Μερικές ακόμα άγνωστες πτυχές από το δράμα της Αρκαδικής Εθελοθυσίας παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον.
Ο τακτικός στρατός των Τούρκων που με το Μουσταφά πασά αποσκοπούσε στην άλωση του Μοναστηριού είχε πολύτιμο σύμμαχο τον ομοεθνή όχλο του Ρεθύμνου.
Αυτόν είχε αναλάβει να ξεσηκώνει συστηματικά εναντίον των Χριστιανών ο επικεφαλής της Ισλαμικής αίρεσης των Μεβλεβίδων ονόματι Μπαμπάς.
Ο Μπαμπάς και οι μοναχοί του ήταν απομονωμένοι σε ένα περιφραγμένο χώρο με πολεμίστρες που θα πρέπει να ήταν κοντά στο κτήριο του παλιού Ορφανοτροφείου (εκεί που στεγάζεται σήμερα το Μουσικό Γυμνάσιο).
Ο ηγέτης αυτός των Μεβλεβίδων χωρίς να μετακινείται, αφού απαγόρευε κάθε επαφή με τον κόσμο η αίρεσή του είχε καταφέρει να «φωτιάζει» σε βαθμό μανίας τους Τουρκοκρητικούς της πόλης και να τους στρέφει εναντίον των Χριστιανών.
Κι αφού τα κατάφερνε σε καιρούς που επικρατούσε ηρεμία φανταζόμαστε τι κατάφερε όταν μαθεύτηκε ο εγκλεισμός των αγωνιστών στο Αρκάδι.
Σαν φλόγα στα ξερόφυλλα λειτούργησε ο διχαστικός του λόγος.
Η ομάδα των Τουρκοκρητικών που πορεύτηκε στο Αρκάδι για να τιμωρήσει τους επαναστάτες βρήκε στο δρόμο πρόθυμους συνοδοιπόρους από τα γύρω χωριά. Έτσι κάπου 2500 – 3000 ήταν αυτοί που έφθασαν πρώτοι στον Κορρέ από όπου και προσπαθούσαν με ομοβροντίες να τρομοκρατήσουν τους ελεύθερους πολιορκημένους της Ιεράς Μονής.
Αυτοί όταν έπεσε το μοναστήρι και μπήκαν μέσα κατευθύνθηκαν στην Τραπεζαρία του μοναστηριού όπου είχαν ταμπουρωθεί οι εναμείναντες αγωνιστές και τους καλούσαν να παραδοθούν κάποιους μάλιστα και ονομαστικά. Μια λεπτομέρεια με ιδιαίτερη σημασία που θα μπορούσε να σημαίνει και κλείσιμο «λογαριασμών».
Αυτός ο άτακτος στρατός πήρε το κεφάλι του Ηγουμένου και το λοιδορούσε.
Ο σπόρος του Μπαμπά είχε βρει πρόσφορο έδαφος.
Ο ηγέτης αυτός των Μεβλεβίδων ζούσε κι όταν το Ρέθυμνο ανάσανε από τον τουρκικό ζυγό.
Τόση δε ήταν η οργή του κατά την αποχώρηση ώστε ανεβαίνοντας σε μια άμαξα που θα τον έπαιρνε από την πόλη είχε κουκουλωθεί καλά με μια βαριά βελέντζα, ώστε να μη δει τη σημαιοστολισμένη πόλη που πανηγύριζε.
Τα στοιχεία αυτά μας διέσωσε ο Παύλος Κεδραίος. Ήταν ο δάσκαλος και λογοτέχνης Χάρης Σαριδάκης, πρώην διευθυντής του Ορφανοτροφείου, ο οποίος κάποτε σε συνεργασία με το στρατό είχε καταφέρει να οργανώσει και αναπαράσταση στις εκδηλώσεις της Ιεράς Μονής Αρκαδίου και μάλιστα με μεγάλη επιτυχία.
Στην όλη διοργάνωση είχαν πάρει μέρος από τα γύρω χωριά και δεκάδες εθελοντών.
Μια φοβερή εμπειρία
Μετά το τέλος της πολιορκίας του Αρκαδίου ο πρώτος που βρέθηκε στο χώρο αμέσως μετά τα γεγονότα ήταν ο γιατρός Ιωάννης Νικ. Δάνδολος γόνος παλιάς βενετοκρητικής οικογένειας.
Σ’ αυτόν έλαχε το θλιβερό καθήκον να τον επιστρατεύσουν οι Τούρκοι και να τον οδηγήσουν στο Αρκάδι για να περιθάλψει τους τραυματίες τους.
