Καλομενόπουλους αναζητάμε στο Αμάρι, συνήθως, αλλά υπάρχουν και σε άλλες περιοχές όπου έζησαν και μεγαλούργησαν.
Από διάφορες πηγές λοιπόν γνωρίσαμε και τους Καλομενόπουλους της Σύρου.Ο γενάρχης τους Θεόδωρος φαίνεται πως αναγκάστηκε λόγω των αναταραχών στο νησί να εγκαταλείψει τον τόπο του και να καταφύγει στη Σύρο. Εκεί αναπτύχθηκε και η οικογένειά του, της οποίας τα τέσσερα αγόρια μεγαλούργησαν όπως θα δούμε παρακάτω. Και ο επιφανέστερος των τεσσάρων ήταν ο Νικόστρατος, ο γνωστός σπουδαίος Μακεδονομάχος, από τους σημαντικότερους στρατιωτικούς συγγραφείς αλλά και μεγάλος αγωνιστής, αφού δεν απουσίασε από κανένα κάλεσμα για εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα.
Μια αναζήτηση του προσώπου και στο αρχείο των δημοσιευμάτων του Γιώργου Εκκεκάκη, από τις εγκυρότατες πηγές μας, επιβεβαιώνει ότι ο Νικόστρατος θεωρείται μέχρι στιγμής ο διαπρεπέστερος ίσως φορέας του επωνύμου με μια ασυνήθιστη πατριωτική δράση.
Ανήκει σε παρακλάδι της οικογένειας των Καλομενόπουλων που βρέθηκαν στη Σύρο. Μια οικογένεια που έχει να αναδείξει και μερικούς ακόμα σημαντικούς σε διάφορους τομείς που ήταν αδελφοί του.
Ποιος ήταν όμως ο ήρωας αυτός που δεν απουσίασε από κανένα προσκλητήριο της πατρίδας;
Γεννήθηκε στη Σύρο το 1865 και η πατριωτική του δράση για τη λευτεριά της Κρήτης ξεκινά πολύ νωρίς.
Σπούδασε στη Σχολή Υπαξιωματικών, από την οποία αποφοίτησε το 1891, ως ανθυπολοχαγός του πεζικού. Ανήκε στην ιδρυτική ομάδα της Εθνικής Εταιρείας και ήταν από τα πιο δραστήρια μέλη της.
Το 1892, παίρνει μέρος, ως αξιωματικός, σε μια ειδική αποστολή, που είχε σκοπό την μελέτη και τοπογραφία της Κρήτης. Κίνησε όμως τις υποψίες των Τούρκων που δεν άργησαν να τον συλλάβουν, να τον φυλακίσουν και αργότερα να τον απελάσουν.
Το 1894 ωστόσο κατάφερε να δημοσιεύσει το έργο του αυτό με τίτλο «Τοπογραφία και Οδοιπορικά της νήσου Κρήτης».
Το 1896, βρίσκεται στο Ρέθυμνο και εκλέγεται από τους συμπατριώτες του Γενικός αρχηγός της Επαρχίας Αμαρίου.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα του Κ. Παπαδάκη, που δημοσιεύεται στην «Κρητική Εστία» το 1897, ο Νικόστρατος, παίρνει μέρος στην αποβατική επιχείρηση της Κρήτης ως ανθυπολοχαγός και είναι ο πρώτος που αποβιβάστηκε στην Κρήτη, ως επικεφαλής του πρώτου αποβατικού τμήματος του Σώματος που αποτελούσαν Κρήτες αγωνιστές.
Κι εδώ στην Κρήτη διακρίθηκε για τη γενναιότητά του.Στο νησί πήρε μέρος στις πιο σημαντικές πολεμικές επιχειρήσεις και ιδιαίτερα στην εκπόρθηση του οχυρού της Μαλάξας.
Ο καπετάν Νίδας
Μετά το θάνατο του Μακεδονομάχου Παύλου Μελά, σπεύδει από τους πρώτους να βοηθήσει το Μακεδονικό Αγώνα. Με το ψευδώνυμο καπετάν Νίδας, ηγείται αντάρτικου σώματος, το 1905 και ο ηρωισμός του γίνεται αντικείμενο υπέρμετρου θαυμασμού από τους συναγωνιστές του. Αυτός και ο καπετάν Βάρδας, ο περίφημος Γεώργιος Τσόντος από τα Σφακιά, που είχε διαδεχθεί τον Παύλο Μελά, κυριολεκτικά αποθεώνονται για τη δράση τους.
