Μεγάλη είναι η συμβολή του τουρισμού στην απασχόληση, καθώς περισσότεροι από τριακόσιες χιλιάδες άνθρωποι εργάζονται κάθε χρόνο σε ξενοδοχεία, καταστήματα εστίασης και ψυχαγωγίας, ταξιδιωτικά γραφεία, στις μεταφορές και στο τουριστικό εμπόριο. Σύμφωνα με μελέτη που εκπόνησε το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), η άμεση απασχόληση στον τουρισμό το 2011 εκτιμάται στις 311.000 απασχολούμενους, με βάση τα στοιχεία της έρευνας Εργατικού Δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ, αριθμός που αντιστοιχεί στο 8% της συνολικής απασχόλησης της χώρας.
Ωστόσο, το ποσοστό είναι υψηλότερο εφόσον συνεκτιμηθεί ότι μεγάλος αριθμός εργαζομένων απασχολείται συμπληρωματικά σε κάποια θέση εργασίας που σχετίζεται με την παροχή τουριστικών υπηρεσιών. Η τάση αυτή παρατηρείται σε μεγαλύτερο βαθμό στις τουριστικά αναπτυγμένες περιοχές της χώρας, ιδιαίτερα την περίοδο του καλοκαιριού όταν και κορυφώνεται η τουριστική ζήτηση.
Το ήμισυ των εργαζομένων καταγράφεται στην εστίαση και στις υπηρεσίες καταλύματος, ενώ ο αριθμός των απασχολούμενων στις οδικές μεταφορές εκτιμάται στις 57.000, στις θαλάσσιες μεταφορές (δηλαδή ακτοπλοΐα, επιχειρήσεις θαλάσσιου τουρισμού κ.ά.) στις 26.000, στην Ψυχαγωγία-Πολιτισμός (η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει και τους απασχολούμενους στα Μουσεία) στις 12.000, όσοι περίπου και στα ταξιδιωτικά γραφεία. Μικρότερος είναι ο αριθμός των απασχολούμενων στην ενοικίαση αυτοκινήτων και στη διοργάνωση συνεδρίων.
Σε επίπεδο περιφερειών, το υψηλότερο ποσοστό απασχόλησης παρατηρείται, όπως είναι αναμενόμενο, στις τουριστικά αναπτυγμένες περιοχές της χώρας, γεγονός που υποδεικνύει τη θετική επίπτωση του τουρισμού στη συγκράτηση του πληθυσμού και στην ανάπτυξη των τοπικών κοινωνιών. Οι περιφέρειες της χώρας με το μεγαλύτερο ποσοστό απασχόλησης στα ξενοδοχειακά καταλύματα, ως προς το σύνολο των απασχολούμενων, είναι το Νότιο Αιγαίο (10%), τα Ιόνια Νησιά (9%) και η Κρήτη (6%), ενώ υψηλότερη είναι επίσης στις περιοχές αυτές η σχετική αναλογία ως προς το σύνολο της απασχόλησης στον τριτογενή τομέα.
Σημειώνεται ότι όσον αφορά στη διαχρονική εξέλιξη, η τουριστική απασχόληση κινείται πτωτικά με συνέπεια ο αριθμός των εργαζομένων να έχει μειωθεί συνολικά κατά 11% (ή 40,5 χιλ. εργαζόμενους) την τελευταία τριετία, όπως επισημαίνεται στη μελέτη του ΙΟΒΕ.
Η επίδραση της πορείας του τουρισμού στην άμεση απασχόληση αποτυπώθηκε και κατά τη διάρκεια του 2011, καθώς η κάμψη που καταγράφηκε είναι ηπιότερη εκείνης στο σύνολο της εγχώριας απασχόλησης (-6,8%). «Παρά το γεγονός ότι ο εισερχόμενος τουρισμός στην Ελλάδα ανέκαμψε το 2011, βάσει των αφίξεων και των εσόδων, η σημαντική ύφεση της ελληνικής οικονομίας ασκεί αρνητική επίδραση στον ημεδαπό τουρισμό, η συνεισφορά του οποίου υπήρξε σημαντική στην ανάπτυξη της εγχώριας τουριστικής δραστηριότητας την τελευταία δεκαετία» επισημαίνει το ΙΟΒΕ.
