Για τους Βαβουράκηδες της Κρύας Βρύσης πολλά θα είχαμε να γράψουμε. Ήδη είχαμε αναφέρει με αφορμή μια θαυμάσια έκδοση που επιμελήθηκε ο εκλεκτός εκπαιδευτικός κ. Γιώργος Μαυροτσουπάκης, έναν από αυτούς τους σημαντικούς, τον ήρωα Μιχάλη Βαβουράκη ή καπετάν Μιχάλη. Ας θυμηθούμε μερικά ακόμα σημαντικά από τη ζωή του.
Ήταν γιος του Κωνσταντή Βαβουράκη (Βαβουροκωνσταντή (1820-1868) από τους σημαντικότερους αγωνιστές των μεγάλων επαναστάσεων.
Είχε τραυματιστεί στη μάχη των Καμαρών το 1866.
Ο Μιχαήλ Βαβουράκης γεννήθηκε το 1849. Από μικρός διακρινόταν για τη λεβεντιά του και όταν ανδρώθηκε προκαλούσε τον ανυπόκριτο θαυμασμό η τεράστια μυϊκή του δύναμη. Ήταν ένας «Ηρακλής» της εποχής του. Άνδρας τολμηρός και αποφασιστικός. Η φυσική του αρετή τον έκανε πιο θαρραλέο. Σε επαναστατικές περιόδους ξεχώρισε για τη γενναιότητά του. Σε περίοδο ειρήνης είχε καθήκοντα τσαούση. Ήταν από τις επίλεκτες διακρίσεις των Τούρκων σε ανθρώπους που είχαν τη δύναμη να επιβάλλονται στους άλλους. Εκπροσωπούσε δηλαδή ο καπεταν Μιχάλης την έννομη τάξη με τον βαθμό του Ενωμοτάρχη.
Όπως συμβαίνει σε κάθε περίπτωση ανδρός ρωμαλέου πολλά έχουν αποδοθεί στον Βαβουράκη και ίσως κάποια ακουμπούν στις παρυφές του θρύλου.
Ας απολαύσουμε από μαρτυρίες μερικές από τις διηγήσεις αυτές.
Το ρεζίλεμα του επάρχου
Ένας από τους φοβερότερους Τούρκους χριστιανομάχους είχε διοριστεί κάποτε έπαρχος στο Σπήλι.
Τις εποχές εκείνες αν ο έπαρχος γινόταν στόχος επιθέσεων ή προκαλούσε τη μήνη εκθέτοντας την αυτοκρατορία με την επιπόλαιη συμπεριφορά του μπορούσε να αντικατασταθεί με συνοπτικές διαδικασίες.
Για καλό και για κακό λοιπόν φρόντιζε κάθε έπαρχος και ιδιαίτερα ο Τούρκος της ιστορίας μας να έχει ισχυρή φρουρά που ήταν διαρκώς σε ετοιμότητα. Όσα μέτρα κι αν πήρε όμως λογάριαζε χωρίς τον Βαβουράκη που είχε καημό να τον ρεζιλέψει. Με ποιο τρόπο όμως;
Δεν άργησε να σκεφτεί κάτι και αμέσως να καλέσει μερικούς ψυχωμένους φίλους του που είχαν το ίδιο πάθος με αυτόν για να ταπεινώσουν τον εχθρό. Αυτοί τον άκουσαν με ενθουσιασμό και δέχτηκαν αμέσως να συμμετέχουν στο σχέδιό του.
Μια βραδιά με καταρρακτώδη βροχή φρόντισε να δανειστεί ρούχα και στιβάνια και κάλεσε τους φίλους του, γιατί έφτασε η μεγάλη στιγμή που από καιρό σχεδίαζαν.
Ο δανεισμός ήταν απαραίτητος για το σχέδιο, γιατί εκείνη την εποχή δεν διέθεταν οι άνθρωποι τη γκαρνταρόμπα των σημερινών δυνατοτήτων.
Πήγαν στο Σπήλι μπαλωτάρησαν καλά καλά το Επαρχείο και μέχρι να καταλάβουν οι φρουροί τι συμβαίνει και να επέμβουν, ο καπεταν Μιχαλης με τους άνδρες του είχαν καταφέρει να διανύσουν την απόσταση των 15 χιλιομέτρων και να επιστρέψουν στην Κρύα Βρύση.
Βοήθησαν οι στενοκοπιές και τα δύσβατα μονοπάτια που ήξεραν καλά οι Κρυοβρυσανοί στο να κλείσουν πίσω τους την πόρτα του σπιτιού τους με ανακούφιση. Γιατί κανένας δεν τους είχε ακολουθήσει.