Διαβάζουμε σχετικά με την πορεία του σε κείνες τις επικές στράτες, στο κεφάλαιο «Ο ένοπλος αγώνας στην Κεντρική και Δυτική Μακεδονία κατά το έτος 1905» που δημοσιεύεται σε εγκυρότατη ιστορική ιστοσελίδα και παραθέτουμε το απόσπασμα που δείχνει ότι ο Καλομενόπουλος είχε συνείδηση στρατιώτη και ποτέ δεν παρέβη οδηγίες και εντολές ανωτέρων του ακόμα κι αν θα τον οδηγούσαν στο θάνατο ή σε φρικτές περιπέτειες.
«Το Σάββατο του Λαζάρου, το μεγάλο σώμα του Καλομενόπουλου (καπετάν Νίδας), το οποίο βρισκόταν καθοδόν προς τον τομέα Μοριχόβου Γκραντέσνιτσας, κυκλώθηκε από 200 περίπου Τούρκους στην Μπελκαμέν.
Ο Καλομενόπουλος ακολουθώντας κατά γράμμα τις οδηγίες που είχε, αποφάσισε να μην πολεμήσει με τον τουρκικό στρατό και να παραδοθεί.
Ορισμένοι από τους υπαρχηγούς του ωστόσο ήταν αποφασισμένοι να πραγματοποιήσουν έξοδο και το έκαναν. Ο Αντώνης Τσίτουρας και ο καπετάν Ρέμπελος (Χρήστος Τσολακόπουλος), ο οποίος τραυματίστηκε, κατόρθωσαν να διαφύγουν με πενήντα πέντε περίπου άντρες.
Αρκετοί (ανάμεσά τους και ο Λαμπρινός Βρανάς) σκοτώθηκαν. Ο Καλομενόπουλος και σαράντα πέντε περίπου άντρες παραδόθηκαν.
Όταν έλαβε χώρα το επεισόδιο αυτό, ο Μακρής βρισκόταν κοντά στο Λέχοβο και μόλις το έμαθε, έσπευσε σε βοήθεια του Καλομενόπουλου, συγκεντρώνοντας στο δρόμο μέρος από το δικό του σώμα που είχε διασπαρθεί.
Έφτασε σε ένα από τα λημέρια στου στους πρόποδες του όρους Βίτσι απέναντι από την Μπελκαμένη το πρωί του Πάσχα και βρήκε εκεί τον πληγωμένο καπετάν Ρέμπελο, το Τσίτουρα και όλους όσοι είχαν διαφύγει. Αφού ένωσαν τις δυνάμεις τους για λίγες μέρες, διέτρεξαν την περιοχή, συγκρούστηκαν με ένα τοπικό εξαρχικό σώμα, από το οποίο σκότωσαν έξι άντρες.
Λίγο αργότερα, σύμφωνα με τις εντολές του Κέντρου Μοναστηρίου, ο Ρέμπελος και ο Τσίτουρας μετακινήθηκαν προς το Μορίχοβο όπου τους περίμενε ο καπετάν Ζώης Αντώνης. Σεμνός καθώς ήταν, αναγνώρισε ως αρχηγό τον καπετάν Ρέμπελο και συνέχισαν τη δράση τους στο Μορίχοβο» (e-istorias.wordpress.com και grandlod.gr).
Οπλαρχηγός στη Φλώρινα αλλά και φρούραρχος Σμύρνης
Ο Καλομενόπουλος έδρασε λοιπόν ως οπλαρχηγός στην περιφέρεια Φλωρίνης κατά των Βουλγάρων και των Τούρκων. Κρατήθηκε τρία χρόνια αιχμάλωτος στο Μοναστήρι και κάποια στιγμή κατάφερε να αποδράσει.
Ο Νικόστρατος Καλομενόπουλος παραμένει ένας άγρυπνος στρατιώτης στην υπηρεσία της πατρίδας του.Το 1912, συμμετείχε στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο και τραυματίστηκε στη μάχη του Σαρανταπόρου.
Στη συνέχεια έγινε διοικητής της Κρήτης και της Λέσβου και το 1916 προσχώρησε στο κίνημα της Θεσσαλονίκης, ηγηθείς μάλιστα των προσφυγόντων στην Κωνσταντινούπολη Αξιωματικών Εθνικής Άμυνας που τον όρισαν αρχηγό τους.
