Ο Νομός Ρεθύμνης κύρια εξ αιτίας της μορφολογίας του, με τις λίγες πεδινές εκτάσεις και τα πολλά μικρά ή και μεγάλα βουνά, όπως τον Ψηλορείτη, το Κέδρος, τα Τάλαια όρη, τον Κρυονερίτη, τον Ασιδέρωτα, τον Βρύσινα, την Κουρούπα, την Βουβάλα, και άλλα μικρότερα, ήταν μαζί και με το Νομό Λασιθίου, οι λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές της Κρήτης.
Αυτή η κατάσταση δυστυχώς διατηρήθηκε έως και τελευταία, και μετά την περίοδο της ανασυγκρότησης της χώρας μας, τις δεκαετίες του 1950 και του 1960.
Αφορμή για να περάσει ο Νομός Ρεθύμνης σε μια άλλη εποχή, όπως και όλη η Κρήτη, αποτέλεσε η κατασκευή του Βόρειου οδικού άξονα αρχές του 1970.
Το σπουδαίο αυτό γεγονός για το Ρέθυμνο συνοδεύτηκε και με την δραστηριοποίηση μερικών προοδευτικών Ρεθεμνιωτών με διορατικότητα που άρχισαν να κτίζουν τα μεγάλα ξενοδοχεία στη Βόρεια παραλιακή ζώνη.
Την επόμενη δεκαετία του 1980 το Ρέθυμνο είχε περάσει πια στους σημαντικούς τουριστικούς προορισμούς της Κρήτης.
Η τουριστική όμως κίνηση για ένα τόπο, είναι μια δυναμική κατάσταση που για να διατηρείται ή και να εξελίσσεται και να αυξάνεται, θα πρέπει να τροφοδοτείται συνεχώς με ελκυστικότερους παράγοντες που θα αυξάνουν την επιθυμία των επισκεπτών να επιλέξουν τον τόπο αυτό για τις διακοπές τους.
Στον σημερινό κόσμο του έντονου ανταγωνισμού, οι προτιμήσεις των τουριστών, αλλάζουν συνεχώς περίοδο με περίοδο, και οι τουριστικοί προορισμοί συναγωνίζονται και ανταγωνίζονται στο ποιος θα είναι ελκυστικότερος για να κερδίσει τις εντυπώσεις και τελικά θα είναι εκείνος που θα προσελκύσει τους ξένους επισκέπτες.
Η Κρήτη ολόκληρη αλλά και το Ρέθυμνο σαν τουριστικός προορισμός έχει κυρίως τρεις λόγους που τον καθιστούν ελκυστικό για τους επισκέπτες ντόπιους και ξένους.
Ο πρώτος είναι οι παραλίες και τα φυσικά αξιοθέατά του. Ο δεύτερος είναι οι Αρχαιολογικοί του χώροι που σχετίζονται με την ιστορία του και τον πολιτισμό του και ο τρίτος τα πολιτισμικά στοιχεία του τόπου, δηλαδή τα ήθη, τα έθιμα και το ταπεραμέντο των κατοίκων του.
Οι Αρχαιολογικοί χώροι του νησιού μας, με την ιστορική διαδρομή των 4.000 τουλάχιστον χρόνων και με τα πολύ αξιόλογα στοιχεία πολιτισμού, αποτελούν τα δυνατά σημεία της επισκεψιμότητάς του. Έτσι κι αλλιώς για την Κρήτη οι σημαντικοί από άποψη επισκεψιμότητας Αρχαιολογικοί χώροι από τις αρχές του περασμένου αιώνα ήταν η Κνωσσός, η Φαιστός, και η Γόρτυνα.
Στα μέσα της δεκαετίας του ’60 όπου είχε αρχίσει πια η τουριστική κίνηση να αυξάνεται και συγχρόνως να δημιουργείται ενδιαφέρον στις αρχαιολογικές υπηρεσίες για ανασκαφές, αρχίζει να εμπλουτίζεται η λίστα των σημαντικών αρχαιολογικών χώρων της Κρήτης.
Τα ανάκτορα των Μαλίων, τα ανάκτορα της Ζάκρου, η Έπαυλη της Αγίας Τριάδας, οι Αρχάνες αποτέλεσαν την αρχή, και ακολούθησαν το Ιδαίον Άντρον, το Δικταίον Άντρον, η Αρχαία Απτέρα στα Χανιά και άλλες περιοχές.
Η τρίτη και πιο παραγωγική περίοδος ανασκαφών στην Κρήτη, εγκαινιάζεται με την ίδρυση του Πανεπιστημίου Κρήτης, και τη λειτουργία της σχολής Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Ρεθύμνου, τέλη της δεκαετίας το ’70.
Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 φωτισμένοι Πανεπιστημιακοί δάσκαλοι στον τομέα της Αρχαιολογίας και Ιστορίας, που διδάσκουν στο Πανεπιστήμιο Κρήτης παράλληλα αναλαμβάνουν και συντονίζουν αρχαιολογικές ανασκαφές στις πιο σημαντικές περιοχές του Νομού μας.
Οι Αρχαιολογικοί χώροι του Ρεθύμνου που παρουσίαζαν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, και επελέγησαν για να ανασκαφούν πρώτοι ήταν η Αρχαία Ελεύθερνα, το Μοναστηράκι Αμαρίου και η Νεκρόπολη των Αρμένων.
Στην Αρχαία Ελεύθερνα αναλαμβάνουν ανασκαφές οι σπουδαίοι Πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, Πέτρος Θέμελης, Νίκος Σταμπολίδης και Θανάσης Καλπαξής, που φέρνουν στο φως σημαντικά ευρήματα.
