Της ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ ΤΣΟΥΡΑ*
Εάν οι άνθρωποι κληθούν να σκεφτούν αυθόρμητα, μια εικόνα που ορίζει την λέξη «εξαρτημένος», θα παρατηρήσουμε πως οι συνήθεις αναπαραστάσεις τους για την εξάρτηση, είναι εικόνες τοξικομανών που γυρίζουν στις πιάτσες, αλκοολικών που πίνουν για να λειτουργήσουν ή ίσως ανθρώπων που ξημεροβραδιάζονται στις λέσχες. Γενικά άνθρωποι με συμπεριφορές προβληματικές και αδύναμοι. Η αλήθεια όμως είναι, ότι ανθρώπους εξαρτημένους από ουσίες ή από κάποιες άλλες συμπεριφορές, συναντάμε συχνά ανάμεσά μας. Συνήθως είναι υπεράνω υποψίας, καταξιωμένοι κοινωνικά και επαγγελματικά, άνθρωποι που και οι ίδιοι, ίσως να μην έχουν αντιληφθεί ότι αντιμετωπίζουν πρόβλημα εξάρτησης.
Έρευνες των τελευταίων δεκαετιών έδειξαν ότι εξάρτηση δεν προκαλείται μόνο από ψυχοδραστικές ουσίες, άλλα παρόμοια συμπτώματα και προβλήματα εθισμού μπορούν να εμφανίσουν και άλλες συνήθειες όπως ο τζόγος, το διαδίκτυο, η υπερβολική κατανάλωση φαγητού, η σεξουαλική δραστηριότητα κ.α. Το αλκοόλ για πολλούς, είναι απλά απόλαυση και ένα μέσο κοινωνικής αλληλεπίδρασης. Το διαδίκτυο, για κάποιους άλλους, αποτελεί ένα εδραιωμένο μέσο ενημέρωσης και ψυχοδραστικές ουσίες, όπως τα οπιοειδή ή τα αγχολυτικά, είναι σίγουρα απαραίτητες στον ιατρικό χώρο. Στη φύση του ανθρώπου είναι να αναζητά την ανταμοιβή, την ευχαρίστηση και την απόλαυση. Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν μια ευχάριστη εμπειρία με μια ουσία ή μια συμπεριφορά, αλλά δεν εξαρτώνται απαραίτητα από αυτή. Ο άνθρωπος μπορεί να κάνει κατάχρηση ουσιών είτε για να νιώσει καλά, να έχει ευφορία, να διαχειριστεί δύσκολα συναισθήματα, όπως άγχος, ανησυχία, κατάθλιψη, απειλή, ψυχικό πόνο, είτε για να ανακουφιστεί από ανάλογες δυσάρεστες καταστάσεις που του προκαλεί υστέρηση.
Η εξάρτηση από μια ουσία ή μια συμπεριφορά είναι μια προοδευτική διαδικασία. Αρχικά το άτομο δοκιμάζει και κάνει περιστασιακή χρήση. Αυτή η εκούσια και ελεγχόμενη χρήση ή συμπεριφορά, με την συνεχιζόμενη επανάληψη μπορεί να εξελιχθεί σε προβληματική -καταναγκαστική συμπεριφορά, να χαθεί ο έλεγχος και να υπάρχει δυσκολία στην διακοπή, παρά τις υπάρχουσες ανεπιθύμητες συνέπειες κι επιπτώσεις.
Νευροεπιστημονικές – βιοϊατρικές μελέτες υποστηρίζουν, ότι η εξάρτηση είναι μια χρόνια υποτροπιάζουσα εγκεφαλική νόσος. Έχουν παρατηρηθεί αλλαγές στη δομή και στη λειτουργία του εγκεφάλου. Η χρήση ουσιών διεγείρει το σύστημα ανταμοιβών ή αλλιώς το κέντρο ευχαρίστησης του εγκεφάλου, περισσότερο από τις φυσιολογικές απολαύσεις, όπως είναι η τροφή, το νερό και το σεξ. Ο εγκέφαλος συνδυάζει την δραστηριότητα αυτή με συναισθήματα ευφορίας και ευχαρίστησης και οδηγεί το άτομο στην επανάληψη της χρήσης ή της συμπεριφοράς, κάνοντας όλο και πιο έντονη, αυτή του, την επιθυμία. Η μνήμη του εθισμού που διαθέτει ο εγκέφαλος μπορεί να οδηγήσει σε υποτροπές ακόμα και μετά από χρόνια.
