Αρχές Μαΐου 1952 πληροφορείται με τηλεγράφημα ο τοπικός τύπος το θάνατο του Νικολάου Ζερβού αντισυνταγματάρχη ε.α. Στην πρώτη αναφορά η είδηση είναι αρκετά φειδωλή σε στοιχεία. Ενδεχομένως να έφθασε η είδηση αρκετά καθυστερημένα, οπότε έγινε απλά η αναφορά. Από τα δημοσιεύματα που ακολουθούν διαπιστώνουμε, ότι ο θάνατος αυτός προκάλεσε αίσθηση και γίνεται αφορμή ακόμα και για έμμετρες νεκρολογίες.
Κι ήταν φυσικό, αφού ο Νικόλαος Ζερβός, είχε ήδη καταχωρηθεί στο πάνθεον των ηρώων του ελληνικού και του γαλλικού στρατού, πολέμησε σε όλες τις επιχειρήσεις 1912-1914, 1914-1918,1918-1921.
Το στήθος του κοσμούσαν αμέτρητα παράσημα τόσο του ελληνικού στρατού όσο και του Γαλλικού, για τις ανδραγαθίες του στο μέτωπο του Βερτέν.
Ποιος ήταν ο ήρωας
Γεννήθηκε στο Μέρωνα Αμαρίου το 1887 και ήταν γιος του Μιχαήλ και της Γλυκερίας Ζερβού.
Να θυμίσουμε ότι και ο πατέρας του ήταν από τους πρωταγωνιστές των τελευταίων επαναστάσεων για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού.
Αναφέρεται στους υπερασπιστές του Μέρωνα όταν στις 2 του Φλεβάρη 1867, πήγαν εκεί οι Τούρκοι για να εκδικηθούν με τις θηριωδίες που ακολούθησαν τη συμμετοχή των Μερωνιανών στο έπος της Αρκαδικής εθελοθυσίας.
Ο Νικόλαος μεγάλωσε με τις αναφορές αυτές και από νωρίς ενστερνίστηκε το καθήκον για την υπεράσπιση της πατρίδας με όποιο τίμημα. Ακόμα και με την ίδια τη ζωή κάθε στρατιώτη. Η φύση τον είχε προικίσει με μια αρρενωπή ομορφιά, που χαρακτηρίζει τους Αμαριώτες και μια έμφυτη ευγένεια που δεν τον εγκατέλειψε ούτε τον καιρό που σπαταλούσε την πολύτιμη νιότη του στην πρώτη γραμμή του πολέμου. Ευθυτενής γεροδεμένος προικισμένος από τη φύση πλουσιοπάροχα δεν περνούσε απαρατήρητος.
Εθελοντής στο μέτωπο
Έφηβος ακόμα ακολούθησε τον πατέρα του στο Θέρισσο για να πολεμήσει με το Βενιζέλο. Η φλόγα για την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα είχε γίνει πυρκαγιά και στη δική του καρδιά. Εκείνη την εποχή κυριαρχούσε ο έρωτας στην πατρίδα και στα ιδανικά της. Και τα αγόρια δεν έβλεπαν την ώρα να κρατήσουν τουφέκι. Δεν ήξεραν πότε θα τους πρόσταζε το χρέος και ήθελαν να είναι έτοιμοι. Έτσι κι ο Νικόλαος Ζερβός.
Μετά τις σπουδές του στο Γυμνάσιο Ρεθύμνου κατετάγη το 1909 στο στρατό ως εθελοντής ακολουθώντας την κλάση του 1908. Απολύθηκε ως έφεδρος λοχίας τον Ιανουάριο του 1912 αλλά τον Σεπτέμβριο κατατάσσεται ξανά ως επίστρατος. Βρίσκεται στην Ήπειρο να πολεμά με το βαθμό του υπαξιωματικού. Η ανδρεία του και οι πρωτοβουλίες που έπαιρνε με κίνδυνο της ζωής του γρήγορα τον ξεχώρισαν. Δείγμα της γενναιότητας που άγγιζε τα όρια της αποκοτιάς ήταν σε κάποια μάχη, παίρνοντας την πρωτοβουλία από την ίδια την αποφασιστικότητα που διέκρινε και τους άνδρες του, συνεχίζει πέρα από τη διατεταγμένη αποστολή να κυνηγά μια φάλαγγα Τούρκων που υποχωρούσε. Κατάφερε να την μπλοκάρει στην Πρέβεζα και να πιάσει τους πρώτους αιχμαλώτους. Για μέρες οι αξιωματικοί του συζητούσαν το ανδραγάθημα αυτό.
