Έχουμε αναφερθεί πολλές φορές στον κορυφαίο των Κρητικών Γραμμάτων Σπύρο Λίτινα, αλλά καιρός είναι να αναφερθούμε και στον πατέρα του.
Αυτός ήταν έμπορος που δραστηριοποιήθηκε στο Ρέθυμνο, απολαμβάνοντας την εκτίμηση όλων.
Αναγνωρίστηκε ως αγωνιστής των επαναστάσεων 1866 και 1878. Διετέλεσε πληρεξούσιος της επαρχίας του το 1878 και μέλος της προσωρινής Κυβέρνησης.
Πέθανε το 1917.
Για έναν ταλαιπωρημένο πρόγονό του κάνει λόγο ο Σπύρος Τ. Λίτινα, στο βιβλίο του «Τα Ατελεύτητα».
Πρόκειται για τον Ιάκωβο Λίτινα του Γεωργίου που γεννήθηκε στα Πλατάνια το 1948.
Ήταν γιος του Γεωργίου και της Μαρίας Σιγανοπούλας και το στερνοπούλι από τα επτά παιδιά τους. Ο πατέρας του ήταν ο ονομαστός ξυλογλύπτης, γιος του Ιωάννη Λίτινα, που φιλοτέχνησε θαυμάσια τέμπλα. Πέθανε το 1856 όταν ο Ιάκωβος ήταν 8 μόλις χρόνων.
Η σκληρή ορφάνια δεν μπόρεσε να ψαλιδίσει τα φτερά του. Ήθελε να σπουδάσει. Όταν τέλειωσε τις εγκύκλιες σπουδές του ήρθε στην Αθήνα και γράφτηκε στην Ιατρική Σχολή.
Οι δύσκολες συνθήκες κάτω από τις οποίες σπούδαζε υπέσκαψαν την υγεία του. Ο αδελφός του Τίτος, δάσκαλος στις Μέλαμπες και έμπορος, ο πατέρας του Σπύρου, έκανε ό,τι μπορούσε για να βοηθήσει τον άτυχο Ιάκωβο. Δεν τα κατάφερε δυστυχώς. Πέθανε το 1880.
Ένας ακόμα Λίτινας αγωνιστής ήταν ο Αντώνιος του Σταύρου. Ήταν ήδη οπλαρχηγός κατά την επανάσταση του 1866. Το 1878 ήταν υπαρχηγός και το 1897 αρχηγός του Ανατολικού και Κεντρικού τμήματος της επαρχίας του.
Από τα πρόσωπα που τιμούν την οικογένεια Λίτινα είναι αναμφισβήτητα ο Μύρων του Ιωάννη που γεννήθηκε το 1847 στα Πλατάνια.
Έδρασε σε όλες τις επαναστάσεις από το 1866 και μετά. Διετέλεσε πληρεξούσιος στη Γενική των Κρητών συνέλευση το 1883, αλλά και δήμαρχος Πανακραίων. Σε όλες τις τελευταίες επαναστάσεις εκπροσωπούσε την επαρχία του τόσο στα πολεμικά όσο και στα πολιτικά θέματα.
Κι ένας ακόμα εθνομάρτυρας
Αλλά σε ένα πρόσωπο στη σύγχρονη ιστορία του χωριού από την πολυπληθή οικογένεια αποδίδεται και σήμερα μεγάλη τιμή και είναι ο Μύρων Λίτινας, παππούς του πρώην νομάρχη, που εκτελέστηκε και κάηκε στο μητάτο του στην «Πάνα» από τους Γερμανούς ναζί στις 3 Σεπτεμβρίου του 1943.
Ήταν ενδιαφέρουσα η αφήγηση του κ. Παντελή Λίτινα, από τον οποίο ζητήσαμε να μάθουμε περισσότερα για τον ήρωα παππού του. Κι είχε τόσα να μας πει, αφού κρατάει αξιόλογο αρχείο της οικογενείας του.
Από τους Μύρηδες κι αυτός απόγονος του οπλαρχηγού μεγάλωσε με τις παραδόσεις της ιστορικής οικογενείας.
Ο πατέρας του Ιωάννης ήταν επίσης διάσημος στην εποχή του ξυλογλύπτης.
Ο Μύρων, μια και η οικογένειά του είχε τον τρόπο της κι αυτός έδειχνε έφεση στα γράμματα, παρακολούθησε μαθήματα στο Ελληνικό Σχολείο, στο οποίο διδάχτηκε και Γαλλικά.
