Πολλοί είναι εκείνοι που είτε από αδυναμία κατανόησης της κοινωνικής και πολιτικής δυναμικής, είτε γιατί άκριτα υιοθετούν απόψεις των κατεστημένων πολιτικών κομμάτων, βλέπουν παραμορφωτικά ή μέσα από μυθεύματα, το ΣΥΡΙΖΑ και την παράταξη της Αριστεράς.
Συζητιέται ότι ο «πραγματικός ΣΥΡΙΖΑ» είναι 5% και οι υπόλοιποι είναι Πασοκτσήδες, Νεοδημοκράτες, Κουκουέδες κλπ. Γίνεται σκόπιμη σύγχυση της ιδεολογικής και πολιτικής ταυτότητας των μελών, οπαδών και ψηφοφόρων με την προέλευσή τους. Στις δημοκρατίες οι μετακινήσεις είναι κανόνας και αυτές δημιουργούν τις αλλαγές. Το στελεχικό δυναμικό του ΣΥΡΙΖΑ, είναι ψημένοι αριστεροί αλλά και πολλοί άλλοι παλιοί και νέοι της κοινωνικής και πολιτικής αριστεράς των τελευταίων τριάντα χρόνων. Τί προσδιορίζει την αριστεροσύνη τη δική τους και του κόμματός τους; Τα κόμματα αρχών προσδιορίζονται από ιδεολογικό πλαίσιο, πολιτικό περιεχόμενο και πρόγραμμα που πατάει στα προηγούμενα. Τα πρόσωπα υπηρετούν τα παραπάνω και κρίνονται με βάση τη συνέπειά τους, ως προς την εφαρμογή τους.
Το ιδεολογικό πλαίσιο του ΣΥΡΙΖΑ έχει μια σαφή αντικαπιταλιστική αντίθεση. Με άλλα λόγια δεν θεωρεί ότι, το παρόν και κυρίαρχο κοινωνικοοικονομικό σύστημα είναι κατάλληλο. Ακατάλληλο, λοιπόν, θεωρείται για τη μισθωτή εργασία, για τους αποκάτω, για τα καταπιεζόμενα στρώματα, για τις κυριαρχούμενες τάξεις ή όπως αλλιώς θελήσει κανείς να ονομάσει αυτούς που δεν καρπούνται την υπεραξία που παράγει η εργασία. Προσδιορίζει ως οραματικό κοινωνικοοικονομικό σύστημα το σοσιαλιστικό με ελευθερία και δημοκρατία.
Πολιτικά ο ΣΥΡΙΖΑ με άξονες, την κοινωνική δικαιοσύνη, την ισότητα, το πατριωτισμό και την αειφορία επιδιώκει να βελτιώσει τη ζωή των ανθρώπων που προσδιορίζει ως κοινωνικές αναφορές του, στο παρόν σύστημα. Αρνείται την αντίληψη ότι, πρώτα θα αλλάξει ο καπιταλισμός και μετά θα έρθουν οι αλλαγές. Από αυτή την άποψη είναι ένα μεταρρυθμιστικό κόμμα με ριζοσπαστικό πρόγραμμα.
Ριζοσπαστικό γιατί επιδιώκει αναδιανομή πλούτου, προστασία των αδύνατων, οικονομική ανάπτυξη με διάχυση του παραγόμενου οφέλους. Υπερασπίζεται τα κοινωνικά αγαθά ως υποχρεώσεις του κράτους. Βλέπει την εθνική ανεξαρτησία μέσα από την ισότιμη συμμετοχή στις διεθνείς ενώσεις επιπλέον όχι μόνο στη στρατιωτική της διάσταση αλλά και στην οικονομική και πολιτική. Αντιμετωπίζει την ανάπτυξη ως διαδικασία άντλησης αλλά όχι εξάντλησης φυσικών πόρων.
Αυτό το ιδεολογικό και πολιτικό πιστεύω του ο ΣΥΡΙΖΑ το επικαιροποιεί με το πρόγραμμά του. Το πρόγραμμα παίρνει υπόψη του το διεθνή συσχετισμό δυνάμεων, την ηγεμονεύουσα ιδεολογικοπολιτική αντίληψη στη χώρα, την ταξική διάρθρωση και τα οικονομικά και πολιτικά κέντρα ισχύος. Μπορεί να χαρακτηριστεί ρεαλιστικό και αναγκαίο.
Με βάση τα παραπάνω η παράταξη της Αριστεράς, δεν είναι όμοια με καμιά εκδοχή του πρόσφατου παρελθόντος. Ούτε το ΚΚΕ υπήρξε τέτοιο, ούτε το ΚΚΕ εσ., ούτε τα κόμματα της επαναστατικής αριστεράς, ούτε το ΠΑΣΟΚ. Έχει όμως από όλα στοιχεία ομοιότητας. Αυτή η προωθητική σύνθεση είναι, που κάνει τη συντριπτική πλειονότητα των οπαδών των παραπάνω κομμάτων να στρατεύονται μαζί του.
Στην πολιτική διαπάλη αυτή η σύνθεση ευτύχησε να εκφραστεί από ένα πρόσωπο ηλικιακά και πολιτικά νέο. Ο Αλέξης Τσίπρας ξεπερνώντας αδράνειες, αντιθέσεις και κατεστημένες συνήθειες καθοδήγησε ένα κόμμα πλαταίνοντάς το σε παράταξη, ώστε να εκφράσει τους ριγμένους της πρωτοφανούς μεροληπτικής αναδιανομής πλούτου και ισχύος, των τελευταίων έξι χρόνων.
Δεν υπάρχει πλέον 5% ούτε ως εκλογική ποσότητα αλλά ούτε ως ιδεολογική και πολιτική επιρροή. Ασφαλώς η επιτυχία της διακυβέρνησής του θα σταθεροποιήσει και θα αυξήσει αυτή την πολιτική δύναμη στην αρχή και αυτό θα βοηθήσει και στη διεύρυνση της ιδεολογικής επιρροής της σύγχρονης αριστεράς. Γρήγορα ή αργά το αντίπαλο πολιτικά δέος θα αναγκαστεί να ανασυγκροτηθεί για να αναπληρώσει την χαμένη ιδεολογικοπολιτική ισχύ του. Δεν θα είναι εύκολο, γιατί έχει διαταράξει τη σχέση του με την κοινωνική συμμαχία που το στήριζε. Μέχρι τότε ίσως χρησιμοποιεί επιχειρήματα για ετερόκλητο ΣΥΡΙΖΑ κλπ. βλέποντας το καβούκι και όχι το περιεχόμενο. Αν το κάνει θα ηττάται. Αν προχωρήσει σε αναπροσαρμογή πιθανόν να δούμε ένα νέο πολιτικό εκσυγχρονισμό, μια νέα πολιτική γεωγραφία.