Η προσβολή στον Έπαρχο δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητη και κυρίως ατιμώρητη. Και δεν άργησαν να αντιληφθούν ποιος έκανε την αποκοτιά αυτή. Σάμπως είχαν πολλοί το θάρρος και την τόλμη του καπετάν Μιχάλη Βαβουράκη;
Δεν έχασαν καιρό. Καβάλα στ’ άλογα έσπευσαν στην Κρύα Βρύση και χτύπησαν την πόρτα του ήρωα με την ηράκλεια δύναμη.
Ατάραχος τους υποδέχτηκε αυτός και μάλλον ενοχλημένος για την αναστάτωση. Εκείνοι χωρίς να χασομερήσουν του είπαν το λόγο που τον υποψιάζονταν και του ζήτησαν να τους ακολουθήσει.
Εκείνος τους κοίταξε με επιτιμητικό ύφος κουνώντας το κεφάλι του με σημασία. Μα ήταν τρελοί; Μπορούσε μια τέτοια νύχτα να κάνει αυτό που τον κατηγορούσαν και να τους υποδέχεται με ρούχα ολόστεγνα που έδειχναν πως δεν είχε βγει ούτε στο κατώφλι του σπιτιού του;
Οι Τούρκοι δεν είχαν καν στοιχεία για να ενοχοποιήσουν επίσημα τον Βαβουρακη. Και γύρισαν πίσω άπρακτοι. Όπως ήταν φυσικό ο έπαρχος όχι μόνο πήρε εκδίκηση για την προσβολή που του έγινε αλλά αντικαταστάθηκε αμέσως.
Σύλληψη επικίνδυνου κακοποιού
Μια άλλη φορά πληροφορήθηκε ότι ένας από τους πιο προκλητικούς κακοποιούς της εποχής κι επικίνδυνος για την τάξη, επίσης μυώδης και ρωμαλέος μαζί με άλλον περιβόητο κακοποιό κοιμόταν απέναντι στην Κρύα Βρύση στη θέση Αρδακτυλινές.
Ο Βαβουράκης δεν μπορούσε να χωνέψει αυτή την πρόκληση. Ανησυχούσε μήπως οι δυο κακοποιοί έβαζαν σε περιπέτεια τους χωριανούς του. Κάλεσε αμέσως μερικούς από τους πιο ψυχωμένους φίλους του, έναν Φωτάκη που ήταν άσσος στο σημάδι, έναν Μαυρομιχελάκη με γάλο παλικάρι κι αυτός κι έναν Κανακάκη επίσης σπουδαίο και δυνατό και τους καθοδήγησε πώς να συλλάβουν τους κακοποιούς.
Λέγεται πως από το κεφάλι του ενός κακοποιού, αυτού με την ηράκλεια δύναμη έγινε τρύπα το χώμα στην προσπάθειά του να αποφύγει τη σύλληψη. Κι όμως οι Κρυοβρυσανοί με το Βαβουράκη τα κατάφεραν και τους οδήγησαν δέσμιους στον Καντή στο Σπήλι.
Για μέρες κουβέντιαζαν κι αυτό το κατόρθωμα ακόμα και στα γύρω χωριά.
Πέρασαν χρόνια και μια μέρα επισκέφθηκε την Κρύα Βρύση ο έπαρχος από το Σπήλι με συνοδό τον κακοποιό με την εξαιρετική δύναμη.
Τον είδε και ο Βαβουράκης κι έγινε θηρίο. Όρμησε πάνω του κι αφού τον έδειρε καλά καλά απαίτησε από τον έπαρχο να τον απομακρύνει διαφορετικά θα γινόταν ένοπλη σύγκρουση. Ο έπαρχος αναγκάστηκε να υπακούσει. Έδιωξε τον κακοποιό που πήγε και περίμενε στη θέση Βίγλα, μέχρι το απόγευμα που τέλειωσε ο έπαρχος τις υποχρεώσεις του και πήρε τον δρόμο της επιστροφής για το Σπηλι.
Άδοξος θάνατος
Κι όμως αυτό το «θηρίο» πέθανε πολύ νέος, μόλις σε ηλικία 37 ετών από πνευμονία.
Είχε παντρευτεί τη Μαρία Φωτάκη και είχε αποκτήσει ένα γιο το Γιώργη ή Ορφανό, λόγω της πρόωρης ορφάνιας του. Θα μας απασχολήσει και αυτός στο μέλλον.
