Του ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ
Σπάνια το Ρέθυμνο έχει την τύχη να παρακολουθεί πολυπρόσωπα μουσικά σχήματα και συμφωνικά έργα επιπέδου, όπως αυτό που παρακολουθήσαμε στη μεγαλειώδη συναυλία της Κυριακής 24 Νοεμβρίου, στην αίθουσα Εκδηλώσεων του Ωδείου της πόλης μας «Παντελής Πρεβελάκης», σε οργάνωση της Περιφερειακής Ενότητας Ρεθύμνου και του «Πολιτιστικού Ρεθύμνου», υπό την αιγίδα της Περιφέρειας Κρήτης. Η Συμφωνική Ορχήστρα του Βενιζελείου Ωδείου Χανίων, με τη σύμπραξη μουσικών από το Ηράκλειο και το Ρέθυμνο και η 40μελής Μικτή τετράφωνη Χορωδία Concordia, του Ωδείου, επίσης, Χανίων (σε διδασκαλία Δέσποινας Δρακάκη), ανέδειξαν καθοριστικά με τους θαυμάσιους σολίστες και αφηγητές, το παρουσιαζόμενο έργο «Αντιστάσεως Έπος», ενός ακόμα έργου εντασσόμενου στην ιστορική, θα την ονόμαζα, ενότητα έργων του διαπρεπούς Ρεθύμνιου μουσικοσυνθέτη Μπάμπη Πραματευτάκη, σε κείμενο και ποίηση Εύας Λαδιά. Στην ιστορική αυτήν ενότητα έχουν υμνηθεί από τη μουσική του κ. Πραματευτάκη σπουδαία γεγονότα της τοπικής μας Ιστορίας, όπως: η Μάχη της Κρήτης, το Ολοκαύτωμα των χωριών του Κέντρους, η Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα αλλά και Οι αγώνες των αδελφών μας Κυπρίων (με το τιτάνιο έργο του «Ο γιος μου ο Πενταδάκτυλος»). Και πάντα με τη συνεχή και διακριτική ποιητική παρουσία δίπλα του της επί δεκαετίες συνεργάτιδός του κ. Εύας Λαδιά, της ιστορικής δημοσιογράφου του τόπου μας, αλλά και εκλεκτής ποιήτριας, λογοτέχνιδος και ιστοριοδίφου πάμπολλων ιστορικών πηγών του Ρεθύμνου (βλ. «Πολιτιστικό Ρέθυμνο»).
Και όπως «ιδίοις όμμασι» διαπιστώσαμε, με την πρώτη, κιόλας, ματιά στη συναυλία της Κυριακής, η ποίηση της εξαίρετης ιστορικής ερευνήτριας του τόπου μας κ. Εύας Λαδιά καταξιώθηκε και αναδείχθηκε κατά τρόπο θαυμάσια μοναδικό από τη μαγεία τής μουσικής τού Μπάμπη Πραματευτάκη. Μια ποίηση μεγαλοφυής, με βαθιές πνευματικές διαστάσεις, δύναμη λόγου και στοχασμού, χρειαζόταν, ασφαλώς, ένα εφάμιλλο ένδυμα προς προβολή και ανάδειξή της, που το βρήκε, ακριβώς, στις βαθιές πνευματικές ανησυχίες που χαρακτηρίζουν τις μουσικές δημιουργίες τού Μπάμπη Πραματευτάκη.
Έχουμε, λοιπόν, ένα έργο βαθιά συμβολικό της Εθνικής μας Αντίστασης, που μιλά για τον άνθρωπο με έναν άλλο, δικό του τρόπο, ζωντανεύοντας τήν χωρίς όρια αγάπη που κατακλύζει την ψυχή για την Ελευθερία, ωθώντας την σε σπουδαίες και τιτάνιες πράξεις αγώνων και ηρωισμού. Ευτύχησαν και οι δύο βασικοί συντελεστές του μεγάλου αυτού έργου να ζήσουν την μεταπολεμική ατμόσφαιρα που, όπως σημειώνει η κ. Λαδιά, με κάθε τρόπο εκθείαζε την αντίσταση του λαού μας, δίνοντάς μας πρότυπα αντίστασης ενάντια στον κάθε επίδοξο κατακτητή. Στη συνέχεια, προσπάθεια της κ. Λαδιά ήταν να εστιάσει στην πραγματική της Αντίστασης έννοια, χωρίς συγκεκριμένη ταυτότητα, χωρίς σκοπιμότητες πολιτικές, χωρίς βλέψεις εξουσίας και μόνο. Και εξαιρετικά μεστό, ουσιαστικό και σύμφωνο με την έννοια αυτήν -όπως το έδειξε, εξάλλου, και με την όλη καθαρά εκφρασμένη εθνική ταυτότητα και στάση του, τον τελευταίο καιρό, με την υπόθεση Ρίχτερ- ήταν και το σύντομο προλόγισμα της Εκδήλωσης από τον επίτιμο Αρχηγό ΓΕΕΘΑ κ. Μανούσο Παπαγιουδάκη.
