Ο Ανδρέας Κούνουπας, ήταν από τους ελάχιστους Ρεθεμνιώτες που μπορεί κάθε πτυχή της επίγειας δράσης του να καλύψει ολόκληρο κεφάλαιο.
Είχε πρωτεύουσα θέση στην επιστημονική κοινότητα συνεχίζοντας μια οικογενειακή παράδοση.
Κρατούσε μια δική του σελίδα στο μεγάλο κεφάλαιο της εθνικής αντίστασης κατά των ναζί που δεν πρόβαλε ποτέ.
Είχε σαφέστατο πολιτικό λόγο και τον ανέπτυσσε σε άρθρα του που δημοσίευε μέχρι τα βαθειά του γεράματα στον τοπικό τύπο.
Είχε μια μοναδική άνεση στην στιχουργική με βασικά χαρακτηριστικά πότε σατιρική διάθεση και πότε καθαρά ποιητική.
Διέθετε σπάνιο χάρισμα στην εικαστική δημιουργία και προλάβαμε να χαρούμε μια αναδρομική έκθεση αντιπροσωπευτική του πηγαίου ταλέντου του.
Είχε εξαιρετική φωνή και λάτρευε τη μουσική.
Ένας σπάνιος άνθρωπος.
Είχα τη μεγάλη τύχη να κερδίσω την εκτίμηση του από τα πρώτα βήματα της καριέρας μου.
Εκεί στο φαρμακείο του με τη φωτεινή πάντα παρουσία της επίσης ξεχωριστής γυναίκας του, της κας Μέτας γίνονταν ατέρμονες συζητήσεις. Και η μόνιμη επωδός ήταν να κρατάμε μακριά από τα παιδιά μας τις σειρήνες των πολεμοκάπηλων και καθενός που επιβουλεύεται τη γαλήνη και την ευημερία των λαών.
Από οικογένεια με παραδόσεις
Γεννήθηκε στο Ρέθυμνο 4 Φεβρουαρίου 1921. Είχε τη μεγάλη τύχη να είναι πατέρας του ο Ιωάννης Κούνουπας από τους αρχαιότερους φαρμακοποιούς και μέγας φιλάνθρωπος και μητέρα του η περίφημη Λέλα Κούνουπα, στήριγμα κάθε πονεμένου και δυστυχισμένου ανθρώπου. Μια σπουδαία μορφή που έγινε το ίνδαλμα της προσφυγιάς.
Μετά τις γυμνασιακές του σπουδές συνέχισε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου και τέλειωσε τη Φαρμακευτική Σχολή. Η επαγγελματική του καριέρα ήταν απόλυτη επιτυχής, επειδή ο Ανδρέας Κούνουπας είχε το πάθος της τελειομανίας. Έτσι κατάφερε τις επιστημονικές του γνώσεις να εναρμονίσει με τη λαϊκή ιατρική. Μπορούσε να σου δώσει διάλεξη για κάθε ιαματικό βότανο και σε ποιες κατηγορίες φαρμάκων θα το συναντήσεις.
Ήταν μια κινητή εγκυκλοπαίδεια. Και με την ίδια άνεση γύριζε την κουβέντα σε πολιτικά, κοινωνικά και πολιτιστικά θέματα.
Σημαντικός ζωγράφος
Όσο για το ταλέντο του στο χρωστήρα έπρεπε να οργανωθεί μια έκθεση ερασιτεχνών καλλιτεχνών από τον Πολιτιστικό Σύλλογο όταν είχε ακόμα τα γραφεία του στο αδιέξοδο Ζαμπελίου για να γνωρίσουμε και τον ζωγράφο Ανδρέα Κούνουπα. Και μείναμε κατάπληκτοι με τα έργα του.
Μέχρι τότε τον γνωρίζαμε σαν στέλεχος από τα ιστορικά μάλιστα της Εθνικής Αντίστασης στον Νομό μας, σαν δυναμικό αρθρογράφο και σαν εξαίρετο σατιρικό ποιητή. Σαν επιστήμονας βέβαια συνέχιζε την οικογενειακή παράδοση στο φαρμακείο του στην πλατεία Μητροπόλεως.
