Σε σημαντικό θρησκευτικό προσκύνημα του νότου του Ρεθύμνου έχει αναχθεί η Ιερά Μονή Αγίου Πνεύματος Κισσού στην Μητρόπολη Λάμπης, Συβρίτου και Σφακίων, η οποία επαναλειτούργησε τα τελευταία χρόνια και απέκτησε ηγούμενο τον περασμένο Αύγουστο μετά από 200 χρόνια!
Δίπλα στον ομώνυμο οικισμό του Δήμου Αγίου Βασιλείου, το μικρό Μοναστήρι λειτουργεί κανονικά με τον Ηγούμενο του Βαρθολομαίο Ξερουδάκη, να υποδέχεται καθημερινά δεκάδες πιστούς που σπεύδουν να προσκυνήσουν, να θαυμάσουν το ιστορικό μνημείο αλλά και το φυσικό περιβάλλον της περιοχής, που παρουσιάζει εξαιρετική ομορφιά και ενδιαφέρον.
Με την επίβλεψη της Αρχαιολογίας έχει αναστηλωθεί μέρος του κτιριακού συγκροτήματος, στο οποίο εγκαταβιεί ο Ηγούμενος και υποδέχεται τους προσκυνητές, καθώς επίσης το καθολικό, στο οποίο τιμάται το Άγιο Πνεύμα και ο Άγιος Νικόλαος και στην αυλή του βρίσκεται η περίτεχνη κρήνη με τρεχούμενο νερό.
Ωστόσο ένα μεγάλο μέρος του κτιρίου παραμένει σε ερειπιώδη κατάσταση, ενώ απαιτείται σύγχρονη οδική πρόσβαση που να συνδέσει την Μονή με το οδικό δίκτυο Σπηλίου – Αγίας Γαλήνης, διότι σήμερα ένας στενός και πεπαλαιωμένος δρόμος μέσα από το χωριό Κισσός, αποτελεί τη μοναδική πρόσβαση στο ιστορικό Μοναστήρι.
Αυτά είναι και τα πιο σημαντικά προβλήματα που έχει μπροστά του ο νέος ιερωμένος που επέλεξε να ζήσει σε αυτό το απομακρυσμένο μικρό Μοναστήρι, το οποίο δεν έχει περιουσία ή έσοδα.
Η ολοκληρωμένη παρέμβαση αναστήλωσης του Μοναστηριού και η οδική σύνδεσή του καλό θα ήταν να απασχολήσουν τις τοπικές αρχές ενόψει της νέας προγραμματικής περιόδου με αξιοποίηση των κονδυλίων του Σ.Ε.Σ., καθώς σύμφωνα με την ενημέρωση που υπάρχει, αναμένεται να δοθεί έμφαση σε έργα πολιτιστικού, θρησκευτικού και τουριστικού ενδιαφέροντος.
Η ιστορία της Μονής και της περίφημης σχολής της
Η ίδρυση της Μονής πιθανολογείται κατά το τέλος της δεύτερο-βυζαντινής περιόδου (961-1204 μ.Χ.) ή κατά τα χρόνια της πρώιμης Ενετοκρατίας στην Κρήτη.
Αρκετά Ενετικά έγγραφα αναφέρονται στη Μονή κατά τα έτη 1635 και 1640, τα οποία πιστοποιούν ότι το Μοναστήρι βρισκόταν σε άνθηση και πλήρη λειτουργία κατά το χρονικό αυτό διάστημα.
Υπάρχει επίσης έγγραφο του 1658, του ιεροδικείου Ρεθύμνης, ενώ το Μοναστήρι αναφέρεται σε μια σειρά από Σουλτανικά φιρμάνια και Συνοδικά Πατριαρχικά γράμματα, που διασώζονται στο αρχείο της Ιεράς Μονής Πρέβελη.
