Την ανάγκη συστηματικής και οργανωμένης παροχής εκπαιδευτικών προγραμμάτων και δράσεων στα Μουσεία και τους αρχαιολογικούς τόπους, επισήμανε η αρχαιολόγους κα Ειρήνη Γαβριλάκη, στη διάλεξή της με θέμα «Εκπαίδευση με στόχο την Παιδεία στα Αρχαιολογικά Μουσεία της ΚΕ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων», η οποία δόθηκε στο πλαίσιο εκδήλωσης που διοργάνωσε ο Σύλλογος Φίλων του Αρχαιολογικού Μουσείου Ρεθύμνου στην αίθουσα του Κέντρου Κρητικής Λαϊκής Τέχνης το βράδυ της περασμένης Δευτέρας.
Η διακεκριμένη αρχαιολόγος παρουσίασε το σημαντικό έργο που υλοποιείται ήδη από τη δεκαετία του ’80 στα Μουσεία Ρεθύμνου και Χανίων από την Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Δυτικής Κρήτης, τα στελέχη της οποίας, έχοντας συνειδητοποιήσει τον εξ ορισμού εκπαιδευτικό χαρακτήρα των Μουσείων και την εμπλοκή τους στο κοινωνικό γίγνεσθαι της Κρήτης, που καθορίζεται από το αγροτικό παρελθόν και τη δυναμική του πολυσυλλεκτικού παρόντος, σχεδίασε και υλοποίησε συστηματικά ένα πλαίσιο εκπαιδευτικών δράσεων στα τρία Μουσεία αρμοδιότητάς της, υλοποιώντας κατά το δυνατόν τις προθέσεις του υπουργείου Πολιτισμού.
Ωστόσο, όπως επισήμανε η κα Γαβριλάκη, τα τελευταία τρία χρόνια τα εκπαιδευτικά προγράμματα υλοποιούνται «στα κλεφτά», καθώς όπως τόνισε λόγω των οικονομικών περικοπών, δεν έχουν προσληφθεί μουσειοπαιδαγωγοί και δεν εγκρίνονται σχετικά κονδύλια.
Χαρακτηριστικά τόνισε ότι «Η επικείμενη μετακόμιση των αποθηκών του Αρχαιολογικού Μουσείου Ρεθύμνου σε νέους χώρους, αλλά και οι οικονομικοί περιορισμοί, εξαιτίας των οποίων τα τελευταία χρόνια δεν έχει προσληφθεί ούτε καν με σύμβαση ορισμένου χρόνου μουσειοπαιδαγωγός, δεν επιτρέπουν τη συστηματική προσφορά εκπαιδευτικών προγραμμάτων σε σχολικές ομάδες. Τα τρία τελευταία χρόνια στο Ρέθυμνο κάνουμε εκπαιδευτικά προγράμματα «στα κλεφτά» και μη συστηματικά είτε υποδεχόμενοι μικρές ομάδες στο Μουσείο Ρεθύμνου είτε πηγαίνοντας με φορητό υλικό στα σχολεία. Στα Χανιά δεν μπορούμε να πηγαίνουμε, συρρικνώνοντας έτσι την εκπαιδευτική μας προσφορά σε εκπαιδευτικές ξεναγήσεις. Προκειμένου, όμως, οι εκπαιδευτικοί να έχουν ένα βοηθητικό εργαλείο για την ανεξάρτητη προσέγγιση των εκθεμάτων στα Αρχαιολογικά Μουσεία Χανίων και Ρεθύμνου, δημιουργήθηκαν δύο βοηθήματα επίσης για ενήλικες: οι Φάκελοι για τον Εκπαιδευτικό ήδη στη διάθεση της εκπαιδευτικής κοινότητας και ένα βοήθημα για την Προσέγγιση της Τοπικής Ιστορίας του Νομού Ρεθύμνης, με αφορμή το βιβλίο Ιστορίας της Δ’ Δημοτικού που θα είναι σε λίγο έτοιμο».
