Παιδεύτηκα πολύ, ώσπου να ξεκινήσω το σημερινό άρθρο. Οι σκέψεις, που πηγαινοέρχονταν από τις καθημερινές μας εικόνες, κλωθογύριζαν μέσα μου και δεν μπορούσα να σταθώ κάπου συγκεκριμένα. Να εστιάσω δεν μπορούσα και να σκοπεύσω, μονάχα χάζευα από το παράθυρο του γραφείου μου τους ανθρώπους και τα αυτοκίνητα, που ανεβοκατέβαιναν, με βιάση περισσή, την κεντρική λεωφόρο και κοντοστέκονται λιγάκι και στη μεγάλη πλατεία…
Και ξάφνου, μου ‘ρθαν στο νου οι μεγάλοι μου δάσκαλοι. Όχι οι πολυαγαπημένοι μου γονείς και ο αείμνηστος πατέρας της μάνας μου, μήτε οι σοφοί κλασικοί Έλληνες ρήτορες, ποιητές, ιστορικοί και φιλόσοφοι. Για τέσσερις ανθρώπους κάνω λόγο, οι οποίοι, αφότου μελέτησα σημαντικό σ’ έκταση από το έργο τους και γνωρίζοντας τη ζωή τους, κατέχουν ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου, γιατί πάντα έχουνε κάτι να με διδάξουνε!
Ακούγοντας για τους ανά τη γη αδελφοκτόνους και πολυαίμακτους πολέμους, θυμήθηκα το Νίκο Καζαντζάκη, όταν έγραφε («Αδελφοφάδες») σ’ ένα «κήρυγμα» πανανθρώπινης ομόνοιας: «Δεν έχει πια Έλληνες και Βούλγαρους και Κινέζους όλοι είμαστε αδέλφια. Όλοι οι κατατρεμένοι, οι αδικημένοι, όλοι όσοι πεινούν, διψούν δικαιοσύνη. Κίτρινοι, μαύροι, άσπροι. Άνοιξε την καρδιά σου, παπα Γιάνναρε, βάλ’ τους όλους μέσα· μην τσιγκουνεύεσαι την αγάπη, φόρα τα στήθια!»
Ο Μπέρτραντ Ράσσελ, Άγγλος φιλόσοφος και ανθρωπιστής, έδινε πάντοτε σημασία στη μετριοφροσύνη και όχι στην – και στα δικά του χρόνια (α’ ήμισυ 20ου αιώνα), αλίμονο! – επικρατούσα μετριότητα ηθών των αρχόντων. Κάπου, λοιπόν, σημειώνει: «Οι αρχαίοι, όπως ξέρει όλος ο κόσμος, θεωρούσαν τη μετριοπάθεια σα μια από τις βασικότερες αρετές στον άνθρωπο. «Μέτρον άριστον». Κάτω από την επιρροή του ρομαντισμού και της Γαλλικής Επαναστάσεως η αντίληψη αυτή εγκαταλείφθηκε από πολλούς και ο κόσμος άρχισε να θαυμάζει τα ασυγκράτητα πάθη, έστω κι αν, όπως έγινε με τους ήρωες του Βύρωνος, ήταν καταστρεπτικά και αντικοινωνικά. Ωστόσο, οι αρχαίοι φιλόσοφοι είχαν δίκιο. Μέσα σε μιαν αρμονική ζωή πρέπει να υπάρχει μια ισορροπία ανάμεσα στις διάφορες δραστηριότητες και καμιά απ’ αυτές δεν πρέπει να εξογκώνεται τόσο πολύ που ν’ αποκλείει όλες τις άλλες…»
Ράσσελ, όμως, δεν πρέπει να ‘χουν μελετήσει πολλοί από τους Νεοέλληνες πολιτικούς! Το λυπηρό, πάντως, είναι πως δεν έχουν διαβάσει ούτε καν Καβάφη, όταν το 1913 μας «χάρισε» τους ακόλουθους πάνσοφους στίχους: «Κι αν δεν μπορείς να κάμεις τη ζωή σου όπως τη θέλεις/ τούτο προσπάθησε τουλάχιστον/ όσο μπορείς : μην την εξευτελίζεις/ μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου,/ μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες…»
Κοίταξα για τελευταία φορά έξω από το παράθυρο. Και μέσα στο συνονθύλευμα όσων πάνε και έρχονται, για τρίτη και τελευταία – όπως στο θέατρο – φορά ας κρούσω το καμπανάκι για όσους πολιτευτές αδυνατούν να καταλάβουν πως η Ελλαδίτσα είναι καταδικασμένη να μη σωθεί ποτέ κι από κανέναν τους. Οι μόνοι που μπορούν πραγματικά να τη γλιτώσουν από τα δεινά της είναι οι ίδιοι οι πολίτες εάν ορθώσουν περήφανα το ανάστημά τους και πουν βροντερόφωνα «όχι» στους κάθε λογής «φίλους, συμμάχους και προστάτες» της πατρίδας μας … Και τούτο, γιατί, εάν μου επιτραπεί να παραφράσω τον τέταρτό μου δάσκαλο, τον Λένιν, «ο φιλελεύθερος νομίζει ότι παίζει το ρόλο του υπερασπιστή όλων των καταπιεζομένων, ενώ ο σοσιαλιστής νομίζει ότι τον ακολουθεί όλη η σκεπτόμενη και εργαζόμενη … Ελλάδα»! Εσείς τι λέτε, αλήθεια, για όλα τούτα;