Παραμονές της μεγάλης μέρας που το Ρέθυμνο ανάπνευσε αέρα ελευθερίας από το ναζιστικό ζυγό, θα κάνουμε μερικές αναφορές σε ήρωες που έγραψαν τη δική τους σελίδα στην Αντίσταση και με την πένα τους κράτησαν τις σημαντικότερες στιγμές.
Ο Μιχάλης Χριστοφοράκης, ο γιατρός με τη μεγάλη αντιστασιακή δράση, ο έντιμος αγωνιστής, με το βιβλίο του μας δίνει τις πιο σημαντικές σελίδες από τον αγώνα του λαού μας, με θαυμαστή ακρίβεια και απόλυτη αντικειμενικότητα αν και ήταν γνωστή η ιδεολογική του θέση.
Ο Μιχάλης Χριστοφοράκης γεννήθηκε στις Μέλαμπες το 1909. Ήταν το πρώτο παιδί οκταμελούς οικογενείας, που ανάτρεφε τα παιδιά της κάτω από εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες.
Η φτώχεια «έψησε» τον πρωτογιό του Χριστοφοράκη και δίκαια καμάρωνε ο φτωχός πατέρας για το παιδί του που ήταν άριστος στα μαθήματα, αλλά και φιλότιμος, εργατικός, με αίσθημα ευθύνης. Άκουγε τους μεγαλύτερους με σεβασμό και πολλές φορές γινόταν δέκτης όλων των προβλημάτων τους. Έδινε μια αίσθηση σοφού ανθρώπου παρά τη νεαρή του ηλικία.
Ο πατέρας του δεν είχε παρά να τον περιβάλλει με απόλυτη εμπιστοσύνη. Κι επειδή δεν ήθελε να τον αδικήσει, μια κι έπαιρνε τα γράμματα, δεσμεύτηκε να τον σπουδάσει σε όποια επιστήμη εκείνος ήθελε. Άλλωστε ήταν τόσο καλός μαθητής που δεν είχε πρόβλημα επιλογής. Ο Μιχάλης επέλεξε Ιατρική. Ήταν η επιστήμη που θα τον βοηθούσε να ανακουφίζει τους πάσχοντες συνανθρώπους μας γιατί πάντα είχε έγνοια γι’ αυτούς.
Άριστος φοιτητής
Στις πανεπιστημιακές σπουδές δεν δυσκολεύτηκε καθόλου. Άριστος φοιτητής αλλά σκληρά δοκιμασμένος λόγω της απόλυτης φτώχειας. Πώς να βοηθήσει η οικογένεια που δεν είχε ούτε τα απαραίτητα;
Αυτή η στέρηση που βίωσε ο νεαρός Μιχάλης τον έφερε πιο κοντά στο λαό που δυστυχούσε και κείνα τα χρόνια.
Γύρισε με το πτυχίο στο χέρι στο χωριό του και ξεκίνησε το ιατρικό λειτούργημα το 1935, με τον ενθουσιασμό του νεαρού γιατρού, έτοιμου να προσφέρει με ανιδιοτέλεια τις υπηρεσίες του στον απλό κόσμο.
Με την επιβολή της φασιστικής δικτατορίας του Μεταξά, 4 Αυγούστου 1936, μυήθηκε από κάποιο απόστρατο δημοκράτη αξιωματικό στην αντιδικτατορική κίνηση που ξεκίνησε ο στρατηγός Μάντακας στην Κρήτη. Σύντομα όμως η κίνηση προδόθηκε και ξεριζώθηκε στη γέννησή της, όπως αναφέρει στο βιβλίο που είναι και αυτοβιογραφία του ο Μιχάλης Χριστοφοράκης.
Έμεινε κι εκείνος με την ελπίδα ότι θα βρει μετερίζι ν’ αγωνιστεί για τη δημοκρατία γιατί ήταν από τη φύση του αγωνιστής.
Νεαρός γιατρός, συμπαθέστατος, αξιαγάπητος, δεν ήταν δυνατόν να αφήσει ασυγκίνητες τις κοπελιές. Εκείνος με την ευθυκρισία που τον διέκρινε, έδειξε να τον ενδιαφέρει η κόρη του παπα-Γιάννη Αυγουστάκη η Άννα.