Τον Μάρτιο του 1914 προήχθη επ’ ανδραγαθία, σε ανθυπασπιστή και τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου απολύθηκε. Όταν στον πρώτο Ευρωπαϊκό Πόλεμο διαπιστώνει ότι η Ελλάδα έχει λόγους να μην μπορεί να αναμιχθεί, στο πλάι των φυσικών της συμμάχων αποφασίζει τον Απρίλιο του 1915, να καταταγεί στη Γαλλική Λεγεώνα των Ξένων. Εκεί έδειξε την ίδια γενναιότητα και μεγαλύτερο ακόμα ενθουσιασμό.
Σε μια από τις πιο σκληρές μάχες που έγινε στο Αρράς, μια περιοχή στη Βόρειο Γαλλία τραυματίστηκε και αυτός αλλά ούτε καν πέρασε από τη σκέψη του να εγκαταλείψει το μέτωπο. Από εκεί η Λεγεώνα ήρθε στο Δαρδανέλλια, όπου στη φαντασία του Ζερβού ξαναζωντάνεψε το όραμα της Μεγάλης Ελλάδος. Νόμιζε κιόλας πως έβλεπε μπροστά του αναστημένο τον Μαρμαρωμένο Βασιλιά.
Κυνηγώντας το όνειρο που έτρεφε από τα παιδικά του χρόνια, όταν ήρθε η στιγμή να μπει στην Κωνσταντινούπολη, πολεμώντας σαν ημίθεος με περίσσιο ενθουσιασμό, άφησε τον εαυτό του απροστάτευτο με αποτέλεσμα να χάσει πάνω στη μάχη το δεξί του μάτι.
Ακρωτηριασμένο και αναίσθητο τον απομάκρυναν από τη μάχη. Όταν συνήλθε και διαπίστωσε ότι τον είχαν πάρει από το πεδίο της μάχης κι ότι δεν είχε καταληφθεί η Κωνσταντινούπολη, με ένα παρατεταμένο βογγητό άφησε να ξεχειλίσει ο πόνος του. Όχι για την αναπηρία του αλλά για την αποτυχημένη απόπειρα να καταληφθεί η Πόλη και για το γεγονός ότι δεν ήταν πια μαζί με τους συμπολεμιστές του έτοιμος για την επόμενη επιχείρηση.
Φανατικός οπαδός της μεγάλης ιδέας
Αρκετές ακόμα φορές τραυματίστηκε ο γενναίος εκείνος. Τραυματίστηκε στο Μπιζάνι, στο Αρράς, στο Σόμ στα Δαρδανέλλια, και στο Γιαπάπ Χαμάμ.
Τον Φεβρουάριο του 1917 απολύεται από το Γαλλικό στρατό και ένα μήνα μετά την απόλυσή του τον Μάρτιο του 1917 κατετάγη και πάλι στο στρατό της Εθνικής Αμύνης.
Ο Νικόλαος Ζερβός ήταν ανάμεσα στους φανατικούς οπαδούς του Βενιζέλου και έτοιμος να δώσει και τη ζωή του για να πάρουν σάρκα και οστά τα οράματα του μεγάλου ηγέτη.
Προήχθη σε ανθυπολοχαγό το Μάιο του 1918 και στους βαθμούς του υπολοχαγού και λοχαγού επ’ ανδραγαθία κατά τα έτη 1920 και 1923.
Τον Οκτώβριο του 1926, τέθηκε σε τιμητική αποστρατεία λόγω των τραυμάτων του προαγόμενος έκτοτε μέχρι του βαθμού του Συνταγματάρχου.
