνίου, ώστε να αρχίσουν άμεσα οι ψεκασμοί για την δακοπροστασία.
«Από τις ενδείξεις που είχαμε προέκυψε ότι η δακοπροστασία στο νησί δεν εξελίχθηκε φέτος στον βαθμό που θα θέλαμε. Παρατηρήσαμε μάλιστα ότι τον Σεπτέμβριο οι δακοσυλλήψεις ήταν αυξημένες. Αυτό μας οδήγησε στο συμπέρασμα ότι θα έχουμε σημαντική προσβολή του ελαιοκάρπου από το έντομο του δάκου.
Σε ό,τι αφορά τώρα στους ψεκασμούς, αυτοί ξεκίνησαν κανονικά την φετινή περίοδο σε ό,τι αφορά στον χρόνο, όμως, έγιναν με φάρμακα που περίσσεψαν από την περυσινή χρονιά. Και πέρυσι βέβαια τα φάρμακα για την δακοπροστασία είχαν επίσης παραληφθεί με μεγάλη καθυστέρηση… Αυτό είναι ανεπίτρεπτο να συμβαίνει και δυστυχώς η ευθύνη βαρύνει την κρατική πλευρά, που δεν τηρεί όλα όσα πρέπει», σχολίασε μεταξύ άλλων ο Νίκος Μιχελάκης.
Επιπλέον, τόνισε πως οι αρμόδιοι θα πρέπει να τεθούν ενώπιων των ευθυνών τους, λέγοντας πως «δεν είναι νοητό την μια χρόνια οι επόπτες δακοκτονίας να προσλαμβάνονται τον Αύγουστο και την άλλη τα φάρμακα των διαγωνισμών να φθάνουν στις υπηρεσίες τις πρώτες ημέρες του Οκτωβρίου, αντί όλα να είναι διαθέσιμα στα μέσα Μαΐου».
Συνεχίζοντας επίσης ο κ. Μιχελάκης, υπογράμμισε τα εξής: «Για όλα αυτά κατά τη γνώμη μου, ευθύνεται το θεσμικό πλαίσιο που πρέπει επιτέλους να αλλάξει ριζικά. Ο προηγούμενος υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, είχε υποσχεθεί νέο θεσμικό πλαίσιο, το οποίο ωστόσο δεν θέλησε ή δεν πρόλαβε να πραγματοποιήσει… Και διερωτώμαι, ο σημερινός υπουργός μήπως θα πρέπει από τώρα να αρχίσει την μελέτη του προβλήματος, ώστε να έχει αποτελεσματική λύση τον επόμενο χρόνο;
Εμείς πάντως ως Σύνδεσμος Ελαιοκομικών Δήμων Κρήτης, επισημαίνουμε ξανά το πρόβλημα και ζητάμε -όχι εμβαλωματικές λύσεις που όλες αποδείχθηκαν έωλες- αλλά ριζική λύση. Άλλωστε, οι προτάσεις του Σ.Ε.ΔΗ.Κ. είναι στην διάθεσή τους και μπορούν να τις μελετήσουν».
Απορρίφθηκε το Ρέθυμνο από τις αποζημιώσεις λόγω των θυελλωδών ανέμων
Εν τω μεταξύ, στο κενό έπεσε το αίτημα των παραγωγών του Ρεθύμνου που οι καλλιέργειες τους υπέστησαν ζημιές από την θυελλώδη νοτιά που έπληξε το Νομό στις αρχές Οκτωβρίου.
Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε στα «Ρ.Ν.» ο πρόεδρος του Αγροτοκτηνοτροφικού Συλλόγου του Δήμου Ρεθύμνου, από την αυτοψία που έκαναν τις ημέρες εκείνες οι εκτιμητές του ΕΛΓΑ σε ελαιώνες σε όλο το εύρος του μητροπολιτικού Δήμου, διαπίστωσαν ότι οι ζημιές από την καρπόπτωση κυμαίνονται σε ποσοστό κάτω από το 25% και εντοπίστηκαν κυρίως στα χωριά του πρώην Δήμου Αρκαδίου.
Οι ίδιοι, αν και αρχικά είχαν συστήσει στους εκπροσώπους του τοπικού Συλλόγου, αλλά και στους ίδιους τους παραγωγούς να καταθέσουν αιτήσεις διεκδικώντας αποζημιώσεις από τον ΕΛΓΑ, τελικά αποφάνθηκαν ότι οι παραγωγοί του Ρεθύμνου δεν δικαιούται αποζημιώσεις για τις ζημιές που υπέστησαν, δεδομένου ότι το ποσοστό των καταστροφών είναι κάτω από το 25%.
Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με τον κ. Κατσανέβα την μεγαλύτερη ζημιά την είχαν υποστεί οι λεγόμενες χονδροελιές, ενώ λιγότερες ήταν οι καταστροφές που υπέστησαν από τον αέρα οι τσουνάτες και οι κορωνέικες.