Θύματα της κρίσης όσον αφορά τις σπουδές τους είναι οι φοιτητές με μεσαίο και χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, καθώς ο αριθμός τους είναι μειωμένος στα πανεπιστήμια και ΤΕΙ τα χρόνια της κρίσης. Αυτό προκύπτει μεταξύ άλλων από τη μελέτη του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), με τίτλο: «Εκπαιδευτικές ανισότητες στην Ελλάδα: Πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και επιπτώσεις της κρίσης».
Ειδικότερα, περισσότεροι από τους μισούς φοιτητές των πανεπιστημίων (53,3%) προήλθαν (το 2014) από οικογένειες με υψηλό κοινωνικό-μορφωτικό επίπεδο, έναντι 30,2% στα ΤΕΙ και 31,6% στους σπουδαστές των λοιπών ιδρυμάτων. Επιπλέον, στα πανεπιστήμια είναι υψηλότερο το ποσοστό των φοιτητών που προήλθε από οικογένειες πολύ υψηλού κοινωνικό-μορφωτικού επιπέδου (6,4%) έναντι μόλις 1,3% στα ΤΕΙ και 1,1% στα λοιπά ιδρύματα. Αντίστοιχα, στα ΤΕΙ και τα λοιπά ιδρύματα περισσότεροι φοιτητές προήλθαν (το 2014) από οικογένειες μεσαίου (56,1% και 55,9%) και χαμηλού (12,4% και 11,5%) κοινωνικό-μορφωτικού επιπέδου.
Επίσης, κατά τη διάρκεια της κρίσης μειώθηκε η διαφορά ως προς το ποσοστό φοιτητών με υψηλό κοινωνικό-μορφωτικό επίπεδο γονέων μεταξύ των πανεπιστημίων και των υπόλοιπων ιδρυμάτων, (από 23,9 ποσοστιαίες μονάδες το 2011 σε 23,1 ποσοστιαίες μονάδες το 2014), ενώ αύξηση της διαφοράς παρατηρείται στο πολύ υψηλό επίπεδο (από 3,9 σε 5,1 ποσοστιαίες μονάδες).
Ακόμα, η μελέτη διαπιστώνει σημαντικές ανισότητες με βάση την προέλευση των φοιτητών ως προς τα πεδία σπουδών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αυξημένα ποσοστά φοιτητών με πολύ υψηλό κοινωνικό-μορφωτικό επίπεδο γονέων παρατηρούνται στις πανεπιστημιακές σχολές ιατρικής (10,7% κατά μέσο όρο την περίοδο 2001-2014), μηχανικών (8,5%) και νομικής (7,7%). Απομονώνοντας τις συσχετίσεις με τα λοιπά κοινωνικά χαρακτηριστικά, προκύπτει ότι το πολύ υψηλό κοινωνικό-μορφωτικό επίπεδο έχει την ισχυρότερη θετική επίδραση στην πιθανότητα φοίτησης στις σχολές μηχανικών (27,2%), ιατρικής (20,2%) και νομικής (11,9%).. Η μεγαλύτερη αρνητική συσχέτιση του κοινωνικό-μορφωτικού επιπέδου με την πιθανότητα φοίτησης παρατηρείται στις φιλοσοφικές σχολές (-6,8% για τα ανώτατα κοινωνικό-μορφωτικά στρώματα).
Οι γυναίκες υπερεκπροσωπούνται στα πανεπιστήμια, ενώ οι επιστήμες της ιατρικής, των πολυτεχνικών και της νομικής συγκεντρώνουν εισακτέους που προέρχονται από οικογένειες με υψηλό μορφωτικό επίπεδο. Αν και τα στοιχεία αφορούν τις κοινωνικές μεταβολές στο σύνολο των φοιτητών μέχρι και το 2014, προκύπτουν από τα πρώτα χρόνια της κρίσης ορισμένες τάσεις που διαμορφώθηκαν στις επιλογές των φοιτητών σε συνδυασμό με τις θεσμικές αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Εντός μίας 15ετίας (από το 2000 έως και το 2014), οι προτεραιότητες στους φοιτητές φαίνεται ότι έχουν αλλάξει. Οι επιλογές των μηχανικών σχολών, της πληροφορικής, των γεωπονικών επιστημών έχουν κερδίσει το ενδιαφέρον των φοιτητών, που απομακρύνονται από τις νομικές σπουδές (σ.σ.: από 6,4% των φοιτητών το 2001 έπεσαν στο 3,2% το 2014), τις φιλοσοφικές και τις ξένες γλώσσες.
Στη διάρκεια της κρίσης εντάθηκαν ελαφρώς οι κοινωνικές ανισότητες στην πρόσβαση των σχολών ιατρικής και νομικής, με το μεγαλύτερο ποσοστό φοιτητών να προέρχεται από υψηλά κοινωνικά στρώματα, ενώ αντίθετα στο χώρο των μηχανικών εξομαλύνθηκαν αυτές οι ανισότητες.