Είναι αναγκαία τα προγράμματα
Μιλώντας για το ουσιαστικό περιεχόμενο των προγραμμάτων η κα Γαβριλάκη, αναφερόμενη στις δράσεις των τελευταίων ετών, τόνισε μεταξύ άλλων ότι «Όλες αυτές οι προσπάθειες υπηρετούν τις ευρύτερες επιδιώξεις της Παιδείας, λαμβάνοντας μέρος στην κοινωνική καινοτομία που αποτελεί η ανάπτυξη των Προγραμμάτων Εκπαίδευσης Ενηλίκων. Παιδεία αναζητήθηκε στην ισότιμη αντιμετώπιση ατόμων διαφορετικής προέλευσης, κουλτούρας και δεξιοτήτων ή γνωστικού και πνευματικού επιπέδου. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο επαναπροσδιορισμού της σχέσης ενός ευαίσθητου ως προς το «Διαφορετικό» Μουσείου-σημείου αναφοράς μιας πολυσυλλεκτικής κοινότητας, το Μουσείο Ρεθύμνου υποδέχτηκε και απασχόλησε άτομα του ευρωπαϊκού προγράμματος IdA II (όπως και παλαιότερα του IdA Ι) για άτομα με ειδικές ανάγκες. Ή σχεδιάστηκε ένα πρόγραμμα υποδοχής μεταναστών στο Αρχαιολογικό Μουσείο Χανίων, βασισμένο στην έννοια του ταξιδιού, με άξονα το ερώτημα τι ταξιδεύει στο πέρασμα του χρόνου και με προφανή απάντηση ό,τι είναι αληθινό. Ό,τι δεν ξεχνιέται, δηλαδή. Α στερητικό και αλήθεια: ανάγκες, φόρμες αγγείων και σχήματα αντικειμένων, στερεοτυπικές συμπεριφορές. Είναι προφανές ότι, ως διαχειριστές πολιτιστικών αγαθών, υποχρεούμαστε οι ίδιοι να εφεύρουμε τη γλώσσα με την οποία θα επικοινωνήσουμε με το κοινό και θα δώσουμε φωνή στα εκθέματα των Μουσείων, ώστε αυτά να αποκτήσουν νέο, κοινωνικό νόημα που να αφορά όλο και περισσότερους ενεργούς πολίτες. Αφού, βέβαια, αποκτήσουμε φωνή στο πλαίσιο της συγκεκριμένης συγκυρίας».
Εξωστρέφεια επί της ουσίας
Μιλώντας για τους στόχους που υπηρετούνται μέσα από τα εκπαιδευτικά προγράμματα η κα Γαβριλάκη τόνισε ότι «Τα τελευταία χρόνια υπήρξαν ή δημιουργήσαμε αρκετές ευκαιρίες ανάπτυξης εξωστρεφών χαρακτηριστικών στα Μουσεία αρμοδιότητας της Εφορείας, στο πλαίσιο των οποίων είχαμε τη χαρά να συνεργαστούμε με διάφορες τοπικές, ενίοτε ειδικές, ομάδες και με διάφορους φορείς και υπηρεσίες, σύμφωνα και με την ευχή του Houle που έλεγε ότι σε κάθε κοινωνία πρέπει να υπάρχουν πολλά είδη φορέων για την κάλυψη των διαφορετικών εκπαιδευτικών αναγκών των ενηλίκων. Για να επιτυγχάνουν την αξιοποίηση των πόρων και την αποτελεσματικότητα, αυτοί οι φορείς οφείλουν να συνεργάζονται, συμπληρώνοντας ο ένας τις προσπάθειες του άλλου, έτσι ώστε να αποφεύγονται τα κενά και οι περιττές αλληλοεπικαλύψεις στις υπηρεσίες τους. Στις προσπάθειες αυτές προσπαθήσαμε να υπηρετήσουμε τις ευρύτερες επιδιώξεις της Παιδείας, λαμβάνοντας μέρος στην κοινωνική καινοτομία που αποτελεί η ανάπτυξη των Προγραμμάτων Εκπαίδευσης Ενηλίκων σε αποκεντρωμένο επίπεδο. Παιδεία αναζητήθηκε στην ισότιμη αντιμετώπιση ατόμων διαφορετικών προέλευσης, κουλτούρας και δεξιοτήτων ή γνωστικού και πνευματικού επιπέδου, καθώς και στην αμφίδρομη μεταξύ εκπαιδευτή και συμμετεχόντων εκπαιδευτική πρακτική, βιωματική δυναμική, «απελευθερωτική και συμμετοχική», για να θυμίσω λόγια των