Αρνητικός είναι ο απολογισμός των εμπορικών επιχειρήσεων κατά τη διάρκεια των θερινών εκπτώσεων που ολοκληρώθηκαν χθες αφήνοντας πίσω τους άδεια ταμεία και προβληματισμένους επιχειρηματίες.
Στο 10% ανέρχεται η πτώση του τζίρου σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο για τα καταστήματα του Ρεθύμνου, στα ίδια επίπεδα κινήθηκε και η αγορά του Ηρακλείου ενώ τα Χανιά και ο Άγιος Νικόλαος κατέγραψαν πτώση που φτάνει το 20%.
Οι προσδοκίες του εμπορικού κόσμου για τόνωση της αγοραστικής κίνησης και γενικότερης ανάκαμψης δεν επαληθεύτηκαν καθώς συνολικά η έρευνα του Ινστιτούτου Εμπορίου και Υπηρεσιών (ΙΝ.ΕΜ.Υ) της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας καταγράφει πτώση του τζίρου σε πανελλαδικό επίπεδο κατά 9,7% σε σύγκριση με πέρυσι.
Οι προσφορές και οι ελκυστικές τιμές με μικρή εξαίρεση τα τουριστικά είδη, δεν έδωσε τονωτική ένεση στην αγορά, ενώ ο χειμώνας προμηνύεται ακόμη πιο «βαρύς» από τον περυσινό, όπως επισημαίνουν με ανησυχία οι έμποροι που φοβούνται ακόμα περισσότερα λουκέτα.
Οι ίδιοι αποδίδουν την περιορισμένη κατανάλωση στη δύσκολη οικονομική συγκυρία αλλά και στις αυξημένες φορολογικές υποχρεώσεις που έχουν πλέον τα νοικοκυριά και κυρίως στο κλίμα ανασφάλειας και αβεβαιότητας για το αύριο.
Χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Ρεθύμνου Γιώργος Πολιουδάκης ανέφερε: «Ο μέσος όρος πτώσης του τζίρου στην Ελλάδα την περίοδο των θερινών εκπτώσεων φτάνει το 9,8%. Δυστυχώς οι προσδοκίες μας δεν επαληθεύτηκαν. Ακόμα και αν οι καταναλωτές έχουν κάποια χρήματα στην άκρη, ήταν και θα συνεχίσουν να είναι επιφυλακτικοί, φοβούμενοι για το αύριο. Δεν ξέρουν τι τους περιμένει με τη φορολογία και είναι πολύ διστακτικοί στις αγορές τους. Πλέον για μας αρχίζει ο «Γολγοθάς». Μέχρι πέρυσι λέγαμε ότι ο χειμώνας που πέρασε ήταν ο χειρότερος της τελευταίας 30ετίας αλλά δυστυχώς οι προβλέψεις λένε ότι φέτος τα πράγματα θα είναι πολύ χειρότερα και πως τα λουκέτα στην αγορά θα αυξηθούν».
Στοιχεία εμπορικών επιχειρήσεων
Όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα της έρευνας που πραγματοποιεί σε ετήσια βάση το ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ, οι αρχικές προσδοκίες του εμπορικού κόσμου που είχαν καλλιεργηθεί πριν την έναρξη των θερινών εκπτώσεων τελικά δεν επαληθεύτηκαν. Η γενικότερη συγκριτική εικόνα 2016/2015 μπορεί να είναι βελτιωμένη σε ορισμένα σημεία της σε σχέση με τα αποτελέσματα της σύγκρισης των ετών 2015/2014. Ωστόσο, όπως τονίζεται δεν θα πρέπει να διαφεύγει της προσοχής ότι το καλοκαίρι του 2015 διαδραματίστηκαν πρωτόγνωρα γεγονότα, όπως η επιβολή των κεφαλαιακών ελέγχων και της τραπεζικής αργίας.
