Σημαντικά στοιχεία σχετικά με τις καταστροφικές συνέπειες των ακραίων καιρικών φαινομένων τόσο σε πανελλαδικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο Κρήτης, την τελευταία 20ετία, παρουσίασε πρόσφατα η Ερευνήτρια στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, Ινστοιτούτου Ερευνών, Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης για τα ακραία καιρικά φαινόμενα, Βάσω Κοτρώνη, σε εκδήλωση που πραγματοποίησε στο Ρέθυμνο η δημοτική παράταξη «Οι πολίτες μπροστά-ένας δήμος για όλους».
Πλημμύρες, καύσωνες και κυρίως δασικές πυρκαγιές, βρέθηκαν στο επίκεντρο της αναφοράς της ερευνήτριας, φαινόμενα που όπως είπε παρατηρούνται σε παγκόσμιο επίπεδο, απασχολούν την χώρα μας, απασχολούν την Κρήτη και το Ρέθυμνο και θα μας απασχολήσουν ακόμη περισσότερο στο μέλλον, ενώ προειδοποίησε για την ανάγκη λήψης μέτρων πρόληψης για τα προσεχή έτη, έτσι ώστε να περιοριστεί η επικινδυνότητα των φαινομένων αυτών που τα τελευταία χρόνια είχαν ως συνέπεια την απώλεια ανθρώπινων ζωών, την καταστροφή περιουσιών και χιλιάδων στρεμμάτων πράσινου και καλλιεργήσιμης γης.
«Τα ακραία καιρικά φαινόμενα από τις πλημμύρες ως τους καύσωνες και τις δασικές πυρκαγιές, φαινόμενα τα οποία έχουν προκαλέσει φυσικές καταστροφές σε παγκόσμιο επίπεδο και τα οποία μας απασχολούν το τελευταίο διάστημα όλο και πιο συχνά, θα μας απασχολήσουν στο μέλλον ακόμα περισσότερο.
Οι φυσικές καταστροφές που σχετίζονται με τον καιρό σε παγκόσμιο επίπεδο από το 1980 έως το 2020, δηλαδή στα πρόσφατα 41 χρόνια, έχουν προκαλέσει απώλειες πάνω από 1 εκατομμύριο ανθρώπινων ζωών. Οι ετήσιες οικονομικές απώλειες παρουσίασαν αυξητική τάση μέσα στο συγκεκριμένο διάστημα και συνολικά ξεπέρασαν τα 4 τρισεκατομμύρια $.
Σε ανάλυση που έχει πραγματοποιήσει η μονάδα meteo του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών για τα τελευταία 21 χρόνια, από το 2000 έως το 2020, παρότι δεν αναλύθηκαν οικονομικά στοιχεία αλλά αποτυπώθηκε και αναλύθηκε ο αριθμός των έντονων καιρικών φαινομένων που έχουν προκαλέσει επιπτώσεις στην Ελλάδα, παρατηρούμε επίσης ότι υπάρχει μία αύξηση από έτος σε έτος την συγκεκριμένη περίοδο. Αν θέλουμε να κοιτάξουμε δε πώς κατανέμονται αυτά τα έντονα καιρικά φαινόμενα σε επίπεδο χώρας, παρατηρούμε ότι τα περισσότερα από αυτά έχουν πλήξει την Αττική και την Θεσσαλονίκη, καθώς είναι περιοχές πιο ευάλωτες λόγω και της πυκνότητας του πληθυσμού τους.
Σε επίπεδο Κρήτης και συγκεκριμένα το διάστημα από το 2000 έως το 2020 έχουμε καταγράψει 15 επεισόδια έντονων καιρικών φαινομένων που έχουν προκαλέσει επιπτώσεις, εκ των οποίων 11 αφορούν σε πλημμύρες και 4 σε ανεμοθύελλες. Τα έντονα καιρικά φαινόμενα έχουν προκαλέσει επίσης εκτός από καταστροφή σε υποδομές, και απώλειες ανθρώπινων ζωών. Στην Κρήτη το διάστημα 2000-2020 οι ανθρώπινες απώλειες κατανέμονται ως εξής: 5 στα Χανιά, 2 στο Ρέθυμνο, 7 στο Ηράκλειο και 2 στο Λασίθι» ανέφερε η κ. Κοτρώνη.