Αυτός κράτησε εξαιρετική συντροφιά στον Πωλ Φωρ όταν είχε πάει να κάνει μια πρώτη καταγραφή του σπηλαίου στην Πάνα. Μετά από ένα καλό φαγοπότι, ξεκίνησε μια ενδιαφέρουσα συζήτηση μαζί του στα Γαλλικά.
Ο Μύρων ασχολήθηκε με την πατρική περιουσία που ήταν μεγάλη. Ο ίδιος έχαιρε μεγάλης εκτίμησης και δεν είναι τυχαίο ότι είχε το προνόμιο να βοσκεύει στην κορυφή του Ψηλορείτη.
Ήρθε ο πόλεμος. Ο Μύρων ήταν πια 77 χρόνων αλλά συνέχιζε να μένει στη σπηλιά που χρησίμευε σαν αποθήκη για τα τυροκομικά.
Μαζί με όλα τα μέλη της οικογένειας κάθε ηλικίας, ήταν ενταγμένος στην Αντίσταση και εκτός από σύνδεσμος είχε αναλάβει και την τροφοδοσία των ανταρτών. Ούτε μια μέρα δεν λυπήθηκε το βιος του προκειμένου να μην μένουν νηστικοί οι αγωνιστές για τη λευτεριά της πατρίδας.
Από κει περνούσαν να φιλοξενηθούν και οι ξένοι σύμμαχοι και να προχωρήσουν μετά προς τα Αγιοβασιλειώτικα για να βρουν μέσον και να καταφύγουν στη Μέση Ανατολή.
Ήρθε μέρα που έσφαξε και τρία αρνιά. Ήταν όμως πάντα πρόθυμος να φιλοξενήσει κάθε κυνηγημένο. Ένας πραγματικός άρχοντας.
Κι ήρθε το μοιραίο πρωινό στις 3 του Σεπτέμβρη 1943.
Ένας λόγος Γερμανών φάνηκε να ανεβαίνει στο μετόχι των Λιτίνηδων.
Βρήκαν στο δρόμο τρία παλικαρόπουλα και τα αγγάρεψαν να τους οδηγήσουν στην «Πάνα».
Εκείνα δεν μπορούσαν φυσικά να ξέρουν τις προθέσεις των Γερμανών. Άλλωστε δεν ζητούσαν κάποιον ονομαστικά, αλλά ήθελαν να τους οδηγήσουν στη συγκεκριμένη θέση.
Ο Μύρων ήταν εκείνη την ώρα στο μιτάτο του με τρία νερά παιδιά ηλικίας 15-17 χρονών.
Πήρε είδηση τους Γερμανούς και το πρώτο που έκανε ήταν να διώξει τα παιδιά. Μάταια εκείνα ζητούσαν να μείνουν. Εκείνος επέμενε επιτακτικά λέγοντας πως ένας γέρος σαν κι αυτόν δεν κινδύνευε το ίδιο με τα νεαρά παιδιά που υπήρχε φόβος να τα εκτελέσουν επί τόπου.
Κάποτε αναγκάστηκαν να υπακούσουν. Δεν είχαν προλάβει να απομακρυνθούν κι έφθασαν οι Γερμανοί.
Μπήκαν μέσα στη σπηλιά κι άρχισαν να ψάχνουν. Αμέσως τράβηξαν την προσοχή τους τα καπότα, πολλά καπότα από εκείνα τα ράσινα, που μαρτυρούσαν το πέρασμα κόσμου από εκεί. Και σε λίγο εντόπισαν και ίχνη από τα κομμάτια που πετάς καθαρίζοντας τυρί. Η ποσότητα τους έπεισε πως πράγματι κάτι γινόταν στη σπηλιά. Ο προδότης, γιατί προδοσία ήταν πάλι στη μέση, δεν έκανε λάθος.
Άρπαξαν το Μύρωνα κι άρχισαν να τον βασανίζουν για να μαρτυρήσει. Εκείνος φαίνεται πως βρήκε τρόπο να αντισταθεί, αλλιώς δεν εξηγείται ο πυροβολισμός που άκουσαν όσοι ήταν λίγο παραπέρα. Όπως ο νεαρός Ψιμικός (Κρασάς), που βρισκόταν καμιά τριακοσαριά μέτρα μακρύτερα.
