Η δημοσίευση ολοσέλιδης συνέντευξης της Φαλής Γ. Βογιατζάκη την περασμένη Κυριακή στην εφημερίδα «Καθημερινή», μου δίνει την ευκαιρία ν’ αναφερθώ σ’ αυτήν και να γνωστοποιήσω μια σχετική πρωτοβουλία.
Η Φαλή Βογιατζάκη, αναθρεμμένη στην Αθήνα ως κοσμοπολίτισσα αλλά και με στέρεες βάσεις στην Κρήτη, από τον πατέρα της, έχει ζήσει σημαντικό μέρος της ζωής της στο Ρέθυμνο. Ήταν κοπελούδα ακόμα όταν έφερε μαζί της εδώ τον Άγγελο και τη Νίκη Γουλανδρή και τους υπέβαλε την ιδέα για ένα παράρτημα του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας. Για τη δημιουργία του η ίδια μόχθησε επί πολλές δεκαετίες και συνεχίζει την τελευταία, στην οποία λειτουργεί πλήρως, στηρίζοντάς το με κάθε τρόπο, σε μια εποχή παρατεταμένης οικονομικής κρίσης και τελικά άρσης λειτουργίας των μουσείων εξαιτίας του κορωνοϊού. Είναι ένα Μουσείο – κόσμημα για τον τόπο, για τον οποίο οι ρέκτες της φυσικής ιστορίας αναρωτιούνται πώς είναι δυνατόν να συντηρεί ένα τόσο εξειδικευμένο σε θεματική ίδρυμα.
Το ίδιο και περισσότερο αγάπησε το καταδικό της Μουσείο, το Ιστορικό και Λαογραφικό, προικίζοντάς το -από κοινού με 170 δωρητές- όχι μόνο με εξαιρετικά εκθέματα αλλά και μ’ ένα βενετσιάνικο μέγαρο του Ρεθύμνου, εκείνο της οικογένειας Clodio, το οποίο είχε αγοράσει εξ ιδίων. Έχω την τύχη να την παρακολουθώ εδώ και μια δεκαετία και θαυμάζω τον νεανικό της ενθουσιασμό στην επίλυση κάθε του προβλήματος αλλά και στη συμπλήρωση και στον εκσυγχρονισμό του. Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο είναι στενοχωρημένη που δεν μπορεί να το επισκεφθεί και να χαρεί τα μεγάλα έργα συντήρησης και τις προσθήκες σε εξοπλισμό που πραγματοποιήθηκαν.
Εξυπακούεται ότι ούτε το ένα ούτε το άλλο Μουσείο, όπως άλλωστε και τα περισσότερα στη χώρα μας, δεν είναι αυτάρκες οικονομικά. Τα ελλείμματα του πρώτου καλύπτονται από τα έσοδα του κεντρικού Μουσείου Φυσικής Ιστορίας, του οποίου η Φ. Βογιατζάκη έχει διατελέσει Γενική Γραμματέας από το 1971, στη συνέχεια Αντιπρόεδρος και από το 2019 Πρόεδρος. Θα πρέπει βέβαια να αναφέρουμε ότι κι εκείνο το Μουσείο, το αρχαιότερο στο είδος του στην Ελλάδα, από το 1964, δεν είναι αποδέκτης ούτε δραχμής από τις -όποιες- κρατικές χρηματοδοτήσεις, που κατευθύνονται αποκλειστικά προς τα κρατικά μουσεία.
