Από τους μεγάλους αγωνιστές που κατάφεραν να αποτινάξουν τον τουρκικό ζυγό ήταν κι ο Στρατής Μαμαλάκης. Ένα όνομα που ακουγόταν πάντα με ιδιαίτερο σεβασμό.
Ήταν κι αυτός γόνος της περίφημης οικογένειας των Μαμαλάκηδων που ανατράφηκαν μέσα στη δίνη των ξεσηκωμών για τη λευτεριά κι έγραψαν σελίδες δόξας πολεμώντας τον εχθρό.
Ο Στρατής γεννήθηκε στο Ροδάκινο πιθανότατα το 1858 και μεγάλωνε μέσα στις φλόγες της μεγάλης επανάστασης του 1866. Έτσι από μικρός βίωσε και το χρέος της τιμής και το βαρύ τίμημα που πλήρωσε το χωριό του για τη μεγάλη του συμβολή στους αγώνες.
Αυτές οι εμπειρίες χαλύβδωσαν το χαρακτήρα του και τον προετοίμασαν για τη δική του ώρα που θα έπαιρνε θέση στο μετερίζι για να πολεμήσει τον τύραννο.
Εκεί βρέθηκε με άλλους σπουδαίους καπετάνιους, τον Τσάκαλο, τον Λιάπη, τον Γαλάνη, τον Γερώνυμο, τον Τσούρδο, μεγάλες μορφές του αγώνα που τον δέχτηκαν ανάμεσά τους με τιμές και μαζί έγραψαν σελίδες με ανδραγαθήματα που κόβουν την ανάσα. Κι έγιναν τραγούδι οι ανδραγαθίες αυτές που τραγουδούσαν μέχρι και τα μικρά παιδιά με ξεχωριστό καμάρι.
Στην επανάσταση του 1889 που έμεινε στην ιστορία ως η επανάσταση της Καραβανοξυπολισιάς έδρασαν παντού.
Κι έπειτα ήρθε το δρεπάνι του χάρου να θερίζει μια μια τις ηρωικές αυτές μορφές.
Στις βουνοπλαγιές του Ρούβα το 1890, έπεσε ο Τσάκαλος. Αργότερα σκοτώθηκαν στην Αθήνα ο Λιάπης κι ο Γαλάνης.
Ο Καπετάν Στρατής παρέλαβε τότε μόνος του την αρχηγία του Σώματος και συνέχισε τον αγώνα για τη λευτεριά της Κρήτης. Κι όταν μετά στα 1897 χάραξε το πρώτο φως, ο δοξασμένος καπετάνιος προσελήφθη από την Κρητική Πολιτεία, η οποία του ανέθεσε διάφορα καθήκοντα στη Χωροφυλακή.
Κι ήρθε μετά το κάλεσμα από την Ήπειρο και τη Μακεδονία, στο οποίο από τους πρώτους ανταποκρίθηκε ο Στρατής. Και στους Βαλκανικούς αλλά και στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο τίμησε τον τόπο και τη γενιά του.
Ήταν γέρος πια όταν πήρε μέρος στην εκστρατεία των Δαρδανελλίων αλλά κι εκεί διακρίθηκε με τη φλόγα στην καρδιά εφήβου.
Με το τέλος του ευρωπαϊκού πολέμου αποστρατεύθηκε κι έλαβε σύνταξη ανθυπασπιστού. Δυο γιοι του έμειναν να συνεχίσουν τη δράση του. Ο Λεωνίδας που πολέμησε στο Γαλλικό μέτωπο και ο Κλέαρχος για τον οποίο κάνουμε σχετική αναφορά παρακάτω.
Στα χρόνια της ειρήνης ο καπετάν Στρατής ποτέ δεν θέλησε να αναφερθεί στα κατορθώματά του. Σεμνός πάντα απέφευγε να απαντά στους επαίνους εκείνων που τον γνώριζαν. Κι όταν έβλεπε πως δεν σταματούσαν την υμνολογία τους έκοβε με το δωρικό του ύφος λέγοντας: «Έκανα απλά το χρέος μου».
Ο Στρατής ήπιε με αξιοπρέπεια το πικρό ποτήρι της απώλειας χάνοντας τον Κλέαρχο που σκοτώθηκε το 1922 στη Χίο.
Ένοιωθε περηφάνια και δεν βαρυγκώμησε ποτέ.