Στην πλειοψηφία των επιχειρήσεων (60%) το ποσοστό της έκπτωσης κυμάνθηκε μεταξύ 21% και 40%, όταν την αντίστοιχη περυσινή περίοδο το αντίστοιχο ποσοστό ήταν κατά πολύ χαμηλότερο (39%). Παράλληλα, στη διάρκεια της φετινής θερινής εκπτωτικής περιόδου περίπου μία στις πέντε επιχειρήσεις πραγματοποίησε πωλήσεις με ποσοστό έκπτωσης άνω του 40%, όταν πέρυσι στην αντίστοιχη επιλογή οδηγούνταν μία στις τρεις επιχειρήσεις.
Όσον αφορά στην εξέλιξη των πωλήσεων διαπιστώθηκε ότι πάνω από μία στις δύο επιχειρήσεις (53%) εμφάνισε υποχώρηση στις πωλήσεις σε σύγκριση με το 2015, ενώ στασιμότητα δήλωσε το 1/3. Μπορεί ο ρυθμός υποχώρησης της εμπορικής κίνησης να είναι μικρότερος από εκείνον της περιόδου Ιουλίου – Αυγούστου 2015 (80%), δεν θα πρέπει όμως να λησμονείται το γεγονός πως τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο τέθηκε σε εφαρμογή ο πρωτόγνωρος, για τα ελληνικά δεδομένα, περιορισμός στην κίνηση κεφαλαίων (Capital Controls) και η επιβολή της τραπεζικής αργίας. Αντίθετα, το ποσοστό αυτών που δήλωσαν ότι οι εκπτώσεις του 2016 ήταν καλύτερες σε σύγκριση με την περσινή περίοδο ανέρχεται στο 14% (5% στις θερινές εκπτώσεις του 2015).
Οι μεταβολές του ποσοστού μείωσης των πωλήσεων σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος καταγράφουν σημαντική διαφοροποίηση. Συρρίκνωση 11 – 20% εμφάνισε το μεγαλύτερο μέρος των επιχειρήσεων του δείγματος (35% – 13% το 2015), τη στιγμή που την αντίστοιχη περσινή περίοδο η πλειονότητα των συμμετεχόντων (36%) είχε δηλώσει μείωση άνω του 41%.
Οι έμποροι σε ποσοστό 57,2%, δήλωσαν ότι η καλύτερη περίοδος των θερινών εκπτώσεων ήταν από τις 11/7/2016 έως 30/7/2016, ακολουθούμενη από την περίοδο 1/8/2016 έως 13/8/2016 με ποσοστό 27,6% και τέλος από αυτήν της 16/8/2016 έως το τέλος των εκπτώσεων. Η εν λόγω εξέλιξη επαναφέρει την ομαλοποίηση της κατανομής της καταναλωτικής κίνησης ανάμεσα στις τρεις περιόδους των εκπτώσεων, η οποία είχε διαταραχθεί πέρυσι εξαιτίας της επιβολής των Capital Controls και των έκτακτων καταστάσεων που αυτή συνεπάγεται (προτίμηση της δεύτερης περιόδου 1-15/8).
Για τα καταστήματα που άνοιξαν την Κυριακή 17 Ιουλίου (το 27% των συμμετεχόντων στην έρευνα) παρατηρείται ότι η πλειονότητα των επιχειρηματιών, της τάξης του 80%, πιστεύει ότι το άνοιγμα του καταστήματος την Κυριακή δεν επηρέασε τον συνολικό τζίρο της χειμερινής εκπτωτικής περιόδου και μόλις ένας στους πέντε δηλώνει ότι κατέγραψε αύξηση των πωλήσεών του.
Είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικό ότι κανένας ερωτώμενος δεν έχει προβεί σε πρόσληψη υπαλλήλου για την κάλυψη των αναγκών της λειτουργίας της επιχείρησής του την Κυριακή, επιβεβαιώνοντας το συμπέρασμα πως το άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές δεν φαίνεται να συμβάλλει στην τόνωση της απασχόλησης. Η πλειονότητα των επιχειρηματιών σε ποσοστό 64% έχει επωμιστεί προσωπικά την κάλυψη της συγκεκριμένης ανάγκης και το υπόλοιπο 36% των επιχειρήσεων έχει επεκτείνει το ωράριο των ήδη υπαρχόντων υπαλλήλων.