Πάντως, το 2011 ο αριθμός των απασχολούμενων στα ξενοδοχεία και παρόμοια καταλύματα της χώρας ανήλθε στις 59.000 περίπου σημειώνοντας μικρή άνοδο (2%) σε σχέση με το προηγούμενο έτος, έχοντας επίσης ανακάμψει από το χαμηλότερο επίπεδο στο οποίο είχε υποχωρήσει την τελευταία πενταετία τουλάχιστον.
Αναλυτικά
Μεγάλη η συμβολή του τουρισμού στην απασχόληση
• Ξεπερνούν τις 300.000 (το 8% της συνολικής απασχόλησης) τα άτομα που εργάζονται στον κλάδο,
σύμφωνα με το ΙΟΒΕ
• Μείωση 11% καταγράφεται την τελευταία τριετία – Μικρή άνοδος στα ξενοδοχεία το 2011
• «Η Κρήτη από τις περιοχές με τα υψηλότερα ποσοστά απασχόλησης στη χώρα
Μεγάλη είναι η συμβολή του τουρισμού στην απασχόληση, καθώς περισσότεροι από τριακόσιες χιλιάδες άνθρωποι εργάζονται κάθε χρόνο σε ξενοδοχεία, καταστήματα εστίασης και ψυχαγωγίας, ταξιδιωτικά γραφεία, στις μεταφορές και στο τουριστικό εμπόριο. Σύμφωνα με μελέτη που εκπόνησε το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), η άμεση απασχόληση στον τουρισμό το 2011 εκτιμάται στις 311.000 απασχολούμενους, με βάση τα στοιχεία της έρευνας Εργατικού Δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ, αριθμός που αντιστοιχεί στο 8% της συνολικής απασχόλησης της χώρας.
Ωστόσο, το ποσοστό είναι υψηλότερο εφόσον συνεκτιμηθεί ότι μεγάλος αριθμός εργαζομένων απασχολείται συμπληρωματικά σε κάποια θέση εργασίας που σχετίζεται με την παροχή τουριστικών υπηρεσιών. Η τάση αυτή παρατηρείται σε μεγαλύτερο βαθμό στις τουριστικά αναπτυγμένες περιοχές της χώρας, ιδιαίτερα την περίοδο του καλοκαιριού, όταν και κορυφώνεται η τουριστική ζήτηση.
Το ήμισυ των εργαζομένων καταγράφεται στην εστίαση και στις υπηρεσίες καταλύματος, ενώ ο αριθμός των απασχολούμενων στις οδικές μεταφορές εκτιμάται στις 57.000, στις θαλάσσιες μεταφορές (δηλαδή ακτοπλοΐα, επιχειρήσεις θαλάσσιου τουρισμού κ.ά.) στις 26.000, στην Ψυχαγωγία-Πολιτισμός (η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει και τους απασχολούμενους στα Μουσεία) στις 12.000, όσοι περίπου και στα Ταξιδιωτικά γραφεία. Μικρότερος είναι ο αριθμός των απασχολούμενων στην ενοικίαση αυτοκινήτων και στη διοργάνωση συνεδρίων.
Σε επίπεδο περιφερειών, το υψηλότερο ποσοστό απασχόλησης παρατηρείται, όπως είναι αναμενόμενο, στις τουριστικά αναπτυγμένες περιοχές της χώρας, γεγονός που υποδεικνύει τη θετική επίπτωση του τουρισμού στη συγκράτηση του πληθυσμού και στην ανάπτυξη των τοπικών κοινωνιών. Οι περιφέρειες της χώρας με το μεγαλύτερο ποσοστό απασχόλησης στα ξενοδοχειακά καταλύματα, ως προς το σύνολο των απασχολούμενων, είναι το Νότιο Αιγαίο (10%), τα Ιόνια Νησιά (9%) και η Κρήτη (6%), ενώ υψηλότερη είναι επίσης στις περιοχές αυτές η σχετική αναλογία ως προς το σύνολο της απασχόλησης στον τριτογενή τομέα.
Σημειώνεται ότι όσον αφορά στη διαχρονική εξέλιξη, η τουριστική απασχόληση κινείται πτωτικά με συνέπεια ο αριθμός των εργαζομένων να έχει μειωθεί συνολικά κατά 11% (ή 40,5 χιλ. εργαζόμενους) την τελευταία τριετία, όπως επισημαίνεται στη μελέτη του ΙΟΒΕ.