Οι ναζί όμως είχαν ακόμα πιο μακάβρια σχέδια για τον ηρωικό γέροντα.
Μάζεψαν τα ξύλα που βρήκαν, αυτά που άναβε για το καζάνι που τυροκομούσε, θα ‘ταν καμιά δεκαριά γομάρια, και τα άδειασαν πάνω στο πέτρινο τραπέζι που έτρωγαν οι ένοικοι του μιτάτου.
Άναψαν φωτιά και πέταξαν τον τραυματισμένο Μύρωνα.
Οι φωνές του ακούστηκαν μέχρι το Φουρφουρά λέει η παράδοση.
Κι αφού ολοκλήρωσαν το καταστροφικό τους έργο και το πλιάτσικο που συνήθιζαν, πήραν το δρόμο του γυρισμού.
Μόλις τους είδαν οι βοσκοί να ξεμακραίνουν έσπευσαν να ειδοποιήσουν την οικογένεια. Αναμαλλιασμένη έφθασε η Μύραινα και είναι θαύμα πως δεν έχασε τα λογικά τους μπροστά στο φρικτό θέαμα που αντίκρισε.
Η μεταφορά της σορού δεν ήταν κάτι εύκολο. Αναγκάστηκαν να τον θάψουν εκεί.
Μόλις χάραξε η λευτεριά κατέβασαν τα οστά του ήρωα στο χωριό.
Οι απόγονοι τον έχουν τιμήσει και χάρις στις παρεμβάσεις αυτές μπορεί κάθε επισκέπτης να προσκυνήσει το χώρο μαρτυρίου ενός ακόμα ήρωα.
Αργότερα κοντά στο μνημείο κτίσανε και την εκκλησία του Αγίου Μύρωνα που γιορτάζει δυο φορές το χρόνο και γίνεται αφορμή να συναχθούν οι Λιτήνηδες και να μακαρίσουν τους νεκρούς με πολλούς ακόμα Αμαριώτες που τιμούν την ιστορική οικογένεια.
Ο δάσκαλος, ήρωας, Μανόλης Λίτινας
Για έναν ακόμα ήρωα από τα Πλατάνια της ιστορικής οικογενείας μας είχε μιλήσει πρόσφατα στην Κοξαρέ, ο τελευταίος των ανταρτών ο Κωστής Βαβουράκης.
Θυμόταν με μεγάλη συγκίνηση τον δάσκαλο Μανόλη Λίτινα, που του υποσχόταν κάθε φορά πως μόλις τελειώσει το χρέος στην πατρίδα αυτός θα του μάθει γράμματα.
Μας είχε πει για το Λίτινα αυτό ο γενναίος αντάρτης:
«Ήταν στη μάχη της Κοξαρέ. Είχαμε αποστολή να χτυπήσουμε τους Γερμανούς που ερχόταν με 15 αυτοκίνητα γεμάτα από αυτούς. Όταν πλησίασαν άρχισε η σκληρή μάχη, τα καταφέραμε όμως γιατί πολεμούσαμε με ψυχή.
Πάνω από εκατό Γερμανούς είχαμε εξολοθρεύσει.
Μόλις τέλειωσε η μάχη, κατεβήκαμε και μετρηθήκαμε.
Δυο ήταν οι πιο βαριά τραυματισμένοι.
Ένας άλλος είχε ένα σοβαρό τραύμα αλλά όχι τόσο επικίνδυνο.
Ο Μανόλης ο Λίτινας ο δάσκαλος ήταν ο πιο σοβαρά.
Αυτός ο ξεχωριστός άνθρωπος.
Θα ήταν καμιά τριανταπενταριά, σαράντα χρονών.
Ήταν γενναίος, το έλεγε η καρδιά του.
Μου έδειχνε μια συμπάθεια και μου υποσχόταν πως όταν τελειώσει ο πόλεμος θα μου κάνει μάθημα.
Μου είχε δώσει πολλά κίνητρα.
Έτσι ωραία που μου μιλούσε «Κωστή παιδί μου εγώ θα σου κάνω φροντιστήριο να πας στο σχολείο να μάθεις γράμματα. Μόλις τελειώσουμε τούτο το χρέος».
Όταν τον είδα μετά τη μάχη που προαναφέρατε, τόσο βαριά λαβωμένο πόνεσε η ψυχή μου.
