Μέχρι πρότινος αγνοούσαμε και τον Νικία Σταυρουλάκη, που ευτυχώς με πρωτοβουλία φωτισμένων εκπαιδευτικών της πόλης μας παρουσιάστηκε σε τιμητικές εκδηλώσεις μεγάλης επιστημονικής εμβέλειας. Κι έτσι τον γνωρίσαμε.
Ο Νικίας Σταυρουλάκης γεννήθηκε στο χωριό Θρόνος του νομού Ρεθύμνης της μεγαλονήσου Κρήτης, το έτος 1921. Εισήχθη στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Αθηνών, το έτος 1938, όπου εσπούδασε Πολιτικός Μηχανικός. Παρ’ όλον ότι ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος διέκοψε την ομαλή εξέλιξη των σπουδών του, κατέστρεψε τη χώρα του, και διέφυγε την εκτέλεση από τους ναζιστές για χρόνο ολίγων ημερών, αυτός συνέχισε τις σπουδές του μετά το τέλος του πολέμου το 1945. Απεφοίτησε από το Πολυτεχνείο Αθηνών το έτος 1947. Κατά τα έτη 1949 – 1963 εργάστηκε ως πολιτικός μηχανικός στην Ελλάδα. Τότε η δουλειά του είχε πάρα πολλές δυσκολίες· γινόταν κάτω από πολύ κακές συνθήκες και υπό το καθεστώς της πολιτικής αναταραχής και καταπιέσεως που υπήρχε στην Ελλάδα τα χρόνια εκείνα. Το έτος 1963 πήγε στην Γαλλία για να ακολουθήσει μεταπτυχιακές σπουδές στα μαθηματικά. Τελικά απεφοίτησε με Διδακτορικό «Doctorat d’ Etat» από τον Τομέα Επιστημών του Παρισιού «Faculté des Sciences de Paris» το 1969. Η διατριβή του έγινε υπό την επίβλεψη του διασήμου καθηγητή Charles Ehresmann και είχε θέμα με τίτλο: «Υποδομή Διαφορικών Πολλαπλοτήτων και Ρημαννίων Χώρων με Ανωμαλίες». Αμέσως μετά την αποφοίτησή του, έλαβε θέση καθηγητού των μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο της πόλεως Limoges, της Γαλλίας, από το οποίο και αφυπηρέτησε το έτος 1990. Οι εργασίες που έγραψε και δημοσίευσε είναι επί των μαθηματικών κλάδων: Γεωμετρία, αλγεβρική τοπολογία, διαφορική γεωμετρία, βελτιστοποίηση, μαθηματική φυσική και γενική θεωρία της σχετικότητος.
Δυστυχώς απέθανε ξαφνικά, από χρόνιο ανεύρυσμα της κοιλιακής χώρας, στις 20 Δεκεμβρίου 2009. Άφησε πίσω πολλές επιστημονικές εργασίες, πάνω στις οποίες εργαζόταν ακόμα, ημιτελείς. Είχε παντρευτεί την Σαλώμη, η οποία απεβίωσε τέσσερα χρόνια νωρίτερα, με την οποία απέκτησε μια κόρη, την Ελένη. Εκτός του ότι ήταν μεγάλος, πολυδημοσιευμένος, πολυγραφότατος και πρωτότυπος επιστήμων, ο Νικίας Σταυρουλάκης ήταν πάντοτε άνθρωπος με αρχές και ταπεινότητα. Πάντοτε ερευνούσε την αλήθεια και ποτέ δεν φοβόταν να πει «αυτό δεν το γνωρίζομε μέχρις στιγμής», όταν κάτι ήταν άγνωστο, υπεκφεύγον και απλώς εικάσιμο.
Μνήμες επιστήθιων φίλων
Σε μια εξαιρετική εκδήλωση πριν από χρόνια γνωρίσαμε το Νικία Σταυρουλάκη από μνήμες επιστήθιων φίλων του.
Η πρωτοβουλία ανήκε στα Πειραματικά Σχολεία, Γυμνάσιο και Λύκειο, που επιτελούν αθόρυβα ένα τόσο σημαντικό έργο στον τομέα της Εκπαίδευσης.
