Ο κ. Νίκος Χρ. Αλιπράντης, από το όμορφο νησί της Παναγίας της Εκατονταπυλιανής, την Πάρο, είναι φιλόλογος, ιστορικός, λογοτέχνης, δημοσιογράφος, συγγραφέας δεκάδων βιβλίων και μελετών σχετικών με την Πάρο και την ιστορία της και από το έτος 1979 και εκδότης του έγκριτου τριμηνιαίου περιοδικού «Παριανά» (Έπαινος της Ακαδημίας Αθηνών). Του κ. Ν. Αλιπράντη, πριν λίγες μέρες, γίναμε αποδέκτες ενός σπάνιου πολυσέλιδου -550 σελίδων- «Λεξικού» μορφών του νησιού του, της Πάρου, με τίτλο: «Προσωπογραφικό Λεξικό της Μεταβυζαντινής Πάρου», που προλογίζεται δεόντως από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Παροναξίας κ. Καλλίνικο.
Η Πάρος, στον θαλάσσιο δρόμο πολλών περιοχών του ελλαδικού νησιωτικού χώρου ευρισκομένη, είχε την ευκαιρία, διαχρονικά, να αναπτύξει σχέσεις με πολλούς τόπους, δημιουργώντας, έτσι, έναν ευρύτατο και πλουσιότατο ιστορικό ιστό δικτύωσης. Πολύ σημαντικές, στο σημείο αυτό, είναι, φυσικά, οι σχέσεις που η Πάρος ανέπτυξε με τα λοιπά Κυκλαδικά νησιά, αλλά, και για μας τους Κρητικούς, ιδιαίτερα σημαντικές και ενδιαφέρουσες είναι, θεωρούμε, και οι σχέσεις που -σε όλες τις εποχές- η Πάρος ανέπτυξε και με την Κρήτη. Σε προηγηθέν σύγγραμμα του κ. Αλιπράντη [«Χρονολογικό πανόραμα της Ιστορίας της Πάρου (5000 π.Χ.- 1850 μ.Χ.)»], που, επίσης, είχαμε την τιμή να παρουσιάσουμε με παλαιότερο σημείωμά μας, οι σχέσεις αυτές με τη Μεγαλόνησο Κρήτη καταγράφονται πολύ σημαντικές, ενώ πρόσφατα και στο σπουδαίο Αρχείο του Ρεθυμνίου λαογράφου Π. Βλαστού εντοπίσαμε ενδιαφέρουσα αναφορά του στο αέρινο αυτό νησί των Κυκλάδων, που ελπίζουμε σύντομα να καταφέρουμε να αξιοποιήσουμε και μάλιστα μέσω των σελίδων τού έγκριτου περιοδικού του κ. Αλιπράντη, των «Παριανών».
Μέσα από τις σελίδες του περισπούδαστου αυτού τόμου ο Συγγραφέας, όπως χαρακτηριστικά σημειώνει, θέλει να προβάλει και αναδείξει λησμονημένες μορφές της Πάρου, που η λήθη και ο πανδαμάτωρ χρόνος «γέρων φθονερός,/ και των έργων εχθρός, /και πάσης μνήμης», κατά τον Ανδρέα Κάλβο, τις είχε ζηλοτύπως καλύψει με πέπλο βαρύ και σκοτεινό.
Στο εν λόγω βιογραφικό Λεξικό οι μορφές έχουν τακτοποιηθεί κατ’ αλφαβητική σειρά και κατ’ αξίωμα προς ευχερέστερο εντοπισμό τους από τον αναγνώστη. Ειδικότερα, η τακτοποίηση έχει γίνει κατά «χωρεπισκοπές», όπως ήταν η Πάρος χωρισμένη κατά την Τουρκοκρατία. Τα πρόσωπα δε που καταχωρούνται αφορούν σε μοναχούς, ιερομονάχους και ηγουμένους με την ιδιότητα του έγγαμου ή άγαμου κληρικού, καθώς και λαϊκούς που δραστηριοποιήθηκαν στο νησί κατά τα χρόνια αυτά και συνέβαλαν στη διατήρηση της θρησκευτικής και πολιτισμικής ταυτότητάς του.
Στο Λεξικό, περαιτέρω, καταχωρούνται και οι Μητροπολίτες της Μητροπόλεως Παροναξίας, των οποίων η δράση και τα έργα έχουν συνυφανθεί με την ιστορία της νεότερης Πάρου (16ος – 19ος αι.), αλλά, συχνά, και Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως των οποίων οι πράξεις (συνοδικά σιγιλλιώδη γράμματα) είχαν παίξει σημαίνοντα ρόλο στη διατήρηση και αίγλη των μονών και των ναών της Πάρου και, κατ’ επέκταση, στην επιβίωση των ταπεινών, ευσεβών και φιλόθρησκων κατοίκων του νησιού κατά τα χρόνια της Τουρκοκρατίας.
Από τους λαϊκούς, άρχοντες και εθνικούς αγωνιστές, των οποίων η προσφορά στα κοινά υπήρξε σημαντική, ο συγγραφέας περιορίζεται σ’ εκείνους μόνον που έχουν συμβάλει, λίγο ή πολύ, με τα έργα τους στη διατήρηση του προσώπου της μεταβυζαντινής Πάρου και τέτοιοι είναι, συνήθως, οι κτήτορες και οι επίτροποι ναών και μονών, οι αγιογράφοι, οι νοτάριοι και πρωτονοτάριοι κ.ά.