Η τάση αυτή είναι πιο έντονη στα ταξιδιωτικά πρακτορεία, όπου η κάμψη έχει ως αποτέλεσμα ο αριθμός των απασχολούμενων το 2011 (12,1 χιλ.) να έχει υποχωρήσει στο μισό συγκριτικά με το 2006. Η τάση αυτή αποδίδεται κυρίως στην ανάπτυξη των Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών στον τουρισμό (ηλεκτρονικός τουρισμός), καθώς η διείσδυση των νέων τεχνολογιών και του διαδικτύου στην αγορά και πώληση τουριστικών υπηρεσιών, έχει αντικαταστήσει σημαντικά τις υπηρεσίες που στο παρελθόν προσφέρονταν από τους ταξιδιωτικούς πράκτορες.
Η επίδραση της πορείας του τουρισμού στην άμεση απασχόληση αποτυπώθηκε και κατά τη διάρκεια του 2011, καθώς η κάμψη που καταγράφηκε είναι ηπιότερη εκείνης στο σύνολο της εγχώριας απασχόλησης (-6,8%). «Παρά το γεγονός ότι ο εισερχόμενος τουρισμός στην Ελλάδα ανέκαμψε το 2011, βάσει των αφίξεων και των εσόδων, η σημαντική ύφεση της ελληνικής οικονομίας ασκεί αρνητική επίδραση στον ημεδαπό τουρισμό, η συνεισφορά του οποίου υπήρξε σημαντική στην ανάπτυξη της εγχώριας τουριστικής δραστηριότητας την τελευταία δεκαετία» επισημαίνει το ΙΟΒΕ.
Το 2011 ο αριθμός των απασχολούμενων στα ξενοδοχεία και παρόμοια καταλύματα της χώρας ανήλθε στις 59.000 περίπου σημειώνοντας μικρή άνοδο (2%) σε σχέση με το προηγούμενο έτος, έχοντας επίσης ανακάμψει από το χαμηλότερο επίπεδο στο οποίο είχε υποχωρήσει την τελευταία πενταετία τουλάχιστον.
Η απασχόληση στα ξενοδοχεία αποτελεί την πλειοψηφία στον κλάδο των υπηρεσιών παροχής καταλύματος (92%), με τον αριθμό των εργαζομένων στις κατασκηνώσεις-κάμπινγκ και άλλου είδους καταλύματα (π.χ. ξενώνες) να διαμορφώνεται στους 5.000 περίπου. Έτσι, η συνολική απασχόληση στον κλάδο παροχής υπηρεσιών καταλύματος ανήλθε στις 64.000 το 2011 με την αναλογία στο σύνολο της απασχόλησης στον τριτογενή τομέα (τομέας των υπηρεσιών) να διαμορφώνεται στο 2%, επίδοση που είναι από τις υψηλότερες στις χώρες-μέλη της ευρωζώνης.
Όσον αφορά στο είδος της απασχόλησης, η μερική απασχόληση στον ξενοδοχειακό κλάδο είναι ελάχιστα διαδεδομένη, όπως και στο σύνολο άλλωστε των κλάδων της ελληνικής οικονομίας, ενώ με βάση τα ηλικιακά χαρακτηριστικά περισσότεροι από τους μισούς απασχολουμένους (53%) είναι ηλικίας μεταξύ 25 και 44 ετών.
Με βάση το μορφωτικό επίπεδο η πλειοψηφία (45%) των απασχολουμένων στις υπηρεσίες καταλύματος στην Ελλάδα είναι απόφοιτοι της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, ενώ υψηλό είναι και το ποσοστό των ατόμων που έχουν ολοκληρώσει μόνο την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση ή το Γυμνάσιο (38%).
Αντίστοιχα, οι απόφοιτοι της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αποτελούν το 16% των απασχολουμένων, όταν στο σύνολο των κλάδων το αντίστοιχο ποσοστό διαμορφώνεται στο 26%. Η εποχικότητα επομένως, που εμφανίζει το τουριστικό προϊόν στην Ελλάδα και το μικρό (συνήθως) μέγεθος των ξενοδοχειακών μονάδων, στρέφει μέρος του εργατικού δυναμικού με υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο σε επαγγέλματα εκτός της τουριστικής αγοράς. Αντίθετα, μεγάλο μέρος των απασχολούμενων διαθέτει χαμηλό βαθμό εξειδίκευσης δεδομένου ότι οι τουριστικές υπηρεσίες στην πλειοψηφία τους δεν εντάσσονται στους τομείς έντασης γνώσης.