Όσο για το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο Ρεθύμνης, αυτό στηρίζεται για τη λειτουργία του στο πορτοφόλι της προέδρου του, από το 1974. Η σχετικά αυξημένη για Μουσείο επισκεψιμότητά του -είναι το πρώτο με διαφορά στο Ρέθυμνο- δεν μπορεί να καλύψει παρά μικρό μέρος των εξόδων λειτουργίας, αφού δεν δέχεται καμία επιχορήγηση ή βοήθεια από κρατικό ή τοπικό φορέα. Σκέφτομαι αίφνης ότι σε κάθε επίσκεψη επίσημου προσώπου στο Ρέθυμνο (Πατριάρχης, ευρωπαίοι παράγοντες, οικονομικοί και πολιτικοί παράγοντες κ.ά.), οι αρχές του τόπου θεωρούν απαραίτητο να του επιδείξουν το Λαογραφικό Μουσείο, χωρίς όμως παράλληλα να βάζουν το χέρι στην τσέπη και να καλύψουν κάποιαν από τις ανάγκες του. Το κάνει αθόρυβα η Φαλή Βογιατζάκη κι ο γιος της Γιώργος Ραφαήλ – Βογιατζάκης.
Λαογραφικό Μουσείο δεν είναι βέβαια μόνο οι εκθεσιακοί χώροι, οι οποίοι πρέπει να παρουσιάζουν συντηρημένα εκθέματα, με καλές συνθήκες φωτισμού, θερμοκρασίας και υγρασίας. Είναι και οι κλειστές του συλλογές, εκείνες που μελετούν οι επιτετραμμένοι επιστήμονες, που κι εκείνες έχουν τις δικές τους απαιτήσεις. Μουσείο είναι ασφαλώς και τα εκπαιδευτικά προγράμματα που προσφέρει στα Ρεθεμνιωτόπουλα, έξι διαφορετικά μέχρι στιγμής, που προϋποθέτουν έξοδα για υλικά και αμοιβή της εμψυχώτριάς τους. Και βέβαια, Μουσείο είναι και οι εκδηλώσεις, οι ημερίδες και τα συνέδρια και μαζί μ’ αυτά και οι εκδόσεις του, που δεν είναι και λίγες. Θυμίζω ότι η πιο πρόσφατη, για την Κρητική Διάλεκτο, κυκλοφόρησε στις αρχές του περασμένου Σεπτέμβρη, μετά το πέρας της ομώνυμης Ημερίδας. Λίγο αργότερα το Μουσείο κατέβασε ρολά.
Όσο για τη φετινή χρονιά, πέραν του ανοίγματος στο κοινό, το Μουσείο προγραμματίζει -τιμώντας και τον ιστορικό του τομέα- ημερίδα και έκθεση για τα ογδοντάχρονα της Μάχης της Κρήτης και μια μεγάλη ημερίδα για την 200ετηρίδα, με θέμα «Το 1821 και το Ρέθυμνο», με τη συμμετοχή εκλεκτών εισηγητών.
Η Φαλή Βογιατζάκη είναι ευεργέτιδα του τόπου. Το αναγνωρίζουμε όλοι που ασχολούμαστε με τα γράμματα και τον πολιτισμό, όπως βέβαια και η Ακαδημία Αθηνών, που το 2010 την τίμησε για το δημιούργημά της, το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο του Ρεθύμνου. Την τίμησε επίσης ο Σύλλογος Ρεθυμνίων Αττικής «Το Αρκάδι» το 2019, ενώ βαρύνουσα είναι η κρίση ενός σημαντικού ανθρώπου των ελληνικών μουσείων, του Άγγελου Δεληβορριά, στον πρόλογο του καταλόγου δύο χρόνια πριν: «Το Μουσείο αποτελεί ένα πνευματικό κέντρο αυτογνωσίας και εθνικού αναστοχασμού».
Για τους παραπάνω λόγους και γι’ άλλους πολλούς, τρεις συμπολίτες, που ζούμε τον καθημερινό αγώνα της Φαλής Βογιατζάκη για τα μουσεία της, ως μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του μεγαλύτερου απ’ αυτά στο Ρέθυμνο, υποβάλλαμε στο Δημοτικό Συμβούλιο το αίτημα ανακήρυξής της ως επιτίμου δημότη. Εξυπακούεται ότι η ίδια δεν γνωρίζει τίποτε μέχρι στιγμής, καθώς, με τη γνωστή σεμνότητα και το ήθος της, θα μας είχε σίγουρα αποτρέψει. Το παραθέτω αυτούσιο εις γνώσιν των αναγνωστών, ώστε κι αυτοί να πιέσουν για την ευόδωσή του.