Άφησε μνήμη αγαθή όπου κι αν πολέμησε Μακεδονία, Ήπειρο, Θράκη, Γαλλία, Δαρδανέλλια, Μικρά Ασία.
Έλαβε τις μεγαλύτερες διακρίσεις που θα ήθελε να αποκτήσει κάθε αξιωματικός. Εκτός από 14 παράσημα, αριστεία μετάλλια, έλαβε και το αμφιμασχάλιον της Γαλλικής Λεγεώνας της τιμής.
Ο αξέχαστος γιατρός Νικόλαος Λυράκης, νεκρολογώντας τον ήρωα, και αφού σκιαγραφεί χαρισματικά την προσωπικότητά του όπως τον έζησε, τονίζει στο γλαφυρό του κείμενο, πως όταν άκουγε στο Αλβανικό Μέτωπο το συνταγματάρχη Θειακό να επαινεί τους Κρητικούς, για την γενναιότητά τους στις μάχες, έφερνε πάντα στο μυαλό του τον Ζερβό πιστεύοντας ότι άνδρες σαν κι αυτό έγιναν ο θρύλος του μετώπου με αποτέλεσμα να τους φέρνει παράδειγμα κάθε αξιωματικός στους άνδρες του.
Όταν ένοιωσε έτοιμος να δημιουργήσει οικογένεια ένωσε τη ζωή του με την Καλλιόπη Καπετανάκη. Ήταν στα 1939.
Και δήμαρχος Καλλιθέας
Η ενασχόληση με τα κοινά ήταν μια ακόμα δραστηριότητά του. Πολιτεύθηκε αρκετές φορές στην επαρχία Αμαρίου. Αργότερα που εγκαταστάθηκε στην Αθήνα διετέλεσε δήμαρχος Καλλιθέας.
Εκεί το σπίτι του ήταν πάντα ανοικτό και η φιλοξενία του που αποτελεί παράδοση για κάθε Αμαριώτη ήταν παροιμιώδης.
Τα τραύματα όμως από τους πολέμους δεν έπαψαν να τον ταλαιπωρούν μέχρι το τέλος της ζωής του που ήταν αρκετά σύντομη. Για τριάντα χρόνια περιφερόταν από νοσοκομείο σε νοσοκομείο υποφέροντας κυρίως από τα τραύματα στο στήθος και στο μάτι. Οι πόνοι του ήταν αφόρητοι αλλά τους υπέμενε με θάρρος σαν αληθινός στρατιώτης πάντα.
Ο θάνατος ήρθε σαν λύτρωση στις 5 Μαΐου του 1952 στο Νοσηλευτικό Ίδρυμα Στρατού που νοσηλευόταν.
Ακόμα και στο μνημόσυνο, σαράντα μέρες μετά, που έγινε στο Μέρωνα, ο τόπος του τιμά ιδιαίτερα τον ήρωα. Στεφάνια καταθέτουν όλες οι επίσημε αρχές, όπως η Γενική Διοίκηση Κρήτης, η Νομαρχία, η Σχολή Χωροφυλακής, η Ιερά Μονή Αρκαδίου και η Σχολή Ασωμάτων. Αλλά και κοινότητες όπως του Μέρωνα, του Σπηλίου, του Αμαρίου, των Αποστόλων, της Βισταγής, του Άνω Μέρους, του Καλογέρου, του Γερακαρίου, της Πατσού, του Θρόνους και της Αγίας Παρασκευής. Αναφέρονται στους καταθέτες και οι οικογένειες Παπαδάκη από τα Μέση, Β. Γερωνυμάκη, Εμμ. Μοσχονά, Γερωνυμάκη, Πολιτάκη.