Πέθανε το 1938 και το Ρέθυμνο τον θρήνησε γιατί ήταν ένας από τους τελευταίους της γενιάς των ημιθέων που είχαν πάρει μέρος στους μεγάλους ξεσηκωμούς του νησιού.
Στην κηδεία του παρέστη όλος ο κλήρος της πόλης, των Περιβολίων και του Ροδακίνου κι ο έφορος των προσκόπων εκφώνησε ένα συγκινητικό επικήδειο. Εκ μέρους των παλιών αγωνιστών τον αποχαιρέτισε ο Νικόλαος Ψαρρός που κατέθεσε και στεφάνι εκ μέρους των παλαιών πολεμιστών στεφάνους κατέθεσαν και οι ανιψιού του νεκρού Γεώργιος, Νικόλαος και Εμμανουήλ Μαμαλάκης.
Την εκφορά συνόδευσε και η μπάντα της Φιλαρμονικής αποδίδουσα τιμές.
Κλέαρχος: Ο ήρωας των αιθέρων
Γιος του ήρωα ήταν ο Κλέαρχος που το όνομά του είχε γίνει θρύλος μετά τον ηρωικό του θάνατο την ώρα του καθήκοντος. Ήταν ο γενναίος αεροπόρος που σκοτώθηκε στις 10 Αυγούστου 1922 στην περιοχή της Χίου, όταν έπεσε το αεροπλάνο του κατά την εκτέλεση διατεταγμένης αποστολής. Αξίζει να τον γνωρίσουμε καλύτερα.
Γεννήθηκε το 1896 στο Ροδάκινο Ρεθύμνου. Πολέμησε ως εθελοντής κατά τους Βαλκανικούς πολέμους του 1912-1913. Τον Αύγουστο του 1917 κατατάχθηκε στην Αεροπορική Υπηρεσία Στρατού για να εκπαιδευτεί ως οδηγός αεροπόρος. Για το σκοπό αυτό στάλθηκε στην Αεροπορική Σχολή Σαρτρ της Γαλλίας, απ’ όπου επέστρεψε τον Μάρτιο του 1918 και εξακολούθησε την εκπαίδευσή του στην Αεροπορική Σχολή του Σέδες. Πτυχιούχος οδηγός αεροπόρος τοποθετήθηκε στην 532 Ελληνική Μοίρα και έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις του Μακεδονικού Μετώπου, μέχρι το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στη συνέχεια πήρε μέρος στις επιχειρήσεις της Μ. Ασίας υπηρετώντας διαδοχικά στην Α’ και Δ’ Μοίρα Αεροπλάνων και εκτέλεσε πολλές και ποικίλες αεροπορικές αποστολές.
Αναφέρει γι’ αυτόν ο Παύλος Πετρουλάκης:
«Εμένα με εκπαίδευσαν εις τα πολυβόλα Σαιντ – Ετιέν, ήμουν γεμιστής. Ανήκα στην 2η Πυροβολαρχία και είχαμε αναλάβει το αντιαεροπορικό φυλάκιο που βρισκόταν εις ένα ύψωμα νοτικά του Εσκή – Σεχήρ.
Στο ύψωμα όπου υπήρχε ένα τεχνικό πολυβολείο στήναμε το πολυβόλο διά τα τουρκικά αεροπλάνα που ερχόταν προς αναγνώριση, σχεδόν κάθε μέρα, από την Άγκυρα.
Μόλις αντιλαμβανόμεθα το αεροπλάνο, με το τηλέφωνο ειδοποιούσαμε το δικό μας αεροδρόμιο και σηκώνονταν τα αεροπλάνα μας προς καταδίωξη και άμα ερχόταν και προς εμάς και το είχαμε εντός βολής του βάζαμε με το πολυβόλο και δεξιότερα από εμάς του έβαζε και το αντιαεροπορικό πυροβόλο. Αυτά συνέβαιναν τακτικά.
Εις το αεροδρόμιο αυτό υπηρετούσε τότε ο αεροπόρος Κλέαρχος Μαμάλιος από τους καλύτερους αεροπόρους της εποχής. Ήταν γενναίος αεροπόρος και ωραίος νέος, ήταν γιος του Στρατή Μαμάλιου από το Ροδάκινο. Αλλά δυστυχώς έπεσε το αεροπλάνο του λόγω έλλειψης καυσίμων και σκοτώθηκε, στην Χίο κατά την οπισθοχώρηση».
