Γεώργιος Ξενουδάκης, Νικόλαος Δούμπας, Καλλιόπη Παπαλεξοπούλου. Αξίζει να τους γνωρίσουμε και να ανακαλύψουμε στο πρόσωπο και το έργο τους, ακαταμάχητους υπερασπιστές της εθνικής ανεξαρτησίας και της ανθρωπιστικής ιδεολογίας. Κι όλα αυτά στον 19ον αιώνα, όταν η Ελλάδα συνέχιζε να μάχεται για την επαναπόκτηση των εδαφών και εθνικών της δικαιωμάτων σε μια Ευρώπη ανταγωνιζομένων μοναρχιών, που την διεκδικούσε η καθεμιά για τον εαυτό της.
Ο δεύτερος, ο Νικόλαος Δούμπας γεννήθηκε το 1830 στη Βιέννη και μεγάλωσε στην αυτοκρατορική Αυστρία, σε μια εύπορη οικογένεια Μακεδόνων μεταναστών που πλούτισαν με το εμπόριο και το Ελληνικό δαιμόνιο. Ο πατέρας του Στέργιος, που είχε έλθει νέος από τη Βλάστη της Κοζάνης, αναδείχτηκε σ’ έναν από τους πλουσιότερους Έλληνες επιχειρηματίες της Βιέννης και διακρίθηκε για το κοινωνικό του έργο, δίπλα στον Σίνα, τον Οικονόμου, τον Μπέλλιο και άλλους, που διέπρεψαν και έκτισαν μια λαμπρή και πλούσια Ελληνική Κοινότητα, όπως γινόταν σε πολλές χώρες από τον απόδημο Ελληνισμό. Μεγαλωμένος σε προνομιούχες συνθήκες, με υψηλή παιδεία και ταξίδια στην Αθήνα και την Αίγυπτο σε νεαρά ηλικία, με φιλότεχνες διαθέσεις και ευαίσθητη φύση, καλλιτεχνική και ανθρωπιστική, δραστηριοποιήθηκε από νωρίς στον κόσμο των Τεχνών.
Προικισμένος ο ίδιος με ωραία φωνή, υπήρξε ιδρυτικό μέλος και πρόεδρος της Χορωδίας Ανδρών της Βιέννης, αντιπρόεδρος της Εταιρίας Φίλων της Μουσικής και πολλών καλλιτεχνικών συλλόγων, καθώς και ανθρωπιστικών ιδρυμάτων και οργανισμών. Συνεργάστηκε στενά με τον γνωστό φιλέλληνα Δανό αρχιτέκτονα Θεόφιλο Χάνσεν στην ανέγερση του περίφημου Μεγάρου Μουσικής της Βιέννης ( Musikverein), του Αυστριακού Κοινοβουλίου (ίσως του Ελληνοπρεπέστερου του κόσμου), τα οποία επίσης επιχορήγησε. Όπως επιχορήγησε την ανέγερση της Ακαδημίας των Τεχνών της Βιέννης, του Πανεπιστήμιου της Βιέννης, του Δημαρχείου της Βιέννης, του Καθεδρικού Ναού του Αγίου Στεφάνου της Βιέννης και άλλων.
Επί της εποχής του, και με δική του πρωτοβουλία, ενέργεια και χορηγία, η Βιέννη εξωραΐστηκε και αποτέλεσε, μαζί με το Παρίσι, πολιτιστικό κέντρο της Ευρώπης. Κοσμήθηκε με ανδριάντες μουσικών, όπως των Μότσαρτ, Μπετόβεν, Σούμπερτ, Μπραμς, Στράους, ζωγράφων, όπως του Μάρκαρτ, και άλλων, όπως τους Αυστριακού εθνικού ήρωα, αρχιστράτηγου Joseph Radetzky. Η φιλόμουση φύση του τον οδήγησε σε φιλότεχνες δράσεις και αξιόλογα καλλιτεχνικά έργα εθνικής εμβέλειας, τα οποία με τη σειρά τους οδήγησαν το Αυστριακό κράτος να αναγνωρίσει την πολύτιμη και τεράστια προσφορά του, χαρακτηρίζοντάς τον μαικήνα των Τεχνών και κηρύσσοντάς τον επίτιμο Δημότη της Βιέννης.
Παράλληλα, ο Νικόλαος Δούμπας, παρακινούμενος από την άγρυπνη ανθρωπιστική του φύση, τελούσε αξιόλογο κοινωνικό, ευεργετικό και φιλανθρωπικό έργο μέσα από αναρίθμητες φιλανθρωπικές οργανώσεις για φτωχούς, τυφλούς, ανάπηρους, ηλικιωμένους και γενικά μη προνομιούχα μέλη της κοινωνίας. Συγχρόνως πραγματοποιούσε και ευεργετικά έργα στον τόπο της καταγωγής του, που δεν ξεχνούσε και δεν έπαυε να αγαπά.