Να ευχαριστήσω για μια ακόμα φορά τον κ. Γιώργη Μαυροτσουπάκη, που γίνεται αφορμή να γνωρίζουμε τόσο σπουδαίους ανθρώπους όπως ο Μιχάλης Βαβουράκης. Ο ήρωας με την ηράκλεια δύναμη και την απροσκύνητη ψυχή.
Ο Μιχάλης Βαβουράκης της τέχνης
Ένας ακόμα σημαντικός άνθρωπος που κοντεύει δυστυχώς να ξεχαστεί είναι ο νεότερος Μιχάλης Βαβουράκης που διακρίθηκε στον τομέα της τέχνης.
Γεννήθηκε στην Πάνω Κρύα Βρύση Αγίου Βασιλείου στις 10 Ιανουαρίου 1948.
Ο πατέρας του ήταν γεωργός και μαραγκός και πέθανε όταν ο Μιχάλης ήταν 20 χρόνων.
Καταγόταν από παραδοσιακή οικογένεια λυράρηδων και ριμαδόρων. Ο ίδιος άρχισε να παίζει λύρα και να ταιριάζει μαντινάδες και ρίμες από τα 15 του χρόνια κι έτσι σιγά σιγά έκανε την εμφάνισή του σε γάμους, πανηγύρια, κρητικά κέντρα και πολιτιστικές εκδηλώσεις.
Ανήσυχο πνεύμα αλλά και πρακτικός νους, συνειδητοποίησε εγκαίρως ότι ο άνθρωπος για να μπορεί να ζει με αξιοπρέπεια θα πρέπει να εξασφαλίζει τις προϋποθέσεις. Να μην κυνηγά απλά το όνειρό του, αδιαφορώντας για το μέλλον. Ένας διαγωνισμός της Τράπεζας Ελλάδος ήταν μια ενδιαφέρουσα πρόκληση κι έσπευσε να δοκιμάσει την τύχη του.
Οι γνώσεις του τελικά ήταν το κλειδί της επιτυχίας του. Ξεκίνησε καριέρα στην Τράπεζα κι ήταν τόσο συνεπής στις υποχρεώσεις του και τόσο αφοσιωμένος στη δουλειά του, ώστε τιμήθηκε τρεις φορές με χρηματικά βραβεία.
Η λύρα όμως ήταν ο μεγάλος του έρωτας. Και της αφιέρωνε το χρόνο που άφηνε ελεύθερο η εργασία του στην Τράπεζα.
Το ταλέντο του δεν περνούσε απαρατήρητο. Και οι προτάσεις με προοπτική διαδέχονταν η μια την άλλη.
Στα 1973, έπαιξε λύρα και τραγούδησε στην εκπομπή του Ραδιοφωνικού Σταθμού Ηρακλείου «Ο Ερωτόκριτος». Το 1975 επίσης έπαιξε λύρα για να χορέψει το Λύκειο Ελληνίδων Ηρακλείου στο Α’ Πανελλήνιο Φεστιβάλ στη Λάρισα όπου και πρώτευσαν.
Το 1982 ήταν από τις πιο δημιουργικές του χρονιές.
Επανεκδίδει την ποιητική του συλλογή βελτιωμένη και εικονογραφημένη.
Ιδρύει σχολή διδασκαλίας της λύρας, ενώ αργότερα με πρόσκληση του διευθυντή του Εθνικού Ωδείου Βύρωνα Κολάση αρχίζει να διδάσκει λύρα στο παράρτημα του Ωδείου στο Ηράκλειο. Αυτό που ήταν αξιοπρόσεκτο στον ταλαντούχο αυτό καλλιτέχνη ήταν το γεγονός ότι αν και αριστερόχειρας έπαιζε με την ίδια άνεση των δεξιόχειρων καλλιτεχνών λυράρηδων.
Σε αναγνώριση των ικανοτήτων του και της προσφοράς του τιμήθηκε από την Παγκόσμιο Οργάνωση Προόδου και Πολιτισμού με χρυσό μετάλλιο και δίπλωμα.
Το 1983 συνθέτει τα πρώτα του ριζίτικα τραγούδια και προκαλεί έντονο ενδιαφέρον στους μουσικούς κύκλους ακόμα και σ’ αυτούς που έχουν συγκεκριμένη άποψη γύρω από το είδος αυτό των τραγουδιών και τη φιλοσοφία του.
Σαν άνθρωπο τον χαρακτήριζε μια μεγάλη ευαισθησία που πολλές φορές του στοίχισε στην προσωπική του ζωή. Δεν άντεχε την αδικία, την αναξιοκρατία, την υποκρισία. Και πολλές φορές έπαιρνε θέση αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Αγωνιστής ενάντια στο τραπεζικό σύστημα αλλά και σε κάθε είδος κοινωνικής ανισότητας αναγκάστηκε από τα γεγονότα να εγκαταλείψει το 1983 τη θέση του στην Τράπεζα.