Στο Μοναστηράκι ανασκάπτει η επίσης σπουδαία καθηγήτρια Αθανασία Κάντα όπου και φέρνει στο φως σπουδαίο Μινωικό ανάκτορο.
Στην Νεκρόπολη των Αρμένων αρχίζει ανασκαφές ο επίσης σπουδαίος Αρχαιολόγος Διευθυντής του Υπουργείου Πολιτισμού, Γιάννης Τζεδάκης όπου αποκαλύπτεται το Υστερομινωϊκό Νεκροταφείο με 231 τάφους, η μεγαλύτερη ανεσκαμμένη Νεκρόπολη της Κρήτης.
Ανασκαφές επίσης οργανώθηκαν και σε άλλες περιοχές του Ρεθύμνου, με σπουδαία επίσης ευρήματα, όπως στη Αρχαία Λάππα, στου Αποδούλου Αμαρίου, στην Αξό, στην Ονιθέ του Βρύσινα, στο Σταυρωμένο – Χαμαλεύρι, στην Ζώμινθο, στον Γομαρά της Ορνέ, στους Γαλήνους των Σισσών και βέβαια στα νεώτερα Ενετικά και Οθωμανικά μνημεία του Ρεθύμνου.
Σε όλες αυτές τις ανασκαφές πρωτοστάτησαν σημαντικοί ερευνητές Αρχαιολόγοι, καθώς και πολλοί φοιτητές του τμήματος Ιστορίας- Αρχαιολογίας του Ρεθύμνου.
Αξιοσημείωτη είναι επίσης και η συμβολή των σπουδαίων Αρχαιολόγων, Γιάννη Σακελλαράκη και Έφης Σαπουνά-Σακελλαράκη που ανέσκαψαν το Ιδαίο Άντρον και την Ζώμινθο με εκπληκτικά ευρήματα.
Κάνοντας ένα απολογισμό των αρχαιολογικών ανασκαφών του Ρεθύμνου 40 και πλέον χρόνια μετά και συγχρόνως μια εκτίμηση για την σπουδαιότητα των χώρων, καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως εκείνοι με το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, όπου και πρέπει να δοθεί προτεραιότητα για την αξιοποίησή τους, είναι της Αρχαίας Ελεύθερνας, του Μοναστηρακίου και της Νεκρόπολης των Αρμένων.
Ήδη λοιπόν η Αρχαία Ελεύθερνα έχει αναδειχτεί σε κορυφαίο αρχαιολογικό χώρο. Η τοποθεσία της Ορθής Πέτρας όπου ανασκάπτει ο καθηγητής Σταμπολίδης με τα ευρήματα της Αρχαϊκής-Γεωμετρικής περιόδου (8ου αιώνα π.Χ.), αλλά και τα μεταγενέστερα Ελληνιστικά (3ου αιώνα π.Χ.) του καθηγητή Καλπαξή, καθώς και τα νεώτερα Ρωμαϊκά και Βυζαντινά (3ου π.Χ.-7ου μ.Χ.) του καθηγητή Θέμελη αποτελούν τεκμήρια της Διαχρονικής άνθησης της Πόλης για παραπάνω από 15 αιώνες.
Η μεγάλη επιτυχία βέβαια για την Αρχαία Ελεύθερνα είναι η δημιουργία του Μουσείου της, η οποία βεβαίως πιστώνεται στο έργο και στις προσπάθειες των συντελεστών ανασκαφέων της.
Αρχαιολογικά Μουσεία επί τόπου του Αρχαιολογικού χώρου στην Ελλάδα, υπάρχουν μόλις 9: της Ακρόπoλης, της Αρχαίας Ολυμπίας, των Δελφών, της Βεργίνας, του Μαραθώνα, των Μυκηνών, του Δίου, των Φιλίππων, και της Αρχαίας Ελεύθερνας.
Εκτός των άλλων, αυτό αποδεικνύει για την Αρχαία Ελεύθερνα τόσον το πόσο σπουδαίος είναι ο Αρχαιολογικός της χώρος, αλλά επίσης και τα ευρήματά της.
Ήδη η Αρχαία Ελεύθερνα «απέκτησε διαβατήριο» για τη λίστα των σπουδαιότερων Αρχαιολογικών χώρων της Ελλάδας και βεβαίως της Κρήτης.
Ωστόσο οι δύο άλλοι σημαντικοί Αρχαιολογικοί χώροι του Μοναστηρακίου και της Νεκρόπολης των Αρμένων, παρουσιάζουν υστέρηση στην ανάδειξη και αξιοποίησή τους.
Στο μεν Μοναστηράκι υπολείπονται ακόμη αρκετές ανασκαφικές εργασίες στον εγγύτερο αλλά και ευρύτερο χώρο και ό,τι άλλο αποφασιστεί για την ανάδειξή του, ώστε να καταστεί και πλήρως επισκέψιμος, στη δε Νεκρόπολη των Αρμένων η ολοκλήρωση της ανασκαφής, και η εκπόνηση ενός project για την ανάδειξη και αξιοποίηση του χώρου.
Είναι λοιπόν φανερό το πόσον οι ανασκαφείς του Ρεθύμνου, οι επώνυμοι καθηγητές και οι άλλοι σπουδαίοι Αρχαιολόγοι αλλά και οι μαθητευόμενοι Αρχαιολόγοι έχουν βάλει το λιθαράκι τους στο να περάσει το Ρέθυμνο στην σύγχρονη εποχή, και την ευγνωμοσύνη που τους οφείλουν και η τοπική πολιτεία αλλά και οι πολίτες του Ρεθύμνου.
* Ο Γιώργος Ουρανός είναι υδρογεωλόγος