Ο Νικόλαος Ζερβός ενέπνευσε και ποιητές
Για την ηρωική δράση του ήρωα μίλησε ο Χριστόφορος Σταυρουλάκης, ο οποίος τον είχε νεκρολογήσει αμέσως μετά την είδηση του θανάτου του στον τοπικό τύπο με το παρακάτω ποίημα:
Ριζίτικο στο θάνατο του παλικαριού
Ρωτήξασί με αν έμαθα το θλιβερό μαντάτο
για το Νικόλα το Ζερβό τον καρδιακό μου φίλο
Κι είπα πως θάνε ψώματα πως δράκοι δεν ποθαίνουν
μ’ αρρώστιες κι αναστεναγμούς σε θλιβερό κλινάρι
Πως σταυραετοί σαν το Ζερβό του γέρο Ψηλορείτη
μόνο σε μάχης ταραχή και σε πολέμου αντάρα
ψηλά πετούν και πέφτουνε μα δεν ψυχομαχούνε
γιατί κι ο χάρος σέβεται και παίρνει τη ζωή ν των
μ’ α σβελτοσύνη ρίχνοντας κατάστηθα το βόλι
Για κείνο δεν τον ν πίστεψα δυσκολοπίστευτό ταν
Κι οντιμως είδα τ’ Αμαριού το δρυ να πέφτει κάτω
κι είδα της Σάμιτος κορφές του Μπράσκου και του Κέντρους
να συννεφιάζουν. Κι άκουσα Μαδάρες να βρυχιούνται
κι είδα το Νίκο το Ζερβό να γέρνει λαβωμένος
σ’ τση Δοιράνης τσι πλαγιές, πάνω στου Σκρά τα βράχια
π ‘ ανήγε διάβα ο Κρητικός με το σπαθί στο χέρι
Πόσες φορές ο θάνατος επάλεψε μαζί ντου
Μ’ άριξε κάτω τ’ άρματα κι έφυγε ντροπιασμένος
κι αφού δεν τον ενίκησε στον κάμπο τιμημένα
κρυφές τ’ άνοιξε δυο πληγές και πήρε την ψυχή του
Ποιος θα το πάει το θλιβερό το μήνυμα στην Κρήτη
στα Ρεθεμνιώτικα βουνά στο Αμάρι στα’ Ασωμάτους
Και ποιος θα πάει να τονε πει στα μαύρα να ντυθούνε
γιατ’ ο Ζερβός απόθανε. Κρίμας το παλικάρι
Ελάτε ούλοι οι Κρητικοί, λουλούδια φέρετέ μου
Μυρτιές θρεμμένες μ’ αίματα, δάφνες του Ψηλορείτη
μαγιάτικους νερατζανθούς, δίχταμους μυρωμένους
βαρσάμια και ροδόφυλλα, την κλίνη ντου να στρώσω
Σκάψετε μνήμα ριζιμιό στου Μέρωνα ένα βράχο
ορθός να στέκει. Και δεξιά ανοίξετε θυρίδα
Βάλετε παραπέζουλα τα δόλια τ’ αρματά του
να πολεμά και για τσι νιούς νάνε προσκυνητάρι
Και σεις πανώρηες τ’ Αμαριού, γυναίκες πλέξετέ μου
στεφάνια λαμπροστόλιστα να βάλω τ’ αντρειωμένου
Στρώσετε δάφνη πράσινη να γείρει το κεφάλι
να σιγανέψουν οι καημοί να πάψουνε οι πόνοι
Κι ας τον στολίσουν γέροντες, παπάδες ας βλογήσουν
το λαβωμένο ντου κορμί ανάπαψη να πάρει
Και σεις της Κρήτης σταυραετοί παίξετε τα ντουφέκια
στο μνήμα του παλικαριού να κάψουν για λιβάνι
Και ψάλλετέ του ασιγανά του Διγενή τραγούδι
«παιδιά κι ήντα γινήκανε του κόσμου οι γειαντρειωμένοι
Κι ελάτε εσείς ηρωικές της Κρήτης αγιασμένες
ψυχές και πάρετέ τονε συντροφιαστά δικό σας
το μάρτυρα αγωνιστή Και σεις από το Αρκάδι
πέψετε λάμψη ολόχρυση σύντροφο να την έχει
Αιώνιο κι αθάνατο να μείνει τ’ όνομά του ….