Ήταν ανθρωπιστής με όλη τη σημασία της έννοιας αυτής και θερμός υποστηρικτής της φιλοσοφικής θεωρίας του Γάλλου φιλοσόφου Μπερξόν συμπυκνωμένη σε μια και μόνο λέξη «κινητοποίηση», ενώ αποδείκνυε πόσο τον είχε επηρεάσει η άποψη του Νίκου Καζαντζάκη ότι είναι «μεγάλη ευθύνη να είσαι κρητικός». Χαρακτηριστικό είναι το περίφημο γνωμικό που έγραψε, τα πέτρινα χρόνια που ζούσε αυτοεξόριστος: «Κανένας Αγώνας Ανέξοδος». Η όλη φιλοσοφία του, περικλειόταν σε τρεις απλές λέξεις: «Σεβασμός στον Άνθρωπο». Γι’ αυτό θεωρούσε φίλο του κάθε «άνθρωπο» που νοιαζόταν για τον «άνθρωπο».
Οι προσωπικές του περιπέτειες αρκετές αλλά ο ίδιος δεν ήθελε ποτέ να μοιράζεται τα συναισθήματά του. Για κανένα λόγο δεν εννοούσε να δεχθεί τον οίκτο ακόμα και τη συμπάθεια των ανθρώπων που τον νοιάζονταν. Αντίθετα μπορούσε να εγκαταλείψει τα πάντα για να στηρίξει με κάθε τρόπο εκείνον που ζητούσε τη βοήθειά του. Κι ενώ ήταν τόσο γεμάτες οι μέρες του πάντα είχε χρόνο για δημιουργική απασχόληση. Γι’ αυτό και το έργο του πολύπλευρο και σημαντικό. Η αξιολόγηση δεν γίνεται από εμάς αλλά από προσωπικότητες του ύψους ενός Γιώργη Καψωμένου καθηγητή Πανεπιστημίου (USA) και ποιητή του αείμνηστου Kimonα Friar, του καθηγητή Πανεπιστημίου και συγγραφέα Ερατοσθένη Καψωμένου, του κορυφαίου Στυλιανού Αλεξίου, του αναπληρωτή καθηγητή Πανεπιστημίου Βασίλη Μακράκη, του διδάκτορα Πανεπιστημίου και συγγραφέα Μπάμπη Δερμιτζάκη, του τ. Πρύτανη Πανεπιστημίου Κρήτης και Ακαδημαϊκού Μανούσου Μανούσακα, του Γιάννη Μαρκόπουλου, του επίτιμου μουσικολόγου της Ακαδημίας Αθηνών Σπύρου Περιστέρη, του Εθνικομουσικολόγου καθηγητή Πανεπιστημίου αείμνηστου Γιώργη Αμαργιανάκη, του τ. πρόεδρου του Πανελληνίου Συλλόγου καθηγητών Μουσικής και συγγραφέα Γιάννη Μανιουδάκη, της καθηγήτριας στο Πανεπιστήμιο York University – Faculty Of Fine Arts του Καναδά Vera Frenkel, τoυ καθηγητή πανεπιστημίου Rijksuniversity – Gent L. De Lannoy, του συνθέτη μαέστρου και συγγραφέα Chris A. Costantakos Ph. D. (USA) και πολλών άλλων.
Από το 1981 αρχίζει να μας παρουσιάζει συγγραφικό και ερευνητικό έργο όπως τη «Μέθοδο κρητικής λύρας», που εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην ιστορία της μουσικής λαογραφίας, τη συλλογή «Κρητικές Μαντινάδες και ρίμες» που είναι μέσα στο πνεύμα της παράδοσης με έκφραση, θέματα και μοτίβο λαϊκά και παρουσιάζει μια άλλη ιδιότητα κατασκευάζοντας με παραδοσιακό τρόπο την πρώτη του λύρα.
Η έρευνα τον συναρπάζει. Έτσι δημιουργεί ένα εργαστήρι όπου ασχολείται εντατικά με τον τομέα αυτό. Προχωρεί σε σημαντικές αναφορές που ξαφνιάζουν γύρω από την πρακτική και αισθητική πλευρά της λύρας, όσο και τον επιστημονικό τρόπο κατασκευής. Στον τομέα της Οργανοποιίας μάλιστα, προχώρησε σε πρωτοποριακές βελτιώσεις στη λύρα, στο λαούτο και στο βιολί που είναι αναγνωρισμένες Παγκόσμια. Πόσοι το ξέρουν αλήθεια;
Οι σημαντικοί σταθμοί της ζωής του ακολουθούν την παρακάτω χρονολογική σειρά:
Το 1977 γράφεται στο Ωδείο Ηρακλείου «Απόλλων».