Δυο χρόνια αργότερα έγινε με τιμές ήρωα η ανακομιδή των οστών του στη γενέτειρα.
Σύμφωνα με το πρόγραμμα που είχε ανακοινωθεί από την προηγουμένη είχε μαζευτεί στις 11:00 το πρωί ένα πλήθος κόσμου στην αποβάθρα του λιμανιού με τις αρχές και τα σχολεία στις πρώτες σειρές. Είχε παραταχθεί κι ένας λόχος από το σύνταγμα για να αποδώσει τιμές.
Μόλις έφθασε η αντιπροσωπεία σχηματίστηκε πομπή με προπορευόμενο τον κλήρο με τα εξαπτέρυγα και πίσω έρχονταν αυτοί που κρατούσαν το κιβώτιο με τα οστά, οι αρχές και ο κόσμος. Η θέα του κιβωτίου που είχε καλυφθεί με τη γαλανόλευκη. Η πομπή κατέληξε στη Μητρόπολη όπου έγινε τρισάγιο, προεστώτος του Μητροπολίτη Τιμόθεου Βενέρη.
Μετά το τέλος της ιεροτελεστίας ο λοχαγός Φαράντος, αφού εξήρε τις αρετές του τιμώμενου νεκρού κατέθεσε στέφανο εκ μέρους των αξιωματικών Φρουράς.
Αμέσως μετά ο Μάνος Τσάκωνας πρόεδρος των εφέδρων αξιωματικών νομού Ρεθύμνης μίλησε επί μακρόν για τον ένδοξο νεκρό και κατέθεσε στέφανο με τη σειρά του εκ μέρους του φορέα που εκπροσωπούσε. Σειρά πήρε μετά ο δήμαρχος Τίτος Πετυχάκης για κατάθεση στεφάνου μετά από μικρή συγκινητική προσλαλιά.
Ο επίλογος ήταν ένα ποίημα από τον δάσκαλο Γιώργη Ζανουδάκη που συγκλόνισε το ακροατήριο:
Κλέαρχε συ που πέταξες τόσες φορές στα ύψη
Συ που σφαλούσες μια καρδιά λεονταριού στα στήθη
Συ που κρατούσες θαρρετά το ξακουστό τιμόνι
κι εψήλωνες κι ανέβαινες στα σύννεφα απάνω
πως ήρθες και πως σ’ έφεραν εις την λεβεντογέννα
τη μάνα που σ’ εγέννησε και σ’ είδε καπετάνιο;
Κλέαρχε πως εδέχτηκες ναρθείς μ’ ένα βαπόρι
εσύ που μόνο πεταχτός και γρήγορος κι ασβέλτος
πετούσες μες στο θάνατο στον ουρανό με τόλμη
κι ένοιωθες μέσα στην καρδιά πάντα να ξεφουντώνει
ο Έρωτας προς την τιμή κ ο της Πατρίδας πόνος
Πώς έκανες στην ξενηθειά τόσον καιρό και μόνος;
Εμείς που περιμέναμε να δούμε τα φτερά σου
ν’ ακούσομε το βοητό και το φτερούγισμά σου
πούκανε τ’ αερόπλανο όταν στα ύψη επέτα
σε βλέπομε αμίλητο ψυχρό σαν κρύα πέτρα
Μα όχι ακούσετε βογγά η μηχανή του θάναι
να τα φτερά που πέφτουνε νάτε και το τιμόνι
Ιδέτε και τον Κλέαρχο μπροστά μας πως πληγώνει
όσους τον ήξεραν καλά κι όσους τον είδαν πάλι
στον πόλεμο, στο Μέτωπο στης Σμύρνης τ’ ακρογιάλι
Ποια είναι εκείνη η φτερωτή γυναίκα που σε φέρνει
εις τα φτερά της τα γοργά με πόνο και λαχτάρα;
Μην είν’ παιδί μου η λευτεριά μην είναι η Ιωνία
μην είναι η Χίος που έρριξε τη φοβερή την μπόρα
κι άνοιξε και σ’ αγκάλιασε και σ’ είχε ως τα τώρα ;
Είναι η δόξα που παντού θα σε βαστά μαζί της
Γιατί σ’ ανάθρεψε μικρό και σ’ έκαμε παιδί της
Και θα σε πάρει πλάι της αιώνια να μένεις
Στον τόπο που ‘ναι οι ξακουστοί οι πρώτοι οι δοξασμένοι
Δημήτριος Μαμαλάκης
Είναι πολλοί αυτοί της οικογένειας Μαμαλάκη που αξίζουν ιδιαίτερη παρουσίαση. Θα κλείσουμε το σημερινό αφιέρωμα με έναν ακόμα που μας γνώρισε ο αξέχαστος συμπολίτης λόγιος Λεωνίδας Καούνης και είχαμε κάνει ένα μεγάλο αφιέρωμα γι’ αυτόν πριν από μερικά χρόνια.
