Ενώ τα τελευταία χρόνια οι ελληνικές εκδοτικές και τυπογραφικές επιχειρήσεις καταρρέουν κάτω από το βάρος της οικονομικής κρίσης και της εκτίναξης του κόστους παραγωγής, δέχονται ένα ακόμα πλήγμα με τις νέες σημαντικές αυξήσεις του δημοσιογραφικού χαρτιού που έχουν εξαγγείλει οι εταιρείες ανακοινώνοντας ότι θα ισχύσουν από την 1η Ιουλίου.
Το νέο, σοβαρό πλήγμα που πρόκειται να δεχτούν οι ελληνικές εφημερίδες αποτελεί θέμα παρέμβασης τριάντα βουλευτών της ΝΔ που κατέθεσαν ερώτηση στη Βουλή προς τον υπουργό Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, Νίκο Παππά, ερωτώντας τον για τα μέτρα που «πρόκειται να λάβει η κυβέρνηση για την ενίσχυση του πληττόμενου κλάδου των εκδοτικών επιχειρήσεων καθώς επίσης και αν διαθέτει ολοκληρωμένο σχέδιο για την ενίσχυση του λεγόμενου παραδοσιακού τύπου».
Στην ερώτηση επισημαίνεται πως «μεγάλα τμήματα του πληθυσμού εξακολουθούν να εμπιστεύονται για την ενημέρωσή τους εφημερίδες, περιοδικά και βιβλία. Κατά συνέπεια, είναι απολύτως απαραίτητη η εκπόνηση πολιτικών ενίσχυσης του παραδοσιακού τύπου. Είναι ζήτημα πλουραλισμού και δημοκρατίας. Σε διαφορετική περίπτωση η εξαφάνιση ενός ιστορικού κλάδου θα είναι γεγονός».
Αναλυτικά, το κείμενο της ερώτησης των βουλευτών (μεταξύ των οποίων και ο βουλευτής Ρεθύμνου Γιάννης Κεφαλογιάννης), έχει ως εξής:
«Μεγάλη νευρικότητα παρατηρείται στην παγκόσμια αγορά δημοσιογραφικού χαρτιού με αυξήσεις τιμών και ταυτόχρονη μείωση της παραγωγής. Εταιρείες παγκόσμιας εμβέλειας έχουν εξαγγείλει ήδη σημαντικές αυξήσεις στο δημοσιογραφικό χαρτί, ενώ και εγχώριες εκδοτικές και τυπογραφικές μονάδες έχουν ενημερώσει τους πελάτες τους για την ενσωμάτωση των αυξήσεων στην τελική τιμή των προϊόντων τους από 1η Ιουλίου 2018. Είναι γνωστό ότι οι ελληνικές εκδοτικές και τυπογραφικές επιχειρήσεις κάθε είδους (εφημερίδες, περιοδικά, βιβλία), τα τελευταία χρόνια λόγω της οικονομικής κρίσης και της εκτίναξης του κόστους παραγωγής, έχουν κυριολεκτικά καταρρεύσει.
Η νέα αύξηση του κόστους του δημοσιογραφικού χαρτιού θα σημάνει τον περιορισμό της βιωσιμότητας των συγκεκριμένων επιχειρήσεων και την απώλεια και άλλων θέσεων εργασίας δημοσιογράφων, τυπογράφων, τεχνικών και διοικητικών υπαλλήλων στις επιχειρήσεις του κλάδου. Περιττό να υπενθυμίσω ότι πρόκειται για κλάδο, ο οποίος μαστίζεται από πρωτοφανή ποσοστά ανεργίας, υψηλότερα από κάθε άλλον. Είναι γεγονός, ότι τις τελευταίες δεκαετίες οι προμηθεύτριες χώρες δημοσιογραφικού χαρτιού έχουν αυξηθεί και έπαψε η μονοπωλιακή σχέση προμήθειας των ελληνικών επιχειρήσεων από τις Σκανδιναβικές χώρες, αφού προστέθηκαν στην παγκόσμια αγορά Ρωσία, Κίνα, Βουλγαρία, Σλοβενία κ.α. Εκ των πραγμάτων για τις εγχώριες επιχειρήσεις αποκλείονται χώρες, όπως ο Καναδάς και η Βραζιλία, λόγω υψηλού κόστους της μεταφοράς αυτού. Παρόλα αυτά, η τιμή του δημοσιογραφικού χαρτιού συνεχώς ανεβαίνει, εκτινάσσοντας στα ύψη το λειτουργικό κόστος των συγκεκριμένων επιχειρήσεων.
Στις ΗΠΑ ήδη έχει αναληφθεί νομοθετική πρωτοβουλία από δέκα γερουσιαστές για τον περιορισμό, μέσω του νομοσχεδίου «PRINΤ», των δασμών στο δημοσιογραφικό χαρτί προκειμένου να ενισχυθεί η βιωσιμότητα των εκδοτικών επιχειρήσεων κάθε είδους.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι ακόμη και σήμερα αν και έχει προχωρήσει η μετάβαση στη ψηφιακή ενημέρωση και διαφήμιση εντείνοντας τον ανταγωνισμό των ψηφιακών μέσων με τα αντίστοιχα έντυπα, μεγάλα τμήματα του πληθυσμού εξακολουθούν να εμπιστεύονται για την ενημέρωσή τους εφημερίδες, περιοδικά και βιβλία. Κατά συνέπεια, είναι απολύτως απαραίτητη η εκπόνηση πολιτικών ενίσχυσης του παραδοσιακού τύπου. Είναι ζήτημα πλουραλισμού και δημοκρατίας. Σε διαφορετική περίπτωση η εξαφάνιση ενός ιστορικού κλάδου θα είναι γεγονός. Στις περισσότερες των περιπτώσεων πρόκειται για οικογενειακές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις (περιφερειακές και αθηναϊκές εφημερίδες) που επιπροσθέτως καλούνται να αντιμετωπίσουν και τις συσσωρευμένες συνέπειες της πολυετούς κρίσης.
Τέλος, υπενθυμίζουμε ότι ο αρμόδιος υπουργός έχει δεσμευτεί για την εκπόνηση συγκεκριμένης πολιτικής ενίσχυσης του έντυπου τύπου. Κατόπιν τούτων, ερωτάται ο κ. Υπουργός:
1. Ποια μέτρα πρόκειται να λάβει για την ενίσχυση του πληττόμενου κλάδου των εκδοτικών επιχειρήσεων;
2. Διαθέτει η κυβέρνηση ολοκληρωμένο σχέδιο για την ενίσχυση του λεγόμενου παραδοσιακού τύπου;»