Εκείνο το βράδυ συμμετείχε στην εκδήλωση και ο αείμνηστος Γιώργης Αγγελιδάκης, στενός φίλος του Νικία, που είχε πει μεταξύ άλλων:
Ήταν, ένα φαινόμενο μαθητή. Είχε έρθει από το χωριό του και έμενε σε ένα υπόγειο παραδοσιακής οικίας στην οδό Κριτοβουλίδου που υπάρχει ακόμα στο ίδιο σημείο. Αν και αρχικά κανένας δεν έδινε σημασία στο απλό «χωριατόπαιδο», εκείνο γρήγορα ξεχώρισε με τις επιδόσεις του. Είχε το μοναδικό χάρισμα να αποκτά τη γνώση, ανατρέχοντας με μια ματιά τη σελίδα του βιβλίου στο μάθημα που έπρεπε να μελετήσει. Δεν υπήρχε μάθημα να υστερεί σε απόδοση. Ακόμα και στη Γυμναστική με ενεργό μάλιστα συμμετοχή σε αθλητικές δραστηριότητες.
Με το γιατρό είχαν αναπτύξει μια στενή φιλική σχέση, έχοντας κοινά ενδιαφέροντα και αργότερα κοινή πορεία στην αντίσταση.
Σαν άνθρωπος ο Νικίας ήταν απλός, καταδεκτικός, έτοιμος να προσφέρει τη βοήθειά του σε όποιον τη ζητούσε. Ο ίδιος είχε -λόγω της επιστήμης του- καταλήξει να είναι άθεος. Γι’ αυτό και απέφευγε να ανταποκρίνεται σε προσκλήσεις για διαλέξεις. Είχε αποδείξει με την έρευνά του εκείνα που τον κάλυπταν σαν επιστήμονα, αλλά πέρα από αυτό δεν ήθελε να επιβάλει σε κανέναν τις απόψεις του.
Ο αείμνηστος γιατρός και αντιστασιακός Γιώργος Αγγελιδάκης θυμήθηκε επίσης ένα γεγονός όταν ο Νικίας έφερε να κηδέψει στον τόπο του τη Σαλώμη του, την αγαπημένη του σύζυγο, αντί να καθίσει μπροστά, όπως συνηθίζεται, προτίμησε μια θέση πίσω ανάμεσα στους φίλους του Γιώργο Αγγελιδάκη και Ανδρέα Κούνουπα. Ποτέ όμως δεν επέβαλε τις απόψεις του για τα θέματα που ο ίδιος είχε διαφορετική θέση.
Ο Νικίας επίσης, ποτέ δεν έδινε σημασία στις ανέσεις ούτε και τις επιδίωκε. Χαρακτηριστικό παράδειγμα όταν τον έκρυβε ο γιατρός στο σπίτι του, την εποχή των μεγάλων διώξεων, εκείνος κοιμόταν στο πάτωμα με δική του επιμονή.
Ένας ακόμα επιστήθιος φίλος θυμάται
Στο ημερολόγιό του ο αξέχαστος επίσης φαρμακοποιός Ανδρέας Κούνουπας αναφέρεται στον επιστήθιο φίλο του Νικία και γράφει μεταξύ άλλων:
«Το 1932 στην πρώτη τάξη του Γυμνασίου στο νεόκτιστο Γυμνάσιο στον Μασταμπά αρχίσαμε τη Μέση Εκπαίδευση. Ανάμεσα στα παιδιά που είχαν έλθει από χωριά ήταν και ένα ψηλόλιγνο και σκεπτικό παιδί που κάθισε στα τελευταία θρανία. Τα παιδιά της πόλης κάναμε φασαρία, απαντούσαμε χωρίς να μας ρωτήσουν και επισκιάζαμε τα χωριατάκια όσο καλά κι αν ήταν. Σιγά-σιγά όμως άρχισε να ξεχωρίζει. Απάντησε σε ερωτήσεις δύσκολες, βγήκε και είπε μάθημα με άριστο τρόπο και λεπτομέρειες, έλυσε άγνωστες ασκήσεις με ευχέρεια και μας έβγαλε νοκ άουτ. Σιγά σιγά αποδείχτηκε άριστος σε όλα τα μαθήματα χωρίς εξαίρεση θεωρητικά και θετικά.