Horton και Freire, όσον αφορά στη σκιαγράφηση του εκπαιδευτικού πλαισίου. Παιδεία αναζητήθηκε στην προβολή του Μουσείου ως τόπου πολλαπλασιασμού των ανθρωπιστικών ιδεωδών μέσα από συντονισμένες συμμετοχικές διδακτικές μεθόδους. Παιδεία ήταν το ζητούμενο και στις μουσειολογικές μελέτες τόσο για το νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Ρεθύμνου όσο και για τη μεταστέγαση του υφισταμένου στον Άγιο Φραγκίσκο. Με γνώμονα την παιδεία προβλέψαμε χώρους για συγκέντρωση των παιδιών, χρήση σύγχρονων τεχνολογικών εργαλείων, επαρκές εποπτικό υλικό. Με στόχο την παιδεία, εξάλλου, επιμείναμε σε σύγχρονες λύσεις ως προς τη μουσειολογία, την αισθητική και το περιβάλλον. Σήμερα, μετά από πολλά χρόνια δουλειάς στη σκιά των μνημείων, βιώνουμε, μέσα από τη συστηματική παρουσία σας στις διαλέξεις αυτού του κύκλου ανακοινώσεων του Συλλόγου Φίλων του Αρχαιολογικού Μουσείου Ρεθύμνου, τη θετική ανταπόκριση του κοινού των Μουσείων μας προς την κατεύθυνση της ολιστικής προσέγγισης της Ιστορίας και της μάθησης μέσω της ενσυναίσθησης».
Αναγκαία η στελέχωση των Μουσείων
Κατά τη διάρκεια της διάλεξής της η αρχαιολόγος κα Γαβριλάκη αναφέρθηκε στην ανάγκη στελέχωσης των μουσείων αλλά και στην πρότασή της σχετικά με την ενεργοποίηση της κοινωνίας και τη συνεργασία που πρέπει να υπάρξει στα ζητήματα προώθησης των εκπαιδευτικών προγραμμάτων των Μουσείων.
Είπε χαρακτηριστικά ότι «Η εμπειρία ξεκάθαρα διδάσκει την ανάγκη στελέχωσης των Τμημάτων Μουσείων, Εκθέσεων και Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων των Εφορειών, δημιουργίας ευρέων και καλόπιστων συνεργασιών σε υπηρεσιακό και τοπικό επίπεδο και ενεργοποίησης στο πλαίσιο της κοινότητας. Είναι προφανές ότι, ως διαχειριστές πολιτιστικών αγαθών, υποχρεούμαστε οι ίδιοι να εφεύρουμε τη γλώσσα με την οποία θα επικοινωνήσουμε με το κοινό και θα δώσουμε φωνή στα εκθέματα των Μουσείων, ώστε αυτά να αποκτήσουν νέο, κοινωνικό νόημα που να αφορά όλο και περισσότερους ενεργούς πολίτες».
Πρόταση συνεργασίας των πολιτιστικών φορέων
Ολοκληρώνοντας την διάλεξή της η κα Γαβριλάκη πρότεινε τη δικτύωση των πολιτιστικών φορέων με στόχο τη συνεργασία και την εξασφάλιση ποιοτικών προγραμμάτων για τους μαθητές και το ενήλικο κοινό. Όπως χαρακτηριστικά είπε «Θα ήταν σημαντικότερα τα αποτελέσματα των εκπαιδευτικών προγραμμάτων, αν υπήρχε δικτύωση των πολιτιστικών φορέων για την εξασφάλιση της ποιότητας του προσφερόμενου προϊόντος στους μαθητές και το ενήλικο κοινό. Πόσο πιο απρόσκοπτη θα ήταν η ποιοτική αναβάθμιση μουσείων, προσωπικού, εργαλείων και τελικού αποτελέσματος μέσω της αξιοποίησης της επικοινωνίας και της ανταλλαγής πληροφοριών και τεχνογνωσίας. Πόσο πιο εύκολα θα επιτυγχανόταν η πολυπόθητη πολλαπλή και διεπιστημονική προσέγγιση. Πόσο πιο αποτελεσματική θα ήταν η κατανόηση της νέας πραγματικότητας και ποιο σφαιρική η πληροφόρηση και η διάχυση της πληροφορίας. Πόσο πιο μακριά θα έφτανε η πολλαπλασιασμένη φωνή των Μουσείων.