Προχωρώντας στη μουσική ανάλυση του έργου μπορέσαμε να διακρίνουμε την εκπληκτική ευστοχία και ευχέρεια τού φίλου συνθέτη Μπάμπη Πραματευτάκη στην επιλογή τού κατάλληλου μουσικού ύφους για την κάθε μουσική στιγμή, προκειμένου να επιτύχει και εκφράσει συγκεκριμένους συναισθηματικούς -επικοινωνιακούς στόχους, που να εξεικονίζουν την προθετικότητα τόσο της λιμπρετίστα και την ουσία του προσωπικού του συνειδησιακού βιώματος, όσο και τον δημιουργικό «αναγνώστη»-ακροατή τής μουσικής.
Και βέβαια, η μουσική επικοινωνία καθίσταται δυνατή με την έντεχνη ακουστική έκθεση του έργου στα αυτιά και την αντίληψη του αναγνώστη – ακροατή, μέσα από την ηρωική παρέμβαση των μουσικών και λοιπών ερμηνευτών της μουσικής εκδήλωσης. Σε όλο, λοιπόν, το παρουσιαζόμενο έργο διακρίναμε, είναι γεγονός, μια φανερή τάση για ένα πλούσιο αρμονικό και ηχοχρωματικό μουσικό λεξιλόγιο, αλλά και μια γενναία προδιάθεση να παραμείνουν τα πάντα ελεύθερα και αποδεσμευμένα από τυπικά και προκαθορισμένα σχέδια και φόρμες. Και τη θεμελιώδη αυτήν ευστοχία τού μουσικού ύφους και σχεδιασμού από τον μουσικοσυνθέτη, συμπλήρωσαν, για μιαν αποτελεσματικότερη ολοκλήρωση τού μουσικού λόγου και της παρτιτούρας, οι επιλεγμένες φωνές των τραγουδιστών και των μουσικών εκτελεστών με το χαρακτηριστικό ηχόχρωμα και τη γενναιοδωρία των φωνών τους οι πρώτοι και τα πλούσια και εναλλασσόμενα χρωματικά ποικίλματα και μοτίβα οι δεύτεροι. Όλοι τους είχαν την ευκαιρία να αποτυπώσουν το πλήρες καλλιτεχνικό διαμέτρημά τους, διαστρωματώνοντας με σαφήνεια και καθαρότητα τα διάφορα ηχοχρώματα και χαρίζοντας στο φιλόμουσο κοινό μιαν ερμηνεία λαμπερή, ανάλαφρη, φωτεινή, ανεπιφύλακτα δυναμική και υπερδεξιοτεχνική, με εντυπωσιακή ευκρίνεια και καθαρότητα, ευέλικτες αρθρώσεις και πλαστικότητα ήχου, αποδεικνύοντας μεγάλη, ασφαλώς, επεξεργασία και εξοικείωση με το έργο, που, πραγματικά, ενθουσίασε το ακροατήριο. Σε αυτό, βέβαια, τεράστια υπήρξε και η δυναμική συμβολή του μαέστρου Γιώργου Αραβίδη που υπήρξε η ψυχή της προχτεσινής συναυλίας.