«Πρόταση των Στρατιδάκη Χάρη, Γιάννη Παπιομύτογλου και Κατερίνας Τσακάλη – Δομαζάκη, δημοτών Ρεθύμνου, Ρέθυμνο 23 Δεκεμβρίου 2020. Προς το Δημοτικό Συμβούλιο Ρεθύμνης (δια του Δημάρχου κ. Γ. Μαρινάκη). Με την παρούσα επιστολή μας θέλουμε να σας προτείνουμε την ανακήρυξη της ιδρύτριας και προέδρου του Ιστορικού και Λαογραφικού Μουσείου Ρεθύμνης Φαλής Γ. Βογιατζάκη σε επίτιμη δημότη της πόλης μας. Διατελούμε εδώ και χρόνια μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Μουσείου κι έχουμε τη δυνατότητα να γνωρίζουμε και εκ των έσω την προσφορά της.
Ως γνωστόν, η Φαλή Γ. Βογιατζάκη ίδρυσε το Μουσείο το έτος 1974, από κοινού με τον Χριστόφορο Σταυρουλάκη, ως Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου, με σκοπό «τη διάσωση και διάδοση του κρητικού λαϊκού πολιτισμού, όχι ως ιστορικού στοιχείου του παρελθόντος αλλά ως στοιχείου που μέσα στην πορεία της ανθρώπινης σκέψης θα εμπνέει και θα εμπλουτίζει την ανθρώπινη ζωή».
Το έτος 1977 αγόρασε με δικά της χρήματα και στη συνέχεια δώρισε στο ΝΠΙΔ το μέγαρο Clodio της οδού Βερνάρδου. Στη συνέχεια ανέθεσε σε μηχανικούς και μουσειολόγους, συνεργάτες του Μουσείου Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας, του οποίου σήμερα διατελεί επίσης πρόεδρος, την εκπόνηση των σχετικών μελετών και σε ρεθεμνιώτικη εταιρεία την αναστήλωσή του, η οποία επετεύχθη την περίοδο 1993-94 με τη βοήθεια και των ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Στο μεταξύ από το 1985 ήδη το Μουσείο λειτουργούσε με προσωρινή έκθεση στην οδό Μεσολογγίου 28, εκεί όπου σήμερα στεγάζεται το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Κρήτης.
Φέτος [2020] συμπληρώθηκαν 35 χρόνια συνεχούς λειτουργίας του και σχεδόν μισός αιώνας προσπαθειών. Όλα αυτά τα χρόνια η Φαλή Γ. Βογιατζάκη το στήριξε όχι μόνο με πολλούς κόπους και προσωπικό χρόνο αλλά και οικονομικά και εξακολουθεί να το στηρίζει μέχρι σήμερα. Διατελεί πρόεδρός του, με αντιπρόεδρο τον γιο της Γεώργιο Ραφαήλ-Βογιατζάκη, έχει κάνει αμέτρητα ταξίδια στο Ρέθυμνο και το έχει καταστήσει ένα από τα καλύτερα στο είδος του στην Ελλάδα. Σήμερα δεν νοείται επίσκεψη επισήμου προσώπου στην πόλη μας χωρίς την επίσκεψή του σ’ αυτό. Παράλληλα το Μουσείο με τις εκδηλώσεις του (ημερίδες, συνέδρια, εκθέσεις, εκδόσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα, τιμητικές εκδηλώσεις κ.λπ.) έχει καταστεί εκ των κορυφαίων πολιτιστικών φορέων του Ρεθύμνου.