Ήταν οι γνώσεις του και η φήμη που είχε αποκτήσει αν και νέος σχετικά που τον έφεραν στην τόσο δύσκολη αυτή θέση.
Αυτά που είδε δεν περιγράφονται. Μετά βίας διατήρησε την ψυχραιμία του
Το θέαμα των σε διαδικασία σήψης πτωμάτων, η αφόρητη δυσωδία που επικρατούσε ανακατεμένη με τη μυρωδιά του μπαρουτιού σημάδεψε τη μνήμη του γιατρού μέχρι το τέλος της ζωής του. Κι αυτό που ανέφερε συχνά ήταν πως μπαίνοντας στο Αρκάδι τα μποτίνια του βυθίστηκαν κυριολεκτικά στο αίμα.
Η Αρκαδική Εθελοθυσία που συγκλόνισε την οικουμένη ήταν φυσικό να μην αφήσει ασυγκίνητους τους Κρήτες που έμεναν στην άλλη Ελλάδα. Ιδιαίτερα τους εγκατεστημένους στο Ναύπλιο και στο Άργος. Αυτοί στις 4 Δεκεμβρίου 1866 συγκεντρώθηκαν και τέλεσαν μνημόσυνο στον ναό του Αγίου Νικολάου.
Δυο βδομάδες αργότερα και συγκεκριμένα στις 18 Δεκεμβρίου τελέστηκε μνημόσυνο και στο Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών.
Συνδυασμό θρησκευτικής τελετής και πολιτιστικής εκδήλωσης έχουμε το 1883 στην ελεύθερη Αθήνα. Στο μνημόσυνο παραβρέθηκε και σύσσωμη η κρατική πολιτεία Παρέστη σ’ αυτό και ο Πάνος Κορωναίος.
Το ίδιο βράδυ στο Δημαρχείο Αθηνών που είχε σημαιοστολιστεί και είχε διακοσμηθεί με συνθέσεις από μυρτιές τελέστηκε και πολιτικό μνημόσυνο με ομιλίες, ποιήματα από 20 παιδιά σχετικά με την Κρήτη με συμμετοχή της μπάντας του πυροβολικού.
Στα 1884 οι Ρεθεμνιώτες αυτή τη φορά, αψηφώντας την τουρκική κατοχή αποφασίζουν να κάνουν επίσημο μνημόσυνο για τα θύματα της Αρκαδική εθελοθυσίας. Στις 8 Νοεμβρίου λοιπόν, μισή ώρα μετά τη Θεία Λειτουργία χτύπησαν πένθιμα οι καμπάνες καλώντας και όσους δεν είχαν πάει να εκκλησιαστούν για το μνημόσυνο. Έγινε το ίδιο απόγευμα και εκδήλωση στο Γυμνάσιο Αρρένων. Δηλαδή στη μετέπειτα αίθουσα των Τριών Ιεραρχών που γειτνίαζε με το Μητροπολιτικό Ναό και κατεδαφίστηκε το 1962.
Το παράτολμο της υπόθεσης είναι ότι η αίθουσα είχε μια έντονη επαναστατική ατμόσφαιρα. Πίσω στην έδρα ήταν οι εικόνες του ηγουμένου Γαβριήλ, των βασιλέων Γεωργίου και Όλγας, του απαγχονισμένου πατριάρχη Γρηγορίου του Ε και άλλες από το αρκαδικό δράμα με δάφνινα πλαίσια.
Εκδηλώσεις οργάνωσε στο μοναστήρι και ο ηγούμενος Γαβριήλ Μαναρής ο μόνος διπλωματούχος θεολόγος που πέρασε από το Μοναστήρι. Συγκλονιστική λεπτομέρεια είναι ότι μετά το μνημόσυνο στην εκκλησία σχηματίστηκε πομπή έτσι όπως γίνεται και σήμερα που κατέληξε στο σημερινό οστεοφυλάκιο.
Επικεφαλής της πομπής ήταν ο διασωθείς αγωνιστής Νικόλαος Βενιανάκης από τα Χάρκια.
Η αδιάφορη στάση που τήρησαν οι κατακτητές ενθάρρυνε τους Ρεθεμνιώτες για μια πιο επίσημη διοργάνωση το 1885 από το σύλλογο ΜΟΥΣΑΙ.
