Το μεγαλύτερο πρόβλημα του σημερινού Έλληνα είναι: Πώς θα τολμήσει να κοιτάξει στα μάτια ένα νέο άνθρωπο και να του πει κάποια λόγια; Στην πραγματικότητα το μόνο που θα μπορέσει να αρθρώσει είναι «δικαιολογίες». Δεν ξέρω όμως πως θα αντιμετωπίσεις αυτό το βλέμμα του νέου που θα σε τρυπά και θα σου λέει «γιατί». Το συμπέρασμα είναι ότι από τώρα κι εμπρός πρέπει να λέμε μόνο αλήθειες.
Προς το παρόν κρατώ το στόμα μου κλειστό σε ότι αφορά στα μεγάλα προβλήματα της χώρας, τα οποία κάποιοι αποκαλούν «κρίση», πλην όμως από εδώ και πέρα δεν πρόκειται πλέον για «κρίση» αλλά για δική μας συνειδητή καταστροφική επιλογή. Άλλωστε, που να κάθομαι να σας εξηγώ πως γίνεται εγώ, ένας δηλωμένος ευρωπαϊστής να έχω γίνει τώρα ένας σταθερός ευρωσκεπτικιστής. Σε ποιον άραγε αρέσει πραγματικά να ζει έτσι όπως μας αναγκάζουν να ζούμε;
Ας φύγομε λοιπόν από τα πολιτικά κι ας πάμε στα πολιτιστικά. Όσοι ασχολούνται με τα πολιτιστικά νομίζεις πως ζουν σ’ ένα δικό τους κόσμο, φανταστικό, έναν κόσμο που τους εισάγει σ’ ένα φαντασιακό κόσμο ψευδεπίγραφης αγαλλίασης ο οποίος όμως -δυστυχώς- στην πραγματικότητα δεν υπάρχει.
Ας δούμε λοιπόν πιο εξομολογητικά και πιο ειλικρινά τα σύγχρονα ελληνικά πολιτιστικά πράγματα.
Σε οποιαδήποτε σχεδόν ελληνική πόλη προαναγγέλλονται καθημερινά μπόλικες πολιτιστικές-καλλιτεχνικές εκδηλώσεις. Αυτονόητα σκέφτεσαι «μπράβο, εδώ έχουμε μια πόλη με κατοίκους καλλιεργημένους και ευαισθητοποιημένους στα πολιτιστικά. Έχουν μεγαλώσει με αξίες, ξέρουν αληθινά τι γυρεύουν στον κόσμο ετούτο. Μπράβο και πάλι μπράβο τους».
Αν όμως ψάξεις το θέμα από πιο κοντά, θα διαπιστώσεις ότι σε κάθε μια από αυτές τις πολιτιστικές εκδηλώσεις παρευρίσκονται ακριβώς τα ίδια -όχι παραπάνω από εκατό σε αριθμό- άτομα.
Τι δηλοί ο μύθος; Ότι όλοι οι υπόλοιποι κάτοικοι της πόλης θεωρούν τη συμμετοχή τους στην όποια εκδήλωση «χαμένο χρόνο». Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει σχεδόν σε οποιαδήποτε νεοελληνική πόλη και χωριό.
Το έχω «καρατσεκάρει»: Τα ίδια ακριβώς άτομα (εκατό συνολικά) είναι οι συμμέτοχοι σ’ όλες τις πολιτιστικές εκδηλώσεις. Οι υπόλοιποι..… μακριά κι αλάργο. Φυσικά, με εκατό μόνο ευαισθητοποιημένα και μυημένα περί τα πολιτιστικά άτομα, η πόλη δεν …περνά τις εξετάσεις της πολιτισμικής επάρκειας. Η βαθμολογία που της αναλογεί είναι σαφώς κάτω απ’ τη βάση.
Πέσατε απ’ τα σύννεφα; Το ίδιο κι εγώ. Όποτε ανακαλώ στη μνήμη μου την προσωπική μου πολιτιστική ιστορία, πάντα πέφτω απ’ τα σύννεφα. Είναι αλήθεια ότι ήθελα να υπηρετήσω τον πολιτισμό, υπηρετώντας έτσι πρώτιστα -όπως κι εσείς- μια βαθιά εσωτερική μου ανάγκη. Όμως σ’ αυτή τη θητεία μου στα πολιτιστικά έβαλα τέλος μάλλον αιφνιδιαστικά και μάλλον επώδυνα, με τη μέγιστη -οφείλω να πω- ικανοποίηση ότι δεν πρόδωσα τις αρχές μου.
Η εμπειρία αυτή τελικά μου βγήκε σε καλό, διότι κατάλαβα (επιτέλους) πόσο ρηχή και αμφίσημη μπορεί να είναι η πολιτισμική πραγματικότητα μέσα σ’ αυτή τη δύσμοιρη χώρα και πόσο πρέπει να προσέχει κανείς τις κακοτοπιές.
Η εμπειρία μου συνοψίζεται πλέον στα εξής απλά: Πριν εμπλακείς σε οποιαδήποτε διατυμπανιζόμενη πολιτισμική δραστηριότητα ψάξε πρώτα καλά, μήπως στο βάθος βρίσκονται -καλά κρυμμένες στο σκοτάδι- η προσωπική ιδιοτέλεια, η σκοπιμότητα, η κρυψίνοια, το προσωπικό συμφέρον. Αν βρεις κάτι από αυτά, πες το «μεγάλο όχι» και φύγε μακριά, όσο μπορείς πιο μακριά. Αν είσαι ένας αληθινά δοσμένος και αφιερωμένος στον πολιτισμό θα πονέσεις πολύ όταν θα διαψευστούν οι ελπίδες σου.
Τα γεγονότα με οδηγούν σε ένα τελικό συμπέρασμα που ίσως φανεί υπερβολικό αλλά αυτή είναι η προσωπική μου άποψη: Αν εμείς, οι σημερινοί κάτοικοι της μικρής αυτής φλούδας (που από αρχαιοτάτων χρόνων ονομάζεται Ελλάδα) είχαμε μέσα μας μια γνήσια στόφα πολιτισμού, ουδέποτε θα ανεχόμαστε την κατάσταση στην οποία έχομε σήμερα ως χώρα περιέλθει. Την έχουμε όμως αυτή τη στόφα;
Ας λέμε λοιπόν αλήθειες τώρα πια. Αλήθειες χωρίς δισταγμούς ή συμβιβασμούς. Να βρούμε μέσα μας τους πραγματικούς εαυτούς μας Εκεί που έχομε φτάσει, οι αλήθειες μόνο (και όχι οι αυταπάτες) είναι εκείνες που ίσως κάποτε να μπορέσουν να μας σώσουν.
* O Μανόλης Καλλέργης είναι γιατρός