Όσον αφορά στο λειτουργικό κόστος της επιχείρησης, το 44% των επιχειρήσεων που άνοιξαν απάντησε ότι επιβαρύνεται είτε πάρα πολύ, είτε πολύ από το άνοιγμα των Κυριακών, το 25% απάντησε λίγο, ενώ το 31% δήλωσε ότι δεν έχει επιβαρυνθεί καθόλου.
Τέλος, η επισκεψιμότητα, σύμφωνα με το 52% των επιχειρηματιών, δεν έχει αυξηθεί καθόλου από το άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές. Το 29% των επιχειρηματιών διακρίνει μία μικρή αύξηση, ενώ μόλις το 3% δηλώνει ότι το άνοιγμα της επιχείρησής του τις Κυριακές αύξησε κατά πολύ την επισκεψιμότητα.
Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ, κ. Βασίλης Κορκίδης, σε σχετικές δηλώσεις του ανέφερε:
«Η φετινή θερινή εκπτωτική περίοδος, σε αντιδιαστολή με τις προσδοκίες που είχαν δημιουργηθεί στις αρχές του καλοκαιριού, δεν κατόρθωσε τελικά να αποτελέσει το σημείο καμπής και ανάκαμψης για το ελληνικό εμπόριο. Η αυξημένη τουριστική κίνηση στη διάρκεια του Ιουλίου και του Αυγούστου επίσης δεν κατάφερε να αποφέρει τα αναμενόμενα έσοδα στον κλάδο του εμπορίου και να τονώσει τον τζίρο στις περιοχές υψηλής επισκεψιμότητας. Οι υφιστάμενες αλλά και οι επικείμενες φορολογικές υποχρεώσεις φαίνεται πως διαδραμάτισαν καθοριστικό παράγοντα στην αδυναμία και διστακτικότητα που επέδειξε το καταναλωτικό κοινό στα κοινώς ομολογουμένως υψηλά ποσοστά εκπτώσεων που προέβησαν οι εμπορικές επιχειρήσεις. Παραδόξως η βελτίωση σε όλους τους κλάδους της οικονομίας μας, που καταγράφηκε τον Αύγουστο, στα αποτελέσματα της μηνιαίας έρευνας της ευρωπαϊκής επιτροπής δεν αποτυπώνεται πουθενά στην έρευνα μας. Μπορεί τον Αύγουστο, ο δείκτης οικονομικού κλίματος (economic sentiment indicator, ESI) να αυξήθηκε στις 92,5 μονάδες από 90,9 τον Ιούλιο και 89,7 τον Ιούνιο, καταγράφοντας την υψηλότερη τιμή του τελευταίου 12μήνου, αλλά προφανώς αυτό δεν επαρκεί για να συνέλθει η ελληνική αγορά. Φυσικά, η περσινή εκπτωτική περίοδος δεν μπορεί να αποτελέσει βάση αναφοράς και διεξαγωγής χρήσιμων συμπερασμάτων, από τη στιγμή που οι επιπτώσεις των Capital Controls είναι ακόμη αισθητές σε επιχειρήσεις και καταναλωτές.
Τέλος, παρά τη νηνεμία μεταξύ πρώτης και δεύτερης αξιολόγησης, η πτωτική πορεία των θερινών εκπτώσεων ακολούθησε το υφεσιακό κλίμα και επιβεβαίωσε ότι οι υπερβολικοί φόροι στράγγιξαν την κατανάλωση. Τα αποτελέσματα της έρευνας του ΙΝΕΜΥ της ΕΣΕΕ κατέγραψαν μία ακόμα μείωση του τζίρου κατά -9,7% και δυστυχώς επιβεβαιώνουν ότι ούτε οι φετινές καλοκαιρινές εκπτώσεις κατάφεραν να αντιστρέψουν το παγιωμένο υποτονικό κλίμα στην αγορά».