Το πρόγραμμα που υπάρχει στη Δημόσια Βιβλιοθήκη αναγράφεται ολόκληρο και στο βιβλίο του εκλεκτού συγγραφέα και ερευνητή Νίκου Δερεδάκη με τίτλο ΑΡΚΑΔΙ -150 χρόνια εορτασμών.
Τώρα οι Τούρκοι δεν μπορούσαν να παρατηρούν απαθείς τις εξελίξεις.
Ο Εσάτ ένας διοικητής που επρόκειτο να μετατεθεί πρόλαβε να προειδοποιήσει και να συστήσει να αποφύγουν εκδηλώσεις στο μοναστήρι.
Αυτό επίσημα πια το απαίτησε ο διάδοχός του καλώντας μάλιστα το Μητροπολίτη Ιερόθεο που κράτησε μια λεβέντικη στάση. Με το δικό του τρόπο μάλιστα κατάφερε να αποφύγει τη δική του μετάβαση στο Διοικητήριο που ήταν βέβαια επιβεβλημένη σε ένα καθεστώς ξένης κατοχής. Ζήτησε μάλιστα στο εξής κάθε απαίτηση των Τούρκων να διατυπώνεται εγγράφως.
Έγιναν οι εκδηλώσεις και στο μοναστήρι αδιαφορώντας για τις συνέπειες με κοσμοσυρροή. Κάτοικοι των χωριών από όπου περνούσαν οι προσκυνητές οδεύοντας στο Αρκάδι έσπευδαν να ακολουθήσουν. Η ατμόσφαιρα ήταν φορτισμένη από συγκίνηση και κοινή απόφαση να τιμηθούν οι νεκροί του Αρκαδίου. Αξίζει να αναφερθεί ότι στις θρησκευτικές τελετές μάγεψε το εκκλησίασμα ο Παύλος Βλαστός που έψαλε με αγγελική φωνή.
Επικεφαλής της πομπής ήταν ο μοναχός Γλυκέριος που είχε διασωθεί από τη σφαγή και ο οπλαρχηγός Πορτάλιος που ύψωσε μάλιστα και μια σημαία από την Αθήνα.
Για το Γαβριήλ Μαναρή και την προσπάθειά του αναφέρει σχετικά ο Κώστας Ξεξάκης σε συνέντευξή του στον Αντώνη Σανουδάκη.
Ο Γέρο Γαβριήλ Μαναρής και ο Ακάκιος επήγεν στη Ρωσία, πιθανότατα πριν το 1900 και άρχισαν τις περιοδείες στην απέραντη χώρα Οδησσό, Μόσχα, Πετρούπολη. Παρέμειναν εκεί περί τα δύο χρόνια. Γι’ αυτήν την περιοδεία εδιηγείτο συχνά στη γιαγιά μου και στον πατέρα μου ο Ακάκιος. Παρεπονείτο για τον Γούμενο ότι: «Όταν εγώ εγύριζα στις γειτονιές και στα Μοναστήρια και έκανα αγιασμούς κι εμάζευα ρούβλια και τασίματα, εκείνος έκανε παρέα με τους Μεγάλους».
Από τη Ρουσία, έφεραν ένα πολύ μεγάλο πλούτο. Εκτός από τα ρούβλια, έφεραν και διάφορα αντικείμενα. Φορτία ολόκληρα από ιερά σκεύη, εικόνες, ευαγγέλια, καντήλια, θυμιατήρια και τα περισσότερο χρυσοποίκιλτα και διαμαντοστολισμένα. Βαρύτιμα άμφια και ράσα για όλους τους καλογήρους και οικιακά σκεύη άφθονα για όλα τα κελιά. Η εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου ήταν κυριολεκτικά κατάφορτη από λαμπερά χρυσοποίκιλτα και αδαμαντοκόλλητα αφιερώματα. Εντυπωσιακά ήσαν προπάντων τα μεγάλα καντήλια, σαν μικροί πολυέλαιοι. Τον ίδιο πλούτο είχε και ο ναός στον Κορέ.