Λειτουργούσε ως αυτόνομη Μονή από την ίδρυσή της μέχρι την 15η Ιουνίου 1821, ημέρα που γνώρισε την τουρκική θηριωδία. Μαρτυρείται η επέλαση τούρκικων στρατευμάτων που σφάγιασαν τους μοναχούς και πυρπόλησαν το κτιριακό συγκρότημα. Υπήρξε, μάλιστα, η πρώτη Μονή, η οποία καταστράφηκε από τους Τούρκους κατά την επανάσταση του 1821 στην Κρήτη. Οι μοναχοί, οι οποίοι έχουν ενταφιαστεί στην αυλή πίσω από το Ιερό Βήμα του Καθολικού, έχουν ανακηρυχτεί Ιερομάρτυρες και η μνήμη τους τιμάται κάθε 15 Ιουνίου.
Μετά την ερήμωση του προσαρτήθηκε ως Μετόχι στο Μοναστήρι του Πρέβελη.
Επίσης με την ιστορία της Μονής ταυτίζεται η ιστορική μάχη διακοσίων εθελοντών αγωνιστών υπό τον Δημήτριο Πετρουλάκη, που έπεσαν σε μάχη κατά των τουρκικών στρατευμάτων στις 5 Δεκεμβρίου 1868. Στη μνήμη τους έχει ανεγερθεί μνημείο στον περίβολο του Μοναστηριού.
Από το έτος 1836 υπό την καθοδήγηση του Επισκόπου Λάμπης Νικοδήμου Σουμπασάκη ιδρύθηκε και λειτούργησε στο Άγιο Πνεύμα η περιώνυμη «Σχολή του Αγίου Πνεύματος», η οποία αναδείχθηκε ως ένα από τα σημαντικότερα και μεγαλύτερα πνευματικά κέντρα της τουρκοκρατούμενης Κρήτης κατά το 19ο αιώνα.
Σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές η σχολή λειτούργησε μέχρι τη μεγάλη Κρητική Επανάσταση και το 1870 ονομάστηκε Ελληνική Σχολή Αγίου Βασιλείου. Από το 1887 ως το 1889 λειτούργησε ως Ιερατική Σχολή, ενώ επανιδρύθηκε το 1894 από τον Επίσκοπο Ευμένιο Ξηρουδάκη και λειτούργησε με αρκετές περιόδους διακοπής ως το 1920 και από τότε ως το 1942 ως Δημοτικό Σχολείο.
Μαρτυρείται η εμβέλεια του πνευματικού αυτού κέντρου από τη νήσο Γαύδο, σ’ ολόκληρη την Επαρχία Σφακίων και Αγίου Βασιλείου. Ενίοτε κάλυπτε και τις ανάγκες των επαρχιών Καινουρίου, Πυργιωτίσσης, Αμαρίου και της περιοχής του δυτικού Ρεθύμνου.
Χαρακτηριστικό της λειτουργίας της σχολής είναι ότι οι τρίμηνες ετήσιες διακοπές ήταν τους χειμερινούς μήνες που επικρατεί ψύχος στην περιοχή λόγω υψομέτρου και υπολογίζεται ότι χιλιάδες Κρητικόπουλα στα χρόνια της Τουρκοκρατίας είχαν την ευκαιρία να μάθουν την ελληνική γλώσσα και την ιστορία στο συγκεκριμένο ιστορικό εκπαιδευτικό κέντρο.
Ανάμεσα στους φημισμένους δασκάλους που δίδαξαν στον Κισσό περιλαμβάνονται τα ονόματα των προαναφερθέντων Επισκόπων Νικόδημου και Ευμένιου, του Μητροπολίτη Κρήτης Βασίλειου Μαρκάκη την περίοδο που ήταν Αρχιμανδρίτης, του Μιχαήλ Πρεβελάκη, του Χρίστου Μακρή και Ευστράτιου Φωτάκη και πολλών άλλων πνευματικών ανδρών της εποχής.