Με την καταχώριση των εκατοντάδων αυτών φυσιογνωμιών της Πάρου, της αγιοτόκου νήσου της Παναγιάς της Εκατονταπυλιανής, κυρίως εκκλησιαστικών (επισκόπων, χωρεπισκόπων, ιερέων, ιερομονάχων, μοναχών και πρεσβυτέρων), που δημιούργησαν την ιστορία του νησιού και συντήρησαν με τις πράξεις τους την πίστη και τη λατρεία στον Θεό, κτίζοντας εκκλησίες (παρεκκλήσια, εξωκλήσια και μοναστήρια), ο συγγραφέας φέρει στο φως τις ιερές μορφές τους και σαφώς προάγει τα μέγιστα, με το σύγγραμμά του αυτό, την Τοπική, της Πάρου, αλλά και τη Γενική Εκκλησιαστική Ιστορία.
Του Λεξικού προηγείται εμπεριστατωμένη «Εισαγωγή» στους κληρικούς της Πάρου κατά την Τουρκοκρατία, που -όπως διευκρινίζει ο συγγραφέας- επειδή με την πάροδο του χρόνου αυξήθηκαν οι ανάγκες και απαιτήσεις του χριστιανικού πληθυσμού, δημιουργήθηκαν στην Εκκλησία και νέα αξιώματα, ειδικότερων καθηκόντων, με τα οποία, πλέον, συναντούμε τους κληρικούς (πνευματικοί, ιερομνήμονες, πρωτονοτάριοι, νοτάριοι, πρωτοπαπάδες, πρωτοσύγκελλοι, ρεφερενδάριοι, σακελλάριοι, σακελλίωνες, σκευοφύλακες, χαρτοφύλακες, χωρεπίσκοποι κ.ά.), που όλα (τιμητικοί τίτλοι σήμερα) ο συγγραφέας τα επεξηγεί καταλεπτώς στην εν λόγω Εισαγωγή του. Πολύτιμο, επίσης, καθίσταται στο τέλος του τόμου και το πλήρες ονομαστικό Ευρετήριο των μορφών που καταγράφονται.
Παρότι, κατά τον συγγραφέα, και η απλή, ονομαστική, όλων των παραπάνω μορφών της Πάρου αναφορά θα ήταν αρκετή προκειμένου να αποδοθεί ο οφειλόμενος προς αυτές φόρος τιμής και σεβασμού, όμως ο συγγραφέας δημιούργησε και μας παρουσιάζει σήμερα το παρόν πολύμοχθο και πολυσέλιδο έργο του, με βαθιές και αυστηρές επιστημονικές προδιαγραφές, φιλολογική αρτιότητα και πλείστα όσα βιβλιογραφικά κ.λπ. στοιχεία, που συλλέγει επιμελώς και αποδελτιώνει τώρα και σαράντα ολόκληρα χρόνια (από το έτος 1972). Όλα αυτά είναι που αποτελούν την Πρώτη σειρά της λεξικογραφικής παρουσίασης των εκκλησιαστικών μορφών, ενώ στη Δεύτερη σειρά, που ακολουθεί, περιλαμβάνονται όσα καινούρια ονόματα προέκυψαν από τη δημοσίευση δεκάδων εγγράφων στο περιοδικό «Παριανά» αλλά και στα βιβλία του συγγραφέα και αφορούν σε μονές της Πάρου και στην Παναγία την Εκατονταπυλιανή. Στην ίδια σειρά προστέθηκαν οι Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως και οι Μητροπολίτες Παροναξίας.
Σαφή και χρήσιμα του παρόντος τόμου συμπεράσματα είναι ότι ο κλήρος της Πάρου έδωσε πολλαχώς το «παρών» του στη θρησκευτική ατμόσφαιρα της τουρκοκρατούμενης Πάρου αλλά και στην εν γένει εθνική μας ζωή, δημιουργώντας μέγα πλήθος κομψών και γραφικών εκκλησιών και μάλιστα την περίφημη εκκλησία της Παναγίας της Εκατονταπυλιανής [της οποίας ο μεγαλοπρεπής ναός ανάγεται στους χρόνους τού Μεγάλου Κωνσταντίνου και του Ιουστινιανού (4ος– 6ος αι.)], που κοσμούν σήμερα με έξοχες εικόνες, αληθινά έργα τέχνης, το νησί αλλά και την Ορθοδοξία ολόκληρη.
Πρόκειται για ένα σύγγραμμα μεγάλης ιστορικής ευθύνης, τόσο για την Πάρο, όσο και για τις Κυκλάδες και τον ελληνικό, γενικότερα, χώρο. Απ’ όσο μπορέσαμε να διαπιστώσουμε από τη βιβλιογραφία, η Πάρος δεν έχει, μέχρι σήμερα, να επιδείξει παρόμοιο ιστορικό έργο. Για άλλη μια φορά συγχαίρουμε και θερμά ευχαριστούμε τον εκλεκτό και δόκιμο συγγραφέα και ιστορικό και του ευχόμαστε ο Θεός να του δίνει δύναμη και υγεία, για να συνεχίζει τη γόνιμη, εργώδη και δημιουργική δραστηριότητά του τόσο στον χώρο της ιστορίας της αγαπημένης του Πάρου, όσο και των Ελληνικών Γραμμάτων, γενικότερα, στα οποία τόσο μεγάλη και ουσιαστική είναι η μέχρι σήμερα συμβολή του.