Η εξαγγελία του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, για μεταφορά του ΕΝΦΙΑ στους δήμους, δηλαδή την μεταφορά της αρμοδιότητας τόσο της είσπραξης αλλά και του καθορισμού του φόρου ακίνητης περιουσίας στη δημοτική αυτοδιοίκηση άνοιξε μια μεγάλη συζήτηση για το θέμα της χρηματοδότησης των δήμων και αντιμετωπίζεται με ανάμεικτα σχόλια έως τώρα.
Και αυτό γιατί ο πρωθυπουργός -εμμέσως πλην σαφώς- εξήγγειλε τη μεταφορά του ΕΝΦΙΑ με ταυτόχρονη περικοπή της κρατικής χρηματοδότησης που λαμβάνουν οι δήμοι-κεντρικοί αυτοτελείς πόροι (ΚΑΠ)- σχεδόν στο σύνολό της. Τη μεταφορά του ΕΝΦΙΑ στους δήμους τη χαρακτήρισε ως «Σημαντική μεταρρυθμιστική πρωτοβουλία», που θα τεθεί σε εφαρμογή το 2022..
Τι θα σημάνει αυτό για τους δήμους;
Η απάντηση έχει δοθεί προ καιρού…
Το θέμα έχει εξεταστεί από το Ινστιτούτο Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΙΤΑ), το οποίο σε μελέτη του (Νοέμβριος 2017, με γενικότερο τίτλο «φορολογική αποκέντρωση και ενίσχυση της οικονομικής αυτοτέλειας των ΟΤΑ Α’ βαθμού στην Ελλάδα), έχει καταλήξει ότι ακόμη και εάν τα έσοδα των δήμων από κρατική χρηματοδότηση και φόρο ακινήτων είναι περίπου ίδια ως σύνολο «σε επίπεδο δήμων η αντικατάσταση των ΚΑΠ από τον ΕΝΦΙΑ θα προκαλέσει μεγάλες ανισότητες». Ένα παράδειγμα που προκύπτει από τη μελέτη είναι ότι ο δήμος Φιλοθέης-Ψυχικού θα υπερ-πενταπλασιάσει τα έσοδά του (αύξηση 531%), τη στιγμή που ο δήμος Αγαθονησίου θα μειώσει τα έσοδά του περίπου στο 1/8. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η μελέτη για τον ακριτικό δήμο: «Σε απόλυτους όρους, τα έσοδά του από ΚΑΠ ανέρχονται σε 1.517 ευρώ/κάτοικο, όταν τα έσοδα από ΕΝΦΙΑ είναι μόνο 179 ευρώ/κάτοικο». Εν ολίγοις, οι δήμοι με υψηλής αξίας ακίνητα εντός των διοικητικών τους ορίων θα βγουν κερδισμένοι από την πρόταση, αντιθέτως αυτοί με χαμηλής αξίας ακίνητα θα «εξαερώσουν» τα έσοδά τους.
Σύμφωνα με την μελέτη του ΙΤΑ ο Φόρος Ακίνητης Περιουσίας προσφέρεται για τη χρηματοδότηση της τοπικής αυτοδιοίκησης. Ωστόσο, η μεταφορά του ΕΝΦΙΑ στην αυτοδιοίκηση δεν θα μπορούσε να γίνει χωρίς τη δημιουργία ενός μηχανισμού αναδιανομής. Επιπλέον, ο ΕΝΦΙΑ χαρακτηρίζεται από ορισμένες παθογένειες, που τον έχουν καταστήσει άδικο και μη δημοφιλή. Μια απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή ενός συστήματος φορολογίας της ακίνητης περιουσίας είναι, για παράδειγμα, ο προσδιορισμός της αξίας του ακινήτου επί του οποίου επιβάλλεται ο φόρος. Το θέμα αυτό είναι πολύ σοβαρό σήμερα, λόγω της συχνά παρατηρούμενης μεγάλης απόκλισης των αντικειμενικών αξιών από τις τιμές αγοράς…
Επομένως, σε αντίστοιχες περιπτώσεις, προκειμένου να διατηρήσει τις παρεχόμενες υπηρεσίες σε σταθερό επίπεδο, ο δήμος είτε θα πρέπει να αυξήσει τη φορολογία είτε να εκχωρήσει υπηρεσίες σε ιδιώτες και να απολύσει εργαζομένους, κάτι που επίσης θα οδηγήσει σε αυξημένο κόστος για τους δημότες. Όπως και να έχει, θα διευρυνθούν οι ταξικές ανισότητες μεταξύ των δημοτών σε βάρος κυρίως αυτών της περιφέρειας.
Όλα αυτά, ενώ η τοπική αυτοδιοίκηση έχει υποστεί περικοπές κρατικών πόρων της τάξης του 60% στα χρόνια της κρίσης, ενώ το ύψος των παρακρατηθέντων πόρων μεταξύ 2010-2022 (στο πλαίσιο της εφαρμογής του Μεσοπροθέσμου) έχει υπολογιστεί από στοιχεία της ΚΕΔΕ στα 26 δισ. ευρώ. Και, βεβαίως, έχει υποστεί πραγματική «αφαίμαξη» σε προσωπικό, κάτι που σημαίνει ότι δεν υπάρχει επαρκής στελέχωση σε προσωπικό που θα διαμορφώσει τον απαιτούμενο εισπρακτικό μηχανισμό.