Αρχίσαμε να τον κάνομε παρέα και τον αγαπήσαμε για την ταπεινότητά του, την οξυδέρκειά του, την καλοσύνη του, τις πολλές του γνώσεις, τη λογική του και τη σοβαρότητά του. Πριν έλθει στο Γυμνάσιο τον είχαν προετοιμάσει ο πατέρας του που ήταν δάσκαλος και ο αδερφός του ο Γιώργης, άριστος και αυτός μαθητής της πέμπτης Γυμνασίου. Τον κύριο βέβαια ρόλο τον έπαιξε η φυσική του εξυπνάδα, η μνήμη του, το ταλέντο στα γράμματα. Σπάνιος μαθητής και για το φημισμένο Γυμνάσιο Ρεθύμνου μοναδική περίπτωση.
Δηλώνω και καταθέτω, με τη γνώμη των συμμαθητών μας, ότι τέτοιος μαθητής ούτε πέρασε ούτε θα ξαναπεράσει ποτέ.
Στο μηνιαίο περιοδικό «Μαθηματικός Φάρος» με τις τριάντα δύσκολες ασκήσεις προς λύση, ο Νικίας ήταν ο μόνος σε όλη την Ελλάδα, που δημοσίευσε όλες τις λύσεις του.
Όταν κάποιος από τους συμμαθητές μας δυσκολευόταν σε κανένα πρόβλημα, πηγαίναμε στο δωμάτιό του, που έβλεπε σε μια αυλή με δέντρα. Ο Νικίας πάντα σε υποδεχόταν με καλή καρδιά και σε μάθαινε πως να λύνεις τα προβλήματα αυτού του είδους κι έφευγες πάνοπλος και καθυποχρεωμένος.
Απού φελά παντού φελά. Άριστος στην ιχνογραφία με τακτικό, θετικό σχέδιο. Άριστος στη γυμναστική, με ακρίβεια και όρεξη στις ασκήσεις, πρώτος στο γυμνάσιο στο άλμα άνευ φοράς. Σου έδινε το χέρι του και σου έλεγε σφίξε, έσφιγγες με όλη σου τη δύναμη μα το χαμόγελο δεν χανόταν από τα χείλη του. Να σφίξω κι εγώ; Σου έπιανε το χέρι μια σιδερένια τανάλια, δεν άντεχες 3-4 δευτερόλεπτα και έβαζες τις φωνές. Γελούσε καλοκάγαθα και σε χάιδευε.
Επειδή είχαμε στην τάξη το Νικία δεν μπορούσαμε να πάρουμε μεγάλους βαθμούς. Όμως δεν είχαμε παράπονο, τον αγαπούσαμε, τον θαυμάζαμε και κατάπληκτοι λέγαμε παντού τις καθημερινές απίθανες επιδόσεις του.
Τις τελευταίες τάξεις του γυμνασίου, τις κάναμε στη Δικτατορία του Μεταξά. Στην παράνομη μυστική αντιστασιακή κομμουνιστική νεολαία ήταν και ο έντιμος, περήφανος και δίκαιος Νικίας.
Στην έκτη τάξη περιμέναμε να δώσουν τη σημαία στο Νικία. Θα τον σηκώναμε στα χέρια, θα τον επευφημούσαμε και του κάναμε το γύρο το θριάμβου. Μεγάλη η απογοήτευσή μας που δεν του την έδωσαν λόγω φρονημάτων. Τελειώσαμε το γυμνάσιο. Ο Νικίας πήγε στο Πολυτεχνείο Αθηνών…
Στην κατοχή αγωνίστηκε για τη λευτεριά της πατρίδας μας στο ΕΑΜ και λίγο μετά την κατοχή, που συνεχιζόταν στα βουνά ο αγώνας για τη δημοκρατία και το δίκιο του εκμεταλλευόμενου λαού, συνελήφθη με μια ομάδα φοιτητών για στήριξη και έρανο των ανταρτών του βουνού.
Καταδικάστηκαν δέκα χρόνια. Ο Νικίας βγήκε στα 3-4 χρόνια. Ο διευθυντής των φυλακών όταν έμαθε την αξία του κρατουμένου του, του έβαλε ένα τραπεζάκι στο γραφείο του, όπου μελετούσε όλη τη μέρα.