Εκείνο το απόγευμα πάντως μας καταγοήτευσε με τα έργα του, που δεν θύμιζαν καθόλου αυτοδίδακτο ζωγράφο. Έργα γεμάτα φως και με ένα ιδιαίτερα προσωπικό ύφος του ίδιου του δημιουργού.
Θυμόμαστε με πόσο καμάρι η αξέχαστη σύντροφός του η κ. Μέτα με τα υπέροχα μεγάλα μάτια, που καθρέφτιζαν την καθάρια ψυχή της, μας ζήτησε τις εντυπώσεις μας.
Είχαμε όμως μείνει έκθαμβοι. Και στο ταπεινό μας ρεπορτάζ που ακολούθησε φροντίσαμε απλά να καταθέσουμε αισθήματα θαυμασμού.
Η φύση «μιλάει» στα έργα του
Ο συμπολίτης φαρμακοποιός δεν χρειάστηκε να πάρει μαθήματα. Αυτοδίδακτος άφησε το ταλέντο του να εκφράσει όλο τον πλούτο των ιδεών του και τη λατρεία του στη φύση. Ιδιαίτερα η κρητική φύση μιλάει στα έργα του. Θα είναι εικόνες που αποτυπώθηκαν στο υποσυνείδητο όταν ο Ανδρέας πολεμούσε στα χρυσά του νιάτα το φασισμό, αναλαμβάνοντας επικίνδυνες αποστολές και οργώνοντας την ύπαιθρο με τους άλλους συναγωνιστές του. Για να μην σβήσει η σπίθα της αντίστασης. Και να έρθει το συντομότερο η λευτεριά.
Μα πορεία ευθύνης που έχει καταγραφεί στην τοπική ιστορία, αλλά ο ίδιος δεν θέλησε ποτέ να την εξαργυρώσει με αξιώματα.
Συνάμα και σεμνός καλλιτέχνης δεν μας επέτρεψε για χρόνια να δούμε τις εξελίξεις του στον τομέα που υπηρετεί με τόσο πάθος, τη ζωγραφική.
«Τουλάχιστον να τα ζωγραφίζουμε…»
Σε μια αυτοβιογραφία του (1999) που θα είναι πολύτιμη για την τοπική ιστορία, αναφέρει για το ταλέντο του αυτό.
«Συστηματικά έστησα έναν τρίποδα και άρχισα να ζωγραφίζω όταν έφυγαν τα παιδιά για να σπουδάσουν και ακόμα πιο ταχτικά όταν πήρα σύνταξη. Βάζω κλασική μουσική που μου αρέσει και είμαι ευτυχής. Συνήθως ζωγραφίζω τοπία. Η φύση γύρω μας είναι όμορφη. Εδώ προπαντός στην Κρήτη. Τα βουνά, τα φαράγγια, οι ακρογιαλιές, η θάλασσα και ο ουρανός με την ποικιλία των χρωμάτων όλο το χρόνο είναι πανέμορφα, καθώς και τα χιλιάδες πολύχρωμα λουλούδια.
Δεν τα χαιρόμαστε όμως όλα αυτά, διότι δεν βγαίνουμε στις εξοχές. Η εργασία μας, οι υποχρεώσεις αλλά και οι συνήθειες δεν μας αφήνουν. Σκέφτομαι λοιπόν ότι, αφού δεν πάμε να τα απολαύσουμε, τουλάχιστον να τα ζωγραφίζουμε και να τα κρεμάμε στα σπίτια μας να τα βλέπουμε και να παρηγορούμαστε. Γι’ αυτό ζωγραφίζω τοπία και λουλούδια. Όμορφα δηλαδή πράγματα που ευχαριστούν και ξεκουράζουν…».
«Κοινωνικός αγωνιστής…»
Μέσα από τα πύρινα άρθρα του ο κ. Ανδρέας επαναλάμβανε το χρέος κάθε ανθρώπου να πολεμά τα άνομα συμφέροντα που κάνουν δυστυχισμένους τους λαούς. Και με τον τρόπο ζωής του μας έπειθε πως η χαρά της ζωής και η δημιουργία δεν έχουν ημερομηνία λήξης.
Ακόμα και στα 95 του χρόνια δεν είχε χάσει κανένα ραντεβού με την κάλπη. Και ήταν από τους πρώτους που θα πήγαινε να ασκήσει το εκλογικό του δικαίωμα.
