Η οικονομική κρίση που πλήττει τη χώρα μας έχει δραματικές επιπτώσεις στον κατασκευαστικό κλάδο. Η οικοδομή εμφανίζει μεγάλη ύφεση εδώ και αρκετό καιρό, γεγονός αναμενόμενο, αφού ως γνωστό σε εποχές οικονομικής κρίσης η οικοδομική δραστηριότητα εμφανίζει φαινόμενα χρονικής προπορείας και αντίστοιχα χρονικής υστέρησης, δηλ. η πτώση της οικοδομικής δραστηριότητας αρχίζει πριν από την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης και η σταδιακή ανάκαμψη της αρκετά αργότερα από την έναρξη της ανάκαμψης της συνολικής οικονομίας.
Συνεχιζόμενη είναι η καθίζηση της οικοδομικής δραστηριότητας στην Ελλάδα, με τον αριθμό των οικοδομικών αδειών να σημειώνει περαιτέρω πτώση 35,6% τον Απρίλιο, σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.
Αναλυτικότερα, το μέγεθος της συνολικής οικοδομικής δραστηριότητας (Ιδιωτικής-Δημόσιας) στο σύνολο της χώρας, μετρούμενο με βάση τις εκδοθείσες οικοδομικές άδειες, διαμορφώθηκε τον Απρίλιο σε 1.025 οικοδομικές άδειες, που αντιστοιχούν σε 221,8 χιλιάδες m2 επιφάνειας και 980,2 χιλιάδες m3 όγκου.
Παρουσίασε δηλαδή μείωση κατά 35,6% στον αριθμό των οικοδομικών αδειών, κατά 24,8% στην επιφάνεια και κατά 11,6% στον όγκο, σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2013.
Το μέγεθος ιδιωτικής οικοδομικής δραστηριότητας, στο σύνολο της χώρας, διαμορφώθηκε σε 1.015 οικοδομικές άδειες, που αντιστοιχούν σε 220,5 χιλιάδες m2 επιφάνειας και 975,5 χιλιάδες m3 όγκου. Παρουσίασε δηλαδή μείωση κατά 35,6% στον αριθμό των οικοδομικών αδειών, κατά 21,6% στην επιφάνεια και κατά 7,7% στον όγκο, σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2013.
Αντίστοιχα το μέγεθος της δημόσιας οικοδομικής δραστηριότητας διαμορφώθηκε σε 10 οικοδομικές άδειες, που αντιστοιχούν σε 1,3 χιλιάδες m2 επιφάνειας και 4,6 χιλιάδες m3 όγκου. Το ποσοστό συμμετοχής της δημόσιας οικοδομικής δραστηριότητας στο συνολικό οικοδομικό όγκο, για το μήνα Απρίλιο 2014, είναι 0,5%.
Η οικοδομική δραστηριότητα ήταν κάποτε εκ των βασικών συντελεστών στην ανάπτυξη της χώρας.
Η κρίση στον οικοδομικό κλάδο είναι βαθιά, συμπεριλαμβανόμενης επίσης της βιομηχανίας δομικών υλικών (που αντιμετωπίζει πτώση τζίρου και εξαγωγών), παίρνει μεγάλες διαστάσεις, προαναγγέλλει ανυπολόγιστες επιπτώσεις στην απασχόληση και κινδυνεύει να πάρει μόνιμα χαρακτηριστικά.
Τα φορολογικά μέτρα (φόρος υπεραξίας ακινήτων, ΕΝΦΙΑ ,ΦΑΠ κλπ.) που ψήφισε πρόσφατα η Κυβέρνηση οδηγούν στην υπερφορολόγηση της ακίνητης περιουσίας χωρίς να ληφθεί υπ’ όψιν η οικονομική δυσπραγία, καθώς και ο μεγάλος βαθμός κτήσης ακινήτων από τις ελληνικές οικογένειες.
Όπως όλα δείχνουν, και το 2014 θα αποτελέσει ακόμα ένα «μαύρο» έτος για την κτηματαγορά, όχι μόνο λόγω της οικονομικής κρίσης και των συνεπειών που αυτή έχει επιφέρει στα εισοδήματα των νοικοκυριών, αλλά και λόγω των συνεχών παλινωδιών της κυβέρνησης αναφορικά με το φορολογικό καθεστώς των ακινήτων.
Σε περιόδους οικονομικής κρίσης είναι καθοριστικός ο τρόπος που επιλέγεται από την εκάστοτε κυβέρνηση για την αντιμετώπιση της κρίσης.
Η πολιτική άντλησης περισσοτέρων εσόδων μέσω φορολογίας από την αγορά, χωρίς ουσιαστική προσπάθεια περικοπής των σπαταλών-εξόδων, δεν οδηγεί πουθενά.
Έμφαση πρέπει να δοθεί στην τόνωση της οικονομίας μέσω επενδυτικών προγραμμάτων με παράλληλη εξοικονόμηση πόρων μέσω περικοπής μη παραγωγικών δαπανών του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα δηλ. με περικοπή σπαταλών.
Τα μέτρα που λαμβάνονται σήμερα από την Πολιτεία δημιουργούν επιπρόσθετα προβλήματα με έντονες κοινωνικές διαστάσεις σε όλα τα κοινωνικά στρώματα και μακροχρόνιες επιπτώσεις στον οικοδομικό – κατασκευαστικό τομέα.
Η οικοδομή και γενικά ο κλάδος των κατασκευών είναι ο κινητήριος μοχλός της ελληνικής οικονομίας. Η κατασκευαστική δραστηριότητα διαχειρίζεται από 12-16% της απασχόλησης (άρα και της στήριξης των Ασφαλιστικών Ταμείων), το 15-20% του Α.Ε.Π. και με την πτώση της οικοδομής και τα φορολογικά μέτρα που πάρθηκαν πλήττονται περισσότερα από 100 επαγγέλματα και περισσότεροι από 400.000 εργαζόμενοι.
Ο τομέας της οικοδομής και των κατασκευών χρήζει ιδιαίτερης προσοχής από την Πολιτεία.
Απαιτείται άμεση λήψη δραστικών μέτρων που θα τονώσουν τον κλάδο, θα βοηθήσουν την ανάκαμψη της οικονομίας και θα δημιουργήσουν τις προοπτικές ανάπτυξης της χώρας.
* Ο Σταύρος Βουρβαχάκης είναι οικονομολόγος – δημοτικός σύμβουλος