Το 1981 εκδίδει το βιβλίο «Μέθοδος Κρητικής Λύρας», ηχογραφεί το πρώτο του Μουσικό Έργο και κερδίζει το Α’ Βραβείο σε διαγωνισμό μαντινάδας στην Αθήνα. Το 1981 και 1982 του απομένονται από το υπουργείο Εμπορίου αντίστοιχα δύο διπλώματα Ευρεσιτεχνίας. Το 1982 επίσης τιμήθηκε από την Παγκόσμια Οργάνωση Προόδου και Πολιτισμού με Χρυσό Μετάλλιο και Δίπλωμα. Έχει τιμηθεί από τον Σύλλογο Φίλων Κρητικής Μουσικής Ηρακλείου, από το Σύλλογο Πολιτιστικής Αναπτύξεως Ηρακλείου, από τον Σύλλογο Αμαριωτών Ηρακλείου και από τον Δήμο Ρεθύμνης. Έχει πάρει μέρος το 1994 σε Παγκόσμιο Φεστιβάλ Μουσικής στη Σουηδία με το βετεράνο του λαούτου κ. Γιάννη Μαρκογιαννάκη και στην Ιταλία με το γνωστό χορευτικό συγκρότημα: «Σταυραετοί της Κρήτης».
Μετά από τις προτροπές φίλων του, αλλά και τις έντονες πιέσεις βιβλιοπωλών, τόλμησε ύστερα από δέκα ολόκληρα χρόνια και την τρίτη έκδοση της ποιητικής του συλλογής με το νέο τίτλο «Κρητικές μαντινάδες, ρίμες και ριζίτικα». Με την ευκαιρία αυτή αναφέρει ότι το πρώτο «Ριζίτικο τραγούδι» το εμπνεύστηκε στο Ηράκλειο στις 25.7.1983 και ήταν αφιερωμένο στο μεγάλο εθνάρχη της Ελλάδας, αείμνηστο Ελευθέριο Βενιζέλο. Σ’ αυτή περιλαμβάνεται ένα μέρος μόνο από τα ριζίτικα που είχε γράψει, γιατί τα υπόλοιπα, κατά τη γνώμη του, δεν ενδιέφεραν το πλατύ αναγνωστικό κοινό. Άποψη που δεν συμμερίστηκε κανένας από τους θαυμαστές του έργου του.
Η αξιολόγηση και ταξινόμηση των μαντινάδων του βιβλίου έγινε από τους Ερατοσθένη Γ. Καψωμένο, καθηγητή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, και Θεόδωρο Στ. Πελαντάκη, εκλεκτό ερευνητή και συγγραφέα. Ίσως και μόνο το γεγονός ότι ο κ. Πελαντάκης ασχολήθηκε με το έργο του Βαβουράκη σημαίνει πολλά. Γιατί ο σημαντικός αυτός άνθρωπος του πνεύματος ασχολείται με αυτού του είδους τις δραστηριότητες μόνο αν πιστεύει και ο ίδιος ότι αξίζει να διαθέσει χρόνο. Ο Μιχάλης Βαβουράκης δεν ήταν μόνο ο εμπνευσμένος μύστης της ποιητικής και μουσικής μας παράδοσης, αλλά και ο αγωνιστής, που με κίνδυνο της ζωή του, είχε δώσει ένα σωρό άνισες και σκληρές μάχες, για το ηθικό και πνευματικό ανέβασμα του ανθρώπου. Γιατί είχε πάντα πρότυπο τον πατέρα του έναν σπουδαίο άνθρωπο που αποδέχονταν ακόμα κι εκείνοι που είχαν διαφορές μαζί του. Ένα σπάνιο άνθρωπο που συνήθιζε να λέει «Σ’ έναν άνθρωπο που δεν μπορείς να κάνεις καλό μην κάνεις ούτε κακό…». Κι ο Μιχάλης το τηρούσε αυτό με θρησκευτική ευλάβεια.
Πηγές:
Κρύα Βρύση: Οι παλιοί Α(ν)θρώποι. Επιμέλεια Γιώργου Μαυροτσουπάκη
Μαρτυρίες: Νίκος Βαβουράκης (Τερζίνης)
Ζαχαρίας Ασουμανάκης
Γεώργιος Σ. Βαβουράκης
Κρήτη Αφιέρωμα