Βαθύτερο το νόημα, ουσιαστικό το περιεχόμενο και διαχρονικά τα μηνύματα στο πόνημα του εμβριθούς νομικού, ο οποίος αναπολεί νοσταλγικά, πλείστα καίρια σημεία από τα χρόνια της ανεμελιάς και της αθωότητας, της «ψιλής φωτιάς» που είναι και ο τίτλος του βιβλίου. Με τη γλαφυρή του πένα ο Στέλιος Χριστονάκης προικισμένος με πλούσια φαντασία και ευαισθησία, μας δίδει ένα ρεσιτάλ γλωσσικής καλλιέπειας και ποιοτικής λογοτεχνίας και μ’ ένα στοχαστικό λόγο, που θα τον έλεγα ψυχογράφημα, μας μεταφέρει την ψυχοσύνθεση των ανθρώπων του χωριού. Εντυπωσιάζει η γαλήνια περιρρέουσα ατμόσφαιρα της γενέθλιας γης (Νευς Αμάρι) και η κρυστάλλινη, αισθαντική απεικόνιση των χαρακτήρων στις αξιοσημείωτες, περιστασιακές συναναστροφές και τις παρέες. Με αδρές γραμμές εμβαθύνει ο συγγραφέας στον ψυχικό κόσμο των ξωμάχων και αποκρυπτογραφεί την ιδιαιτερότητά τους. Αναδεικνύει την αυτόφωτη, πληθωρική προσωπικότητα του χωρικού, ο οποίος αγνοεί μεν τους εκλεπτυσμένους τρόπους, έχει όμως το χάρισμα να εκφράζεται με εγκαρδιότητα, ευθύτητα, ανυποκρισία και με άλλες έμφυτες αρετές. Πρόκειται για τις αρετές εκείνες, οι οποίες εξωτερικεύονται μ’ έναν ευδιάθετο, ανεπιτήδευτο, ενίοτε και φιλοπαίγμονα (χωρατατζήδικο) τρόπο και με βαθύ στοχασμό, ο οποίος αποκαλύπτει την ψύχραιμη αντιμετώπιση των αντιξοοτήτων της ζωής, με τη λαϊκή θυμοσοφία την έμφυτη κλίση των ανθρώπων του χωριού να φιλοσοφούν, χωρίς να έχουν τη σχετική μόρφωση.
Χαίρεσαι στο καφενείο του κρητικού χωριού τόσο τις συναναστροφές και εγκάρδιες, φιλικές συμπεριφορές από το απλό κέρασμα μιας ρακής, μέχρι τις ευχάριστες συζητήσεις, απόψεις και κρίσεις σε πολιτισμένη ήρεμη ατμόσφαιρα, την πόρρω απέχουσαν από εκείνη την αγχωτικήν και ψυχονευρωτικήν του αθηναϊκού περίγυρου.
Παραθέτω χαρακτηριστικά χωρία προς επίρρωσιν του υποδειγματικού προσωπικού, και αριστοτεχνικού ύφους του συγγραφέα.
«…το σκιάχτρο της ανθρώπινης μοίρας που αθέατο περιδιαβαίνει τις ρύμες, τα μονοπάτια και τα σπίτια των θνητών» (σελ. 18).
«…συνοδοιπόρος του μόχθου και του μεροκάματου, μας φαντάζει πάντα σαν βαθύ σιωπηλό ρυάκι, που δέχεται συμπονετικά τη ροή του και αποδιώχνει μακριά τα θανατερά ξεχειλίσματα από τα βάσανα και τα πάθη των ανθρώπων» εμβόλιμη σχετική αναφορά κατά του τσιγάρου (σελ. 22).
«…έσφιξε με το αριστερό του χέρι το κεφαλομάντηλο του, μπαίνοντας σε μεγάλη συλλογή, που βάθαινε τις αυλακωτές, χαλκοπράσινες πτυχώσεις, του προσώπου του και στίλβωνε με λεπτή εφίδρωση την ευρυμέτωπη θωριά του» (σελ. 50).
«Είναι όμως άδικη η κρίση αυτή, γιατί στηρίζεται στη λαθεμένη αντίληψη, πως έπρεπε να λογαριάζεις μονάχα τα πάθη και τις αμαρτίες, που συνόδεψαν τη ζωή των ανθρώπων λίγο ή πολύ, χωρίς να ξεσκεπάζεις ταυτόχρονα και την ψυχή, για να δεις τον πόνο, τη συντριβή και την αληθινή μεταμέλεια, που παρακίνησε τον ερχομό στην πόρτα σου». (σελ. 55).
«ριζοβλάσταρο της περήφανης φύτρας μου» (σελ. 57).
«τα ίδια πάντα κίνητρά του τον έσπρωχναν να κοντοσιμώσει, τα ομοιωθεί με το αγριωπό ατίθασο πλήθος των αλόγιστα και εκδικητικά αντιμαχομένων, να τους τραντάξει θαρρετά τον ώμο, να σαλέψει ελαφρά την παλάμη στην πλάτη τους, να τους κουβεντιάσει με απλά αγαπητερά λόγια». (σελ. 47).
«με παράλληλη συμπόρευση ταπείνωσης, συγγνώμης και δακρύβρεχτης ικεσίας για συμβιβασμό και καταλαγή» (σελ. 48)
Το έντεχνο, στοχαστικό πόνημα του ρεθεμιώτη συγγραφέα, η συγγραφική του δύναμη και ο τρόπος έκφρασης θα μπορούσε να είναι και μια ποιητική σύλληψη, θα μπορούσε να ‘ναι και μια φιλοσοφική μελέτη, θα μπορούσε να ναι κι ένας διθυραμβικός ύμνος στον τυραννισμένο, βασανισμένο, αλλά και ηρωικό κρητικό ξωμάχο, που έζησε και άντεξε χρόνια μαρτυρικά και πολλές φορές στερημένα, βολοδέρνοντας στην ύπαιθρο της ανελέητης κρητικής υπαίθρου.
* Ελεγκτικό Συνέδριο: Το παλαιότερο διοικητικό όργανο για τον έλεγχο εισπράξεων δημοσίων εσόδων και δαπανών, τον έλεγχο νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) και τον έλεγχο απονομής συντάξεων από το δημόσιο ταμείο.