Παντρεύτηκαν το 1939 και η χαρισματική κοπέλα αποδείχτηκε μια πιστή σύντροφος, άξια μάνα και συναγωνίστρια. Ήταν πάντα για το γιατρό μια πηγή δύναμης και πίστης στον αγώνα. Απέκτησαν τρία παιδιά. Τον Γιώργη, την Ιουλία και το Γιάννη.
Η κήρυξη του πολέμου τον βρήκε με διπλό έλκος δωδεκαδακτύλου. Αυτό δεν τον εμπόδισε να ξεκινήσει αμέσως την 28η Οκτωβρίου 1940, με προορισμό τους Αρμένους, όπου κατατάχτηκε στον στρατό περιμένοντας την αναχώρηση για τα βουνά της Αλβανίας.
Κατατάχτηκε στο 44ο Σ.Π. και μετά από ολιγοήμερη παραμονή στους Αποστόλους Αμαρίου και στο Νεροκούρου Χανίων, προωθήθηκαν στον Πειραιά και από εκεί στο Χαϊδάρι, όπου και ονομάστηκε ανθυπίατρος. Εκεί έμειναν δυο τρεις μέρες και μόλις ήρθε η σειρά τους επιβιβάστηκαν σε σιδηροδρομικούς συρμούς με προορισμό το Αμύνταιο Φλώρινας για να φτάσουν το συντομότερο δυνατό στο μέτωπο.
«Φοβερή γύμνια από πλευράς εξοπλισμού»
Αναφέρει σχετικά στο βιβλίο του:
«Στα πρόσωπα όλων των στρατιωτών, ήταν ολοφάνερη η ασυγκράτητη επιθυμία να φτάσουμε όσο πιο γρήγορα στο μέτωπο, άσχετα αν προσκρούσαμε στην επιχείρηση «καρκινοβασίας» του δικτάτορα Μεταξά και κάναμε -γιατί έτσι το ήθελε εκείνος με τους επιτελείς του -αμέτρητες νυκτερινές πορείες καθυστέρησης-άμε κι έλα -για να φτάσουμε ύστερα από αφάνταστες και τρομερές ταλαιπωρίες στα στενά της Αλβανικής Κλεισούρας αρχές Γενάρη 1941.
Ήταν τότε που αποκαλύφθηκε η φοβερή γύμνια από άποψη εξοπλισμού και εφοδιασμού του στρατού μας, γιατί καθεστώς της 4ης Αυγούστου ούτε θέλησε, ούτε προετοίμασε, παρόλο που βρισκόταν από τη γένεση του κιόλας υπό την προστασία του βρετανικού ιμπεριαλισμού, μια κάποια αντίσταση στη φασιστική επιδρομή του Μουσολίνι».
Αναφερόμαστε στις δικές του απόψεις επειδή έχει σημασία να ξέρουμε τα συναισθήματα και τις σκέψεις του εκείνες τις συγκλονιστικές στιγμές που η Ελλάδα κόντρα σε μια υπερδύναμη πάλευε για τα ιερά και όσια της φυλής.
Όπως αναφέρει παρακάτω έζησε τα πολεμικά γεγονότα από πολύ κοντά, καθώς πέρα από γιατρός του 3ου Τάγματος, ανθυπίατρος στο επιτελείο του, πολέμησε πολλές φορές όταν κινδύνευαν από τις συχνές και αιφνιδιαστικές επιθέσεις των Ιταλών και σαν τουφεκιοφόρος.
Για τη συμπεριφορά του στους τραυματίες αναφέρει κάτι πολύ συγκινητικό, ο συμπολίτης Γιάννης Κουτσουράκης όταν τον αποχαιρετά από τις στήλες των «Ρ.Ν.» τον Ιούλιο του 1985.
«Με τύλιξες με τη χλαίνη σου…»
« Σε γνώρισα όταν μ’ εφεραν κοντά σου στις 17 του Φλεβάρη 1941. Μόλις συνήλθα από τον τραυματισμό μου κατά την ιστορική μάχη του 44ου Σ.Π. στην κατάληψη του υψώματος Πούντα Νορ. Μέσα σε μια βροχή βλημάτων με επέδεσες -αδιαφορώντας για τη ζωή του. Δεν έφυγες από δίπλα μου γιατί προσπαθούσες να σταματήσεις την αιμορραγία των τραυμάτων μου. Ύστερα από επίπονες προσπάθειες κατόρθωσε σαν μου σταματήσεις την αιμορραγία, να μου σώσεις τη ζωή. Με σκέπασες με τη χλαίνη σου γιατί τη δική μου την ξέσκισες για να μου επιδέσεις τα τραύματα αψηφώντας το ανυπόφορο κρύο μέσα στα χιόνια. Όλη τη νύχτα δεν έκλεισες μάτι, ούτε έφυγες από κοντά μου και από τους άλλους τραυματίες. Χάρις σε σένα αλησμόνητε Χριστοφοράκη ζω..».