Ενώ του άλλου μας συντρόφου φαινόταν η σφαίρα, του Λίτινα δεν φαινόταν τίποτα.
Ήταν μέσα στο κεφάλι.
Πήγαινα πάνω του και του έλεγα: «Μανόλη δεν θα μου κάνεις φροντιστήριο;
Μανόλη παιδί μου δεν με ακούς;
Υποσχέθηκες να μου μάθεις γράμματα.
Πρέπει να κρατήσεις το λόγο σου…».
Μα εκείνος κειτόταν ασάλευτος.
Δεν ξέρετε πόσο μου είχε στοιχίσει η περιπέτεια αυτού του ανθρώπου.
Μα δεν ξέρεις πόσο καλός, πόσο άνθρωπος ήταν.
Αυτός έζησε καμιά βδομάδα και μετά πέθανε».
Ένας «δικός» μας άνθρωπος
Θα κλείσουμε το παρόν με έναν δικό μας άνθρωπο. Το δημοσιογράφο Μανόλη Λίτινα που κάποτε κάναμε και εκδηλώσεις προς τιμήν του.
Ο Μανόλης Λίτινας από τη Γωνιά Ρεθύμνου γεννήθηκε το 1921. Η δημοσιογραφία είναι η κατεύθυνση που τον βοηθά να εκφραστεί όπως ακριβώς ήθελε ο ασυμβίβαστος χαρακτήρας του.
28 του Οκτώβρη βρίσκεται έφεδρος ανθυπολοχαγός στην πρώτη γραμμή του μετώπου, κάπου στο Καλπάκι.
Για καμιά χαρά της ζωής δεν θα εξαγόραζε την ικανοποίηση να υπερασπίζεται με σθένος και αυτοθυσία την πατρίδα του.
Οι πρώτες νίκες τον γεμίζουν ξέφρενο ενθουσιασμό. Η κατάρρευση του μετώπου τον γεμίζει άγρια αποφασιστικότητα.
Γυρίζει στο σπίτι του. Και αλλάζει απότομα η ζωή του.
Ο Μανόλης έδινε την αίσθηση ότι ταξίδευε σε ένα ονειρικό κόσμο. Έφευγε και αργούσε να επιστρέψει. Μερικές φορές έλειπε και ημέρες.
Ο νους όμως δεν πήγαινε στο κακό. Νέος ήταν. Ενδιαφέρον τύπος θα μπορούσε να χαίρεται τη ζωή του. Ο χαρακτήρας του όμως τύπος σοβαρός περισσότερο από όσο θα ‘πρεπε στην ηλικία του κλόνιζε αυτή την παρήγορη σκέψη. Ενώ ήταν επαγγελματίας δημοσιογράφος δεν επιστέφει στην εφημερίδα του. Δεν άντεχε να δουλεύει σε Τύπο που ελέγχεται από τον κατακτητή. Η Αντίσταση είναι ο χώρος που ξαναβρίσκει τον εαυτό του. Εντάσσεται στον Ε.Δ.Ε.Σ.
Η οργάνωση αυτή είχε ιδρυθεί στις 9 Σεπτεμβρίου 1941, από τον απόστρατο συνταγματάρχη Ναπολέοντα Ζέρβα, τον αξιωματικό Λεωνίδα Σπάη, τον δικηγόρο Ηλία Σταματόπουλο, και τον Μιχάλη Μυριδάκη. Η οργάνωση φαίνεται ότι εκινείτο στον βενιζελικό-αντιμοναρχικό πολιτικό χώρο και είχε ανακηρύξει ερήμην ως αρχηγό τον στρατηγό Νικόλαο Πλαστήρα. Το ιδρυτικό καταστατικό του Συνδέσμου προέβλεπε «Να εγκαθιδρύση εις την Ελλάδα το Δημοκρατικόν πολίτευμα, σοσιαλιστικής μορφής», ενώ αποκαλούσε τον εξόριστο βασιλέα προδότη («την προδοσίαν του τέως Βασιλέως Γεωργίου του Β’ και της περί αυτόν σπείρας της αυτοκληθείσης Δικτατορία της 4ης Αυγούστου»). Όπως με όλες τις οργανώσεις το διχαστικό κλίμα δεν άργησε να αμαυρώσει και τη δική της αγωνιστική πορεία. Καμιά όμως πολιτική και ιδεολογική διαφορά δεν θα μπορούσε να υποβαθμίσει την προσφορά στην πατρίδα των μελών της.