Μπήκε στη φυλακή πολιτικός μηχανικός και βγήκε γαλλομαθής και τέλειος μαθηματικός και φυσικός επιστήμων».
Από το ύφος και τη διατύπωση καταλάβαινε ο ακροατής πόσο στενά συνδεδεμένος ήταν και ο Ανδρέας Κούνουπας με το Νικία. Σε κάποιο σημείο μάλιστα ο ίδιος αναφέρει πόσο επηρέασε την ιδεολογική του πορεία στη ζωή μια αδικία σε βάρος του χαρισματικού συμμαθητή του. Ήταν τότε που το καθεστώς Μεταξά παραγκώνισε τον άριστο των αρίστων Νικία Σταυρουλάκη και έδωσε τη σημαία σε μαθητή μέτριας απόδοσης, αλλά φιλικό με το καθεστώς.
Σπυρίδων Ψαρουδάκης,από τους άγνωστους εφευρέτες
Ποιος να το φανταζόταν ότι το πρώτο πείραμα αεροπλοΐας θα γινόταν στο Ρέθυμνο από μια επιστημονική διάνοια, κάπου στα 1880.
Κι όμως ο Σπυρίδων Κ. Ψαρουδάκης ήταν αυτός που επιχείρησε κάτι τόσο τολμηρό για την εποχή. Και η τραγική ειρωνεία είναι πως πλησίασε τον στόχο του, αλλά η επέμβαση μιας κακής μοίρας του στέρησε το θρίαμβο και την ανάλογη υστεροφημία.
Ο τόσο άγνωστος αυτός σπουδαίος επιστήμων πρέπει να γεννήθηκε κάπου στη δεκαετία του 1850.
Ήταν γιος του Κωνσταντίνου, στον οποίο είχαμε αναφερθεί σε προηγούμενο αφιέρωμα.
Για όσους δεν είχαν την ευκαιρία να το διαβάσουν να σημειώσουμε ότι πρόκειται για τον σημαντικό δάσκαλο και ψάλτη, που μας άφησε ένα χρησιμότατο σχολικό βοήθημα με τίτλο τα «Σύμμικτα». Στο Ρέθυμνο άφησε εποχή τόσο ως δάσκαλος όσο και ως ψάλτης. Συνέχισε μάλιστα να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο ψαλτήρι του Καθεδρικού Ναού των Εισοδίων και μετά την αποστράτευση του σε προχωρημένη ηλικία.
Είναι αυτός που δίδαξε βυζαντινή μουσική τον Παύλο Βλαστό και τον Νικόλαο Βερνάρδο.
Ο γιος του Σπυρίδων από μικρός έδειχνε μια τάση να μελετά τα καιρικά φαινόμενα και να ασχολείται με τα μηχανική. Αριστούχος μαθητής ήταν φυσικό να ακολουθήσει ανώτατες σπουδές. Γράφτηκε στη Φυσικομαθηματική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, απ’ όπου πήρε το πτυχίο του λίγο πριν από το 1880. Επιστρέφει στην πόλη του και αρχίζει να διδάσκει μαθηματικά στο σχολείο. Παράλληλα συνεχίζει να πειραματίζεται σε νέες μεθόδους με την αεροπλοΐα να τον απασχολεί ιδιαίτερα.
Ασφαλώς θα τον είχε επηρεάσει ο μυθικός Δαίδαλος και οι εικόνες πτερωτών ανθρώπων στους αρχαίους πολιτισμούς Κίνας, Ινδίας, Αιγύπτου. Γνώριζε ότι χαρταετοί χρησιμοποιήθηκαν για πολεμικούς σκοπούς από πολλούς λαούς στην αρχαιότητα και στο μεσαίωνα.
Οπωσδήποτε θα είχε υπόψη του τις θεωρίες του Ιταλού ζωγράφου και μηχανικού Λεονάρντο Ντα Βίντσι που προσπάθησε για πρώτη φορά να στηρίξει θεωρητικά τη δυνατότητα κατασκευής πτητικής συσκευής, με βάση την προσεκτική μελέτη του τρόπου πτήσης των πουλιών. Ο Λεονάρντο σχεδίασε πτητικές συσκευές που κινούνταν με τη βοήθεια της μυϊκής δύναμης του ανθρώπου, καθώς και ένα πρότυπο ελικόπτερο με μηχανική κίνηση.