Ως προς την εξέλιξη της παρτιτούρας τα Μέρη του έργου διαρθρώνονται ως εξής:
Εισαγωγή
Μέρος 1ο Ακρίτες της Αντίστασης- Επίκληση
Μέρος 2ο Έλευση συμφοράς
Μέρος 3ο Ηφαιστείου απόκριση, Αντίποινα
Μέρος 4ο Ο θρήνος της μάνας πατρίδας, Εξελού, Κύριε, Επωδός
Ο συνθέτης ξεκινά με τα έγχορδα και την τρομπέτα να κινούνται, από τα πρώτα, κιόλας, μέτρα του έργου, ανεπιφύλακτα δυναμικά, σε ρυθμούς εμβατηριακούς (Ακρίτες της Αντίστασης). Όμως, να που σύντομα νιώθεις, μέσα από τη δύναμη και τον ηρωισμό να περνάει το δοξάρι του θανάτου (έλευση συμφοράς), που το έργο το ερμηνεύει τόσο ζωντανά και παραστατικά κάτω από τις θρηνητικές παραλλαγές των ήχων της «Ζωής εν Τάφω», ενώ, στη συνέχεια, και μέσα από τον θάνατο διακρίνεται να ξεπηδά πλούσια λαμπαδηφόρος ο θρίαμβος της Δόξας σε μια διάσταση ουράνια, περιχυμένη με πλούσιες ηλιακτίδες φωτός και αναλαμπές χαράς και ελπίδας μέσα από το αρμονικό «πάντρεμα» των βιολιών και των πλούσιων εξάρσεων και κορυφώσεων του λαμπερού ηχοχρώματος της τρομπέτας του Αντώνη Μαυράκη, καθώς, επί πολλή ώρα, η λέξη «Δόξα» περνά σέ έναν χαρούμενο δοξασμό από τα χείλια πρώτα της Χορωδίας και των εξαίρετων σολιστών στη συνέχεια, τόσο της καλής μου μαθήτριας, της υψιφώνου, Μαρίας Λαντζουράκη, που διαπρέπει στο εξωτερικό, όσο και της Εύας Θανάση, αλλά και του καταπληκτικού βαθύφωνου Ρωμανού Σκουμπουρδή με το σπάνιο εκείνο βαθύ ηχόχρωμα φωνής και, μάλιστα, στις πολύ χαμηλές περιοχές του πενταγράμμου.
Από την άλλη μεριά, η καθαρότητα και η ακρίβεια των διατυπώσεων των αφηγητών Φερενίκης Βαλαρή και Γιάννη Λαχνιδάκη ανέδειξαν, περαιτέρω, την ποιότητα της μουσικής και του θαυμάσιου λιμπρέτου της Εύας Λαδιά. Το πάθος εναλλασσόταν με τη λεπτότητα και η δύναμη με την τρυφερότητα της ψυχής, ενώ η ευγένεια των μελωδιών και η συναισθηματική φόρτιση της μουσικής πρόβαλλαν, κυρίως, λόγω του εξαιρετικού ελέγχου της δυναμικής. Ιδιαίτερα εντυπωσιακός και «ηχηρός» και ο επίλογος, το grand finale του έργου (Ο θρήνος της μάνας πατρίδας, Εξελού, Κύριε), με τη διαβαθμισμένη εκείνη «αποκορύφωση» Χορωδίας και μουσικών οργάνων της Ορχήστρας.
Οι εκτελεστές, σε τελική ανάλυση, αποδείχτηκαν άριστα εξοικειωμένοι με το πνεύμα της συγκεκριμένης μουσικής κουλτούρας. Η ποιότητα, γενικά, των ερμηνειών υπήρξε μοναδικά εξαιρετική. Όλοι τους, συνολικά και ατομικά, υπήρξαν θυελλώδεις και άκρως ποιητικοί, με αέρινη δεξιοτεχνία, σαφήνεια, πλαστικότητα, άνεση, ευελιξία, διακριθέντες πλούσια στη λεπτομερή επεξεργασία των φράσεων της μουσικής. Γι’ αυτό και ερμήνευσαν το μεγαλειώδες έργο με μοναδική τέχνη, απρόσμενο βάθος, ποιότητα και προοπτική, που πραγματικά συνάρπασε το κοινό και διασφάλισε την ποιότητα τού αποτελέσματος.
Τα θερμά μου συγχαρητήρια σε όλους και μάλιστα στους αγαπητούς του Ρεθύμνου και αγαπητούς φίλους, ποιήτρια και δημοσιογράφο, Εύα Λαδιά και μουσικοσυνθέτη και μαέστρο, Μπάμπη Πραματευτάκη.