Επιστροφή στο Ρέθυμνο
Με την κατάρρευση του μετώπου βρισκόταν στο Ναύπλιο όταν ξεκίνησε η θρυλική μάχη της Κρήτης.
Αναφέρει ότι από τους ίδιους τους γερμανούς αλεξιπτωτιστές μαθαίνανε εκεί στο Ναύπλιο για την «υποδοχή» του Κρητικού λαού.
Όταν κατάφερε να γυρίσει στον τόπο του άρχισε αμέσως την περίθαλψη και νοσηλεία συμμάχων στρατιωτικών.
Πάνω σ’ αυτό το καθήκον πιάστηκε από τους Γερμανούς. Δραπέτευσε όμως και βγήκε στο βουνό. Η επαρχία Αγίου Βασιλείου, σημειώνει ο Μάρκος Πολιουδάκης στο βιβλίο του για την Εθνική Αντίσταση, εντάχθηκε αμέσως στο ΕΑΜ, διότι προϋπήρχε κομμουνιστική οργάνωση στα χωριά Κοξαρέ από τον καθηγητή Γιάννη Μαθιουδάκη και στις Μέλαμπες από τον γιατρό Μιχάλη Χριστοφοράκη. Αμέτρητες οι πράξεις γενναιότητας που πέρασαν στο ενεργητικό του. Θέλουμε χώρο περισσότερο για να τις απαριθμήσουμε.
Αναφέρει ο ίδιος στο βιβλίο του.
«Το καλοκαίρι του 1941 και στις Μέλαμπες το χωριό που γεννήθηκα και μεγάλωσα και αγάπησα περισώναμε συνέχεια και περιθάλπαμε συμμάχους στρατιωτικούς και τους κρύβαμε με τεράστιο κίνδυνο της ζωής μας».
Κορυφαίος αντιστασιακός
Από τις γραμμές του ΕΑΜ και του ΚΚΕ ο Χριστοφοράκης πήρε δραστήρια μέρος στην Αντίσταση σαν οργανωτικό στέλεχος και σαν γιατρός του 44ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ Ρεθύμνου.
Μετά την απελευθέρωση, για την αντιστασιακή δράση του και τα δημοκρατικά του φρονήματα επί μεγάλο χρονικό διάστημα διώχτηκε και κλείστηκε δυο φορές στις φυλακές.
Μετά τον εμφύλιο συνεχίζει το ιατρικό επάγγελμα στις Μέλαμπες μέχρι το 1954, όπου μετακομίζει οικογενειακώς στο Ρέθυμνο.
Το ιατρείο του ήταν για όλους ανοικτό. Ζούσε με την αρχή της προσφοράς χωρίς να ζητά ανταλλάγματα. Ακολουθούσε τον δρόμο ενός άλλου αλτρουιστή γιατρού του Γιώργη Τσουδερού. Δικαιωματικά οι Ρεθεμνιώτες αποκαλούσαν και τους δυο «γιατρούς των πτωχών».
Ο Χριστοφοράκης δεν έκανε διακρίσεις ιδεολογικές στο λειτούργημά του. Αναφέρει σχετικά ο Γιάννης Κουτσουράκης.
«Δεν λησμονώ όταν επί 15 μέρες ήσουνα με τον Κυριάκο Φωτίου αντίθετό σου τελείως ιδεολογικά. Σε ερώτησή μου. Τι κάνουν οι επισκέψεις σου γιατρέ μου απάντησες.
«Αγαπητέ Γιάννη θα πάρω λεφτά από τον Κυριάκο;».
Οι παλιοί Ρεθεμνιώτες τον θυμούνται να τρέχει με το τσαντάκι του πάντα βιαστικός να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον πάσχοντα συνάνθρωπο. Κι είχε πάντα μια ζεστή καλημέρα για κάθε συμπολίτη του.