Το 17ο αιώνα ο Ιταλός Τζιοβάνι Μπορέλι και ο Άγγλος Ρ. Γκουκ κατάληξαν σ’ ένα σοβαρό, αν και αρνητικό αποτέλεσμα. Είπαν ότι δεν είναι δυνατή η πτήση του ανθρώπου με τη χρήση μόνο της μυϊκής δύναμης, καθώς προκειμένου να πετάξει αυτόνομα, ο άνθρωπος θα έπρεπε να έχει πολλαπλάσιο μυϊκό όγκο. Απέδειξαν έτσι θεωρητικά πως, για να κατασκευαστεί συσκευή πιο βαριά από τον αέρα που να πετά, χρειάζεται οπωσδήποτε κινητήρας. Όταν εφευρέθηκε η ατμομηχανή το 18ο αιώνα και ιδιαίτερα όταν τελειοποιήθηκε το 19ο αιώνα, έγιναν πολλές απόπειρες να κατασκευαστεί ατμοκίνητη πτητική συσκευή.
Ο Ψαρουδάκης κατάφερε να δημιουργήσει μια πτητική μηχανή κι ενθουσιασμένος για το κατόρθωμά του πήρε ένα πρωί τους μαθητές του ανέβηκαν στα Καστελλάκια και τους έκανε ένα πείραμα που αποδείκνυε πως είναι δυνατή η πτήση του βαρυτέρου του αέρος δια της κινήσεως. Στο πείραμα περιστρεφόμενες στον αέρα πέτρες πολλών οκάδων δεν έπεφταν!!!
Σύμφωνα με τον Γιώργη Εκκεκάκη, το φθινόπωρο του 1880 ο Ψαρουδάκης είχε μια ατυχία σε προσπάθεια πτήσεως στο Ρέθυμνο, με αποτέλεσμα να καταστραφεί η πτητική του μηχανή.
Άριστος φοιτητής Πολυτεχνείου
Αυτό δε επιβεβαιώνεται από άρθρο κάποιου «Άρουερ» που δημοσιεύεται στην «Κρητική Επιθεώρηση» (9 Δεκεμβρίου 1931). Ο αρθρογράφος που είχε γράψει για τον Ψαρουδάκη εγκαλώντας τους πάντες που είχαν λησμονήσει ένα τόσο σημαντικό επιστήμονα είχε βασιστεί για τα πολύτιμα στοιχεία που παραθέτει σε μαθητές του επιστήμονα όπως ήταν ο Μιχαήλ Πρεβελάκης, ο Νικόλαος Κορωνάκης, ο Γεώργιος Σαουνάτσος κ.ά.
Με βάση τις μαρτυρίες αυτές ο αρθρογράφος μας πληροφορεί πως ο Ψαρουδάκης είχε σπεύσει να επαναλάβει το πείραμά του στον καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Βασίλειο Λάκκωνα, που αφού το μελέτησε με προσοχή δήλωσε εντυπωσιασμένος. Παραδέχτηκε στον Ψαρουδάκη πως το πείραμά του έχει επιστημονική υπόβαθρο και του συνέστησε να παρακολουθήσει μαθήματα μηχανικής στο Πολυτεχνείο Αθηνών για να προσδώσει στο έργο του περισσότερη επιστημονικότητα.
Να συνεχίσει σπουδές ο Ψαρουδάκης ήταν μια κουβέντα. Πού να βρει τα χρήματα;
Ευτυχώς κάποιος ιερέας προθυμοποιήθηκε να βοηθήσει κι έτσι σύντομα ο Ρεθεμνιώτης εφευρέτης βρέθηκε στο Αμφιθέατρο του Πολυτεχνείου.
Ο καθηγητής του Στέφανος Κυπάρισσος (1857-1917), ενώ τον καμάρωσε στην αρχή από ένα σημείο και μετά φάνηκε να ενοχλείται από τις ευφυείς παρεμβάσεις του φοιτητή του, που τον έφερναν σε δύσκολη θέση.
Και μια φορά σκέφτηκε να τον ταπεινώσει για να πάρει «το αίμα του πίσω». Έδωσε στον Ψαρουδάκη ένα πολύ δύσκολο θέμα και τον ρώτησε πόσες λύσεις είχε αυτό το πρόβλημα.