Οι λόγοι που κάποιος εξαρτάται είναι πολλοί και αλληλένδετοι. Η εξάρτηση σήμερα θεωρείται ένα πολυπαραγοντικό φαινόμενο. Η μετάβαση από την δοκιμή και την ψυχαγωγική χρήση στην κατάχρηση και την εξάρτηση καθορίζεται από βιολογικούς, γενετικούς, ψυχολογικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες. Ενδεικτικά παίζουν σημαντικό ρόλο η κληρονομικότητα, οι ψυχιατρικές διαταραχές, τα κοινωνικά και πολιτισμικά πρότυπα, τα ΜΜΕ, η στάση και οι διαμορφωμένες πεποιθήσεις, η επίδραση ομοτίμων, η οικογένεια, η προσωπικότητα, η χαμηλή αυτοεκτίμηση, οι δεξιότητες διαχείρισης προβλημάτων, το στρες και άλλα.
Ο πολυπαραγοντικός και πολυδιάστατος χαρακτήρας του φαινομένου της εξάρτησης οδηγεί στην θεώρηση, ότι η αντιμετώπιση πρέπει να είναι ολιστική και η θεραπεία πρέπει να ανταποκρίνεται στις πολλαπλές και ιδιαίτερες ανάγκες του ατόμου και όχι να επικεντρώνεται μόνο στη χρήση. Οι άνθρωποι που αντιμετωπίζουν προβλήματα εξάρτησης χρειάζονται βοήθεια σε βιολογικό-οργανικό, κοινωνικό και ιδιαίτερα σε ψυχολογικό επίπεδο.
Ο ψυχολόγος μπορεί να βοηθήσει στην κινητοποίηση, στην ενδυνάμωση κινήτρου του ατόμου για αποχή από την ουσία ή την εξαρτητική συμπεριφορά. Σε μια σχέση ασφάλειας και εμπιστοσύνης, το άτομο με πρόβλημα εξάρτησης μπορεί να εξερευνήσει με τον ψυχολόγο σε βάθος, το πως γεννήθηκε και αναπτύχθηκε η εξάρτηση και ποιες στρατηγικές θα τον βοηθήσουν να απαλλαγεί. Μπορεί να κατανοήσει τις συναισθηματικές δυσκολίες, να αναγνωρίσει τα μη λειτουργικά πρότυπα συμπεριφοράς και σκέψης, να αποκτήσει κοινωνικές και διαπροσωπικές δεξιότητες (π.χ. λειτουργικούς τρόπους επικοινωνίας, επίλυσης συγκρούσεων, αντιμετώπισης κρίσεων) και να προλαμβάνει υποτροπές. Δουλεύοντας θεραπευτικά μπορεί να ανακαλύψει τις δυνάμεις του, να αποκτήσει αίσθημα επάρκειας, να διαμορφώσει και να παγιώσει μια νέα συμπεριφορά, μια νέα ταυτότητα, μια ζωή χωρίς εξάρτηση.
Στο χώρο της αντιμετώπισης της εξάρτησης φαίνεται να είναι ιδιαίτερα σημαντικό για την θετική έκβαση της προσπάθειας, να υπάρχει ένας συνδυασμός παρέμβασης και υπηρεσιών. Κάθε περίπτωση είναι μοναδική και χρειάζεται να καλυφθεί πλήθος αναγκών του ατόμου. Απεξάρτηση δεν είναι απλά η διακοπή της χρήσης, αλλά η βελτίωση και η ισορροπία νου, ψυχής και σώματος σε σχέση με όλες τις πτυχές της ζωής του ανθρώπου.
* Η Βασιλική Τσουρά είναι ψυχολόγος, υπεύθυνη Εκπαιδευτικών Δράσεων ΟΚΑΝΑ Περιφέρειας Κρήτης-Μονάδα Θεραπείας Εξαρτήσεων ΟΚΑΝΑ Ρεθύμνου
(Το παραπάνω κείμενο είναι η εισήγησή της στην Εσπερίδα του Συλλόγου Ψυχολόγων Ρεθύμνου που πραγματοποιήθηκε στο Ρέθυμνο, στο Σπίτι του Ρεθύμνου, στις 31 Οκτωβρίου 2018).