Παράνομα έντυπα
Στον Ε.Δ.Ε.Σ ο Μανόλης Λίτινας οργάνωσε κλιμάκιο για την έκδοση αντιστασιακών εφημερίδων, ανάμεσα στις οποίες και η «Δημοκρατική Σημαία» (του ΕΔΕΣ). Ήταν το πρώτο από όλα τα έντυπα και αποτελούσε παράνομο δελτίο ειδήσεων. Δεν απουσιάζει από καμιά δραστηριότητα της διαδικασίας έκδοσης και διανομής.
Παράλληλα συγκροτεί μαχητικές ομάδες, διαμορφώνει δίκτυα στρατολογίας και στέλνει μαχητές στα βουνά.
Μέσα σε σκοτεινά υπόγεια, όπου εύρισκε, τύπωνε τα παράνομα έντυπα της οργάνωσης. Η ζωή του κρεμόταν από μια κλωστή. Εκείνος όμως συνέχιζε τον αγώνα.
Αρχές Νοεμβρίου 1943 η Ειδική Ασφάλεια δολοφονεί τον στενό του συνεργάτη Μήτσο Γιαννακόπουλο.
Ο Μανόλης καταλαβαίνει ότι είναι ο επόμενος στόχος. Αλλά δεν υποχωρεί. Συνεχίζει με ακλόνητο θάρρος, αν και ολομόναχος τον αγώνα στο μετερίζι του.
Στις 7 Απριλίου 1944, συλλαμβάνεται στα γραφεία της Ένωσης Εφέδρων Αξιωματικών.
Εκείνο το πρωί, μου είχε διηγηθεί η αδελφή του, έφυγε από το σπίτι με ξεχωριστό κέφι. Πριν στρίψει στη γωνία ξέροντας ότι εκείνη ήταν ακόμα στην πόρτα, γύρισε και τη χαιρέτισε για μια ακόμα φορά. Χαμογελούσε. Ήταν η τελευταία φορά που την αντίκριζε λεύτερος.
Απάνθρωπα βασανιστήρια
Οι ναζί μετά τη σύλληψη τον οδήγησαν στα κολαστήρια της οδού Μέρλιν. Ο κύκλος απάνθρωπων βασανιστηρίων ανοίγει. Ο Λίτινας μένει ψύχραιμος και περνά με αξιοπρέπεια την οδυνηρή του δοκιμασία που ξεπερνά τις ανθρώπινες αντοχές.
Η αντίστασή του κουράζει τους δημίους του. Άλλωστε τι άλλο μπορούσαν να κάνουν για να κάμψουν το ηθικό του; Είχαν μεταβάλλει τις σάρκες του σε άμορφες μάζες, μα εκείνος έδειχνε το ίδιο αγέρωχος.
Τον άφησαν στην απομόνωση, όπου έμεινε για πέντε μήνες.
Εκεί που θα χάραζε η λευτεριά κατάλαβε ότι ήρθε το τέλος. Θα τον πήγαιναν για εκτέλεση. Βρήκε κατά τύχη ένα στραπατσαρισμένο χαρτί και γράφει δυο σημειώματα. Καθώς το καμιόνι προχωρούσε στο μοιραίο του σταθμό βρήκε τρόπο και τα πέταξε τυλιγμένα στα μανικετόκουμπά του.
«Πέφτουμε για τη λευτεριά. Να είστε υπερήφανοι», έγραφε το δεύτερο σημείωμα. Και ο λόγος που προτίμησε να γράψει δυο είναι επειδή ήθελε να φτάσουν σίγουρα τα νέα του στην οικογένεια. Όπως κι έγινε. Πάντα συγκροτημένος και μεθοδικός ακόμα και την ώρα αυτή που προχωρούσε στον θάνατο.
Πηγές:
Σπύρου Τ. Λίτινα: Ανάλεκτα
Σπύρου Τ. Λίτινα: Αναπάντεχα
Εύας Λαδιά: Συνέντευξη Κωστή Βαβουράκη
Εύας Λαδιά: Μανόλης Λίτινας ο μεγάλος αντιστασιακός δημοσιογράφος
Μαρτυρία Παντελή Λίτινα ιστορικού ερευνητή της οικογένειας σ. αστυνομικού