Εκτός από την άμεση απασχόληση, σημαντική είναι επίσης η συμβολή του τουρισμού στην έμμεση απασχόληση, δηλαδή στις θέσεις εργασίας οι οποίες υποστηρίζονται στους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας, που αποτελούν τους κυριότερους προμηθευτές των τουριστικών επιχειρήσεων για την παραγωγή των υπηρεσιών τους. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα μελέτης του ΙΟΒΕ[1] για την επίδραση του τουρισμού στην ελληνική οικονομία το σύνολο της άμεσης και έμμεσης επίδρασης στην απασχόληση το 2010 εκτιμάται σε 446.000 θέσεις εργασίας εκ των οποίων οι 320.000 περίπου αφορούν στην άμεση απασχόληση και οι υπόλοιπες 126.000 στην έμμεση απασχόληση.
Λαμβάνοντας υπόψη επιπλέον, ότι το μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων (μισθών) που αποκομίζουν οι εργαζόμενοι στις τουριστικές επιχειρήσεις και στους κύριους προμηθευτές-κλάδους του τουρισμού κατευθύνονται στην κατανάλωση αγαθών και υπηρεσιών (π.χ. διατροφή, στέγαση, εκπαίδευση, περίθαλψη, ψυχαγωγία κ.ά.) προκύπτει ότι η καταναλωτική δαπάνη από την πλευρά των νοικοκυριών κατά το μήκος της αλυσίδας αξίας των τουριστικών προϊόντων και υπηρεσιών (την προκαλούμενη δηλαδή επίδραση) υποστηρίζει άλλες 295.000 περίπου θέσεις απασχόλησης στην ελληνική οικονομία.
Έτσι η συνολική επίδραση στην απασχόληση από την ανάπτυξη του τουρισμού στην Ελλάδα προσεγγίζει το 1/6 των απασχολουμένων της χώρας (741.000 σύμφωνα με την εκτίμηση της μελέτης). Η εκτίμηση αυτή υποδεικνύει ότι για κάθε 100 θέσεις εργασίας στην άμεση τουριστική απασχόληση υποστηρίζονται άλλες 130 θέσεις συνολικά σε άλλους κλάδους της ελληνικής οικονομίας ως αποτέλεσμα της ανάπτυξης του τουρισμού στη χώρα.
Συμπερασματικά, το ΙΟΒΕ στη μελέτη που εκπόνησε αναφέρει: «Ο τουρισμός αποτελεί κεντρικό πυλώνα ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας με σημαντική συνεισφορά στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν και στις επενδύσεις. Η πλούσια πολιτιστική κληρονομιά, η εκτεταμένη ακτογραμμή και το φυσικό περιβάλλον είναι ορισμένα από τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που καθιστούν την Ελλάδα από τους σημαντικότερους τουριστικούς προορισμούς παγκοσμίως.
Παράλληλα, ο τουρισμός μαζί με τη ναυτιλία αποτελούν τους πιο εξωστρεφείς κλάδους της ελληνικής οικονομίας, με ιδιαίτερα θετική συνεισφορά στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Σημαντική είναι επίσης η επίδραση στην απασχόληση, δεδομένου ότι αρκετά επαγγέλματα επηρεάζονται άμεσα, αλλά και έμμεσα από την ανάπτυξη του τουρισμού, καθώς κινητοποιεί ένα σημαντικό αριθμό παραγωγικών μονάδων που δραστηριοποιούνται για την κάλυψη της ζήτησης που δημιουργείται.
Σε μια περίοδο όπου οι επιπτώσεις της οικονομικής ύφεσης αποτυπώνονται με ιδιαίτερα αρνητικό τρόπο στην αγορά εργασίας, σκοπός της μελέτης αποτελεί η αποτύπωση των χαρακτηριστικών που επιδεικνύει η άμεση απασχόληση στον τουριστικό τομέα, της εργασίας δηλαδή στους κλάδους όπου η κύρια δραστηριότητα των επιχειρήσεων αφορά στην παροχή αγαθών και υπηρεσιών, που είναι αποτέλεσμα της τουριστικής ζήτησης.
Η ενίσχυση εξάλλου της επιχειρηματικότητας και η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας εντάσσεται στην αναγκαία κατεύθυνση προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας σε ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο, στο οποίο ο τουρισμός θα πρέπει να διαδραματίσει περισσότερο ενεργό ρόλο για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας».