Μπορεί στις αρχές του περασμένου αιώνα οι Ρεθεμνιώτες να διασκέδαζαν με οπερέτες, σαφώς επηρεασμένοι από την παραμονή των Ρώσων, αλλά με το πέρασμα του χρόνου, η μουσική παιδεία έχασε το ενδιαφέρον που είχε άλλοτε.
Τα παραδοσιακά ακούσματα επανέκτησαν την πρωτοκαθεδρία τους και κάθε άλλο είδος μουσικής περιοριζόταν στον κύκλο και μόνο των θαυμαστών του είδους.
Μέχρι που φθάνουμε στα 1971, όταν μια επίσκεψη στον τότε Νομάρχη Νικόλαο Νικούλη θα σηματοδοτούσε μια κορυφαία στιγμή στην πολιτιστική ζωή του τόπου μας.
Οι δύο κυρίες που τον επισκέφτηκαν εκείνο το πρωινό δεν ήταν τυχαίες.
Γι’ αυτό και κείνος τις δέχτηκε με ξεχωριστή χαρά. Μια και ποιος θεσμικός άρχοντας δεν θα αισθανόταν τιμή να έχει στο γραφείο του μια Δομινή Μαρία Σαρρή, ανιψιά της λαίδης Κρώσφηλδ και μια Ειρήνη Σαλονικιού παραγωγό του Γ’ Προγράμματος της ΕΡΤ.
Ο λόγος όμως της επίσκεψής τους δεν είχε καμιά σχέση με την ιδιότητα της κας Σαρρή που ήταν πρόεδρος του «Μαρίκα Ηλιάδη» και μάλιστα του είχε δώσει μεγάλο κύρος με την χρηστή της διοίκηση. Ούτε φυσικά με την ΕΡΤ και τα καθήκοντα της κας Σαλονικού.
Οι δύο κυρίες πραγματοποιούσαν επίσκεψη στην Κρήτη για να ζητήσουν εθελοντική συνεργασία προκειμένου να λειτουργήσει και στο Ρέθυμνο παράρτημα του Συλλόγου «Μουσικά Νειάτα Ελλάδος».
Ήταν μια από τις πιο ουσιαστικές δράσεις της λαίδης Κρώσφηλδ το γένος Ηλιάδη.
Αφιερώνοντας τον εαυτό της σε κάθε παιδί ευάλωτης κοινωνικά ομάδας, θέλησε με τα «Μουσικά Νειάτα» να του προσφέρει και μουσική παιδεία. Και η ανιψιά της Μαρία Δομινή ήταν ο καταλληλότερος άνθρωπος να στηρίξει την προσπάθεια αυτή.
Ο Νικούλης μια υποδειγματική μορφή κρατικού λειτουργού, που διέθετε άριστη παιδεία, άκουσε με ενδιαφέρον την πρόταση των κυριών αλλά σκεφτόταν ποια δικαιολογία να βρει για να βγει από δύσκολη θέση. Δεν είχε σχετικό κονδύλι για δραστηριότητες όπως αυτή. Με ανακούφιση όμως άκουσε ότι δεν χρειαζόταν οικονομική στήριξη από τη Νομαρχία, για την δημιουργία του παραρτήματος αλλά ένας άνθρωπος να κάνει προσωπική του υπόθεση το θεσμό.
Και ο νομάρχης αυτή τη φορά δεν δίστασε καθόλου. Με βάση τις προδιαγραφές των κυριών ένα και μόνο όνομα ήρθε αμέσως στο νου του: Βαγγέλης Στεφανάκης.
Ο κ. Στεφανάκης τότε είχε τελειώσει σπουδές και επέστρεψε στην πόλη του να σταδιοδρομήσει επαγγελματικά. Είχε μάλιστα έτοιμο και το πλάνο για την οργάνωση φροντιστηρίου, που αργότερα θα γινόταν από τις ιστορικές εστίες γνώσεις και άριστης προετοιμασίας για ανώτατα ιδρύματα. Και έμεινε στην ιστορία του τόπου και για κάτι άλλο πολύ συγγενές με τη δράση της κας Σαρρή. Βοηθούσε τα παιδιά χαμηλών εισοδηματικά τάξεων με απόλυτα χριστιανική αντίληψη και είναι πολλοί οι σημερινοί επιστήμονες που χάρις στο φροντιστήριο του Βαγγέλη Στεφανάκη απέκτησαν το πολύτιμο εφόδιο ενός πτυχίου. Ένα γλυκό μυστικό καλά θαμμένο στον κήπο της αγάπης και της κοινωνικής προσφοράς .Ένα μυστικό που γνώριζαν μόνο ο αείμνηστος παπα Γιάννης Πίτερης και η μεγάλη ηρωίδα Μαρία Λιονή, η στενή του συνεργάτης. Ίσως και να δυο ακόμα από την «Παιδικη Εστια».
Ο Νικούλης τον επέλεξε γιατί αν και τόσο νέος πρωτοστατούσε στην πολιτιστική ζωή. Είχε το σπάνιο χάρισμα της φωνής, που ήταν χάρμα να την απολαμβάνεις είτε στο ψαλτήρι είτε στο βάθρο του σολίστα χορωδίας.
Η απαγγελία του επίσης ήταν μοναδική. Λίγα χρόνια αργότερα θα τον σύγκριναν χωρίς υπερβολή με τον μεγάλο μας Μάνο Κατράκη.
Είχε και το «μικρόβιο» της πολιτιστικής προσφοράς από μικρός και δεν έλειπε από καμιά εκδήλωση επιπέδου της πόλης.
Ποιος καταλληλότερος λοιπόν να αναλάβει τα «Μουσικά Νειάτα» από αυτόν;
«Ήταν μια πρόκληση – μας είπε ο κ. Στεφανάκης σε παλαιότερη συνέντευξή μας με αφορμή την έρευνά μας για τη μουσική προϊστορία του τόπου μας.
Γιατί η πόλη χρειαζόταν αυτό το μουσικό σχολειό που δίδασκε μουσικό ακρόαμα. Η τοπική κοινωνία αγαπούσε και στήριζε τη μουσική. Είχαμε και άξιους δασκάλους μέσα από το Σύνδεσμο Καλών Τεχνών. Όπως ήταν η Κοκώ Λιονή, η Δανάη Μαραγκουδάκη, η Ρίτσα Καρνιωτάκη, ο Δημήτρης Δαφέρμος κ.ά.
Έλειπε όμως η αφορμή να απολαύσει ο κάθε μουσικόφιλος μια ωραία συναυλία με επιφανείς καλλιτέχνες.
Αυτό ήταν προνόμιο μόνο του κέντρου. Έτσι λοιπόν δέχτηκα με χαρά την πρόκληση και δέθηκα με το θεσμό. Ακόμα και σήμερα νοιώθω απέραντη νοσταλγία για όσα μου πρόσφερε αυτή η ευκαιρία πολιτιστικής δράσης…».
Οργανώθηκε λοιπόν άμεσα το παράρτημα. Μέλη της πρώτης εκείνης επιτροπής ήταν: Ειρήνη Γρηγοριάδου, Αντιγόνη Χομπίτη, Ανδρέας Σταυρουλάκης, Δανάη Μαραγκουδάκη, Ρίτσα Καρνιωτάκη, Κώστας Αποστολάκης, Βαγγέλης Στεφανάκης, Μαρ. Ακτουδιανάκη, Στέλιος Μπαγουράκης, Γ. Δασκαλάκης, Κων. Παπαδάκης, Ελένη Παπαδουράκη, Έφη Γαγάνη.
Τι ακριβώς όμως ήταν τα «Μουσικά Νειάτα» και τι πρόσφεραν στη νεολαία του Ρεθύμνου θα μου επιτρέψετε να το βεβαιώσω από προσωπική εμπειρία.
Μια πρωτόγνωρη εμπειρία
Ήταν το 1972 που έκανα τα πρώτα μου βήματα στη δημοσιογραφία. Μέρες μόλις μετά την πρόσληψή μου στην εφημερίδα δέχτηκα την επίσκεψη ενός εξαιρετικά γοητευτικού κυρίου ομολογουμένως, ο οποίος με κάλεσε να παρακολουθήσω τη συναυλία των «Μουσικών Νειάτων». Ήταν ο κ. Στεφανάκης. Κι επειδή τον κοίταζα περίεργα βιάστηκε με ευγένεια να μου διευκρινίσει.
Ήταν μια συναυλία από το σωματείο «Μουσικά Νειάτα» που είχε παράρτημα στην πόλη μας και από το 1955 είχε οργανώσει ένα δίκτυο 36 ελληνικών πόλεων. Από το 1967 αποτελούσε τακτικό μέλος της Διεθνούς Ομοσπονδίας «Μουσικά Νειάτα» (Federation Internationale Des Jeunesses Musicales) με έδρα τις Βρυξέλλες.
To Ρέθυμνο συμμετείχε από το 1971.
Βασικός στόχος ήταν να αποκτήσουν οι νέοι μουσική παιδεία με ακούσματα κλασικής και γενικά έντεχνης μουσικής αλλά και αγάπη για όλες τις μορφές τέχνης. Αυτά μου είπε ο κ. Στεφανάκης και με κάλεσε να παραστώ.
Σαν πρόσκληση δεν μπορώ να πω ότι με εντυπωσίασε. Μεγαλωμένη στην προσφυγική γειτονιά του Κερατσινίου τι ακούσματα να είχα πέρα από ένα ντουέτο γιαγιάς και παππού από γνωστή οπερέτα και ό,τι μετέδιδε το ραδιόφωνο σε όλη της διάρκεια της μεγάλης εβδομάδας χωρίς να μείνει ανοικτό πέρα των πέντε λεπτών;
Η αίσθηση που είχα για την κλασική μουσική τότε ήταν ότι πρόκειται για ένα βαρετό άκουσμα που δεν το αντέχεις οπότε γιατί να το αναζητήσεις;
Από ευγένεια όμως να μη δυσαρεστήσω τον κ. Στεφανάκη, αποφάσισα να πάω. Είχα και τόση ανάγκη να γνωρίσω την τοπική κοινωνία.
Και δεν είχα άδικο να την αναζητήσω στην αίθουσα. Δεν υπήρχε ούτε ένα κάθισμα άδειο. Στις πρώτες σειρές ήταν όλες οι αρχές. Και διάσπαρτοι στο χώρο άνθρωποι που είχα αρχίσει να γνωρίζω και να σέβομαι ιδιαίτερα. Το ζεύγος Βαλαρή, η Μαρία Παπαϊωάννου, η Ειρήνη Γρηγοριάδου, η Σοφία Ηλιάκη, ο Ανδρέας Σταυρουλάκης, ο Μανώλης Κούνουπας, ο Ανδρέας και η Μέτα Κούνουπα, ο Διονύσης Καλόφωνος και τόσοι άλλοι…
Με τόσο εκλεκτή συντροφιά σκέφτηκα ότι θα περάσει η ώρα που θα πάει ας κάνω υπομονή.
Μετά τον κ. Στεφανάκη που μας καλωσόρισε με μια ζεστή προσλαλιά, ένας επίσης ευγενέστατος κύριος που μας συστήθηκε Γιώργος Φραγκουλάκης, τενόρος ανέφερε το πρόγραμμα, άρχισε μια διδασκαλία μουσικού ακροάματος που με άφησε άναυδη. Και το μουσικό παράδειγμα που ακολουθούσε την κάθε ανάλυση έργου με απογείωνε. Τι συγκίνηση ήταν αυτή. Δεν ήθελα να τελειώσει η εκδήλωση. Κι από εκείνη την Κυριακή έγινα από τις πιο συνεπείς παρουσίες σε κάθε συναυλία.
Βέβαια δεν ήμουν ακόμα σε θέση να γράψω. Εκείνα τα χρόνια για να μπει ενυπόγραφο κείμενό σου στην εφημερίδα έπρεπε να σκίσεις αμέτρητα χειρόγραφα. Έγραφαν όμως κορυφαίοι συμπολίτες του πνεύματος και της τέχνης όπως ο Ανδρέας Σταυρουλάκης, η Ειρήνη Γρηγοριάδου και αργότερα ο Κώστας Πετρίδης.
Εκείνα τα σημειώματα της Ειρήνης Γρηγοριάδου ιδιαίτερα άφησαν εποχή και κάποιοι που ήξεραν βέβαια από τέχνη την είχαν χαρακτηρίσει «Αθηνά Σπανούδη του Ρεθύμνου». Και δεν είχαν άδικο. Η αξέχαστη Ρεθεμνιώτισσα έκανε ανάλυση κάθε συναυλίας με την άνεση του μεγαλύτερου μουσικοκριτικού.
Πέρασαν τα χρόνια και κάθε σεζόν είχαμε την ευκαιρία να απολαύσουμε από έξι καμιά φορά και οκτώ εκδηλώσεις.
Η συμμετοχή για την κάρτα μέλους ήταν καθαρά συμβολική. Από τις συνδρομές αυτές κάλυπτε το τοπικό σωματείο τη φιλοξενία των καλλιτεχνών. Για τα υπόλοιπα φρόντιζαν τα κεντρικά στην Αθήνα.
Η είσοδος ήταν ελεύθερη φυσικά. Τα παιδιά ήταν ιδιαίτερα περήφανα να αναδεικνύουν την κάρτα μέλους και πιο πολύ που είχαν την τιμητική τους στην αίθουσα.
Με την πάροδο του χρόνου τα «Μουσικά Νειάτα» ανέπτυξαν ακόμα μεγαλύτερη δράση. Οι συναυλίες μεταφέρθηκαν και στα σχολεία. Εκδηλώσεις επεκτάθηκαν σε Ανώγεια, Σπήλι, Αγία Γαλήνη και σε άλλες περιοχές.
Οι μεγαλύτεροι καλλιτέχνες που μεσουρανούσαν στην αθηναϊκή σκηνή έκαναν εμφανίσεις και στο Ρέθυμνο.
Άρης Γαρουφαλής, Ντόρα Μπακοπούλου, Νέλλη Σεμιτέκολο, Δόμνα Ευνουχίδου, Στέλλα Γαδέδη, Αλίκη Βατικιώτη, Σοφία Σπυράτου, Βαγγέλης Μπουντούνης, το ζεύγος Ασημακόπουλου και τόσοι άλλοι.
Μέχρι και άρπα με σολίστα την Αλίκη Κριθάρη απολαύσαμε. Όργανο καθόλου εύκολο στις μετακινήσεις. Κι όμως για το Ρέθυμνο έγινε η εξαίρεση.
Για πρώτη φορά το Ρέθυμνο γνώρισε παράσταση με μπαλέτο από τη σχολή του Γιάννη Μέτση.
Αξίζει να τονιστεί για την ιστορία ότι εκείνη την εποχή η σκηνή του Ωδείου ήταν η πλέον ακατάλληλη για να δεχθεί μπαλέτο. Κι όμως το πείσμα του Βαγγέλη Στεφανάκη θριάμβευσε και πάλι.
Με τη βοήθεια του συμπολίτη μας ξυλουργού Μανόλη Τζιράκη, που δεν δέχτηκε ποτέ αμοιβή, τοποθέτησαν μαδέρια έτσι ώστε η σκηνή να γίνει καταλληλότερη και από αυτή της Αθήνας.
Αργότερα δόθηκαν και παραστάσεις όπερας από τη Λυρική με παιδικό θέαμα από την Κάρμεν Ρουγγέρη, ενώ από τις πολύ ωραίες εκδηλώσεις ήταν κι αυτή με τον Λουδοβίκο που άφησε εποχή.
Συνεργασία με το Πανεπιστήμιο
Σημαντική ήταν και η συνεργασία με το Πανεπιστήμιο, ιδιαίτερα την περίοδο που είχαμε την τύχη να διδάσκει σ’ αυτό ο Γιώργος Αμαργιανάκης. Σε περιόδους που το Ωδείο ήταν «γιαπί» ελέω Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, οι εκδηλώσεις γίνονταν στην φιλόξενη πάντα αίθουσα του Λυκείου Ελληνίδων και στην αίθουσα 3 του Πανεπιστημίου.
Από τα συνεργασίες σταθμός ήταν επίσης αυτή των «Μουσικών Νειάτων» με το ΚΑΠΗ. Ένα λειτουργούσε τότε. Και θα μείνει αξέχαστη μια συναυλία με τον Γιώργη Μουζουράκη που έδινε το στίγμα ότι η μουσική με κάθε είδος της μπορεί να καλλιεργεί το φιλότεχνο πνεύμα. Αρκεί να γίνεται με σεβασμό στην ποιότητα. Συνεργασία και επιτυχημένη μάλιστα είχε γίνει και με το Κέντρο Νέων επί προεδρίας Ελένης Τζέτζου.
Η φήμη του σωματείου έγινε μεγαλύτερη από τότε που ξεκίνησε η συνεργασία με το Βρετανικό Συμβούλιο. Είχε μάλιστα τόση επιτυχία ώστε στο τέλος το Συμβούλιο όταν είχε πια μόνο μεταξύ δύο πόλεων να επιλέξει διάλεγε πάντα το Ρέθυμνο.
Στην εκδήλωση αυτή τραγούδησε με απαίτηση Μουζουράκη που τον θαύμαζε και δεν το έκρυβε και ο Βαγγέλης Στεφανάκης.
Σε αρκετές περιπτώσεις επίσης ωφελήθηκαν νέοι του Ρεθύμνου που με τη διαμεσολάβηση του σωματείου παρακολούθησαν σεμινάρια με την Ευρωπαϊκή Ορχήστρα Νέων και άλλα διεθνή μουσικά σχήματα στο εξωτερικό.
Για τριάντα χρόνια τα «Μουσικά Νειάτα» δίδαξαν μουσικό ακρόαμα και δημιούργησαν το κοινό που θα μπορούσε να παρακολουθήσει και να αξιολογήσει τις μεγάλες πολιτιστικές δράσεις του Ρεθύμνου καθώς και τα Φεστιβάλ.
Από τα «Μουσικά Νειάτα» το Ρέθυμνο κατέκτησε μια από τις πρώτες θέσεις στη συνείδηση των μεγάλων καλλιτεχνών και αποκτούσε υπόσταση η παράδοση της πόλης στα Γράμματα και τις Τέχνες.
Και πάντα μπροστά ο Βαγγέλης Στεφανάκης που είχε κάνει προσωπική του υπόθεση την επιτυχία των εκδηλώσεων του σωματείου.
Η βράβευση από την ΕΡΤ
Ήταν μεγάλη η συμβολή των «Μουσικών Νειάτων» στη μουσική παιδεία των νέων. Και η αναγνώριση ήρθε από την ΕΡΤ τον Οκτώβριο του 2000 με τη βράβευση του κ. Στεφανάκη για τη συνολική του προσφορά και στο θεσμό αυτό.
Η πανηγυρική αυτή εκδήλωση έγινε στο Ωδείο με συμμετοχή ντόπιων νεαρών καλλιτεχνών κι ένα αξέχαστο κοντσέρτο για πιάνο από τον Άρη Γαρουφαλή.
Τα «Μουσικά Νειάτα» είναι πλέον σφραγίδα αλλά με ανεξίτηλη προσφορά στο πολιτιστικό μας γίγνεσθαι.
Ο βασικός συντελεστής
Πολλές φορές θέλησα να κάνω το δημοσιογραφικό πορτραίτο του Βαγγέλη Στεφανάκη που με την παρουσία του δίνει υπόσταση στο χαρακτηρισμό του Ρεθύμνου, πόλη των Γραμμάτων και Τεχνών.
Από πού όμως να πάρω αφορμή; Αυτό τον ίδιο προβληματισμό διέκρινα και στην κεντρική ομιλία της καλής συναδέλφου Κατερίνας Χαραλαμπάκη, όταν με την Άννα Μακράκη Καρέλα και την ηγεσία των Περιφερειακών Σταθμών της ΕΡΤ έκαναν μια τιμητική στο Βαγγέλη Στεφανάκη και στα «Μουσικά Νειάτα» το 2000. Και είχε τονίσει στην ομιλία της εκτός των άλλων στην τελετή της βράβευσης η Κατερίνα.
«Μια από τις προκλήσεις της αποψινής εκδήλωσης είναι να προσεγγίσουμε να σκιαγραφήσουμε και τελικά να μιλήσουμε για την προσωπικότητα του Βαγγέλη Στεφανάκη.
Ο Βαγγέλης Στεφανάκης τιμάται για την πολυσήμαντη προσφορά του στην ανάπτυξη της Μουσικής Παιδείας μέσα από τη δημιουργική πορεία των «Μουσικών Νειάτων» εδώ στο Ρέθυμνο.
Στην ουσία τιμάται γιατί ανήκει στην ολιγομελή οικογένεια των ανθρώπων της κοινωνικής προσφοράς. Εκείνων που πεισματικά παραμένουν στο μετερίζι της ανιδιοτέλειας, της προσφοράς, της προσπάθειας που θέλει όλες τις εκφράσεις της Τέχνης, να γίνεται ένα αναπόσπαστο κομμάτι της κοινωνίας των Πολιτών. Στο πρόσωπο του τιμούμε κάθε άνθρωπο που δέχεται το αντίθετο τίμημα από αυτό που δεν διεκδικεί αλλά που απλά δικαιούται. Η διαφορετικότητα που παλεύει να γίνει κοινό κτήμα, η διορατικότητα και η ανάγκη ανταλλαγής γεύσεων ήχων και εικόνων ενός κόσμου που γεννιέται και πεθαίνει, που κληρονομεί πλούσια κληρονομιά, που με τη σειρά του θα την αφήσει για να την εμπλουτίσουν οι άνθρωποι του μέλλοντος. Όλα αυτά αποτελούν το στοίχημα του σεμνού πρεσβευτή του Ρεθύμνου. Ο Βαγγέλης Στεφανάκης γεννήθηκε στην πόλη του Ρεθύμνου, στον ίσκιο της Μεγάλης Παναγίας. Ίσως γι’ αυτό τα πρώτα του χρόνια σε μια ατμόσφαιρα μυσταγωγική, οριοθέτησαν την μετέπειτα πορεία του. Οι γονείς του πάνω απ’ όλα του γνώρισαν την ομορφιά της ζωής, μέσα από τη ζεστασιά της οικογένειας, το σεβασμό στο συνάνθρωπο, το καθήκον να βοηθάς τους άλλους, στις δύσκολες στιγμές. Αν και άνθρωποι χωρίς πανεπιστημιακές περγαμηνές έδωσαν στα 5 παιδιά τους – ο Βαγγέλης το στερνοπαίδι τους – το στίγμα μιας ευνομούμενης κοινωνίας εκεί όπου ο σεβασμός είναι νοούμενος. Από τα πρώτα τους τρυφερά χρόνια έδειξε τις κλίσεις του στην τέχνη. Άλλοτε μάζευε γραμματόσημα από τους παρατημένους σωρούς, αλλά ακόμα και μέσα από τα σκουπίδια. Άλλοτε πάνω στο καμπαναριό καθόριζε το ρυθμικό χτύπημα της καμπάνας. Κι άλλωστε στο στατήρι του ψάλτη βίωνε την τεχνική της Βυζαντινής μελωδίας.
Προφανώς ο Βαγγέλης Στεφανάκης ακλούθησε πρότυπα μιας άλλης Ελλάδας. Εκεί που ο πολιτισμός και ο αθλητισμός αποτελούν δυο άρρηκτα συνδεδεμένες δράσεις, που είναι συναρπαστικές. Μεγαλώνοντας εντυπωσίασε με τις επιδόσεις του στον αθλητισμό, επιτυγχάνοντας ρεκόρ στα 200,400 μέτρα.
Ο μόχθος των γονιών του τον έκαναν να διπλασιάζει για να τους ξεκουράσει. Με τις επιτυχίες στο σχολείο πρώτα, με το πανεπιστήμιο αργότερα. Παίρνοντας το πτυχίο του Μαθηματικού ασχολήθηκε με την ιδιωτική εκπαίδευση έχοντας ένα πρότυπο φροντιστήριο μορφώνοντας πολλά παιδιά του Ρεθύμνου. …»
Ένας σπάνιος πολιτιστικός παράγοντας
Αυτά που είχε πει η Κατερίνα Χαραλαμπάκη, πλησίαζαν ακριβώς την πραγματικότητα και θα τα προσυπέγραφε κάθε σημερινός Ρεθεμνιώτης.
Ο Βαγγέλης Στεφανάκης στη συνέχεια έχοντας την μεγάλη τύχη να βρεθεί στο δρόμο του μια πανέμορφη κοπέλα, η Ιωάννα Παπαδοπετράκη, μετέπειτα γνωστή συμβολαιογράφος, δημιούργησε μια ευλογημένη οικογένεια.
Ασχολήθηκε με το Δήμο και επί της αντιδημαρχίας του ήταν πολλοί οι θεσμοί που έφθασαν στα μεσούρανα Αναγεννησιακό Φεστιβάλ, Πειραματική Συμφωνική Ορχήστρα, εικαστικά γεγονότα και πολιτιστικές ανταλλαγές, όλα ακολουθούσαν μια ανοδική πορεία.
Ο ίδιος φρόντιζε και για την αξιοπιστία του δήμου σε μια εποχή που ούτε γραφικά δεν έδιναν από φόβο ότι δεν θα πληρωθούν Και πόσες φορές δεν είχε καλύψει με προσωπικές του δαπάνες έξοδα για να μην εκτεθεί ο δήμος.
Είναι πολλά αυτά που οφείλει το Ρέθυμνο στο Βαγγέλη Στεφανάκη. Γιατί εκτός από τα «Μουσικά Νειάτα» και την όλη του προσφορά στην πόλη, δίδαξε με τον τρόπο ζωής του πως ακριβώς υπηρετείς σωστά τον πολιτισμό στην περιοχή ευθύνης σου χωρίς ανταλλάγματα, χωρίς πολιτικές σκοπιμότητες. Του το οφείλουμε και αυτό.