Η αναφορά μας στο Δημήτριος Μαμαλάκη τον περίφημο βαφέα.
Γεννήθηκε στο Ροδάκινο το 1892. Κλωνάρι κι αυτός της ιστορικής οικογένειας, διδάχτηκε από τα μικρά του χρόνια, να τιμά τα χώματα της Κρήτης και να είναι άρχοντας με τη σημασία της λέξης, ανιδιοτελής πατριώτης και αξιοπρεπής άνθρωπος. Πατέρας του ήταν ο Ιωσήφ Γεωργίου Μαμαλάκης (1832-1917) και μητέρα του η Θεοπίστη Γεωργίου Αντωνάκη, το γένος Κλειδή.
Ο Δημήτρης δεν χόρτασε το χάδι της μάνας. Νωρίς νωρίς την έχασε από δάγκειο πυρετό.
Κλειδής κι αυτός από το σόι της μητέρας του θαύμαζε τον καπετάν Στυλιανό Κλειδή. Και ήθελε πολύ να του μοιάσει στην αποφασιστικότητα όταν έπρεπε να παλέψει για το δίκιο της φυλής του. Γεμάτος λαχτάρα έμαθε ότι επρόκειτο σύντομα ο θείος του αυτός να φύγει και να πολεμήσει στη Μακεδονία που στέναζε κάτω από σκληρή σκλαβιά.
Έτσι δεν είχε κλείσει καλά καλά τα 16 χρόνια του, όταν βρέθηκε με δίψα για να προσφέρει στην πατρίδα του, στο σώμα των εθελοντών Μακεδονομάχων που είχε καταρτίσει ο ήρωας Στυλιανός Κλειδής.
Κοντά στον Κλειδή
Έζησε όλα τα γεγονότα κοντά στον αρχηγό του Μακεδονικού Αγώνα από το 1904 ως το 1908. Ο Στυλιανός Κλειδής να θυμίσουμε εξεστράτευσε στη Μακεδονία πέντε φορές με δικό του σώμα από νέους της Ρεθύμνης και χωριανούς του. Έλαβε μέρος στην απελευθέρωση της Ηπείρου στο Μέτσοβο, όπου και σκοτώθηκε το 1912.
Αργότερα, από το 1912 και μέχρι το 1918 ο Δημήτριος, πρόσφερε πολύτιμες υπηρεσίες ως πυροβολητής. Ανήσυχο πνεύμα πάντα δεν έπαυσε να είναι κοντά στο καθήκον, αδιαφορώντας για την όμορφη νιότη του, που έκανε όσους τον έβλεπαν να τον θαυμάζουν.
Μόλις τέλειωσε την υποχρέωσή του στην πατρίδα, γύρισε στον τόπο του έχοντας στο μεταξύ ειδικευθεί στη βαφική των υφασμάτων κρητικής ενδυμασίας, των οποίων η ύφανση ήταν ντόπια. Μιλάμε για την εποχή που τα ανθρώπινα χέρια είναι περισσότερο πολύτιμα, αφού λείπουν οι μηχανές που απλοποιούν τη ζωή μας. Ο αδελφός του ήταν ο Γεώργιος Μαμαλάκης υφασματέμπορας. Το μαγαζί του Δημητρίου, ήταν στη Μεγάλη Πόρτα, εκεί που βρισκόταν παλιά και το φαρμακείο Πετρουλάκη.
Παράλληλα ήταν και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Συλλόγου Εφέδρων Πολεμιστών με πολλές διακρίσεις.
Από τους σεβαστούς Ρεθεμνιώτες
Ήταν από τους πλέον σεβαστούς και δημοφιλείς Ρεθεμνιώτες. Αδαμάντινος χαρακτήρας, ανοικτή καρδιά, αλτρουιστής. Σαν να μάντευε την ανάγκη του άλλου έσπευδε να την θεραπεύσει, χωρίς να δώσει ευκαιρία για εκδηλώσεις ευγνωμοσύνης που τον έφερναν σε δύσκολη θέση. Η φιλοξενία του επίσης ήταν παροιμιώδης.