Ήμουν τακτικότατος επισκέπτης του Αρκαδίου επί πολλές δεκαετίες και κάθε φορά μπαίνοντας στο Μοναστήρι από τη Χανιώπορτα έπρεπε, πριν απ’ όλα, κατά το έθιμο για όλους τους επισκέπτες, να μπω πρώτα στην εκκλησία να προσκυνήσω και μετά κάθε άλλη επίσκεψη. Πάντοτε εστεκόμουν πολλή ώρα στην εκκλησία και αποθαύμαζα τον πλούτο των ιερών σκευών που την έκαναν να λάμπει ολόκληρη. Εκαμάρωνα και το μεγάλο Ρολόι-Εκκρεμές, που ήταν στημένο δεξιά, καθώς έμπαινα από την αριστερή κυρία είσοδο της πρόσοψης, και είχε ύψος περίπου 1,5 μέτρο. Αυτό το ρολόι το είχε αφιερώσει στην εκκλησία η μητέρα του πατέρα μου, Γαρυφαλιά, το γένος Νικολουδάκη, το 1898 όταν ο γιος της Ανδρέας προσήλθε στο Αρκάδι για να καλογερέψει και εκάρει Αναγνώστης. Αργότερα άλλαξε γνώμη…
Από την περίοδο της Κρητικής Πολιτείας και μετά δεν υπήρξε αρχηγός του κράτους που να μην περάσει από τη μονή. Αρχή έγινε με τον Πρίγκηπα Γεώργιο που μόλις κατέβηκε στην Κρήτη ως Ύπατος Αρμοστής 9 Δεκεμβρίου του 1898 δεν παρέλειψε να πάει στο Αρκάδι για προσκύνημα.
Είχαμε περιγράψει σε προηγούμενο αφιέρωμα λεπτομέρειες από ρεπορτάζ της εφημερίδας «Αναγέννηση» που είχε καλύψει με εκτενή δημοσιεύματα την επίσκεψη του πρίγκιπα στο Ρέθυμνο.
Οι λαμπρότερες εκδηλώσεις έγιναν το 1930 παρουσία του Ελευθερίου Βενιζέλου.
Μια ευγενική χειρονομία
Μια ευγενική χειρονομία Τουρκοκρητικού δημάρχου αξίζει να αναφερθεί όπως αναγράφεται στην εφημερίδα «Τύπος» της 11ης Νοεμβρίου 1933 με τίτλο:
«Μια ευγενής χειρονομία της οικογένειας Σεφτέρ Κλαψαράκη».
«Μετά το προχθεσινόν Μνημόσυνο των εν Αρκαδίω πεσόντων και την επακολουθήσασα παρέλαση του Στρατού, όσοι συνέπεσε να ευρεθούν προς την Πλατείαν Ηρώων παρέστησαν εις απέρριτον αλλά συγκινητικήν σκηνήν. Ο συμπολίτης κ. Γεώργιος Γεωρβασάκις, εκπληρών ανάλογον φιλικήν εντολήν της εν Κωνστατινουπόλει οικογενείας του παλαιού Δημάρχου Ρεθύμνης συμπολίτου Τουρκοκρητός Σεφτέρ Βέη Κλαψαράκι, κατέθεσεν εκ μέρους αυτής, επί του Ηρώου των πεσόντων Ρεθυμνίων, πολυτελή στέφανον με ταινίαν έχουσα τα εθνικά χρώματα Τουρκίας και Ελλάδος συνωδεύσας την κατάθεσιν με την εξής σύντομον προσφώνησιν».
Αθάνατοι νεκροί
«Επιστρέφοντας προχθές ακόμη στη χιλιοτραγουδισμένη Πόλη, άφησε σε μας τους γνωστούς φίλους του την ακριβή παραγγελιά.
Αν φτερουγίσουν τριγύρω μας την ώρα αυτή οι ιερές σας ψυχές θα νιώσουν διπλή την ευχαρίστηση ότι στα στεφάνια και τα δάκρυά μας ενώνονται και τα στεφάνια και τα δάκρυα των μέχρι χθες εχθρών και σημερινών φίλων μας, που συγχρονισμένη αντίληψις έπλεξε γύρω από την ειρηνιστική προσπάθεια και ανάγκη.
Ας γίνει δεκτή στην ψυχή σας η κατάθεσις του Στεφάνου αυτού καμωμένου από δάφνες του νοσταλγημένου νησιού των ξενιτεμένων συμπολιτών μας, που πάντοτε λαχταρούν τον γαλανό ουρανό του, τη γαλάζια θάλασσα και το ολοάνθιστο μυρωμένο χώμα του».
Ποιος ήταν όμως ο Τούρκος δήμαρχος που ποτέ δεν ξέχασε να τιμά το Αρκάδι κι ας καταστράφηκε από ομοεθνείς του;
Γράφει ο κ. Γιώργος Εκκεκάκης:
«Κλαψαράκης Σαφτέρ (π. 1870-;;) Δήμαρχος Ρεθύμνης (1906-1910). Στο επισκεπτήριό του που σώζεται στη Δημόσια Βιβλιοθήκη Ρεθύμνου αναγράφεται Σαφτέρ Κλαψαρζαδέ και στους εκλογικούς καταλόγους αναφέρεται ως κτηματίας…».