Η κοινωνική του συνείδηση, παράγωγο της ανθρωπιστικής του ψυχοσύνθεσης, διαμόρφωσε και την πολιτική του ιδεολογία. Εκτός της καλλιτεχνικής και κοινωνικής του δραστηριότητας, είχε και σημαντική πολιτική παρουσία και προσφορά. Πρώτα ως βουλευτής στη Κάτω Βουλή του Αυστριακού Κοινοβουλίου και αργότερα ως ισόβιος γερουσιαστής στην Άνω Βουλή. Ανήκε στην Αντιπολίτευση, και μάλιστα στην αριστερή πλευρά της αντιπολίτευσης, υπερασπιζόμενος σθεναρά τα δικαιώματα των εργαζομένων και γενικά της κατωτέρας κοινωνικής τάξης της Αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας. Φαίνεται πως στα αυτιά του οραματιστή Δούμπα δεν έπαυε ν’ αντηχεί η αλάνθαστη Διακήρυξη της Γαλλικής Επανάστασης για Δημοκρατία, Ισότητα και Αλληλεγγύη.
Οι κοινωνικές αλλαγές που επιθυμούσε να επιφέρει στο συντηρητικό πολιτικό σύστημα μιας αρτηριοσκληρωμένης αυτοκρατορίας ήταν εμφανείς, αλλά, για ευνόητους λόγους, δεν μπορούσαν να επιτευχθούν τη δεδομένη εκείνη στιγμή με επαναστατικό τρόπο, προκειμένου να πάρουν σάρκα και οστά. Δεν είναι απορίας άξιον που ο πατέρας του Στέργιος τον έστειλε το 1848, μαζί με τον κατά δύο χρόνια μεγαλύτερό του αδελφό Μιχάλη, στην Αθήνα για να μη τον παρασύρει το αναδυόμενο επαναστατικό κύμα που γιγάντωνε εναντίον της μοναρχίας, με την ευκαιρία της ευπρόσδεκτης έκπτωσης και αποπομπής του ανεπιθύμητου Μέττερνιχ από την εξουσία.
Είχε επιτύχει να κερδίσει τον σεβασμό και τη συμπάθεια όλων των κομμάτων με το πνεύμα της συμφιλίωσης και του συμβιβασμού που τον διέκρινε και με το οποίο διαβουλευόταν κάθε θέμα. Πάντοτε με κριτήριο το γενικό καλό του λαού και της πατρίδας.
Έλεγε χαρακτηριστικά ότι μόνο η ενότητα επιφέρει όφελος και ότι καμιά φωνή δεν πρέπει να ακούγεται πάνω από τις άλλες, ούτε κάποιο κόμμα, ούτε καμιά κοινωνική τάξη. Μόνο κατανόηση, σεβασμός και ευμένεια πρέπει να επικρατούν.
Όταν το 1900 άφησε την τελευταία του πνοή, η Αυστρία τον τίμησε για το σπουδαίο κοινωνικό και πολιτιστικό του έργο, θάβοντάς τον δίπλα στους τάφους των κορυφαίων μουσικοσυνθετών, Μότσαρτ, Μπετόβεν, Σούμπερτ, Μπραμς και Στράους. Ο διεθνής Τύπος, όταν ανακοίνωσε τον θάνατό του, τον χαρακτήρισε ως έναν από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του 19ου αιώνα.
Κανείς αντικειμενικός κριτής δεν μπορεί να διαφωνήσει με την άποψη ότι οι λίγες αυτές αναφορές στη ζωή και το έργο του Νικολάου Δούμπα συνθέτουν το πορτρέτο ενός γόνου της σημερινής πολιτικής και κοινωνικής φιλοσοφίας.
Είχα την καλή τύχη να διαβάσω πριν μερικά χρόνια μια εμπεριστατωμένη μελέτη του Καθηγητή Ι. Τζαφέττα και της Δρ. Konecny για τον Νικόλαο Δούμπα και να εμπνευστώ τη δημιουργία ενός ντοκιμαντέρ, το οποίο προβάλλεται συχνά στη τηλεόραση και σε δημόσιες προβολές, γνωρίζοντας έτσι τον Μεγάλο Άνδρα στο ευρύτερο κοινό.
Ακολουθεί 3ο Μέρος: Καλλιόπη Παπαλεξοπούλου.
*Ο Φώτης Κωνσταντινίδης είναι σεναριογράφος-σκηνοθέτης