Ίσως έχει έρθει η ώρα μιας τέτοιας μορφής οργανωμένης συνεργασίας, ανάλογης της συνεργασίας του Δικτύου Μουσείων και Πολιτιστικών Φορέων της Αθήνας, στη γέννηση του οποίου συμμετείχα από άλλη θέση, και το οποίο είδα να επιβάλει την ανιδιοτελή φωνή του από το 2009 και μετά.
Τελειώνω, λοιπόν, την ομιλία μου, επαναλαμβάνοντας την ευχή που διατυπωνόταν ήδη το 1977 σε κείμενο του Διεθνούς Συμβουλίου Μουσείων να γίνουν τα Μουσεία και φορείς πολιτισμικών ανταλλαγών, με σκοπό την ανάπτυξη της μόρφωσης, της αμοιβαίας κατανόησης και της συνεργασίας. Μάλιστα διατυπώνω την ευχή αυτή ως πρόταση για ένα ευρύ εφαρμοσμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα με γνώμονα ακριβώς την Παιδεία».
Η διάλεξη και ο σκοπός της εκδήλωσης
Η διάλεξη της περασμένης Δευτέρας, δόθηκε στο πλαίσιο του κύκλου εκδηλώσεων που οργανώνει τους τελευταίους μήνες ο Σύλλογος Φίλων του Αρχαιολογικού Μουσείου Ρεθύμνου, προκειμένου να προβάλλει το αρχαιολογικό έργο και την μακραίωνη τοπική ιστορία.
Η ομιλία της αρχαιολόγου Ειρήνης Γαβριλάκη αφιερώθηκε από την ίδια στον πρόεδρο του συλλόγου κ. Γιάννη Τσουδερό, ως υπέρμαχου της παιδείας και των γραμμάτων.
Κατά τη διάρκειά της έγινε εκτενής αναφορά στα εκπαιδευτικά προγράμματα από την δεκαετία του ’80 έως σήμερα και υπογραμμίστηκε η εξωστρεφής διάθεση της Εφορείας και του Αρχαιολογικού Μουσείου Ρεθύμνου, όπως προκύπτει από τις συνεργασίες με διάφορους φορείς. Ιδιαίτερη μνεία έγινε στα μαθήματα Τοπικής Ιστορίας, τα μαθήματα θεατρικής ανάγνωσης για σύνδεση της αρχαιότητας με το σήμερα, μέσω της επικαιροποίησης παλιών μύθων, τη διάχυση της πληροφορίας με συμμετοχή σε συνέδρια, δημοσίευση, σεμινάρια σε εκπαιδευτικούς και φοιτητές και γενικότερα τονίστηκε ότι «Αν δεν γνωρίσεις τα μνημεία στη σκιά των οποίων ζεις και αποτελούν σκηνικό των δραστηριοτήτων σου, τότε δεν θα τα αγαπήσεις και δεν θα τα προστατέψεις».
Από την πλευρά της η γραμματέας Συλλόγου «Φίλων του Αρχαιολογικού Μουσείου Ρεθύμνου» κα Στέλλα Χαλκιαδάκη δήλωσε ότι «Στόχος αυτού του κύκλου των διαλέξεων που ξεκινήσαμε ήταν να προσπαθήσουμε να αναδείξουμε στον κόσμο της πόλης μας την ιστορία που μπορούμε να δούμε μέσα από τις ανασκαφές και τα μνημεία που έρχονται στην επιφάνεια, μέσα από όλη αυτή τη δουλειά που γίνεται από τους αρχαιολόγους. Θεωρούμε ότι είναι σημαντικό, γιατί αν δεν ξέρουμε την ιστορία μας, αν δεν ξέρουμε το παρελθόν μας, δεν μπορούμε να συνεχίσουμε και να προχωρήσουμε σωστά. Κι επειδή το Ρέθυμνο είναι πολύ πλούσιο σε αρχαιολογικούς θησαυρούς, έχουν γίνει πάρα πολλές ανασκαφές, γι’ αυτό σκέφτηκε ο Σύλλογός μας κι έκανε μια πρόταση στη Διεύθυνση της ΚΕ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, αν συμφωνούσε κι αυτή, οι αρχαιολόγοι που έχουν ανασκάψει στα διάφορα σημεία του νομού μας να μας δώσουν κάποιες πληροφορίες που έχουν συλλέξει από τα ευρήματα αυτά».