Τεράστιες είναι οι προοπτικές για το πευκοθυμαρόμελο Κρήτης, το οποίο από τον περασμένο Οκτώβριο κατατάχθηκε στον κατάλογο των προϊόντων με πιστοποιημένη ονομασία προέλευσης (ΠΟΠ Κρήτης) ανοίγοντας ένα νέο δρόμο για το ντόπιο προϊόν με στόχο να κερδίσει μια αξιοπρεπή θέση στα ράφια της ελληνικής αλλά και των ξένων αγορών.
Στην Κρήτη οι μελισσοκόμοι ανέρχονται περί τους 2.000, εκ των οποίων οι 350 στο Ρέθυμνο, ενώ το 60% της παραγωγής μελιού, που υπολογίζεται σε 1.600 τόνους ετησίως, είναι πευκοθυμαρόμελο. Η ποιότητά του και η αναγνωρισμένη διατροφική του αξία αποτελούν δυο βασικά πλεονεκτήματα, τα οποία καλούνται οι μελισσοκόμοι να διαχειριστούν με ορθό τρόπο, ώστε μέσα από συνεργασίες και συνέργειες να μπορέσουν να κατακτήσουν τον στόχο των εξαγωγών.
Τα παραπάνω επισημάνθηκαν σε επιστημονική διημερίδα που πραγματοποιήθηκε το περασμένο Σαββατοκύριακο στο Σπίτι του Πολισμού, παρουσία μελισσοκόμων από όλο το νησί αλλά και επιστημόνων που παρουσίασαν τόσο τις διαδικασίες εκείνες που θα πρέπει να ακολουθήσουν για να αναδείξουν τα ξεχωριστά ποιοτικά χαρακτηριστικά του πευκοθυμαρόμελου ΠΟΠ Κρήτης και να το φέρουν στο ράφι της αγοράς όσο και τις διαδικασίες που θα πρέπει οι ίδιοι οι μελισσοκόμοι να ακολουθούν βάσει των τελευταίων προδιαγραφών ποιότητας.
Σε σχετικές δηλώσεις του ο Νίκος Μπιρλιράκης, πρόεδρος του Μελισσοκομικού Συνεταιρισμού Ρεθύμνης αναφέρθηκε στην υψηλή ποιότητα του προϊόντος, αλλά και την υπεροχή του ως προς την διατροφική του αξία, η οποία όπως είπε πρέπει να γίνει αντιληπτή από όλους τους μελισσοκόμους, ώστε με συγχρονισμένα βήματα όλοι μαζί να πετύχουν το στόχο της διείσδυσης του προϊόντος στις διεθνείς αγορές: Χαρακτηριστικά, μεταξύ άλλων ο κ. Μπιρλιράκης, ανέφερε:
«Πρόκειται για άριστη ποιότητα μελιού. Η άποψη αυτή για την ποιότητά του δεν είναι υποκειμενική. Αντιπροσωπεύει πολλούς ανθρώπους διότι πλέον έχουμε δεδομένη τη φυσικοχημική ανάλυση αυτού του μελιού για το οποίο γνωρίζουμε ακριβώς με επιστημονικό τρόπο τι περιέχει. Το μέλι έχει μεγάλη διατροφική αξία διότι είναι πλούσιο σε πολλά θρεπτικά συστατικά και σε μεγάλες συγκεντρώσεις σε σχέση με άλλα ίδιου είδους που βγαίνουν σε άλλες περιοχές της Ελλάδας και της Τουρκίας. Το δικό μας έχει μια υπεροχή. Σίγουρα έχει μια διακριτή σύσταση. Για αυτό το λόγο μπορέσαμε και το κάναμε ΠΟΠ. Όσοι μελισσοκόμοι θελήσουν να ενταχθούν σε αυτή την διαδικασία πλέον και να προωθήσουν το προϊόν τους είτε εντός των ορίων της χώρας μας είτε εκτός, μπορούν να το κάνουν πλέον διότι ο Μελισσοκομικός Συνεταιρισμός Ρεθύμνης έχει προχωρήσει στο επόμενο βήμα που είναι το σύστημα ελέγχου, το οποίο έχουμε εκπονήσει. Επίσης έχουμε προχωρήσει και στο μεθεπόμενο βήμα που είναι η πιστοποίηση του ίδιου του συστήματος από ένα πιστοποιητικό οργανισμό στον οποίο θα αναφερθούμε στην διημερίδα, ούτως ώστε να αποκτήσει μεγαλύτερη βαρύτητα και φερεγγυότητα το σύστημά μας και οι παραγωγοί που θα ενταχθούν σε αυτό το σύστημα να έχουν όλα τα εχέγγυα για να μπορούν χωρίς κανένα πρόβλημα να σταθούν σε οποιαδήποτε αγορά. Αρχικά οι μελισσοκόμοι πρέπει να υποβάλουν μια αίτηση στον ΕΛΓΟ για να πιστοποιηθούν ως παραγωγοί πευκοθυμαρόμελου Κρήτης. Το δεύτερο βήμα το οποίο πρέπει να ακολουθήσουν οι μελισσοκόμοι για να ενταχθούν στο σύστημα ιχνηλασιμότητας και ελέγχου, το οποίο προς το παρόν είναι μόνο το δικό μας (Μελισσοκομικού Συνεταιρισμού Ρεθύμνης), δεν υπάρχει άλλο στην Κρήτη».