Χαρά για όλους που περνούσαν από το μαγαζί του ή έφταναν στην πόρτα του. Αγαπούσε τους ανθρώπους και ήταν πάντα κοινωνικός και ανοιχτόκαρδος.
Σαν κάθε Κρητικός με βαθιά δημοκρατικά ιδεώδη, δεν μπορούσε να μην είναι ένθερμος υποστηρικτής του Ελευθερίου Βενιζέλου. Ο Εθνάρχης τον πρόσεξε και σύντομα του χάρισε τη φιλία του, γιατί είχε πάντα αδυναμία στους ντόμπρους, τους σωστούς ανθρώπους και αληθινούς πατριώτες.
Είχε τόσο αναπτυχθεί η φιλία τους, που όταν ερχόταν από το Παρίσι ο Βενιζέλος με την Έλενα, έτρωγαν κάθε Σάββατο μαζί στα Χανιά.
Ο Βενιζέλος χαιρόταν την κουβέντα, το κέφι, το τραγούδι του Μαμαλάκη. Κι όπως ήταν φυσικό σύντομα τον καθιέρωσε στη χορεία των σημαντικότερων παραγόντων του κόμματος των Φιλελευθέρων.
Μια όμορφη οικογένεια
Ο Δημήτριος είχε έτσι την ευκαιρία να εκδηλώσει το οργανωτικό του πνεύμα και να αποδειχθεί πανάξιος της εμπιστοσύνης που του έδειχνε ο Βενιζέλος.
Περιζήτητος γαμπρός ήταν το όνειρο κάθε καλής οικογένειας που είχε κοπέλα για παντρειά. Εκείνος, εκλεκτικός όπως πάντα, επέλεξε να συνδέσει τη ζωή του με μια όμορφη κοπελιά, την Καλλιόπη Γεωργίου Λαγουβάρδου, από τους Αποστόλους Αμαρίου. Σεμνή και καλόχαρη η Καλλιόπη αποδείχτηκε άξια σύντροφός του. Έγιναν ένα ωραίο ζευγάρι και ζούσαν ευτυχισμένοι. Ο γάμος τους είχε γίνει το Μάρτιο του 1937. Μόλις είχε καταλάβει η καλή του γυναίκα πως έρχεται νέο μέλος της οικογένεια κι άρχισε να κάνει όνειρα για το μωρό τους ήρθε η συμφορά. Ήταν 18 Μαΐου 1937.
Όπως το συνήθιζε ο Δημήτριος ετοιμάστηκε για κυνήγι. Λάτρευε τη φύση και με το κυνήγι εύρισκε μια διέξοδο, όπως και τόσοι φίλοι του άλλωστε. Μεθοδικός όπως ήταν, ξεκίνησε την παραμονή να προετοιμάζεται. Και κοντά στ’ άλλα φρόντισε και το τουφέκι του. Μια ασχολία ρουτίνας. Η κακιά ώρα όμως έφερε τη συμφορά. Εκεί που καθάριζε το όπλο τον βρήκε ο θάνατος.
Η τοπική κοινωνία έμεινε άναυδη στο άκουσμα. Αδύνατον να το πιστέψει. Ήταν τόσο αγαπητός ο Δημήτριος. Κι όμως χάθηκε τόσο νέος.
Τραγική ειρωνεία να έχει περάσει από τόσες μάχες, να έχει κονταροχτυπηθεί σώμα με σώμα με τον εχθρό, να έχει πάρει μέρος σε τόσες επικίνδυνες αποστολές κι όμως να φύγει τόσο άδικα και τόσο ξαφνικά, τόσο πρόωρα από ατύχημα.
Πηγές:
Στυλιανού Πετρουλάκη (ανάρτηση στο διαδίκτυο)
Ευάγγελου Σ Φρόνιμου: Στρατής Μαμαλάκης (νεκρολογία)
Μαρτυρίες Λεωνίδα Καούνη στην Εύα Λαδιά
Εύας Λαδιά: Δημήτριος Ιωσήφ Μαμαλάκης: Ένας σημαντικός άνθρωπος με άδοξο τέλος «Ρεθεμνιώτικα Νέα» (26-3-2015)
Ανακομιδή οστών Κλέαρχου Μαμαλάκη: «Κρητική Επιθεώρηση»: 1925