Μετά και τα αποτελέσματα των τελευταίων εθνικών εκλογών, και σε ότι αφορά τον ιδεολογικό και πολιτικό χώρο στον οποίο εντάσσομαι και συμμετέχω, μια φράση ακούγεται από το βράδυ των εκλογών. «’Αντέξαμε στην πίεση των δυο μεγάλων και συνεχίζουμε».
Ακόμα και αν δεχθούμε το επιχείρημα αυτό, η ορθή αποτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος θα πρέπει να περιλαμβάνει την πλήρη εικόνα αυτών αλλά και την απάντηση στο ερώτημα: Και τώρα;
Όποιος θέλει πραγματικά να κοιτάξει ψύχραιμα το αποτέλεσμα των Εθνικών Εκλογών για το ΚινΑλ δεν μπορεί να μην το αναλύσει σε βάθος. Και στο πρώτο αποτέλεσμα που πέφτει το μάτι του δεν μπορεί να είναι άλλο από τις ηλικιακές και κοινωνικές ομάδες οι οποίες επέλεξαν το ΚινΑλ με τη ψήφο τους. Πλήρης απομάκρυνση από τις μικρότερες ηλικίες, μακριά από τις παραγωγικές ηλικίες και κοινωνικές τάξεις και μόνο ψήφος στήριξης από τους συνταξιούχους, τους απόμαχους και επι της ουσίας από εκείνους που «έχουν να θυμούνται ένα άλλο ΠΑΣΟΚ, μιας άλλης εποχής». Αυτοί είναι που κράτησαν το ΚινΑλ στα αποτελέσματα που σήμερα επιτρέπουν να λέγεται αυτό το περίφημο «αντέξαμε».
Θα έπρεπε να μας προβληματίσει επί της ουσίας τι είναι εκείνο που κάνει τον λόγο μας αποτρεπτικό από τις δημιουργικές δυνάμεις της κοινωνίας. Γιατί δεν μας ψήφισαν οι ελεύθεροι επαγγελματίες, γιατί στα αστικά κέντρα είχαμε ήττα και μάλιστα εκκωφαντική; Γιατί οι νέοι -που τόσο πανηγυρίζαμε για την επιστροφή τους- μας έστρεψαν τη πλάτη επιδεικτικά; Τι ήταν εκείνο που δεν έφερε νέες ψήφους στον χώρο; Για ποιο λόγο δεν καταφέραμε να απευθυνθούμε ακόμα μία φορά σε ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας το οποίο θεωρεί τη συμμετοχή στη πολιτική διαδικασία «χαμένο χρόνο» και δεν καταφέραμε να τους σηκώσουμε από τον καναπέ και τη παραλία;
Μετά το «αντέξαμε» θα πρέπει να πάμε και στο «τι έφταιξε και απλά αντέξαμε» σε μία εκλογική μάχη που όλοι οι υπόλοιποι, εξαιρουμένων μόνο των ναζιστών, εμφανίζονται κερδισμένοι. Όλοι κέρδισαν. Ακόμα και ο χαμένος ΣΥΡΙΖΑ δεν ηττήθηκε. Ακούγεται λίγο περίεργο, αλλά έτσι είναι, έχασε αλλά δεν ηττήθηκε.. Και σίγουρα δεν ηττήθηκε στρατηγικά όπως ήταν το βασικό μας σύνθημα.
Και αφού ψάξουμε τα αίτια που δεν μας επέτρεψαν να διαφύγουμε από τη διακεκαυμένη ζώνη του 6 έως 8 τοις εκατό, θα πρέπει να κοιτάξουμε και την επόμενη μέρα. Ποιος θα είναι ο πολιτικός μας λόγος; Ποια θα είναι η πολιτική μας κατεύθυνση; Προς ποια πλευρά θα ανοίξουμε τις δεξαμενές μας; Θα συνεχίσουμε να κοιτάμε αριστερά, αναμένοντας φευγάτους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ, που στο άμεσο διάστημα θα παίρνει όλη τη δύναμη που μπορεί να του δώσει η εύκολη αντιπολίτευση; Θα κοιτάξουμε μήπως στις δυνάμεις εκείνες της κοινωνίας που δεν συμμετέχουν και αποτελούν πολύ μεγάλο κομμάτι; Θα απευθυνθούμε προς εκείνους που επέλεξαν τώρα να στηρίξουν Κυριάκο Μητσοτάκη «για να φύγει ο Τσίπρας»; Και αν τα κάνουμε αυτά, με ποιο πολιτικό και ιδεολογικό πρόταγμα θα γίνει αυτό; Πόσο πραγματικά μεταρρυθμιστές θα πρέπει να γίνουμε για να δημιουργήσουμε τον πολιτικό χώρο που θα μας επιτρέψει να μεγαλώσουμε;
Από αριστερά μας η πίεση αναμένεται μεγάλη και συνεχής. Από λαϊκιστές που προσπαθούν να φτιάξουν το Νέο ΠΑΣΟΚ με τα παλιά υλικά που κατηγορούσαν πως κατέστρεψε τη Χώρα. Από δεξιά, ο χρόνος θα δουλεύει υπέρ του Κυριάκου Μητσοτάκη όσο θα προσπαθεί να φέρει αλλαγές προς τη κεντρώα κατεύθυνση, πριν η δεξιά πτέρυγα διεκδικήσει εκείνα που της αναλογούν.
Και στη μέση, ένα ζαλισμένο ΚινΑλ, βαλτωμένο στη συγκράτηση δυνάμεων που πανηγυρίζει. Ένα αποτέλεσμα που το θεωρώ το χειρότερο από τα τρία σενάρια που θα μπορούσαν να έχουν συμβεί. Αν είχαμε χάσει ποσοστά, θα καταλαβαίναμε πως χρειάζεται αλλαγή πορείας. Αν είχαμε αυξήσει ποσοστά θα μέναμε στον ίδιο δρόμο. Όμως αντιμετωπίζουμε έναν ”πολιτικό στασιμοπληθωρισμό”. Και εκεί είναι που πρέπει να καταλάβουμε άμεσα πως αυτό δεν οδηγεί πουθενά.
Άμεσα θα πρέπει να αναληφθούν όλες εκείνες οι πρωτοβουλίες που θα μας επιτρέψουν τη δημιουργία γύρω μας, του πολιτικού εκείνου χώρου που θα μας επιτρέψει να συνομιλήσουμε με τα κοινωνικά και ηλικιακά στρώματα που μας έστρεψαν τη πλάτη. Και αυτό για να γίνει, χρειάζονται άμεσες και ρηξικέλευθες λύσεις και κινήσεις. Αν βαυκαλιστούμε με το αποτέλεσμα, η επόμενη μέρα είναι νομοτελειακά δεδομένη. Από εμάς εξαρτάται η επόμενη μέρα. Εμείς θα δείξουμε αν θέλουμε να υπάρχουμε, πως και με ποιόν ιδεολογικοπολιτικό στόχο.
* Ο Γιάννης Λίτινας είναι πολιτικός μηχανικός