Το 1919 προβιβάστηκε σε υποστράτηγο και διορίστηκε διοικητής της 8ης Μεραρχίας. Διετέλεσε φρούραρχος Σμύρνης. Αποστρατεύθηκε το 1921, οπότε και αφοσιώθηκε στις διάφορες τοπογραφικές και στρατιωτικές του μελέτες.
Άφησε ένα εξαιρετικά σημαντικό συγγραφικό έργο για την Στρατιωτική Οργάνωση της ελληνικής Αυτοκρατορίας του Βυζαντίου (1937) και επάξια θεωρείται από τους σημαντικότερους στρατιωτικούς συγγραφείς.
Πέθανε στην Αθήνα το 1952.Όπως συμβαίνει συνήθως και ο Νικόστρατος Καλομενόπουλος, ενώ αναφέρεται σε έγκριτα λεξικά και μελέτες είναι άγνωστος στον τόπο του.Οι άνθρωποι όμως εκείνης της εποχής, ποτέ δεν επιδίωξαν την προσωπική τους προβολή και καταξίωση με δημόσιες σχέσεις. Άφησαν την πορεία και το έργο τους να στοιχειοθετήσουν την υστεροφημία τους. Και ο Νικόστρατος Καλομενόπουλος, ενώ έδωσε τα πάντα για την πατρίδα του δεν διεκδίκησε καμιά διάκριση, μένοντας απλός και αξιοπρεπής μέχρι το τέλος της ζωής του. Όπως όλοι οι σημαντικοί και μεγάλοι αυτού του τόπου.
Ο Γιώργης Εκκεκάκης για τους Καλομενόπουλους
Σύμφωνα με τον Γιώργη Εκκεκάκη που έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα και με τους Καλομενόπουλους, σε ένα σχετικό του άρθρο στην εφημερίδα μας το 2009, αναφέρει πως «το ασυνήθιστο αυτό για την Κρήτη επώνυμο, ήταν εξαιρετικά διαδεδομένο στο Αμάρι (χωριό και Επαρχία), κατά την εποχή της Ενετοκρατίας, όπως προκύπτει από τα συμβόλαια της εποχής. Από μια πρώτη μελέτη ανάλογων πηγών, φαίνεται ότι μόνο κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, άρχισαν να αναπτύσσονται κλάδοι της οικογένειας εκτός Αμαρίου, όπως στην πόλη του Ρεθύμνου, στη Σύρο και αλλού.
Το βέβαιο είναι, ότι το επώνυμο-που σήμερα τείνει να εκλείψει από τον τηλεφωνικό κατάλογο της πόλης-αναφέρεται αρκετές φορές στους εκλογικούς καταλόγους του Δήμου Ρεθύμνης, μέχρι και τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Στον Εκλογικό Κατάλογο του 1906, αναφέρονται κάμποσοι Καλομενόπουλοι, μεταξύ των οποίων και ο 55χρονος τότε «ξενοδόχος» Μιχαήλ Καλομενόπουλος. Πρόκειται για τον πατέρα του ποιητή του Ρεθέμνου, όπως αποκαλείται τώρα (αρκετά χρόνια μετά το θάνατό του) ο Γιώργης Καλομενόπουλος (1897-1963). Είναι, ο πιο γνωστός Καλομενόπουλος για τους σημερινούς συμπολίτες μας…».
Μέσα από το σημείωμα αυτό του Γιώργη Εκκεκάκη, μαθαίνουμε σχετικά και για τον πατέρα του Ρεθύμνιου ποιητή, τον Μιχάλη Καλομενόπουλο, που αναφέρεται μεν σε κάποια ποιήματα του γιου αλλά γνωρίζουμε ελάχιστα γι’ αυτόν.
Φυσικά δεν ήταν «ξενοδόχος» όπως τον ανέφεραν κάποιοι αλλά …εστιάτορας. Το μαγέρικό του ήταν φημισμένο για την πάστρα και το καλό του φαγητό, και στέκι των Αμαριωτών όταν κατέβαιναν στο Ρέθυμνο για δουλειές.
Γιατί τον ακούμε και ξενοδόχο; Γιατί απλούστατα οι παλιοί Ρεθεμνιώτες το εστιατόριο το έλεγαν ξενοδοχείο. Έτσι το έφτασα κι εγώ. Έτσι ακουγόταν μέχρι και την ανατολή της δεκαετίας του 1980 στην πόλη. Για τα χωριά δεν ξέρω. Ίσως κάποιοι να το ονομάζουν έτσι και σήμερα.
