Τα «Πρόσωπα της Κρήτης», αποτέλεσμα της συνεργασίας του Δ. Καλοκύρη με τον Γ. Σπανδάγο, είναι μια τρίγλωσση έκδοση της εταιρείας «Νήσος», με φωτογραφίες από το αρχείο της Έλλης Σουγιουλτζόγλου, γνωστής ως Nelly’s από την αγγλική υπογραφή της, η οποία υπήρξε θεματολογικά πρωτοπόρος φωτογράφος με διεθνή αναγνώριση.
Στην Κρήτη η Nelly’s συνάντησε μια κοινωνία με αρχαϊκές δομές που έχουν ελάχιστα μεταβληθεί με το πέρασμα των αιώνων, εντυπωσιάστηκε και την κατέγραψε με πλήθος λήψεων. Στο βιβλίο αυτό απεικονίζεται με μια σειρά εξαιρετικών φωτογραφιών, τραβηγμένων με αμεσότητα σε φυσικούς χώρους, μια κοινωνία που έχει πλέον ριζικά ανασχηματιστεί.
Ο Ρεθεμνιώτης Δ. Καλοκύρης, ο οποίος ασχολείται με τις γραφικές τέχνες, ενώ έχει ειδικευτεί στην επιμέλεια εκδόσεων και έχει σχεδιάσει εκατοντάδες εξώφυλλα βιβλίων, δίσκων και περιοδικών, έχοντας επίσης συμμετάσχει σε διεθνείς συναντήσεις, και λογοτεχνικά φεστιβάλ στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, ήρθε προχθές στο Ρέθυμνο για τιμήσει, όπως έκαναν και πολλοί άλλοι, τη μνήμη και την προσφορά του Γιάννη Σπανδάγου, ο οποίος μπορεί να έφυγε πρόωρα από τη ζωή, πριν από ένα περίπου χρόνο, όμως όλοι θυμούνται την πολύτιμη προσφορά του, το έργο του, την πολύχρονη ερευνητική πορεία του, τις εργασίες, τις εκδόσεις, τις δημοσιεύσεις του στον Τύπο, τις συλλογές του.
Επίσης, για τη συνεργασία του με τον Γιάννη Σπανδάγο στον σύλλογο «Φίλων της Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Κρήτης», μίλησε ο καθηγητής Βυζαντινής και Νεοελληνικής Φιλολογίας, Αλέξης Πολίτης, ο οποίος τόνισε, πως αν και συνεργάστηκε μαζί του λίγο καιρό, μπόρεσε να διακρίνει τα ταλέντα, την καλαισθησία, τη μανία του για το τέλειο.
Στην ομιλία του ο κ. Πολίτης ανέφερε τα εξής: «Είναι περίεργο πόσο σκληρά εκδικούνται μερικές φορές οι Μοίρες. Σαν να θυμώνουν με τον ίδιο τους τον εαυτό, σαν να μετανιώνουν. Toν Γιάννη τον μοίραναν απλόχερα όταν γεννήθηκε. Να γεννηθεί σ’ έναν ωραίο τόπο, να είναι γεμάτος ταλέντα, να ‘χει καλή καρδιά. Κι άξαφνα οι Μοίρες το μετάνιωσαν, και τον εκδικήθηκαν σκληρά. Μα εκτός από τον Γιάννη, εκδικήθηκαν κι εμάς, το ίδιο άκαρδα, και μας τον στέρησαν.
Όμως ο Γιάννης τα ταλέντα που του χάρισαν, τα καλλιέργησε. Λίγοι άνθρωποι είχαν το γούστο του, τις ικανότητές του, τη ζωντάνια του, το κέφι του για δράση. Κι όχι μόνο τα καλλιέργησε, μα και τα σκόρπισε, τα μοίρασε εδώ κι εκεί. Τα σκόρπιζε σαν άρχοντας, μη περιμένοντας τίποτε -έτσι για να τα χαίρονται οι άλλοι.
Με τον Γιάννη συνεργαστήκαμε στον σύλλογο των «Φίλων της Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Κρήτης». Λίγον καιρό. Μα ήταν ο μοναδικός καιρός που ο σύλλογος ήταν δραστήριος. Όσο είχε κέφι ο Γιάννης∙ μόλις στράφηκε προς άλλες φροντίδες, ο σύλλογος μαζεύτηκε στο καβούκι του, κανείς δεν μπορούσε να τον αντικαταστήσει. Αυτός ήταν η ψυχή του συλλόγου, αυτός τα νεύρα και το αίμα που του έδιναν ζωή: Εκδόσεις -τα Άσματα κρητικά, εκείνο το ωραίο παλιό βιβλίο του Αντώνη Γιανναράκη-, εκθέσεις, δραστηριότητες. Έτσι, αυτόν τον λίγο καιρό που συνεργαστήκαμε, μπόρεσα να διακρίνω τα ταλέντα, την σπάνια καλαισθησία, τη μανία για το τέλειο. Και τη χαρά να δίνει, να δίνεται ολόκληρος, χωρίς δισταγμό. Πρόθυμος, ανοιχτόκαρδος, γεμάτος ιδέες και θέληση να τις δει πραγματοποιημένες.
Δεν ήταν βέβαια μονάχα οι «Φίλοι της Βιβλιοθήκης» – θυμάμαι και την κινητικότητα όσο κρατούσε το βιβλιοπωλείο «Μίτος», τότε που μ’ ενθουσιασμό παιδιού προσπαθούσε να στήσει μια ομάδα για να πετύχουμε κάτι καλό στα γράμματα, στις τέχνες εδώ στο Ρέθυμνο. Είχαμε μείνει τότε στα μισά, ίσως επειδή η ζωή ξεχειλούσε στον Γιάννη από παντού, με άπειρη ορμή.
Ίσως γι’ αυτό να του θύμωσαν κι οι Μοίρες».
Διεθνείς βραβεύσεις για τις “Στάχτες”, το ντοκιμαντέρ του Γιάννη Μαθιουδάκη, φοιτητή του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης
Το Βραβείο Καλύτερου Διεθνούς Ντοκιμαντέρ Μικρού Μήκους από το Alternative Film Festival του Καναδά έλαβε η ταινία του Γιάννη Μαθιουδάκη...