Οι μεγάλες δασικές πυρκαγιές την περίοδο 2000-2020
Ειδική αναφορά έκανε η ερευνήτρια στις μεγάλες δασικές πυρκαγιές που έχουν σημειωθεί την τελευταία 20ετία στην χώρα μας, που έχουν αποτεφρώσει εκατομμύρια στρέμματα και παρουσίασε επίσης τα στοιχεία για την ίδια περίοδο που αφορούν τις πυρκαγιές σε επίπεδο Κρήτης και σε επίπεδο νομού Ρεθύμνου, λέγοντας ότι:
«Η ανάλυση των μεγάλων δασικών πυρκαγιών για το διάστημα 2000-2020 που πραγματοποιήθηκε επίσης από τη μονάδα meteo του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, καταδεικνύει ότι στο διάστημα αυτό έχουν καταγραφεί 983 μεγάλες δασικές πυρκαγιές στην χώρα, και όταν λέμε μεγάλες δασικές πυρκαγιές εννοούμε αυτές που έχουν κάψει παραπάνω από 500 στρέμματα. Οι πυρκαγιές αυτές έχουν κάψει περίπου 4.800.000 στρέμματα, ενώ έχουν προκαλέσει και θανάτους. Να σημειώσουμε εδώ τις πολύνεκρες πυρκαγιές πρώτον στο Μάτι το 2018 με 104 θανάτους και δεύτερον στην Ηλεία το 2007 με 84 θανάτους.
Σε επίπεδο Κρήτης για το ίδιο διάστημα έχουν σημειωθεί 68 μεγάλες δασικές πυρκαγιές, εκ των οποίων 21 στο Ρέθυμνο και αυτές οι πυρκαγιές έχουν κάψει 138.000 στρέμματα εκ των οποίων περίπου 44.000 στρέμματα αφορούν στο νομό Ρεθύμνου».
Στο ερώτημα εάν η κλιματική αλλαγή ευθύνεται για αυτά τα ακραία καιρικά φαινόμενα, η κ. Κοτρώνη απάντησε ότι: «Οι επιστημονικές εργασίες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι πολλά ακραία καιρικά φαινόμενα των τελευταίων ετών δεν θα είχαν την ένταση ή τη διάρκεια που έχουν χωρίς την συνεισφορά της παγκόσμιας υπερθέρμανσης».
Δυσοίωνα τα μελλοντικά καλοκαίρια λόγω της κλιματικής αλλαγής
Η ερευνήτρια του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών αναφέρθηκε στα φαινόμενα καύσωνα που σημειώθηκαν την τελευταία πενταετία στην Ελλάδα, με αποκορύφωμα το φετινό καλοκαίρι, σημειώνοντας ότι καύσωνας και δασικές πυρκαγιές έχουν σχέση μεταξύ τους. Επεσήμανε τις σοβαρές και πολυεπίπεδες συνέπειες του φαινομένου στην υγεία αλλά και στην οικονομική ζωή της χώρας. Παράλληλα, όπως είπε, είναι δυσοίωνες οι προβλέψεις για τα μελλοντικά καλοκαίρια, γι’ αυτό και είναι επιτακτική η ανάγκη και σε τοπικό επίπεδο να ληφθούν μέτρα, ώστε να περιοριστεί η επικινδυνότητα των ακραίων καιρικών φαινομένων.
«Το φετινό καλοκαίρι, του 2021, είχε μία συμπεριφορά ακραία αναφορικά με τις θερμοκρασίες και τις εκτάσεις που κάηκαν από τις δασικές πυρκαγιές και μας δίνει μία εικόνα του πως θα είναι τα καλοκαίρια του μέλλοντός μας, στο πλαίσιο ενός κλίματος που αλλάζει. Μελετώντας τον αριθμό των επεισοδίων καύσωνα τα τελευταία 40 χρόνια στην Ελλάδα παρατηρούμε ότι από τους 11 καύσωνες που σημειώθηκαν οι πέντε αφορούν στην τελευταία δεκαετία.
Επίσης το φετινό καλοκαίρι πρέπει να πούμε ότι σημειώθηκαν δύο επεισόδια καύσωνα διάρκειας 11 ημερών το καθένα: από 22/6 έως 2/7 το πρώτο και από 27/7 ως 6/8 το δεύτερο. Δηλαδή το φετινό καλοκαίρι είχαμε 22 μέρες καύσωνα και είναι το μεγαλύτερο διάστημα που έχουμε παρατηρήσει με αμέσως προηγούμενο το 2007 που είχαμε δύο επεισόδια καύσωνα από 10 ημέρες το καθένα δηλαδή 20 μέρες με χαρακτηριστικά καύσωνα. Οι καύσωνες λοιπόν στην Ελλάδα έχουν αυξηθεί σε αριθμό τις τελευταίες δεκαετίες» τόνισε η κ. Κοτρώνη.
