Οικιστής της υπήρξε κατά τον 16ο π.Χ. αι. ο Στάφυλος, γιος του θεού Διόνυσου και της Αριάδνης, κόρης του Μίνωα, (ή κατ’ άλλη εκδοχή, γιος της Αριάδνης και του Θησέα). Όταν ο Θησέας έφυγε από την Κρήτη πήρε μαζί του την Αριάδνη την οποία όμως εγκατέλειψε στην Νάξο. Εκεί την είδε ο θεός Διόνυσος, την ερωτεύτηκε και την μετέφερε στη Λήμνο. Στη Λήμνο η Αριάδνη κι ο Διόνυσος θα αποκτήσουν τέσσερις γιούς, τον Θόαντα, τον Ινοπίοντα, τον Πεπάρηθο και τον Στάφυλο.
Ο Στάφυλος, ήταν ηγεμόνας (πρίγκιπας θα λέγαμε σήμερα) του κρητικού βασιλείου του Ραδάμανθυ. «Των δ’ άλλων των περί αυτόν ηγεμόνων εκάστω νήσον ή πόλιν δωρήσασθαι λέγουσι τον Ραδάμανθυν. [….] Σταφύλω δε Πεπάρηθον. (Διόδωρος Σικελιώτης, Ιστορική LXXIX, 1ος αι. π.Χ.)» Ποιος όμως ήταν ο Ραδάμανθυς που μπορούσε να προσφέρει νησιά ή πόλεις; Ο Ραδάμανθυς ήταν αδελφός του Μίνωα και έγινε γνωστός για την δικαιοσύνη του. Σε αυτόν είχε ανατεθεί η εφαρμογή των Νόμων και η εποπτεία των δικαστηρίων. Η φήμη του ως δίκαιου κριτή είχε «βγει» κι έξω από τα όρια της Κρήτης. Λένε μάλιστα πως συχνά τον καλούσαν και σε άλλα νησιά, ακόμη και στην Μ. Ασία, για να εκδικάσει υποθέσεις κι είχε έτσι αποκτήσει μεγάλη επιρροή. Απέφευγε να ορκίζεται στους θεούς (δεν τους επιβάρυνε!) και προτιμούσε να δίνει όρκο σε κάποιο αγαπημένο του ζώο ή δένδρο. Ήταν αγαπητός για την σωφροσύνη του, επινόησε την τιμωρία των ληστών, έγραψε Νόμους για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να διοικούνται οι πόλεις. Ακόμη και μετά το θάνατό του ο Δίας, τον όρισε μαζί με τον Μίνωα δικαστή στον Άδη και δίκαζαν τις ψυχές.
Καθώς και τώρα,
έτσι οι τέχνες κι οι Νόμοι ανθίζανε
στο νου η σοφία, στο θρόνο ο Μίνως.
Καθώς και τώρα
τεχνίτη, κρίνο στην πέτρα σκάλισες.
Όλα περάσαν, έμεινε ο κρίνος.
Οι Κρήτες λοιπόν, οι θαλασσοκράτορες της εποχής εκείνης, με επικεφαλής τον Στάφυλο αποβιβάσθηκαν όπως φαίνεται στο νότιο όρμο της Πεπάρηθου (Σκοπέλου), ο οποίος πήρε -και διατηρεί μέχρι σήμερα- το όνομα αυτό όπως και η γύρω περιοχή. «Κείνται δέ καί νησίδες αυτής [σ.σ. της Εύβοιας] πλησίον, Σκύρος Πεπάρηθος, Σκιάθος, ών Κρήτες μέν οί μετά Σταφύλου διαβάντες έκ Κνωσσού ποτέ Πεπάρηθον εγγύς τ’ αυτής Ίκον νήσον συνοικίζουσι… (Σκύμνος ο Χίος. Περιήγησις. 2ος αί. π.Χ.)». Έτσι το νησί -αλλά και η πρωτεύουσά του- πήραν το όνομα του Πεπάρηθου (ετεροθαλή αδελφού του Στάφυλου). Υπήρχαν δε τέσσερις πόλεις. Η Πεπάρηθος (η σημερινή Σκόπελος), ο Πάνορμος, η Κνωσσός ή Κνώσσα (σημερινή Γλώσσα) και η Σελινούς (σημερινό Λουτράκι). «Πεπάρηθος, αύτη τρίπολις και λιμήν». (Σκύλαξ Καρυανδεύς, Περίπλους).
Είναι πολύ πιθανόν ότι οι νέοι άποικοι να ήταν αυτοί που εισήγαγαν την τέχνη της αμπελοκαλλιέργειας, που χάρη στο γόνιμο έδαφος απέφερε, το περίφημο Πεπαρήθιο κρασί το οποίο υπήρξε για αιώνες το κύριο εξαγώγιμο προϊόν του νησιού και που ο Αριστοτέλης το αναφέρει ως φημισμένο και αφροδισιακό. «Αύτη ή νήσος εύοινός έστι….» Αναπτύχτηκε επίσης η ναυπηγία κι η ναυπηγική τέχνη κι όλα μαζί δημιούργησαν μια σπουδαία ναυτική παράδοση που έφτασε μέχρι τις μέρες μας.