Προϋπόθεση η συνεργασία των παραγωγών για να αποκτήσει το προϊόν προστιθέμενη αξία
Τη σημασία και την προστιθέμενη αξία που αποκτούν τα προϊόντα με πιστοποιημένη ονομασία προέλευσης για την οικονομία της Κρήτης επεσήμανε η αντιπεριφερειάρχης και πρόεδρος του Πανευρωπαϊκού Δικτύου ΑΡΕΠΟ Θεανώ Βρέτζου, η οποία σε δηλώσεις της υπογράμμισε την αναγκαιότητα οι παραγωγοί να συνεργαστούν μεταξύ τους για να μπορέσουν να επιτύχουν τον στόχο.
Χαρακτηριστικά, ανέφερε: «Τα προϊόντα ποιότητας και γενικότερα τα συστήματα ποιότητας έχουν μεγάλη προστιθέμενη αξία σε όλη την αλυσίδα αξίας τροφίμων. Η προστιθεμένη αξία αυτή διαχέεται γενικότερα και σε άλλες δραστηριότητες εκτός από τον καθαρά τροφικό τομέα, καθώς επηρεάζει θετικά τον τουρισμό, τον αγροτουρισμό, τον συμβατικό τουρισμό και ταυτόχρονα διασύνδεει τους πολίτες και την ενδοχώρα με τον πολιτισμό. Αναδεικνύεται η πολιτιστική αξία, η οποία υπάρχει παντού σε όλες τις χώρες, ιδιαίτερα όμως στην ενδοχώρα και τελικά με αυτό τον τρόπο βοηθάει πάρα πολύ στην ανάπτυξη. Το μεγάλο ζητούμενο δηλαδή το οποίο εμείς ψάχνουμε μέσα από τα συστήματα ποιότητας, είναι η δημιουργία προστιθέμενης αξίας άρα πλούτος στον κόσμο, κίνητρα στον παραγωγό να επιστρέψει στην ύπαιθρο για να καλλιεργήσει και μεσ’ από αυτή τη διαδικασία να οδηγηθούμε στην ανάπτυξη. Έμμεσα αλλά και άμεσα στηρίζει πάρα πολύ τους μικρούς παραγωγούς, την οικοτεχνία, ξέροντας πολύ καλά την προσπάθεια που έχει κάνει η Περιφέρεια Κρήτης για τη θεσμοθέτηση της οικοτεχνίας και το πόσο συμβάλει στην ανάπτυξη της υπαίθρου ο θεσμός της οικοτεχνίας. Δυστυχώς όμως, ακόμα οι θετικές επιπτώσεις και η μεγάλη αξία που έχουν τα σχήματα ποιότητας όσον αφορά στην ανάπτυξη της υπαίθρου, δεν έχει γίνει κατανοητή και δεν έχει αγκαλιαστεί στην Ελλάδα και ειδικότερα στην Κρήτη, στο βαθμό που θα έπρεπε από το σύνολο όχι μόνο των φορέων αλλά και των παραγωγών. Εδώ, πολύ μεγάλη σημασία έχει το πόσο θα αντιληφθούν οι παραγωγοί τα οφέλη τα οποία έχουν έχοντας στα χέρια τους ένα κατοχυρωμένο προϊόν με ονομασία προέλευσης. Το μεγάλο μας ζητούμενο είναι το εξής: να αντιληφθούν πρωτίστως οι παραγωγοί την αξία, το όφελος που έχουν οι ίδιοι στα χέρια τους παράγοντας ένα τέτοιο προϊόν για να μπορέσουν να το στηρίξουν. Δεν αρκεί δηλαδή να καταχωρήσουμε ένα προϊόν σαν ονομασία προέλευσης αν δεν έχουμε παραγωγή, αν δεν δημιουργήσουμε συλλογικότητες μεσ’ από τις οποίες μπορούμε αφενός να στηρίξουμε το σύστημα ποιότητος που πρέπει να κουβαλάει ένα τέτοιο προϊόν και στη συνέχεια να το προωθήσουμε. Το μεγάλο έλλειμμα το οποίο υπάρχει είναι ακριβώς αυτό. Να κατανοήσουν δηλαδή οι παραγωγοί μας την προστιθέμενη αξία και τα οφέλη τα οποία θα έχουν τηρώντας τις προδιαγραφές βάσει των οποίων εντάσσεται ένα προϊόν στα προϊόντα ονομασίας προέλευσης και στη συνέχεια να το προωθήσουν. Είναι πολύ θετικό το γεγονός ότι έχουμε πευκοθυμαρόμελο Κρήτης. Πόσο δυνατό brand μπορεί να γίνει και να είναι αν συνεργαστούν όλοι οι φορείς. Επίσης θέλω να τονίσω ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέσα από τη νέα κοινή αγροτική πολιτική στηρίζει σε πολύ μεγάλο βαθμό τα ποιοτικά προϊόντα».