Τι θα συμβεί στους δήμους του νομού Ρεθύμνου;
Προσπαθώντας να αποκωδικοποιήσουμε τα ποιοτικά στοιχεία της μελέτης του ΙΤΑ και το τι ακριβώς σημαίνουν αυτά για τους 5 δήμους του νομού Ρεθύμνου επισημαίνουμε τα εξής: Μόνο σε έναν δήμο, στον δήμο Αγίου Βασιλείου ο δείκτης ΕΝΦΙΑ/ΚΑΠ είναι μεγαλύτερος του 1 (100%) που σημαίνει ότι τα έσοδά του θα αυξηθούν εάν ο ΕΝΦΙΑ αντικαταστήσει τους Κεντρικούς Αυτοτελείς Πόρους (ΚΑΠ). Στους άλλους τέσσερις δήμους ο δείκτης ΕΝΦΙΑ/ΚΑΠ είναι μικρότερος του 1 (100%), με αποτέλεσμα οι δήμοι αυτοί να έχουν μεγάλες απώλειες εσόδων εάν αντικαταστήσουν τους ΚΑΠ με τον ΕΝΦΙΑ. Ειδικότερα οι δείκτες ΕΝΦΙΑ/ΚΑΠ στους δήμους του Ν. Ρεθύμνου είναι:
α) Δήμος Αγίου Βασιλείου: 167%
β) Δήμος Μυλοποτάμου: 88%
γ) Δήμος Ρεθύμνου: 58%
δ) Δήμος Αμαρίου: 57%
ε) Δήμος Ανωγείων: 34%
Φυσικά όλα τα παραπάνω είναι οι μέσοι όροι αφού κάθε δήμος έχει διαφορετικά ποιοτικά στοιχεία και αριθμό ακινήτων.
Αν και η σχετική συζήτηση έχει ανοίξει το τελευταίο έτος, υπάρχουν ακόμα σημεία που χρήζουν διευκρίνησης.. μερικά από αυτά είναι:
1) Πώς θα «στηθεί» ο μηχανισμός είσπραξης; Θα αναλάβουν οι δημοτικές υπηρεσίες να συγκεντρώνουν τα έσοδα από τους πολίτες που έχουν υποστεί ουκ ολίγες φορο-επιβαρύνσεις τα τελευταία χρόνια; Κι άρα το πολιτικό κόστος θα μεταφερθεί από το (απρόσωπο) κράτος στους αιρετούς, δηλαδή τους δημάρχους και τους δημοτικούς συμβούλους;
2) Πως θα αντιμετωπιστούν οι διαφορές μεταξύ των δήμων; Άλλο ένας δήμος με ακριβά ακίνητα και πλούσιους ιδιοκτήτες που θα πληρώνουν, επομένως θα υπάρχουν έσοδα, κι άλλο ένας δήμαρχος που πρέπει να διαχειριστεί ακίνητα μικρής αξίας και φτωχούς δημότες; Τι θα συμβεί στη δεύτερη περίπτωση; Θα κινδυνεύσουν να βάλουν λουκέτο; Θα απολύουν εργαζόμενους ή θα αναστέλλουν υπηρεσίες;
3) Θα συνεχίσει ο ΕΝΦΙΑ, όταν περάσει στους δήμους, να έχει την ίδια εισπρακτική επιτυχία που είχε μέχρι σήμερα; Από το 2011 που εφαρμόστηκε, ο φόρος αυτός αποδίδεται στο κράτος είτε μέσω της ΔΕΗ είτε μέσω της εφορίας. Πρόκειται, όμως, για απρόσωπες υπηρεσίες που ο πολίτης μπορεί να… βρίζει αλλά δεν έχει άμεση επαφή για να αντιδράσει. Όταν ο ΕΝΦΙΑ μεταφερθεί στον δήμαρχο και τους δημοτικούς συμβούλους, οι οποίοι είναι γνωστοί και μιλούν καθημερινά με τους πολίτες, εκφράζονται φόβοι ότι πολλοί θα διαμαρτύρονται και δεν θα πληρώνουν. Άλλωστε, ήδη είναι πολλά τα χρέη των πολιτών στους δήμους τους, γιατί όχι να μην καταστεί ληξιπρόθεσμος και ο ΕΝΦΙΑ;
Συμπερασματικά, οι πόροι που σήμερα δίνονται στους δήμους μέσω των Κ.Α.Π. δεν πρέπει να αντικατασταθούν από τους πόρους που θα προέρχονται από τη φορολογία των ακινήτων (κι όχι μόνον τον ΕΝΦΙΑ), γιατί αυτό θα έχει καταστροφικές συνέπειες για πολλούς δήμους, κυρίως της περιφέρειας, αφού δεν θα μπορούν να έχουν τα απαραίτητα έσοδα που χρειάζονται για τη λειτουργία τους μόνον από τη συγκεκριμένη πηγή. Το να θες να φορτώσεις στους δήμους έναν αντικοινωνικό φόρο, που έχει εξοργίσει τον λαό, μόνο ως αστείο εκλαμβάνεται.
* Ο Σταύρος Βουρβαχάκης είναι οικονομολόγος-δημοτικός σύμβουλος Ρεθύμνου, επικεφαλής της δημοτικής παράταξης «Ρέθυμνο-Ενεργοί Πολίτες»