Mα και ο βάρδος του Ρεθύμνου Γιώργος Καλομενόπουλος έκλεισε σε στίχους τη θλίψη του για το χαμό του ήρωα:
Χαροπαλαύει ο Ζερβός κι όλοι οι δικοί και οι φίλοι
πάνω στο προσκεφάλι του μοιρολογούν και λένε
Σταυραετέ περήφανε και πουναι τα φτερά σου
Ήλιε μας λαμπερότατε που πας να βασιλέψεις
Δάσκαλε της παλικαριάς τεχνίτη του πολέμου
Πόσες φορές τον νίκησες το χάρο ως τα τώρα
Κι αν ίσως ελαβώνουσουν πάλι έστεκες ολόρθος
Μα τούτη η λαβωματιά βαθειά ναι και δεν γιαίνει
Όχου καλέ όχου ακριβέ και πουναι η λεβεντιά σου
Σαν να κινήθη ο Ζερβός και θέλει να μιλήσει
Ανοιγοκλεί τα μάτια του κι αργοκινεί τα χείλη
κι ούλοι οι φίλοι κι οι δικοί βουβαίνονται ν’ ακούσουν
γιατί είναι σιγανή φωνή μα μάνητα πολύ χει
Σωπάστε φίλοι κι εδικοί κι η ώρα δεν με παίρνει
και μπέψασί μου μήνυμα του Άδη οι αντρειωμένοι
οι καπετάνιοι του Αμαριού και του Ρεθέμνου οι άντρες
πως πόλεμο θα κάμουνε και με καλούν κοντά τους
κι αντί να με στολίζετε φέρετε τ’ άρματά μου
Δεξιά μου το τουφεκι μου ζερβά μου το σπαθί μου
και πάρτε τα μυριστικά και πάρτε τα λιβάνια
και μόνο λίγο δίχταμο να βάλετε στ’ αυτί μου
να γεύωμαι σαν πολεμώ τη μυρωδιά της Κρήτης
Μα και ο συμπολεμιστής του Διονύσιος Σακελλάρης του είχε γράψει το 1942:
Στον ηρωικό συμπολεμιστή μου Νίκο Ζερβό
Θυμάσαι τι αγάπησες στο Σκρά στα Δαρδανέλλια
σε όλα εκεί τα γλέντια σου με τ’ άλλα παλικάρια
Θυμάσαι ποιος στον πόνο σου σε πόνεσε σαν μάνα
εκεί στο Σομ και στο Βερντέν και κει στο Σηκουάνα;
Θυμάσαι την αγάπη σου που λάμπει εκεί στην Κρήτη
κι έχει το θρόνο της ψηλά στον ώριο Ψηλορείτη
Είναι φίλε η δάφνη σου! Την έχεις αγαπήσει
Αυτή θρησκεία κι έρωτας Αυτή τιμή και κρίση
κοίταξε τώρα στις πλαγιές γέρνει πικρανθισμένη
θαρρείς πως κλαίει τον πόνο μας και κάτι περιμένει».
Έτσι υμνήθηκε από τη μούσα ο ήρωας Νικόλαος Ζερβός.
Μένω με την εντύπωση πως μέσα από το ρωμαλέο στίχο του Χριστόφορου Σταυρουλάκη, μπορεί κάποιος να αξιολογήσει τον μεγάλο αυτό ήρωα κι ας μην είχε γραφτεί ούτε λέξη παραπάνω. Αυτό το ποίημα αποτελεί το καλύτερο ίσως εύσημο για τον Νικόλαο Ζερβό έναν ακόμα ήρωα που αναρωτιέμαι πόσο γνωστός μπορεί να είναι. Για το χωριό του πάντως τον Μέρωνα, που φέτος τον έχει συμπεριλάβει στο ημερολόγιό του με τίτλο «Μέρωνας: Μνήμες Ηρώων και Δόξας» αποτελεί μεγάλο καύχημα. Και για το Ρέθυμνο θα έπρεπε το ίδιο.
Πηγές:
Αρχείο παπα-Αντώνη Ξυδάκη
Νεκρολογία Νικολάου Λυράκη (Μάιος 1952)
Επιμνημόσυνος λόγος Χριστόφορου Σταυρουλάκη στο Μέρωνα (Ιούνιος 1952)
Εύας Λαδιά: Νικόλαος Ζερβός «Ένας ακόμα σταυραετός του γέρο Ψηλορείτη»