Ποιες είναι οι επιπτώσεις ενός κύματος καύσωνα; Σύμφωνα με την ερευνήτρια: «Έχουμε σημαντικές επιπτώσεις στην υγεία κατά πρώτον, καθώς τα παρατεταμένα κύματα καύσωνα προκαλούν αναπνευστικά και καρδιαγγειακά προβλήματα και καταπόνηση του ευπαθούς πληθυσμού.
Υπάρχουν επίσης επιπτώσεις στα θαλάσσια οικοσυστήματα, καθώς η θερμοκρασία της επιφάνειας της θάλασσας αυξάνεται σημαντικά και σημειώνεται καύσωνας θάλασσας. Για παράδειγμα, ως αποτέλεσμα του φετινού καύσωνα και της αύξησης της θερμοκρασίας στην επιφάνεια της θάλασσας, είχαμε καταστροφές στις καλλιέργειες μυδιών στο Θερμαϊκό.
Οι καύσωνες επίσης προκαλούν επιπτώσεις στην γεωργία, κι έχει αναφερθεί ήδη επίπτωση στην παραγωγή σταφυλιού τόσο βρώσιμου όσο και για οινοποίηση και στην Κρήτη λόγω του παρατεταμένου φετινού καύσωνα.
Τέλος οι καύσωνες αυξάνουν σημαντικά την ποσότητα ξερής καύσιμης ύλης με συνέπεια την αύξηση του κινδύνου εξάπλωσης δασικών πυρκαγιών. Πράγματι φέτος είχαμε ένα πάρα πολύ μεγάλο αριθμό δασικών πυρκαγιών που έκαψαν πολύ μεγάλες εκτάσεις με μεγαλύτερη τη δασική πυρκαγιά στην Εύβοια, η οποία έκαψε το ένα τρίτο της δασικής έκτασης του νησιού. Φέτος το καλοκαίρι οι εκτάσεις που κάηκαν ως τώρα είναι κατά ~540 % μεγαλύτερες από το μέσο μέγεθος εκτάσεων που καίγονται κάθε καλοκαίρι.
Ένα άλλο ρεκόρ του φετινού καλοκαιριού ήταν και η μέση έκταση που κάηκε ανά δασική πυρκαγιά στην Ελλάδα, που το 2021 ήταν περίπου 19.000 στρέμματα, έκταση ρεκόρ συγκρινόμενη με τη μέση έκταση ανά δασική πυρκαγιά που κάηκε στις γειτονικές χώρες όπως στην Τουρκία, στην Κύπρο, στην Ιταλία με κοντινές κλιματολογικές συνθήκες προς εμάς».
Καταλήγοντας την ανάλυσή της η κ. Κοτρώνη, τόνισε:
«Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, τα έντονα καιρικά φαινόμενα με επιπτώσεις την αυξητική τους τάση τα τελευταία χρόνια, αντιλαμβανόμαστε ότι είναι πολύ σημαντικό να γίνουν προσπάθειες σε τοπικό επίπεδο, ώστε η επικινδυνότητα των φαινομένων αυτών να περιοριστεί. Η επικινδυνότητα των φαινομένων εξαρτάται από το μετεωρολογικό κίνδυνο αλλά επίσης και από την ευπάθεια των περιοχών και την έκθεση των ανθρώπων στα έντονα καιρικά φαινόμενα. Γεωχωρικά, περιβαλλοντικά, δημογραφικά στοιχεία, συντελούν στην ικανότητα αντιμετώπισης των έντονων καιρικών φαινομένων».
Να σημειωθεί ότι ο Δήμος Ρεθύμνης ξεκινά ένα πρόγραμμα σε συνεργασία με το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, που θα συμβάλλει στην προσπάθεια ελάττωσης της επικινδυνότητας των έντονων καιρικών φαινομένων μέσω της βελτίωσης παρακολούθησης και πρόγνωσης των μετεωρολογικών κινδύνων και της βελτίωσης της πληροφόρησης αρχών και των πολιτών.