Κι ο λόγος που το θυμάμαι καλά είναι γιατί από τα πρόσφορα για κουτσομπολιό «κουσούρια» μιας νοικοκυράς ήταν να παίρνει φαγητό από το «ξενοδοχείο» ή να τρώει με την οικογένειά της σε… ξενοδοχείο.
Για να μην πω ότι μια οικογένεια που έτρωγε έξω σχεδόν κάθε μεσημέρι δεν εθεωρείτο παραδοσιακή αλλά μάλλον υπό διάλυση.
Ο Γιώργος Εκκεκάκης εκτός από τον πατέρα Καλομενόπουλο αναφέρεται και σε άλλους ξεχωριστούς.
Άλλοι Καλομενόπουλοι
Αλέξανδρος Σ. Καλομενόπουλος: Ήταν οδοντογιατρός και μέλος του Γυμναστικού Συλλόγου Ρεθύμνης. Τον αναφέρει ο Γιάννης Παπιομύτογλου στη σχετική εργασία του για το ιστορικό σωματείο.
Αντώνιος Ε. Καλομενόπουλος: Ήταν υπάλληλος του Τελωνείου. Γεννήθηκε το 1907 και πέθανε το 1982. Είχε αναπτύξει μεγάλη αντιστασιακή δράση στην Κατοχή. όπως αναφέρει σχετικά ο Σπύρος Μαρνιέρος Είχε όμως και ταλέντα καλλιτεχνικά γιατί αναφέρεται ως μέλος του συγκροτήματος Μπερνιδάκη του θρυλικού «Μπαξέ».
Βασίλειος Καλομενόπουλος: Αυτός ασχολείτο με το εμπόριο αλλά αναφέρεται και ως μέλος του Γυμναστικού Συλλόγου.
Δημήτριος Γ. Καλομενόπουλος: Δεν γνωρίζουμε τη χρονολογία γέννησης. Αναφέρεται ως σημαντικός τοπικός παράγων της χριστιανικής κοινότητας του Ρεθύμνου. Ο Γιάννης Παπιομύτογλου τον αναφέρει σε ένα δημοσίευμά του με αφορμή μια επιστολή που του απηύθυνε το 1859 ο ηγούμενος της Ιεράς Μονής Αρκαδίου Γαβριήλ.
Αναφέρεται και στη λίστα συνδρομητών των Απομνημονευμάτων Κριτοβουλίδη.Πέθανε το 1884.
Εμμανουήλ Καλομενόπουλος: Σαν πιθανή ημερομηνία γέννησής του αναφέρεται το 1865. Ήταν έμπορος αλλά η μόρφωσή του για την εποχή ήταν εξαιρετική, ώστε να είναι εκλέξιμος για ειρηνοδίκης (1892). Διετέλεσε ταμίας του Γυμναστικού Συλλόγου.
Επαμεινώνδας Καλομενόπουλος: Γεννήθηκε το 1841. Ήταν έμπορος αλλά η εκτίμηση του κόσμου στο πρόσωπό του τον έφερε σε διακεκριμένες κοινωνικές θέσεις. Τον βλέπουμε Δημογέροντα το 1871, πληρεξούσιο Αμαρίου στη Γενική Συνέλευση των Κρητών, (Κρητική Βουλή) δημοτικό σύμβουλο Ρεθύμνης το 1885 και το 1890 αντίστοιχα. Το 1896 κινδύνευσε σοβαρά από τους Τούρκους.
Πέθανε σε βαθειά γεράματα το 1912 και αναφέρεται στο θάνατό του με σύντομη νεκρολογία η εφημερίδα «Κρητική Επιθεώρηση» στο φύλλο της 1ης Σεπτεμβρίου 1912.
Ιωάννης Καλομενόπουλος: Αναφέρεται από τον Εκκεκάκη στη σειρά για τους Ρεθεμνιώτες που άφησαν έντονα τα ίχνη τους ως Λογιστής, υπάλληλος του Δημοσίου Ταμείου. Αναφέρεται από το Γιάννη Παπιομύτογλου ως σύμβουλος του Γυμναστικού Συλλόγου το 1908.
Ιωάννης Δ. Καλομενόπουλος (1862-1934): Ήταν έμπορος κι αυτός αλλά λάτρευε τη γνώση και χαρακτηριζόταν για τη βαθειά του πνευματικότητα. Είχε επιμεληθεί ο ίδιος Αναγνωστικά για τους μαθητές του Δημοτικού. Αποδίδεται μάλιστα σ’ αυτόν ένα από αυτά με τίτλο «Ο Καλός Πατήρ» που κυκλοφόρησε στο Ρέθυμνο το 1884. Διετέλεσε Ειδικός Γραμματέας του Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου για πολλά χρόνια.