– Τρεις απάντησε, χωρίς να σκεφτεί ο ευφυής Ρεθεμνιώτης.
Ο Κυπάρισσος μόνο που δεν ούρλιαξε από τη χαρά του. Επιτέλους είχε στριμώξει τον «προπέτη» φοιτητή του.
– Φαντάζομαι ότι πλανάσθε του απάντησε γιατί η επιστήμη δεν γνωρίζει παρά μόνον δύο.
– Υπάρχει ακόμα μία η Ψαρουδάκειος τον αποστόμωσε ο φοιτητής του.
Και μπροστά στα έκπληκτα μάτια του καθηγητή άρχισε να λύνει το πρόβλημα με τη δική του λύση.
Εκείνος δεν μπορούσε πια να μην παραδεχτεί πως ο Ψαρουδάκης ήταν μια ιδιοφυία. Και δεν δίστασε να το παραδεχτεί δημόσια.
Με την ίδια πάντα άνεση ο νεαρός Ρεθεμνιώτης τέλειωσε τις σπουδές του στο Πολυτεχνείο αριστεύοντας πάντα.
Έφυγε για το Παρίσι (ίσως το 1882), όπου πρόκοψε οικονομικά, χωρίς όμως να καταγραφεί στην ιστορία των πτήσεων.
Είχε καταφέρει να αποκτήσει μεγάλη οικονομική επιφάνεια λίγο μετά την εγκατάστασή του στη Γαλλική πρωτεύουσα με μια εφεύρεσή του. Είχε εφεύρει ένα λαμπτήρα φωταερίου που μπορούσε να πεντηκονταπλασιάζει το φως. Το λαμπτήρα αυτό τον είχε πουλήσει 15.000 ναπολεόνια, δηλαδή 4.500.000 δραχμές.
Κι όλα χάθηκαν ένα πρωί
Έχοντας εξασφαλίσει την οικονομική του άνεση μπορούσε πλέον να προχωρήσει τα πειράματά του για την ανακάλυψη του αεροπλάνου. Κι είχε πλησιάσει πολύ, ήθελε μια ανάσα να τα καταφέρει, όταν ένα πρωί διαπίστωσε έντρομος ότι η μελέτη του είχε κάνει φτερά. Κάποιος ανταγωνιστής του είχε επωφεληθεί από την απουσία του και είχε κλέψει τα σχέδια.
Έπεσε ο ουρανός στο κεφάλι του άτυχου Ρεθεμνιώτη επιστήμονα. Προσπάθησε να βρει μια άκρη και με αγωγές. Δεν κατάφερε τίποτα. Ο κόσμος σκοτείνιασε γι’ αυτόν. Η απελπισία διαδέχτηκε τη μεγάλη του απογοήτευση.
Από εκείνη την ώρα χάθηκε κάθε χαρά της ζωής για τον Ψαρουδάκη. Έπαθε μελαγχολία που κατέληξε σε παραφροσύνη. Και ο μεγάλος Ρεθεμνιώτης εφευρέτης κατέληξε στο Δρομοκαΐτειο, όπου και πέθανε το 1921.
Μας άφησε ένα σπάνιο σύγγραμμα με τίτλο «Θεωρητική και πειραματική εξέτασις των φαινομένων της πτήσεως» (1878).
Κι όπως αναφέρει ο Γεώργιος Εκκεκάκης που ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τον άγνωστο στους περισσότερους εφευρέτη θα είχε μεγάλο ενδιαφέρον να εξεταστεί από επιστημονική άποψη το σπανιότατο βιβλίο του.
Βέβαια θα πρέπει να τον γνωρίσουμε κάποτε πριν ασχοληθούμε με το επιστημονικό του έργο. Και δυστυχώς ακόμα και σήμερα ο σημαντικός αυτός Ρεθεμνιώτης παραμένει άγνωστος.
Καλό είναι να θυμόμαστε επιφανείς επιστήμονες για να τους γνωρίσουν οι νεότεροι. Ελπίζουμε ότι τα ταπεινά αυτά αφιερώματα κάτι προσφέρουν στην ανάγκη να ανασύρουμε από τη λήθη μορφές που τίμησαν τον τόπο αυτό.