Ο θάνατος αδόκητος και τραγικός -σε τροχαίο- τον βρήκε στις 7 Ιουλίου 1985.
Ο Μιχάλης Χριστοφοράκης δημοσίευσε πολλά άρθρα σε δημοκρατικές εφημερίδες καθώς και στο περιοδικό «Εθνική Αντίσταση» της ΠΕΑΕΑ.
Στις σελίδες του βιβλίου του «Εθνική Αντίσταση και δημοκρατικοί αγώνες στην Κρήτη» όπως ο ίδιος γράφει στην εισαγωγή του ιστορεί συγκεκριμένα γεγονότα, περιγράφει μάχες και άλλα περιστατικά, εκφράζει απόψεις του πάνω σε ηρωικές μορφές και πράξεις αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης 1941-45 και του εμφυλίου πολέμου, κάνει αυτοκριτική και κριτική.
Και το μήνυμά του;
Να μάθουν οι μεταγενέστεροι Έλληνες πατριώτες, κάθε τίμιος Έλληνας, πως οι «υπερεθνικόφρονες στην Ελλάδα πλέοντας στο πέλαγος της ανομίας και της ακολασίας, καθιέρωσαν και διατήρησαν επί τέσσερις δεκαετίες το δοσιλογισμό σαν επίσημη εξουσία, έγιναν εθνικοί μειοδότες κι έκαμαν την Ελλάδα ξέφραγο αμπέλι των διεθνών ιμπεριαλιστών».
Και κατέληγε:
Να θεωρηθεί το γραφτό μου τούτο σαν δείγμα αντιφασιστικού και αντιιμπεριαλιστικού πνεύματος και εναντίωση σε κάθε σάπιο και ανήθικο, σε ό,τι καταπιέζει και ταπεινώνει τον άνθρωπο, σε ότι καταρρακώνει τις ηθικές αξίες και ακόμη σαν μαρτυρία μου στην ιστορία να γνωρίσουμε το παρελθόν για το καλό του παρόντος και του μέλλοντος.
Άξιος κάθε τιμής
Έπρεπε να μην ξεχάσουμε τον Μιχάλη Χριστοφοράκη από το αφιέρωμά μας αυτό, αν και θα κάνουμε πολλές φορές αναφορά στο όνομά του μελλοντικά. Θα τον συναντήσουμε αρκετές φορές όταν θα περιγράφουμε τη ζωή, τους άθλους και άλλων αγωνιστών. Γιατί ο Μιχάλης Χριστοφοράκης, ήταν παρών σε κάθε δύσκολη μάχη και αποστολή. Αν και ποτέ δεν περηφανεύτηκε γι αυτό. Αποζημιώθηκε με την αγάπη της τοπικής κοινωνίας. Η κοσμοσυρροή στην κηδεία του σήμαινε πολλά.
Το Ρέθυμνο αποχαιρετούσε ένα τίμιο αγωνιστή που αν το επέτρεπε η «κακή ώρα» θα μπορούσε να προσφέρει ακόμα περισσότερα. Γιατί ήταν γεμάτος αγάπη για τον κόσμο και τον πάσχοντα. Και την ξόδευε μέχρι το τέλος της ζωής του αλογάριαστα προς όλες τις κατευθύνσεις, χωρίς ποτέ να ζητήσει κι αυτός κάτι…
Όπως έκανε κάθε τίμιος και αγνός αγωνιστής που αξίζει τον σεβασμό μας και την αιώνια αναφορά ευγνωμοσύνης στη μνήμη του.
Ο Γιώργης Αναγνωστάκης
Από την άλλη ιδεολογική πλευρά βρισκόταν ο Γεώργιος Αναγνωστάκης ένας ακόμα σπουδαίος και ασυμβίβαστος αγωνιστής Και το δικό του ημερολόγιο που μας εμπιστεύτηκε φωτίζει μεγάλες στιγμές από την Αντίσταση.
Όπως είχαμε αναφέρει σε προηγούμενο αφιέρωμα ο συγγραφέας του ημερολογίου μετά από ενεργό δράση σε δύσκολες αποστολές έγινε αντιληπτός από τους Γερμανούς τον Αύγουστο του 1943. Όταν κατάφερε να αποφύγει τη σύλληψη εντάχθηκε στο αντάρτικο σώμα του Καπετάν Πετρακογιώργη αρχηγού Εθνικής Αντίστασης Κρήτης.