Το 1885 ήταν μέλος της επιτροπής που οργάνωσε το μνημόσυνο στην Ιερά Μονή Αρκαδίου για να τιμηθεί η επέτειος του Ολοκαυτώματος. Εκεί απήγγειλε κι ένα ποίημά του σχετικό με το μεγάλο γεγονός. Πέθανε στο Ηράκλειο το 1934.
Κοκόλης Καλομενόπουλος: (1836-1899) Αγωνιστής των Κρητικών Επαναστάσεων 1866 και 1878. Γεννήθηκε στο χωριό Αμάρι και ήταν ανιψιός του ιερέα αγωνιστή Εμμανουήλ Καλομενόπουλου.
Κωνσταντίνος Θ. Καλομενόπουλος: (Σύρος 1860-Αθήνα 1941): Ήταν μεγαλύτερος αδελφός του Νικόστρατου και με τη σειρά του είχε καταφέρει να διακριθεί στον τόπο που έζησε. Έγινε διδάκτορας της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1883, και πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στο εξωτερικό. Οι πατριωτικές υπηρεσίες του κατά τις τελευταίες κρητικές επαναστάσεις, ήταν πραγματικά ανεκτίμητες. Μετά την αυτονομία της Κρήτης, αφιερώθηκε περισσότερο στην πολιτική και παρέμεινε ως εξέχον μέλος του Ελληνικού Κοινοβουλίου επί 20 συνεχή έτη (1905-1925).
Αντωνιος Θ. Καλομενόπουλος: Αυτός ήταν γιατρός και μεταφραστής ιατρικών συγγραμμάτων αλλά δεν γνωρίζουμε περισσότερα για τη ζωή και τη δράση του.
Εμμανουήλ Θ. Καλομενόπουλος: Δικηγόρος και ειδικός γραμματέας της «Εταιρείας υπέρ των πατρίων Αμύνης».
Παύλος Ν. Καλομενόπουλος (1887-1968): Ήταν απόγονος της ιστορικής οικογενείας αλλά αυτός γεννήθηκε στις Λιθίνες Σητείας το 1887.
Φοίτησε σε Στρατιωτική Σχολή ως το 1913 και έλαβε μέρος στην Μικρασιατική Εκστρατεία, στη διάρκεια της οποίας τραυματίστηκε στο Σαγγάριο.
Εξελέγη βουλευτής Λασιθίου με το Κόμμα Φιλελευθέρων στις εκλογές του 1932.
Πέθανε στις 4 Σεπτεμβρίου του 1968.
Στυλιανός Καλομενόπουλος: Γεννήθηκε το 1843 στο Νευς Αμάρι. Η χρονολογία γέννησης δεν είναι εξακριβωμένη απόλυτα. Απέκτησε ζηλευτή για την εποχή μόρφωση γιατί λάτρευε τη γνώση. Και σύμφωνα με τον Εκκεκάκη αυτό αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι το1892 είχε συμπεριληφθεί σε κατάσταση εκλέξιμων για τη θέση του ειρηνοδικείου. Δεν αναφέρεται εξάλλου και η χρονολογία του θανάτου του.
Νικόλαος Καλομενόπουλος: Από το Νευς Αμάρι και αυτός συμμετείχε στις επαναστάσεις 1866 και 1878.
Με το επώνυμο Καλομενοπούλου ο Γιώργης Εκκεκάκης παρουσιάζει και δυο κοπέλες. Η Αικατερίνη ήταν δασκάλα στο Ρέθυμνο αρχές του 20ου αιώνα και η Χρυσηίς διετέλεσε διευθύντρια του Χριστιανικού Παρθεναγωγείου.
Για τους υπόλοιπους Καλομενόπουλους θα μας δοθεί κάποια ευκαιρία να επανέλθουμε συμπληρώνοντας το αφιέρωμά μας.
Πηγές:
Εύας Λαδιά: Νικόστρατος Καλομενόπουλος
Γεωργίου Εκκεκάκη: Ρεθεμνιώτες που πέρασαν αφήνοντας ίχνη
Γιάννης Παπιομύτογλου: Γυμναστικός Σύλλογος Ρεθύμνου
Κρήτη Αφιέρωμα
Εύας Λαδιά: Ρεθεμνιώτες αγωνιστές στην επανάσταση του 1821