Το καλοκαίρι του 1936 (17/8), ο Σκοπελίτης καθηγητής Ζωοτεχνίας του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης κ. Γιάννης Ν. Δημητριάδης, ανακάλυψε εντελώς τυχαία στον γραφικό όρμο του Στάφυλου ένα μικρό χρυσό έλασμα με σπουδαία διακόσμηση. Την επομένη μέρα με πρωτοβουλία και εποπτεία δική του και με την παρουσία τοπικής Αρχής του νησιού, πραγματοποιήθηκε πρόχειρη ανασκαφή που απεκάλυψε τμήμα αρχαίου τάφου με κτερίσματα. Ο έφορος αρχαιοτήτων Νικολ. Πλάτωνος διενέργησε την πλήρη ανασκαφή του τάφου, που έφερε στο φως μέλη ανθρωπίνων σκελετών αλλά και πλέον των πενήντα πολυτίμων κτερισμάτων, μια χρυσή ταινία διαδήματος, χάλκινη λάβρυς (διπλός πέλεκυς= το σύμβολο του Μινωικού κράτους) και τμήμα χρυσής επένδυσης από λαβή ξίφους. Επίσης ένα χάλκινο ξίφος, ένας χάλκινος αμφορέας, μια αργυρή φιάλη, πήλινοι κάλυκες κι ένα γυναικείο ειδώλιο. Από την θέση του τάφου (κοντά στην ακτή, τοποθεσία που επιλεγόταν στην αρχαιότητα σε περίπτωση ηγεμόνα), από το πλούτο, το είδος και την ποιότητα των κτερισμάτων (κρητομυκηναϊκής περιόδου) και κυρίως από την χρυσή επένδυση της λαβής του ξίφους μήκους 32 εκ, οι αρχαιολόγοι βεβαιώθηκαν ότι πρόκειται για τον τάφο του Στάφυλου, ο οποίος θα ήθελε ν’ ατενίζει από το σημείο εκείνο την απέραντη θάλασσα που τον έφερε άρχοντα στον πανέμορφο τούτο τόπο. Το επιβεβαιώνει άλλωστε κι η ονομασία της περιοχής που παραμένει ίδια για χιλιετίες.
Η Μινωική Πεπάρηθος εμφανίζεται με την ονομασία: Σκόπελος τον 2ο μ.Χ. αι, την εποχή της Ρωμαιοκρατίας. Τότε για πρώτη φορά αναφέρεται το όνομα Σκόπελος από τον αστρονόμο-γεωγράφο Κλαύδιο Πτολεμαίο (125-161 μ.Χ.), στο σύγγραμμα του: Γεωγραφική Αφήγησις. Η πιο λογική εξήγηση είναι η ονομασία να σχετίζεται με τους σκοπέλους που προβάλουν στον όρμο, στο βάθος του οποίου εκτεινόταν ο αρχαίος οικισμός της Πεπάρηθου από τον οποίο σήμερα τίποτα δεν σώζεται. Ίσως εξαιτίας αυτών των βράχων ονομάστηκε Νήσος Σκοπέλων (σύντμ: Σκόπελος). Η καταπράσινη Σκόπελος, με αυτή την ονομασία που ασφαλώς την αδικεί, τις περισσότερες περιόδους της μακραίωνης ιστορίας της ήταν πυκνοκατοικημένη.
Ξεφυλλίζοντας του μύθου τις πτυχές, ξετυλίγεται ο μίτος της Ιστορίας. Τόποι, τοπωνύμια, περιοχές, πόλεις, νησιά, απλωμένα εντός και εκτός της Κρήτης -σε όλο τον γνωστό τότε κόσμο- επιβεβαιώνουν την δύναμη και την παντοκρατορία των μινωιτών. Που ήσαν οι κύριοι συντελεστές ενός από τους σπουδαιότερους πολιτισμούς που ανέδειξε η ανθρωπότητα. Του περίφημου Μινωικού Πολιτισμού, που ξεχώρισε γιατί είχε ως επίκεντρό του τον άνθρωπο και μέχρι σήμερα προκαλεί τον θαυμασμό.
– «Σκοπελίτικοι Παλμοί- Πτυχές της Ιστορίας και της Λαογραφίας της Σκοπέλου» (1998) Νικ. Ιω. Νικολαΐδου.
– «Από τον λιμένα της Πεπαρήθου …στο λιμάνι της Σκοπέλου. (02/2004). Εκδ. Λιμενικό Ταμείο Σκοπέλου Και Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Θεσσαλικών Σπουδών
κι επίσης, αρθρογραφεί στο Περιοδικό
«ΕΦΟΠΛΙΣΤΗΣ»