Ο Αναγνωστάκης στο ημερολόγιό του αναφέρει λεπτομέρειες για το αντάρτικο σώμα του Πετρακογιώργη πολύ σημαντικές. Σαν πυρήνα της ομάδας αναφέρει τους: Γεώργιο Ψαρογιώργη, Κωνσταντίνο Ψαρόκωστα, Δημήτρη Τσιλικοδιονύση, Εμμ. Μανουσομανώλη, Εμμ. Μανουσκώστα, Γεώργιο Χατζηγιώργη, Γεώργιο Μπαλάσκα, Γεώργιο Μπήλιο, Εμμ. Σκουρομανόλη, Γεώργιο Μπαχρή, Κυριάκο Κατσαντώνη, Α. Ηλιαντώνη, Νικόλαο Σαρτζετάκη, Χ. Χαραλαμπάκη, Αγ. Σαριδάκη, Αλ. Ανυφαντάκη, Μ. Κραουκάκη, Γρηγόρη Χρυσό κ.α.
Εννοείται ότι ήταν και ο ίδιος από τα πρώτα στελέχη της ομάδας.
Ο Οπλισμός του ήταν ένα γερμανικό ταχυβόλο και δυο χειροβομβίδες Μιλς καθώς και ένα πιστόλι. Οι άλλοι άνδρες ήταν οπλισμένοι με γερμανικά όπλα και πιστόλια, ελληνικά Μάλιγχερ, ένα ταχυβόλο Τόμιγκαν και ένα οπλοπολυβόλο Μπρέν.
Για τη μάχη στο Τραχήλι μας δίνει μια ξεχωριστή περιγραφή Από το σπουδαίο αυτό κείμενο σταχυολογούμε την παρακάτω πράξη ηρωισμού όπως μας τη δίνει ο ίδιος.
Μια πράξη ηρωισμού
Την ώρα εκείνη (της μάχης) βλέπω μπροστά μου πεσμένο το Νίκο Σαρτζετάκη από το χωριό Κρύα Βρύση Αγίου Βασιλείου. Νομίζοντας ότι πίνει νερό του φωνάζω: «Νίκο σήκω πάνω γρήγορα. Δεν μου απάντησε όμως οπότε τον γυρίζω ανάσκελα και βλέπω ότι τον είχε χτυπήσει μια σφαίρα στο μέτωπο και ήταν νεκρός. Γυρεύοντας να εκδικηθώ το θάνατο του φίλου και συναγωνιστή μου βλέπω μπροστά μου σε απόσταση 30 μέτρων να κινείται η κάνη ενός γερμανικού πολυβόλου και να στρέφεται εναντίον μας μέσα σε μια μάνδρα Αστραπιαίως αποκοχλιώνω μια χειροβομβίδα και την εκσφενδονίζω με όλη μου τη δύναμη προς το σημείο εκείνο. Η έκρηξη της χειροβομβίδας δημιουργεί ένα υπόκωφο κρότο και δίπλα μου εκτινάσσεται ένα γερμανικό κράνος.
Αποτέλεσμα της εκρήξεως ήταν ο φόνος των γερμανών που ήσαν μέσα στη μάνδρα και ήταν έτοιμοι να βάλουν εναντίον μας.
Η ενέργειά μου αυτή ήταν σωτήρια για τους συναδέλφους μου και εμού οι οποίοι ασφαλώς θα εφονεύοντο με τας πρώτας ριπάς του γερμανικού πολυβόλου.
Προχωρούντες και εξουδετερώνοντας τους Γερμανούς εις το σημείο αυτό είχαμε μεθύσει από τα πυρά και τις βροντές της μάχης και κάθε σφαίρα μας κτυπούσε στο ψαχνό αλύπητα τους εχθρούς μας…».
Με δυο χαρακτηριστικές μορφές που είχαν διαφορετικές ιδεολογικές απόψεις αλλά κοινό πόθο την ελευθερία της πατρίδας, ξεκινήσαμε το αφιέρωμά μας στην επέτειο της απελευθέρωσης του Ρεθύμνου από τους ναζί. Θα ολοκληρώσουμε στο επόμενο φύλλο μας, που θα έχει και πανηγυρικό χρώμα.