Η προσφορά της Φαλής Γ. Βογιατζάκη δεν περιορίζεται στο Λαογραφικό Μουσείο αλλά επεκτείνεται και στο Παλαιοντολογικό -Παράρτημα του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Γουλανδρή των Αθηνών. Για την προσφορά της όμως αυτή αρμοδιότερος να σας εισηγηθεί είναι ο συντοπίτης γεωλόγος και επιμελητής του Βασίλης Σιμιτζής.
Για όλα αυτά και δεδομένης της ηλικίας της σας προτείνουμε να αποφασίσετε να την τιμήσετε το ερχόμενο καλοκαίρι, μετά την λήξη των περιοριστικών μέτρων, με τον τίτλο του επίτιμου δημότη του Ρεθύμνου, τον οποίο έχει επαξίως κερδίσει στη συνείδηση των συντοπιτών μας που παρακολουθούν τις δραστηριότητες και την προσφορά της και στα δύο Μουσεία. Εξυπακούεται ότι η πρότασή μας αυτή γίνεται εν αγνοία της Φαλής Γ. Βογιατζάκη, η οποία ούτως ή άλλως διακρίνεται για τη σεμνότητά της. Διατελούμε μετά τιμής κ.λπ. κ.λπ.»
Θέλω να πιστεύω ότι το θέμα θα έρθει σύντομα στο Συμβούλιο και ότι η απονομή του τίτλου θα αποφασιστεί ομόφωνα. Κι ότι το Συμβούλιο θα πάει ακόμα παραπέρα, αποφασίζοντας να προσφέρει και ουσιαστική, πέραν της τιμητικής, βοήθεια, με την απαλλαγή για παράδειγμα των δύο Μουσείων από το κόστος ύδρευσης και αποχέτευσης, με τη μηνιαία αποστολή κάποιων συμβασιούχων καθαριότητας για την περιποίηση των Κήπων τους, που αποτελούν και οι δύο «διαμαντάκια» της πόλης, καθώς και με ό,τι ακόμα μπορεί να προσφερθεί, ώστε να διευκολυνθεί η λειτουργία τους.
Η Φαλή Βογιατζάκη αξίζει μιας τέτοιας τιμής στον -ουσιαστικά- γενέθλιο τόπο μας. Όχι φυσικά ότι το έχει ανάγκη: όποιος διαβάσει τη συνέντευξή της αντιλαμβάνεται ότι έχει να κάνει με μια γυναίκα πανευρωπαϊκού βεληνεκούς, όπως ήταν και η αείμνηστη Νίκη Γουλανδρή. Είναι μια γυναίκα που τοποθετείται με σοφία και περίσκεψη στα παγκόσμια προβλήματα της κλιματικής αλλαγής, της εξαφάνισης ειδών και της μείωσης της βιοποικιλότητας, διατυπώνοντας την άποψη ότι ο μόνος τρόπος για να αντιμετωπιστούν οι συνέπειές τους είναι η επίδειξη του ίδιου πνεύματος συνεργασίας μ’ εκείνην που επιδεικνύει η υφήλιος στο πρόσφατο πρόβλημα του κορωνοϊού καθώς και η περιβαλλοντική εκπαίδευση των νέων γενιών.
Η Φαλή Βογιατζάκη, παρόλη την ηλικία της, έχει τη δύναμη να ηγείται σήμερα ενός από τα μεγαλύτερα Μουσεία της χώρας, χρησιμοποιώντας δημιουργικά την παύση τού lockdown για να αναδιατάξει το Περιβαλλοντικό του Κέντρο «Γαία», έτσι που ν’ ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των νεότερων μελών της κοινωνίας μας. Το ίδιο κάνει και στο Παράρτημά του στο Ρέθυμνο αλλά και στο «παιδί» της, το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο, το οποίο -κορωνοϊού επιτρέποντος- θα χαρούμε ανανεωμένο και δυναμικότερο από τον ερχόμενο Μάιο.
Κυρία Φαλή, σας ευχόμαστε υγεία και μακροημέρευση και σας ευχαριστούμε για όλα!