Αντίστοιχη ήταν και η τοποθέτηση του αντιπεριφερειάρχη πρωτογενή τομέα Μανόλη Χνάρη, ο οποίος ανέφερε:
«Η κατοχύρωση ΠΟΠ του προϊόντος είναι πολύ σημαντική γιατί δίνει ταυτότητα στην αναγνωσιμότητα και στην προστιθέμενη αξία που αποσκοπεί πάντα σε όφελος του παραγωγού. Επίσης προστατεύει την ποιότητα του προϊόντος αποφεύγοντας τις προσμίξεις με άλλα μέλια αμφιλεγόμενης ποιότητας και προέλευσης. Θεωρώ ότι αποτελεί υποχρέωση των μελισσοκόμων της Κρήτης να υποστηρίξουν τις προϋποθέσεις και τις προδιαγραφές τις οποίες ορίζει ο φάκελος και αυτό είναι μονόδρομος. Η Περιφέρεια Κρήτης στηρίζει και θα συνεχίζει να στηρίζει αυτή την προσπάθεια γιατί το μέλι της Κρήτης είναι ένα σημαντικό προϊόν για την οικονομία. Εμείς αναλαμβάνουμε δράσεις και πρωτοβουλίες και συμμετέχοντας σε σημαντικές εκθέσεις για να βοηθήσουμε τους παραγωγούς στην προώθηση τους προϊόντος. Τέλος θα ήθελα να καλέσω όλους τους μελισσοκομικούς φορείς της Κρήτης να συνεργαστούν και από κοινού να υπηρετήσουν αυτό τον φάκελο διότι μόνο με τη συνεργασία όλων των δυνάμεων θα έχουμε το επιθυμητό αποτέλεσμα και για το προϊόν και για τους παραγωγούς, γιατί αυτό πρέπει να είναι το ζητούμενο για όλους».
Iδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη συνεργασίας των παραγωγών έδωσε ο Ανδρέας Θρασυβούλου ,γεωπόνος, ομότιμος καθηγητής ΑΠΘ ,στην διάρκεα της ομιλίας του που αφορούσε την απόφαση για την υποβολή του φακέλου για την καταχώρηση του κρητικού μελιόυ στον κατάλογο των ΠΟΠ προϊόντων. Είναι από τους ανθρώπους που για περισσότερα από δέκα χρόνια ,ασχολήθηκε στο Εργαστήριο του ΑΠΘ με το κρητικό μέλι και έιχε συντάξει το φάκελο για την πιστοποίηση. Ο κ. Θρασυβουλου ξεκαθάρισε πως το Κρητικό μέλι έχει φοβερά χαρακτηριστικά, τα οποία μπορούν να αναδειχτούν μόνο μέσω της πιστοποίησης: «Πρόκειται για ένα «χρυσάφι». Θα πρέπει να υπάρξει συνεργασία των φορέων. Αν δεν υπάρξει συνεννόηση των φορέων (μελισσοκομικούς συλλόγους) δεν θα έχουμε κανένα αποτέλεσμα. το δεύτερο βήμα είναι η παροχή πραγματικά ποιοτικού μελιού πευκοθυμαρόμελο, το οποίο έχει τη φήμη αλλά ταυτόχρονα να έχει και τη χάρη. Αν δεν μονιάσουν οι μελισσοκομικοί φορείς μεταξύ τους δεν θα καταφέρουμε τίποτα».
Ο ίδιος εξέφρασε την πικρία του οτι , παρά το γεγονός οτι καθηγητές του ΑΠΘ εργάστηκαν επί σειρά ετών για την πιστοποίηση του προϊόντος , η ασυνενοησία δημιούργησε πολύ σοβαρά προβλήματα.