Πριν από μερικά χρόνια είχαν επισκεφθεί το Ρέθυμνο οι εγγονές του δημάρχου αναζητώντας το σπίτι του.
Οι υψηλοί επισκέπτες του Αρκαδιού.
Από τις μετέπειτα εκδηλώσεις του Αρκαδίου έχουν παρελάσει οι περισσότεροι πρωθυπουργοί ακόμα και ο Ιωάννης Μεταξάς που το επισκέφθηκε το 1936 λίγους μήνες μετά την επιβολή του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου.
Ακολούθησαν οι πρωθυπουργοί Σοφ. Βενιζέλος (1950) και Ν. Πλαστήρας (1951). Το 1966 για τα 100 χρόνια έγιναν και τα αποκαλυπτήρια του ανδριάντα Κ. Γιαμπουδάκη από τον αρχιεπίσκοπο Κύπρου Μακάριο και το 1967 ήρθαν ο Κωνσταντίνος με την Άννα-Μαρία.
Εκείνη η επίσκεψη μας φέρνει στο νου και στη συνάντηση στο Αγιασμάτσι που στοίχισε τόσες ταλαιπωρίες στην ομάδα των αντιστασιακών που ήθελαν με την απαγωγή του Κωνσταντίνου να φέρουν πιο γρήγορα την αποκατάσταση της Δημοκρατίας.
Δεν τα κατάφεραν όμως αφού η κίνησή τους προδόθηκε».
Μια τραγωδία στα «ψιλά»
Εκείνη τη χρονιά σημαδεύτηκαν με αίμα και τα 27α Αρκάδια. Τραγωδία σημειώθηκε στο Σοχώρα όταν από συνωστισμό υποχώρησε η πόρτα με απολογισμό μια νεκρή την Αργυρώ Θωμαδάκη και τον τραυματισμό 10 ατόμων. Το γεγονός πέρασε στα ψιλά και μόνο τα «Ρεθεμνιώτικα Νέα» δυο μέρες μετά έκαναν ρεπορτάζ δίνοντας ακριβή στοιχεία του δράματος και τα ονόματα νεκρής και τραυματιών.
Από την τραγωδία αυτή σώθηκε από του χάρου τα δόντια ο γνωστός δικηγόρος και ποιητής Κώστας Καλλέργης (Κ.Ι.Γ.Κ.).
Μικρό παιδί που βρέθηκε στο γήπεδο για να παρακολουθήσει τις εκδηλώσεις είχε εγκλωβιστεί από σώματα που του έκοβαν την ανάσα. Ευτυχώς γι’ αυτόν τον εντόπισε ο καλός συμπολίτης και πολυτάλαντος πολιτιστικός παράγων Μανόλης Ροδινός και τραβώντας τον από το χέρι τον ανέσυρε. Κι έτσι σώθηκε ο αγαπητός Κώστας.
Από τους πιο τακτικούς επισκέπτες των εκδηλώσεων ήταν ο τότε Αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Στέλιος Παττακός.
Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος είχε έρθει δυο φορές. Και το 1955 και το 1966 στην εκατονταετηρίδα.
Είναι γεγονός ότι όσα χρόνια κι αν περάσουν η ιστορική έρευνα θα δίνει όλο και περισσότερα στοιχεία για τη Αρκαδική Εθελοθυσία. Αυτά που διέσωσε και η προφορική παράδοση από γενιά σε γενιά.
Πηγές
Παύλου Κεδραίου: Οι τουρκοκρήτες και το Αρκάδι («Κρητική Επιθεώρηση» Νοέμβριος 1965)
Νίκου Δερεδάκη: Αρκάδι: 150 χρόνια εορτασμών
Πολιτιστικό Ρέθυμνο: Συνέντευξη Κώστα Ξεξάκη στον Αντώνη Σανουδάκη
«Ρεθεμνιώτικα Νέα»: Λευτέρη Κρυοβρυσανάκη Ιστορική αναφορά στα Αρκάδια
Εύας Λαδιά: Μια τραγωδία που πέρασε στα ψιλά
Οι φωτογραφίες είναι από το βιβλίο «Αρκάδι 150 χρόνια εορτασμών»