Δεν παρέλειπε επίσης να κάνει τον σύντομο μεσημβρινό του περίπατο, να ψωνίσει από το φούρνο της γειτονιάς και να «φιλεύει» τους ανθρώπους που τον εξυπηρετούν με τα εύστοχα τετράστιχά του αρκετά από τα οποία οι φίλοι του τα αναρτούσαν .
Ο πλούσιος εσωτερικός του κόσμος εξάλλου του έδινε πάντα κίνητρα να ασχοληθεί με την τέχνη των άλλων και να τους δίνει δύναμη με το λόγο ή την πένα του.
Με ευγνωμοσύνη ο Δημήτρης Τεργιακής στο ημερολόγιό του (19-7-1980) σημειώνει:
«Ο Ανδρέας Κούνουπας ήταν από τους ανθρώπους που πίστεψε σε μένα». Έγραψε κάποτε:
«Στις ζωγραφιές του «Μούρμουρα»
Δημήτρη Τεργιακή
Ο κόσμος είναι όμορφος με φως και με χαρά
Η θάλασσα, ο ουρανός
δέντρα και σπίτια και πλαγιές
χρώματα ζωηρά.
Τον πόθο του για μια ζωή που θα γίνει καλύτερη δείχνει η ζωγραφική του εξωραΐζοντας τα πάντα μέχρι που να ταιριάσουνε εις την αγνή ψυχή του…».
Τελευταία ο αξέχαστος συμπολίτης, περιφρονώντας τις απαγορεύσεις της βιολογικής του ηλικίας, μας έδωσε μια έκθεση σταθμό στην πολιτιστική μας ζωή, μια δραστηριότητα ελπίδας και ένα μήνυμα ζωής για τον καθένα μας. Ο ίδιος περιορίστηκε να δηλώσει με σεμνότητα.
«Μήνυμα ελπίδας»
«Θέλησα απλά να μοιραστώ την αγάπη μου για την τέχνη και ιδιαίτερα τη ζωγραφική με τους συμπολίτες μου. Είναι κι αυτός ένας τρόπος επικοινωνίας που προσωπικά με εκφράζει απόλυτα. Θέλω με την έκθεση αυτή να στείλω κι ένα μήνυμα αγάπης στη φύση. Έχουμε την ωραιότερη φύση και αξίζει να την προστατεύουμε. Εμένα προσωπικά η φύση είναι εκείνη που με ευχαριστεί και με ξεκουράζει. Γι’ αυτό και κυριαρχεί στη θεματική των έργων μου…».
Η κόρη του Ελεάννα ήταν από τους βασικούς παράγοντες που χάρις στο μόχθο της απολαύσαμε αυτή τη γιορτή φωτός και χρωμάτων στα έργα του πατέρα της στο Σπίτι του Πολιτισμού.
Από τους πρώτους επισκέπτες και ο Κωστής Καλλέργης (Κ.Ι.Γ.Κ) που έδωσε με το γνωστό δικό του τρόπο και τις εντυπώσεις του, οι οποίες και εκφράζανε απόλυτα τον καθένα από εμάς.
Με μια γραφίδα πύρινη
έγραφες κάθε άρθρο!
Τώρα και στης Ζωγραφικής
βγήκες ψηλά το βάθρο!
Με χρώματα κι αρώματα
Ομόρφαινες τον Τόπο!
Είσαι Ανδρέα Κούνουπα
στολίδι των αθρώπω!
Με χρώματ’ ανεξίτηλα
χάραξες μια πορεία!
Και είσαι και θα ‘σαι η ζωντανή
του Τόπου η Ιστορία.
Στα ενενηνταπέντε σου,
τον Κόσμο ζωγραφίζεις!
Σου εύχομαι ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ
κι από Ζωή να σφύζεις!
Ο Ανδρέας Κούνουπας έζησε σε μια εποχή δύσκολη που η χώρα μας ταλαιπωρήθηκε πολύ από πολέμους, εμφυλίους, δικτατορίες και πολύ μεγάλη φτώχια.
Τη ζωή του όλη την αφιέρωσε στον αγώνα για την εξάλειψη της ανισότητας και της εκμετάλλευσης, την επικράτηση της Ειρήνης επάνω στη γη και την εξασφάλιση μιας καλύτερης ζωής για όλο τον κόσμο.
Υπήρξε υποδειγματικός πατέρας και σύζυγος, ευσυνείδητος φαρμακοποιός, χαρίζοντας πολλές φορές φάρμακα σε κάποιους που δεν είχαν να τα πληρώσουν.
Διατέλεσε για πολλά χρόνια πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου στο Ρέθυμνο και μέλος της διοίκησης του Πανελλήνιου Φαρμακευτικού Συλλόγου.
Οι δημοσιογράφοι είχαμε να το λέμε για την ακάματη γραφίδα του που δεν υπέστειλε ποτέ τη σημαία μιας φλογερής πίστης σε συγκεκριμένα πολιτικά ιδεώδη.
Ακόμα και σαν επικεφαλής της ΠΕΑΕΑ αναδείκνυε πάντα τους αγωνιστές χωρίς διαχωρισμούς και υποκειμενικούς αφορισμούς. Ένα ήταν πάντα το μότο «ΕΙΡΗΝΗ». Για να έχει ο άνθρωπος μέλλον και οι γενιές συνέχεια.
Ο Ανδρέας Κούνουπας δημιούργησε μια όμορφη οικογένεια με τη Μέτα του που λάτρευε. Ο πρόωρος χαμός της ήταν γι’ αυτόν αρχή μιας κατηφορικής πορείας προς τη φυσική φθορά. Η έλλειψή της ήταν αφόρητη. Προσπαθούσε να ξεχαστεί στο καβαλέτο του ζωγραφίζοντας.
Έχοντας σαν αρχή ότι κανένας δεν πρέπει να εγκλωβίζει τους άλλους στις προσωπικές του ανάγκες, ας είναι και «αίμα» του, ήθελε πάντα να ζει με αξιοπρέπεια, χωρίς να επιβαρύνει, χωρίς να εγκαταλείψει την ευπρέπεια που τον χαρακτήριζε.
Μέχρι το τέλος ήταν ο αξιαγάπητος, ο αξιοσέβαστος, ο μοναδικός μας κ. Ανδρέας. Ο αιώνιος έφηβος που θα άφηνε και μια μαντινάδα στο φούρνο που έπαιρνε κάθε μεσημέρι το ψωμί του.
Έφυγε πλήρης ημερών. Άφησε όμως πίσω του τόσο φωτεινή πορεία που είναι απόλυτα βέβαιο ότι η μνήμη του θα μένει άσβηστη, όσο θα υπάρχει η κοινωνία με τις παραδόσεις που θα δίνει συνέχεια στο Ρέθυμνο των Γραμμάτων και Τεχνών.
Ο σπουδαίος αυτός άνθρωπος είχε γράψει τις αναμνήσεις του από κάθε φάση της πολυκύμαντης ζωής του και κληροδότησε την πολύτιμη αυτή κιβωτό μνήμης στα παιδιά και στα εγγόνια του. Λίγο πριν πεθάνει μάλιστα έγραψε σαν τελευταία παρακαταθήκη:
«Σαν μέλος της ΟΚΝΕ (Ομοσπονδία Κομμουνιστικής Νεολαίας Ελλάδας) από τα 15 μου χρόνια, σαν αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης στην κατοχή και μέλος της ΕΠΟΝ και σαν μέλος του τιμημένου ΚΚΕ σε ολόκληρη τη ζωή μου, έκανα πάντα το καθήκον μου στο ακέραιο.
Όπως με δίδαξε το κόμμα μου, στάθηκα ανυποχώρητος αγωνιστής της καταδυναστευμένης εργατικής τάξης, στάθηκα πατριώτης, εμψυχωτής και στέλεχος στους αγώνες για τη λευτεριά, στάθηκα ακέραιος πολίτης και ευσυνείδητος φαρμακοποιός με ανθρωπισμό και ουσιαστική βοήθεια στον βασανισμένο λαό».
Ο ακέραιος χαρακτήρας του και η αυταπάρνησή του για το καλό των άλλων, τον έκαναν αγαπητό σε όλη την κοινωνία, άσχετα από τις πολιτικές του πεποιθήσεις.
Κι έτσι τον θυμόμαστε πάντα και τον τιμάμε όπως του αξίζει.